Από τις πιο cult φυσιογνωμίες που ανέδειξε αυτή η πόλη.

Πάνω κάτω τη Φωκίωνος Νέγρη. Κάποτε, εκεί στα αθώα 80’s και τα αφιονισμένα 90’s, ο συγκεκριμένος δρόμος μπορούσε να κονταροχτυπηθεί άνετα με την βιοποικιλότητα και το κυτταρικό σθένος του Κολωνακίου. Υπήρχε ζωή, σφρίγος, έκπληξη, αστικός χρωματισμός. Υπήρχαν σταθερά σημεία συνάντησης που δίχως αυτά καμία περιοχή δεν μπορεί να αναδυθεί από την αφάνειά της.

Πάνω από όλα υπήρχαν οι άνθρωποι, διότι τόπος είναι οι άνθρωποι που τον ζουν και τον μετατρέπουν σε καθημερινό πεδίο δόξας. Ο Νίκος Χατζηκώστας ήταν μια φυσιογνωμία μαγνήτης. Χθες (13/7) πήρε το δρόμο για άλλες πολιτείες, αλλά το πνεύμα του, ανήσυχο και ιδιαίτερο, θα τριγυρνάει εσαεί στην αγαπημένη του Φωκίωνος Νέγρη.

Κελεμπίες, γούνες, ψηλά καπέλα, ο δικός του ενδυματολογικός κώδικας ήταν ένας ανθισμένος ροδώνας με ετερόκλιτα χρώματα.

Ο εν λόγω είχε αποκτήσει το σπάνιο προνόμιο να του απευθύνονται όλοι με το προσωνύμιό του, Paezano, που δεν ήταν μόνο το όνομά του μαγαζιού που διατηρούσε στην περιοχή, αλλά συνώνυμο της προσωπικότητάς του. Ηταν μια ιδιότητα αυτό το παρωνύμιο. Για τους μη γνωρίζοντες: ο Paezano άνοιξε το δικό του έθνικ εστιατόριο στην Κυψέλη το 1977. Εκεί που προηγουμένως βρισκόταν η Spaggeteria του πατέρα του.

Διατήρησε το μαγαζί επί 20 χρόνια, ακόμη και σε εποχές δύσκολες έως και αρτηριοσκληρωτικές. Προφανώς, διότι το Paezano ήταν η υλική αποτύπωση της ψυχής του ιδιοκτήτη. Μπορεί σχεδόν όλοι να μιλούσαν με τα καλύτερα λόγια για την ποιότητα του φαγητού, αλλά ας είμαστε ειλικρινείς, όλοι μα όλοι πήγαιναν εκεί για να συμμετέχουν στο πανηγύρι που έστηνε αυτοσχεδιαστικά ο Paezano.

Nα τον δουν να φοράει τα εκκεντρικά μεγάλα γυαλιά του (σιγά μην κολλούσε στο χρώμα του σκελετού), τα έντονα φλοράλ πουκάμισά του με τους μεγάλους γιακάδες, τα χαϊμαλιά του, το καλλιτεχνικό του μούσι (λες και ήταν αυτόνομος οργανισμός στο πρόσωπό του που διέθετε δική του ευγλωττία) και φυσικά τη μαϊμού του που αναπαυόταν νευρικά στον ώμο του. Κελεμπίες, γούνες, ψηλά καπέλα: ο δικός του ενδυματολογικός κώδικας ήταν ένας ανθισμένος ροδώνας με ετερόκλιτα χρώματα.

Η πληθωρικότητά του θα μπορούσε να ξεπηδήσει από κάποιο βιβλίο του Μπαλζάκ ή από ένα ευθυμογράφημα του Γκόγκολ.

Ο «Ζντουπ» ή αλλιώς «Κροκοδειλάκιας» ήταν από τις πλέον αναγνωρίσιμες και αυθεντικά καλτ φυσιογνωμίες που έβγαλε αυτή η πόλη. Η πληθωρικότητά του θα μπορούσε να ξεπηδήσει από κάποιο βιβλίο του Μπαλζάκ ή από ένα ευθυμογράφημα του Γκόγκολ. Ο αθεόφοβος κάποια στιγμή, εκεί γύρω στις αρχές της δεκαετίας του 90, έφερε μέσα στο μαγαζί δυο κροκόδειλους ως απαραίτητη ατραξιόν. Ποιος άλλος θα μπορούσε να το κάνει;

Αν η Αθήνα είναι μια πόλη που δεν κοιμάται ποτέ, τότε το μαγαζί του Paezano βρισκόταν σε διαρκή κατάσταση insomnia. Εμενε ανοιχτό έως τα ξημερώματα (λες και ήταν παλκοσένικο) ώστε να υποδεχθεί τους ηθοποιούς, τους τραγουδιστές και τους απανταχού ξενύχτηδες όταν σχολούσαν τα θέατρα και οι πίστες. Από το κατώφλι του Paezano έχει περάσει κόσμος και κοσμάκης.

Τραγουδιστές, ηθοποιοί, επιχειρηματίες, δημοσιογράφοι, πολιτικοί. Ολος ο καλός κόσμος της Αθήνας. Εκεί πήγαινε η Αλίκη Βουγιουκλάκη, ο νεαρός τότε Λάκης Λαζόπουλος, ο Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος, ο Γεώργιος Αβέρωφ και η Μαργαρίτα Παπανδρέου.

Mε τον Θεόδωρο Πάγκαλο στα χρόνια του ΠΑΣΟΚ.

Είχε καταφέρει να κάνει το μαγαζί του κλασικό «αφτεράδικο». Ηταν, δε, τόσο δαιμόνιος που παρέκαμψε με τον δικό του τρόπο τη γενική απαγόρευση να μένουν ανοιχτά τα μαγαζιά τα ξημερώματα. Ο νόμος τότε κατέβαζε τον γενικό του ρεύματος μετά τις 2 το βράδυ. Ο Paezano λειτουργούσε υπό το φως των κεριών. Ρομαντικά και ειδυλλιακά. Εντάξει, όχι και τόσο: χρειάστηκε ουκ ολίγες φορές να μεταβεί στα δικαστήρια με την κατηγορία της παράβασης του νόμου περί ενέργειας.

Λέγεται πως μια φορά σε μια δίκη εμφανίστηκε ντυμένος βρικόλακας, ενώ μια άλλη φορά έκανε φωτομοντάζ σε μια φωτογραφία του που τον έδειχνε να αυτοπυρπολείται και να καίγεται μέσα στις φλόγες.

Αν τον προβλημάτισε η διαμάχη του με τον νόμο; Σιγά, για τον Paezano μιλάμε και όχι για κάποιον φοβισμένο μικροαστό. Αστικός μύθος ή πραγματικότητα; Λέγεται πως μια φορά σε μια δίκη εμφανίστηκε ντυμένος βρικόλακας, ενώ μια άλλη φορά έκανε φωτομοντάζ σε μια φωτογραφία του που τον έδειχνε να αυτοπυρπολείται και να καίγεται μέσα στις φλόγες. Τη φωτογραφία δημοσίευσαν οι εφημερίδες της εποχής που έκαναν μάλιστα λόγο για αυτοκτονία. Σιγά μην οδηγούνταν στο απονενοημένο διάβημα ο άνθρωπος που έβλεπε τη ζωή σαν το λιβάδι της χαράς.

Γεννημένος στην Αλεξάνδρεια (τίποτα δεν είναι τυχαίο) στις 26 Νοεμβρίου 1946 έζησε τη ζωή του όπως ήθελε εκείνος. Τα «πρέπει» και οι «ανάγκες» δεν είναι για όλους τους ανθρώπους. Μπορεί να έφυγε σχετικά νωρίς, σε ηλικία 76 ετών, αλλά στην πραγματικότητα έζησε τρεις-τέσσερις ζωές σε μια. Ο Νίκος Χατζηκώστας πούλησε το ιστορικό μαγαζί του το 1997 και μετακόμισε με τη σύζυγό του και την 95χρονη μητέρα του στις Αρχάνες Κρήτης απ’ όπου καταγόταν. Η Φωκίωνος Νέγρη ποτέ δεν θα είναι ίδια ξανά.

 

Διαβάστε ακόμα: Το παράφορο στυλ του Περικλή Γιαννόπουλου (1869-1910).

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top