ΘΚ

«Το στυλ ουσιαστικά είναι ακαθόριστο και αφηρημένο. Δεν διέπεται από απόλυτη συμμετρία, δεν ακολουθεί συγκεκριμένους κανόνες, είναι απρόβλεπτο και προσωπικό. Ας πούμε, σαν ένας αβίαστος συνδυασμός επιλογών. Η επιτήδευση, η μεγάλη προσπάθεια, η πολλή σκέψη, το αντιστρατεύονται». Σακάκι σμόκιν, Dimitris Petrou.

-Με τι ασχολείστε;
Με απασχολεί το σινεμά από μικρό παιδί, πάντα θεωρητικά. Όχι τόσο οι ήρωες, αλλά οι λεπτομέρειες στις εικόνες, τις λέξεις και τους ήχους του, η ονειρική του διάσταση (η μαγεία, αν θέλετε), η δύναμη αλλά και οι ατέλειες. Οι προτιμήσεις μου παραμένουν ανοιχτές, από τον Κιούμπρικ, τον Γουέλς και τον Μουρνάου, την όψιμη ρεβιζιονιστική τρέλα του Ταραντίνο, τη μεγαλομανία του Κάμερον, μέχρι το συγκινητικό «Babe» και τα κινούμενα σχέδια του Tex Avery και της Pixar. Από την ασκητικότητα του Χάνεκε και του Μπρεσόν, μέχρι τον ασυμμάζευτο σουρεαλισμό του Λιντς και της Μάγια Ντέρεν. Μεγαλώνοντας, με ενδιαφέρει, εκτός από τις προσωπικότητες που πάντα τον καθορίζουν, η εξέλιξη του κινηματογράφου μέσα από τη φόρμα και το περιεχόμενό του: ξεκίνησε από λαϊκό θέαμα, στη συνέχεια άγγιξε και την ελίτ, έδωσε δείγματα υψηλής τέχνης, συζητήθηκε όσο τίποτε άλλο, μπήκε σε σαλόνια, λέσχες και μουσεία, γιγαντώθηκε και επαναπροσδιορίσθηκε με αντιήρωες, και σε τούτον τον αιώνα, ανήκει στον καθένα από εμάς και κατασκευάζεται από όλους, λόγω του ψηφιακού φορμάτ, παρακολουθείται δε σε μικρές και μεγάλες οθόνες, λαθραία και μη. Θα αντέξει, όπως τον γνωρίζουμε; Θέλω πολύ να μάθω τι θα απογίνει.

«Αν κάποιος βγει έξω με τη συνείδηση ότι έχει στυλ, τότε μάλλον δεν το έχει».

-Τι σημαίνει για εσάς στυλ;
Δεν είμαι σίγουρος πως μπορώ να απαντήσω καθαρά. Διότι το στυλ ουσιαστικά είναι ακαθόριστο και αφηρημένο. Δεν διέπεται από απόλυτη συμμετρία, δεν ακολουθεί συγκεκριμένους κανόνες, είναι απρόβλεπτο και προσωπικό. Ας πούμε, σαν ένας αβίαστος συνδυασμός επιλογών. Η επιτήδευση, η μεγάλη προσπάθεια, η πολλή σκέψη, το αντιστρατεύονται. Επιτήδευση είναι ακόμη και να πασχίζεις να απαντήσεις στην εντέλεια αυτό εδώ το ερωτηματολόγιο, παίζοντας το ρόλο του cool ή του απλού, ανάλογα με την εικόνα που θέλεις να προβάλλεις. Δεν γίνεται να παίρνεις σοβαρά τον εαυτό σου. Κι αν έχεις βάλει πλώρη για Όσκαρ ερμηνείας, τότε πρέπει να βρεις τον τρόπο να μη φαίνεται καθόλου ότι προσπάθησες σοβαρά, και ταυτόχρονα να αποκρούσεις με χάρη κι επίπλαστη ντροπαλοσύνη τα κολακευτικά σχόλια που θα σε επιβεβαιώσουν. Αξίζει όμως τον κόπο όλο αυτό το vanity fair;
Αν κάποιος βγει έξω με τη συνείδηση ότι έχει στυλ, τότε μάλλον δεν το έχει. Παρότι η σύγκριση δεν είναι δόκιμη, θα το παρομοίαζα με ένα όμορφο πρόσωπο, που ό,τι κι αν «φορέσει» ‒μούσια, μαλλιά, γυαλιά‒, θα παραμείνει όμορφο. Αν πρέπει να διαλέξω ανάμεσα στην τάση των σεταρισμένων hipsters, με τις all around περιποιημένες τρίχες, και τους hippies, χίλιες φορές τα παιδιά των λουλουδιών. Καλύτερα γυμνός στην άμμο, παρά φιόγκος σε δεξίωση, ή αποδεκτός σε μια μικρή ομάδα που αυτοσυγχαίρεται. Άνθρωποι με στυλ είναι οι σεμνοί, οι αθώοι, οι γενναιόδωροι, αυτοί που πάνε την συζήτηση παραπέρα, και στους οποίους διακρίνεις έναν ανεπαίσθητο ρομαντισμό στην άκρη του βλέμματός τους. Σαν να πιστεύουν ακόμη στο θαύμα της ζωής.
Βέβαια, το στιλ εξελίσσεται με το χρόνο και τα βιώματα, και απορροφάται από την προσωπικότητα του καθενός. Και η προσωπικότητα δεν περιορίζεται στην εμφάνιση, αλλά εκτείνεται στον τρόπο ζωής. Όποιος ζει με φαντασία, είναι σε καλό δρόμο. Κι επίσης, όποιος έχει συναρμολογήσει το δύσκολο τετράπτυχο, δηλαδή την αντίληψη, την κρίση, την σύνθεση και την ανάλυση, ξεπερνάει τα φυσιολογικά διλήμματα της νεότητας (να φορέσω τζιν με λευκό t-shirt και σταράκια, τι θα νομίσουν αν βάλω πουκάμισο, ποιός είναι ο σωστός κώδικας για το τάδε πάρτι;).
Τελικά το στυλ είναι μια τόσο λεπτή υπόθεση, όσο η χαραμάδα ανάμεσα στη τρέχουσα μόδα και την πλήρη αδιαφορία για τα εγκόσμια.

-Πώς υπερασπίζεστε την αισθητική στη ζωή σας και στην κοινωνία μας;
Θεωρώ πως οφείλουμε να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε, ανεξαρτήτως των συνθηκών.

-Τι είναι, ή τι θα έπρεπε να είναι, για εσάς, το σύγχρονο ελληνικό ύφος;
Το σύγχρονο ελληνικό ύφος θα έπρεπε να είναι κοσμοπολίτικο. Παρεξηγημένη η έννοια, συνώνυμη του κυριλέ και του επιδερμικού, για πολλούς. Κρίμα. Ο λανθασμένος εθνοκεντρισμός δεν είναι μόνο κάλπικος, αλλά επικίνδυνος. Όσοι γνωρίζουν το παρελθόν και την καταγωγή τους και δεν το φοβούνται είναι εκείνοι που διψάνε για τη γνωριμία με το νέο και την ανεκτικότητα, την ανοιχτωσιά.

«Άνθρωποι με στυλ είναι οι σεμνοί, οι αθώοι, οι γενναιόδωροι, αυτοί που πάνε την συζήτηση παραπέρα, και στους οποίους διακρίνεις έναν ανεπαίσθητο ρομαντισμό στην άκρη του βλέμματός τους. Σαν να πιστεύουν ακόμη στο θαύμα της ζωής».

«Άνθρωποι με στυλ είναι οι σεμνοί, οι αθώοι, οι γενναιόδωροι, αυτοί που πάνε την συζήτηση παραπέρα, και στους οποίους διακρίνεις έναν ανεπαίσθητο ρομαντισμό στην άκρη του βλέμματός τους. Σαν να πιστεύουν ακόμη στο θαύμα της ζωής».

-Τι είναι κακό γούστο;
Να μεγαλώνεις και, αντί να εκλεπτύνεις τις γεύσεις σου, να νοιάζεσαι μόνο πώς θα γεμίσεις το στομάχι σου.

-Ποιο είναι το βασικό γνώρισμα του δικού σας στυλ;
Δεν έχω ιδέα. Το μειονέκτημά μου είναι κοινό: φοβάμαι μην με παρεξηγήσουν, και νομίσουν πως φέρω κάτι που δεν είμαι. Με τον καιρό, ελαφραίνω τα μπαγκάζια.

-Τι εκτιμάτε περισσότερο στο στυλ των φίλων σας;
Να έχουν αίσθηση του χιούμορ, αλλά και την αίσθηση του γελοίου.

-Αν δεν ήσασταν ο εαυτός σας, ποιος θα θέλατε να είστε;
Ένας ταξιδιώτης στο χρόνο.

-Σε ποια άλλη εποχή θα επιθυμούσατε να ζείτε;
Θα ήθελα να είμαι ο Έϊντριαν Μπρόουντι στο «Μεσάνυχτα στο Παρίσι» και, ανοίγοντας μια πόρτα, να πέσω πάνω στους Πόρτερ και τους Φιτζέραλντ (και μιας και το αναφέραμε, να είμαι κάθε βράδυ καλεσμένος στα πάρτι του Τζέι Γκάτσμπι, κι όσο αντέξω). Δεν θα τους ενοχλούσα, απλώς να τους ακούσω και να διαπιστώσω αν είχαν τόσο σπινθηροβόλο κέφι όσο λέγεται. Κι από την άλλη, ως άνθρωπος με αντιφάσεις, θα ήθελα επί έντεκα μήνες να κυκλοφορώ με την πιο ελαφρά ενδυμασία, σε ζεστά κλίματα, δίπλα στη θάλασσα, με ελάχιστες ανέσεις.

«Τελικά το στυλ είναι μια τόσο λεπτή υπόθεση, όσο η χαραμάδα ανάμεσα στη τρέχουσα μόδα και την πλήρη αδιαφορία για τα εγκόσμια».

-Ποιο είναι αγαπημένο σας χρώμα; Πώς το έχετε βάλει στη ζωή σας;
Το μόνο καλό με την γκριζάδα του χειμώνα και τις ασπρόμαυρες ταινίες είναι ότι σε κάνουν να εκτιμάς περισσότερο τα χρώματα.

-Ποιά είναι η αγαπημένη σας πόλη του κόσμου και γιατί την έχετε αγαπήσει;
Επειδή το πιο παραγνωρισμένο συστατικό του σινεμά είναι η αρχιτεκτονική, λατρεύω την έννοια της κατασκευής ‒όλος ο Χίτσκοκ είναι ένας ιδιοφυής, ενδελεχής σχεδιασμός σκηνών και χαρακτήρων. Μου αρέσουν πολύ οι πόλεις, οι πραγματικές, δηλαδή οι μεγάλες, από το Δελχί μέχρι το Λος Άντζελες. Γιατί εκεί φαίνεται η πλήρης προσωπικότητα του ανθρώπου (στην εγρήγορση και την ένταση, αλλά και τη δημιουργία δικλείδων), και όχι στην εξοχή. Όμως πάντα ξαναγυρίζω στο Παρίσι.

-Ποιό είναι το αγαπημένο σας ελληνικό νησί και πώς περνάτε εκεί όταν είστε χαλαρός και γήινος;
Αξιολογώ τα νησιά από τις θάλασσές τους. Για το δικό μου γούστο, το νερό που μοιράζονται τα Κουφονήσια και η Νάξος, είναι το πιο αναζωογονητικό, θελτικό και διαυγές που έχω δει.

«Σε ποια άλλη εποχή θα επιθυμούσα να ζω; Θα ήθελα να είμαι ο Έϊντριαν Μπρόουντι στο ''Μεσάνυχτα στο Παρίσι'' και, ανοίγοντας μια πόρτα, να πέσω πάνω στους Πόρτερ και τους Φιτζέραλντ (και μιας και το αναφέραμε, να είμαι κάθε βράδυ καλεσμένος στα πάρτι του Τζέι Γκάτσμπι, κι όσο αντέξω)».

«Σε ποια άλλη εποχή θα επιθυμούσα να ζω; Θα ήθελα να είμαι ο Έϊντριαν Μπρόουντι στο ”Μεσάνυχτα στο Παρίσι” και, ανοίγοντας μια πόρτα, να πέσω πάνω στους Πόρτερ και τους Φιτζέραλντ (και μιας και το αναφέραμε, να είμαι κάθε βράδυ καλεσμένος στα πάρτι του Τζέι Γκάτσμπι, κι όσο αντέξω)».

-Στα έργα ποιου ζωγράφου αντικατοπτρίζεται πιο καλά ή δική σας κοσμοαντίληψη;
Στον Μαρκ Ρόθκο ‒και μη νομίζετε πως δεν με θορυβεί αυτό….

-Ποιος κινηματογραφικός ήρωας σάς έχει επηρεάσει;
Συγκινούμαι με τα ξαφνιάσματα, τις στιγμές που οι ηθοποιοί κάνουν κάτι αναπάντεχο, λες και ο σκηνοθέτης και το σενάριο τους έχουν συναντήσει βαθύτατα. Τα δάκρυα της Φαλκονετί ως «Ιωάννα της Λορένης», η φωνή της Κέιτ Μπλάνσετ στο «Ελίζαμπεθ», το αιματοβαμμένο βλέμμα του Πίτερ Ο’ Τουλ στον «Λόρενς της Αραβίας», οι μονότονες απειλές του κομπιούτερ Χαλ στο «2001, η Οδύσσεια του Διαστήματος», το ξέσπασμα του Μπράντο στη νεκρή γυναίκα του στο »Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι», το χάδι, σαν απαλό λυκόφως, της Κάθριν Χέπμπορν στον Χένρι Φόντα στη «Χρυσή Λίμνη», τους ψίθυρους αγάπης της Λαμπέτη, το απόκοσμο δίλημμα της Στριπ στην «Εκλογή της Σόφι», ο εναρκτήριος λόγος του Ντάνιελ Ντέι Λιούις στο «Λίνκολν», ο βετεράνος του πολέμου Χάρολντ Ράσελ όταν βγάζει τα προσθετικά του χέρια μπροστά στην αγαπημένη του και της λέει «Αυτός είμαι», ευάλωτος και σπαρακτικός, στα «Καλύτερα Χρόνια της Ζωής μας».

-Με ποιο έμφυτο ταλέντο θα θέλατε να είστε προικισμένος;
Με αυτό της υπέρβασης.

-Ποια είναι η φθηνότερη και ποια η ακριβότερη επένδυση που έχετε κάνει στην εμφάνισή σας;
Ένα ζευγάρι γκρι κοντές μπότες Carpe Diem. Δεν ήταν καθόλου φθηνές, αλλά μετά από δέκα χρόνια, δεν έχουν αλλοιωθεί στο ελάχιστο. Και χαίρομαι που δεν γεμίζουν το μάτι κανενός.

-Αποκαλύψτε μας μια από τις μυστικές διευθύνσεις σας, από όπου αγοράζετε όμορφα πράγματα.
Επειδή έχω σταματήσει να ψωνίζω, θα μοιραστώ μαζί σας ένα αγαπημένο μου απόσπασμα από ποίημα, της Μαρίας Λαϊνά ‒αν και δεν έχω εντρυφήσει στην ποίηση:
Λατρεύτηκε κανείς εδώ;
Υπήρχε κάποιος.
Ή πέρασε απλώς ο χρόνος και άφησε την ομορφιά του;

-Πώς θα επιθυμούσατε να ταφείτε;
Στο διάστημα.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top