Ο Darrall Imhoff στα χρυσά του χρόνια, ως παίκτης του κολεγίου της Καλιφόρνια. (Φωτογραφία: L.A. Times)

    Πάμε ένα μικρό ταξίδι στο παρελθόν. Πάμε στο 1960 και στον κόσμο του NBA. Η αλήθεια είναι ότι σήμερα όταν μιλάμε για το κορυφαίο πρωτάθλημα μπάσκετ του πλανήτη, το μυαλό μας πάει σε εντυπωσιακές αναμετρήσεις και σε παίκτες superstar, που κερδίζουν εκατομμύρια δολάρια τον χρόνο, είναι είδωλα στα μάτια των νέων και ζουν σε βίλες. Πριν από 50 και βάλε χρόνια, όμως, τα πράγματα ήταν αρκετά διαφορετικά. Για την ακρίβεια οι εντυπωσιακές αναμετρήσεις υπήρχαν στο NBA, αλλά όχι και τα εκατομμύρια.

    Τότε οι πλειοψηφία των παικτών, τελείωνε το κολέγιο, έμπαινε στο NBA (αν θεωρούνταν καλοί), έκανε μια καριέρα 10-12 χρόνια και μετά είτε θα ασχολούνταν με την προπονητική είτε θα έπιαναν δουλειά. Απλά πράγματα. Σε αυτή την κατηγορία ανήκει και ο Darrall Imhoff, ένας παίκτης που δεν έκανε ποτέ μεγάλη καριέρα, είχε τις καλές του στιγμές, αλλά έμεινε στην ιστορία για τη μεγαλύτερη βραδιά ενός άλλου παίκτη: του Wilt Chamberlain.

    Ο γεννημένος στην Καλιφόρνια το 1938 Imhoff άρχισε να ασχολείται με το μπάσκετ από τα παιδικά του χρόνια. Κάπως έτσι κέρδισε μια θέση στο κολέγιο της Καλιφόρνια και κατάφερε, στα 3 χρόνια που έμεινε εκεί, να το οδηγήσει στον τίτλο του NCAA το 1959. Οι ομάδες του NBA είδαν στον πρόσωπό του έναν καλό σέντερ, δυνατό στην άμυνα και συμπαθητικό στην επίθεση, που θα μπορούσε να εξελιχθεί. Ένα χρόνο αργότερα οι Νικς τον επιλέγουν στο Νο.3 του draft και ονειρεύονται να χτίσουν μαζί του την ομάδα του μέλλοντος.

    Ο Imhoff, παρά το γεγονός ότι ήταν μέλος της εθνικής ομάδας των ΗΠΑ που πήρε το χρυσό στους Ολυμπιακούς της Ρώμης το 1960, δεν θα ξεκινήσει καλά στο ΝΒΑ. Το άγχος από τις προσδοκίες που είχαν τα στελέχη της ομάδας θα τον καταβάλει και θα βρεθεί να έρχεται από τον πάγκο. Στη 2η χρονιά του θα αρχίσει να παίρνει περισσότερο χρόνο συμμετοχής, ώσπου ήρθε το μοιραίο βράδυ: το ημερολόγιο έγραφε 2 Μαρτίου 1962 και οι Φιλαδέλφεια Γουόριορς του Chamberlain θα βρισκόντουσαν απέναντι στους Νιου Γιορκ Νικς.

    «Έπαιξα στο ματς 20 λεπτά. Άρα για τα υπόλοιπα 28 λεπτά της αναμέτρησης άλλος ήταν υπεύθυνος για τους 100 πόντους του Chamberlain» είχε δηλώσει το 2005.

    Το παιχνίδι θα τελειώσει 169–147 υπέρ των Γουόριος, ωστόσο θα μείνει στην ιστορία για έναν άλλο λόγο: ο Wilt πετυχαίνει 100 πόντους σε ένα ματς, ένα ρεκόρ που δεν έχει σπάσει ακόμα και σήμερα (και σύμφωνα με τους ειδικούς, μάλλον δεν θα σπάσει ποτέ). Ο Imhoff είναι ο σέντερ που θα τον μαρκάρει στο ματς, ή για την ακρίβεια στο ξεκίνημα του ματς και αυτός που θα γίνει γνωστός ως ο παίκτης που δεν κατάφερε να σταματήσει τον Chamberlain.

    Βέβαια το 1962 τα πράγματα ήταν αρκετά διαφορετικά, καθώς η τεχνολογία δεν ήταν και τόσο μεγάλο κομμάτι του αθλητισμού. Το αποτέλεσμα ήταν ο Imhoff να χρεωθεί τα πάντα για εκείνη την εφιαλτική βραδιά. Κανείς δεν ασχολήθηκε με το γεγονός ότι έπαιξε μόλις 20 λεπτά (κάποια μίντια έγραψαν ότι έπαιξε και τα 48′), καθώς αντιμετώπισε προβλήματα με φάουλ. Ήταν στα μάτια του κόσμου ο υπεύθυνος για τους 100 πόντους του Chamberlain. Δεν είναι τυχαίο, πώς όταν μετά από δύο μέρες οι δύο ομάδες βρέθηκαν και πάλι αντιμέτωπες στο Madison Square Garden, ο Imhoff αποθεώθηκε από τους Νεοϋκέρζους καθώς περιόρισε τον Wilt στους μόλις 58 πόντους. Μάλλον ειρωνικά.

    Ο Imhoff το 2005, δείχνοντας μια φωτογραφία που προσπαθεί να μαρκάρει τον Wilt Chamberlain. (Φωτογραφία: Brian Davies)

    Τα επόμενα χρόνια ο Imhoff θα παίξει για διάφορες ομάδες, προτού το 1972 ρίξει τους τίτλους τέλους στην καριέρα του, έχοντας καταφέρει να παίξει και σε ένα All Star Game το 1967. Όσο για το υπόλοιπο της ζωής του; Θα εργαστεί ως αναλυτής αγώνων, ενώ στη συνέχεια θα μετακομίσει με την οικογένειά του στο Όρεγκον, θα ασχοληθεί με το μάρκετινγκ και θα ζήσει μια φυσιολογική ζωή.

    Εκτός από τις μέρες που ο κόσμος τον θυμόταν για τους 100 πόντους εκείνο το βράδυ που το ημερολόγιο έγραφε 2 Μαρτίου 1962. Ουκ ολίγες φορές προσπάθησε να υπερασπιστεί τον εαυτό του, με τελευταία μια συνέντευξη πριν από περίπου 10 χρόνια που δήλωσε «έπαιξα 10 λεπτά στην αρχή και 10 λεπτά στο τέλος, προτού φύγω από το ματς με 6 φάουλ. Άρα για τα υπόλοιπα 28 λεπτά της αναμέτρησης άλλος ήταν υπεύθυνος για τους 100 πόντους του Chamberlain».

    Λογικό να τον ενοχλεί. Άλλωστε όσα χρόνια κι αν περάσουν, δεν αποδέχεσαι εύκολα ότι έμεινες στην ιστορία ως ο άνθρωπος που δεν κατάφερε να σταματήσει τον Wilt Chamberlain.

     

    Διαβάστε ακόμα: Η πρώτη (και τελευταία) λάθος κίνηση του Michael Jordan

     

     

    x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

    Button to top