Η Ιζαμπέλ προτιμούσε να ντύνεται σαν αγόρι, που ίσως εξηγεί ότι στους κατοπινούς έρωτές της (η φωτογραφία είναι από την ταινία που αφηγείται τη ζωή της. Στο ρόλο της Ιζαμπέλ Έμπερχαρντ η Ματίλντα Μέι).

Αυτό το κορίτσι ήταν διγενές, είδος μεικτό (και νόμιμο), από αριστοκράτισσα Γερμανίδα μητέρα, και αναρχικό Ρώσο πατέρα, μάλιστα φίλο του Μπακούνιν. Το κόκκινο, δηλαδή, και το μαύρο. Η Ιζαμπέλ Έμπερχαρντ ήταν η ενσάρκωση της αναρχίας, και εξακολουθεί.

Ο τόπος που γεννήθηκε ήταν η ουδέτερη και ανιαρή Γενεύη, που σημαίνει ότι η απόδραση ήταν μονόδρομος. Το σπίτι της το έλεγαν «Τροπική Έπαυλη». Ο μονόδρομος της Ιζαμπέλ οδηγούσε στον Νότο – σε ένα αδιέξοδο, ολόφωτο και αγγελικό.

Η ασκητεία της στη μεταμόρφωση άρχισε από νωρίς, με την παρενδυσία και τη μεταμφίεση: η Ιζαμπέλ προτιμούσε να ντύνεται σαν αγόρι, που ίσως εξηγεί ότι στους κατοπινούς έρωτές της, με τρυφερή αγριότητα, αναζητούσε τον ανδρικό της εαυτό. Και τι νομίζετε ότι ψάχνουμε εμείς, όταν ερωτευόμαστε τα κορίτσια;

Η Ιζαμπέλ, που ήθελε τις υπερβάσεις διά της παραβάσεως, ήταν ερωτευμένη με τον ετεροθαλή αδελφό της, Ογκιστέν, που έφυγε στρατιώτης στην Αλγερία.

Η Ιζαμπέλ, που ήθελε τις υπερβάσεις διά της παραβάσεως, ήταν ερωτευμένη με τον ετεροθαλή αδελφό της, Ογκιστέν, που έφυγε στρατιώτης στην Αλγερία. Το δικό της ταξίδι θα μπορούσε να ανήκει στο Άσμα Ασμάτων, εκεί όπου η Ψυχή ζητά τον Νυμφίο της, με τον έρωτα της Αδελφής προς τον Αδελφό.

Ένας Γάλλος βιογράφος αποκαλεί την Ιζαμπέλ «άγριο φιντάνι», και καλά κάνει, εφόσον φιντάι (εξ ου, νομίζω, κι ο φενταγίν) θα πει αφοσιωμένος. Ο όρος ταιριάζει στην Ιζαμπέλ, που είχε ταλέντο στην πίστη, τουτέστιν στο πιο παράφορο πάθος, στη ζωοδόχο πληγή, στο κενό καθαυτό – πίστη είναι η άβυσσος.

Στα δεκαοχτώ της χρόνια, λοιπόν, η Ιζαμπέλ φόρεσε ναυτική στολή κι εξάρτυση, κι ετοιμάστηκε για το πρώτο μεγάλο ταξίδι, ενώ έβγαλε και μια φωτογραφία, στην οποία ορκίζομαι ότι μοιάζει με τον Ρεμπώ, μπορεί και με τον Κόρτο Μαλτέζε.

Όταν πεθαίνει η μητέρα της, η Ιζαμπέλ επιστρέφει για λίγο στην Ευρώπη, αλλά βρίσκει σύντομα δουλειά ως ανταποκρίτρια σε παριζιάνικες εφημερίδες.

Εκείνη ενστερνίζεται το Μεγάλο Σκοτεινό Πιστεύω και τα μάτια της γεμίζουν με την Νταρ-Ελ-Ισλάμ, ιερή γη του μουσουλμανικού κόσμου. Τον Μάιο του 1897 φτάνει στις ακτές της Αφρικής και μεταμορφώνεται σε αμαζόνα, πόρνη, πνεύμα, μαζοχίστρια, δραπέτη και άλλα, που συνοψίζονται όλα στη μυστηριώδη λέξη-όνομα: Συγγραφέας.

Όταν πεθαίνει η μητέρα της, η Ιζαμπέλ επιστρέφει για λίγο στην Ευρώπη, αλλά βρίσκει σύντομα δουλειά ως ανταποκρίτρια σε παριζιάνικες εφημερίδες (με τη βοήθεια της ταξιδιώτισσας Λίντια Πάσκοφ), κι έτσι σαλπάρει ξανά για την αγαπημένη Αλγερία.

Πλέον, η Ιζαμπέλ ασπάζεται το Ισλάμ, λαμβάνει το όνομα Μαχμούτ Εσαντί, και εντάσσεται στο Τάγμα των Καντρύα, που έχει ιπποτική δομή, γεγονός που την καθιστά καλόγρια και πολεμίστρια. Το όνειρό της, βέβαια, ήταν να γίνει μαραμπού.

Στην Αλγερία, η Ιζαμπέλ διαβάζει Λοτί, καπνίζει κιφ, και αγοράζει ένα άλογο. Η ιππασία στη Σαχάρα τη σαγηνεύει. Καίτοι δεν έχει κλείσει ακόμη τα τριάντα, σκέφτεται τον θάνατό της.

Στην Αλγερία, η Ιζαμπέλ διαβάζει Λοτί, καπνίζει κιφ, και αγοράζει ένα άλογο. Η ιππασία στη Σαχάρα τη σαγηνεύει. Καίτοι δεν έχει κλείσει ακόμη τα τριάντα, σκέφτεται τον θάνατό της, και σχεδιάζει να ταφεί στο Ελ Ουέντ. Δεν θα τα καταφέρει.

Κάποτε δέχεται επίθεση από οπαδό άλλης ισλαμικής φατρίας, και αναγκάζεται να νοσηλευτεί στη Γαλλία, μόνο και μόνο για συνάψει πολιτικό γάμο με έναν περαστικό Γάλλο αξιωματικό, ώστε να πάρει γαλλική υπηκοότητα και να επιστρέψει στην Αλγερία.

Και η περιπλάνηση αρχίζει ξανά: Κωνσταντίνη, Νότια Οράνια, Σαχάρα. Όταν δεν ταξιδεύει, η Ιζαμπέλ γράφει ημερολόγιο, άρθρα και μυθιστορήματα, και κάνει απίθανα σχέδια, για το πλήρες ξάνοιγμα του εαυτού της στο χάος. Σε μιαν επιστολή της αναφέρει και το πιο περιπλανώμενο όνομα όλων των εποχών: Ζιλ Μπλας. Διαβάστε το.

Στην έρημο οι έρωτες της Ιζαμπέλ αγριεύουν: τυχοδιώκτες, νομάδες, στρατιώτες. Το βίτσιο της είναι η ταπείνωση. Επίσης, η αυτοκτονία. Στις οάσεις ρέει κυρίως αψέντι.

Το 1904, τον Οκτώβριο, η Ιζαμπέλ ανεβάζει πυρετό από ελονοσία. Μόλις βγαίνει από το νοσοκομείο, μια νεροποντή πλημμυρίζει την πόλη και απειλεί να καταστρέψει τα πάντα. Ο άντρας της προσπαθεί να την απομακρύνει απ’ το ετοιμόρροπο σπίτι τους, αλλά εκείνη τον διώχνει. Το επόμενο πλάνο δεν ξέρω αν μπορούμε να τη φανταστούμε.

Κάποτε δέχεται επίθεση από οπαδό άλλης ισλαμικής φατρίας, και αναγκάζεται να νοσηλευτεί στη Γαλλία.

Θα ήθελα, όμως, να προσπαθήσουμε: η Ιζαμπέλ Έμπερχαρντ πάει στο μπαλκόνι, κοιτάζει ουρανό, στέκει κατάμονη ενάντια στην καταιγίδα. Ίσως άνοιξε και τα χέρια της. Για κάποιο λόγο, είμαι βέβαιος ότι το στήθος της ήταν γυμνό.

Ήταν η πρώτη από τόσα χαμένα παιδιά, που πέθαναν σε ηλικία 27 ετών. Σύντομα θα τη μιμούνταν ο ποιητής Γκέοργκ Τρακλ.

Το πτώμα της θα βρεθεί στα συντρίμμια ύστερα από δυο μέρες. Ήταν η πρώτη από τόσα χαμένα παιδιά, που πέθαναν σε ηλικία 27 ετών. Σύντομα θα τη μιμούνταν ο ποιητής Γκέοργκ Τρακλ. Τους άλλους τους ξέρουμε: Back to Black.

Καίτοι η Ιζαμπέλ φορούσε πάντοτε σκούφια, εγώ τη σκέφτομαι τώρα με κόκκινα μαλλιά, και με τα δικά της, ακόλουθα λόγια: «Το πιο παράξενο και μελαγχολικό απ’ όλα τα κορίτσια της φυλής της». Και την αποχαιρετώ με αυτό το επίγραμμα, ένα ποίημα που έγραψε ο Ρενέ-Λουί Ντογιόν για τη μνήμη της. Της ανάβω, δηλαδή, το καντήλι.

Ευλογημένο το όνομα του Θεού! / Από δω πέρασε η ΜΑΧΜΟΥΤ ΕΣΑΝΤΙ / που ονομαζόταν στην Ευρώπη / ΙΖΑΜΠΕΛ ΝΙΚΟΛΑΓΕΒΝΑ ΕΜΠΕΡΧΑΡΝΤ. / Αγάπησε τον φτωχό. Υπέφερε μένοντας πιστή / στη μεγαλοφυΐα της περιπλανώμενης και / της ποιήτριας που υπήρξε. // Πόθησε αδιάκοπα Αυτόν που ακολουθεί πάντα / την ανθρώπινη αναζήτηση καθώς η Ημισέληνος ακολουθεί / τον προσκυνητή από λόφο σε λόφο, / ως τις εσχατιές του βλέμματος, / πέρα από τον ορίζοντα, το φως και την αλήθεια! / Και Αυτός έκαμψε σαν άνθος τούτη τη γυναίκα / και την καθαγίασε μέσ’ από τον πόνο και την τέχνη της. / Ευλογημένο το όνομά του!

 

Διαβάστε ακόμα: Ο καλός στρατιώτης Αισχύλος.

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top