«Γύρω στις 7, βρισκόμενοι κι εμείς στην πήχτρα από κόσμο Πατησίων, καταλήξαμε με τα πολλά σπρωξίματα έξω από την ιστορική κεντρική πύλη, την οποία τσάκισε το τανκ μία ώρα πριν τα μεσάνυχτα εκείνο το ίδιο βράδυ» θυμάται ο Τάσος Καρατάσος. (Φωτογραφία από τον χρήστη του Flickr Joanna)

Αγαπητοί φίλοι και friends,

Το Πολυτεχνείο δεν ήταν ένα παραμυθάκι, όπως θα ήθελαν να θεωρείται από ορισμένους που καταθέτουν σε κάθε επέτειο ένα στεφάνι για να μην απέχουν από το δημοφιλές πανηγυράκι, όπως αυτό έχει καταντήσει.

Εκείνη η Παρασκευή (16/11/73) ήταν η αφορμή να πέσουν οι επίορκοι αξιωματικοί (και ειδικά πρώτος ο συνταγματάρχης Παπαδόπουλος). Ο θάνατος πολλών αθώων (που περνούσαν έξω από το Ε.Μ.Π.) και πυροβολήθηκαν από ακροβολιστές του Ιωαννίδη, συνετέλεσε συγκινησιακώς ως ένας καταλύτης, εξού και η ετήσια κατάθεση στεφάνων στα αγάλματα της εισόδου, που αποτελεί ένα κυρίαρχο στοιχείο του show της επετείου.

Την χαριστική βολή βέβαια στο καθεστώς της επταετίας την έδωσε ο ίδιος ανεγκέφαλος βλαξ Δημήτριος Ιωαννίδης με το πραξικόπημα που προκάλεσε στην Κύπρο και την τραγωδία από την εισβολή του Αττίλα που έγινε λίγους μήνες μετά, με την συμβολή ή μη των Συμμάχων μας που άλλη μια φορά εκμεταλλεύτηκαν (ενεργώς ή κάνοντας την πάπια ) το «διαίρει και βασίλευε» που έχουμε με την άλλη (στο ΝΑΤΟ) σύμμαχό μας την Τουρκία!

«Είχαμε και οι δύο την ανωμαλία (παρ’ ότι παιδιά «δεξιών» οικογενειών) να έχουμε κατ’ αρχήν απέχθεια σε κάθε στρατιωτική διδακτορία».

Από όσους βρίσκονταν μέσα στο κτίριο του Πολυτεχνείου ευτυχώς κανείς δε σκοτώθηκε, ενώ ορισμένοι, που συμμετείχαν ως «ηρωικοί» σόσιαλ-αριστεροί (όλων των αποχρώσεων), βολεύτηκαν μετέπειτα με την αλλαγή που έφερε ο Ανδρέας Παπανδρέου αναλαμβάνοντας οφίτσια ως υπουργοί, βουλευτές, ευρωβουλευτές, δήμαρχοι, και άλλα αξιώματα.

Βέβαια, υπήρξαν μέσα στο Πολυτεχνείο και κάποιοι ηρωικοί ανένταχτοι στα γνωστά κόμματα νέοι που εξέφρασαν ενεργώς το ρομαντισμό τους ως ένα επαναστατικό κίνημα έναντι μιας αναμφισβήτητης (τότε) στρατιωτικής δικτατορίας.

Προτείνω λοιπόν σήμερα (μέσω της συγκεκριμένης προσωπικής μαρτυρίας μου) να τιμήσουμε (ενθυμούμενοι αθορύβως) τους φονευθέντες (περίπου 40) στους γύρω δρόμους, το απόγευμα εκείνης της Παρασκευής της 16ης Νοεμβρίου 1973.
Γνωστά έγιναν και παραμένουν τα ονόματά τους και ας τους έθαψαν (και τους έκλαψαν τότε κρυφά από φόβο) οι δικοί τους δίχως να έχουν ζητήσει ή αποκομίσει τίποτα πέρα από το βαρύ πένθος τους.

«Στην οδό Μπουμπουλίνας πλέον αντιληφθήκαμε ξαφνιασμένοι έναν μεταλλικό θόρυβο να διαπερνά τ’ αυτιά μας κι έτσι φύγαμε έντρομοι, αφού πρώτα είδαμε την απαγορευτική πινακίδα που έστεκε πάνω από τα κεφάλια μας να κουνιέται και συγκεκριμένα την τρύπα από τη σφαίρα που την είχε μόλις διαπεράσει». (Φωτογραφία από τον χρήστη του Flickr Joanna)

Δύο φορές πέρασα κι εγώ εκείνη την Παρασκευή από το Πολυτεχνείο (απ’ όπου είχα την τύχη να αποφοιτήσω τα χρόνια εκείνα που σεβόμασταν τους καθηγητές μας και τα πτυχία μας συνέβαλαν πολύ στη σταδιοδρομία μας).

Την πρώτη φορά κατά τις 7 το απόγευμα με τον Τέλλο Παπαγιαννόπουλο, από τους λίγους φίλους μου με τον οποίο μοιράστηκα τη μόνη, στιγμιαία αντιστασιακή δράση μας που ήταν το ΟΧΙ που ψηφίσαμε στα δημοψηφίσματα του Παπαδόπουλου.

Είχαμε και οι δύο την ανωμαλία (παρ’ ότι παιδιά «δεξιών» οικογενειών) να έχουμε κατ’ αρχήν απέχθεια σε κάθε στρατιωτική διδακτορία, αν και εγώ (λόγω των ευθυνών μου σε μεγάλη βιομηχανία) έτρεχα συχνά (κατά την επταετία) στα Υπουργεία Οικονομικών, Βιομηχανίας και Εμπορίου. Είχα έτσι την ευκαιρία να γνωρίσω από κοντά κάποιους από τους επαρμένους και ανίκανους υπουργούς (όπως ήταν οι περισσότεροι) και γι’ αυτό με ευκολία τους έπειθα περί του πρακτέου σχετικώς με τις επιχειρησιακές επιδιώξεις μας.

Γύρω στις 7 λοιπόν, βρισκόμενοι κι εμείς στην πήχτρα από κόσμο Πατησίων, καταλήξαμε με τα πολλά σπρωξίματα έξω από την ιστορική κεντρική πύλη, την οποία τσάκισε το τανκ μία ώρα πριν τα μεσάνυχτα εκείνο το ίδιο βράδυ. Έτσι νιώσαμε οι δύο φίλοι ότι κάναμε κι εμείς κάτι για να πέσει η Χούντα!

«Ξαφνικά, η απεγνωσμένη φωνή του σταθμού ΕΔΩ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ εσιώπησε και αυτή θα πρέπει να ήταν η στιγμή της εισβολής. Τα πόδια μου πάγωσαν».

Κάποια στιγμή, ένας ψηλός λεβέντης με γένια (σαν τον Τσε) έσκυψε και μου ψιθύρισε στο αυτί τη λέξη «μαγαζιά» κι εγώ χάρηκα διότι φαντάστηκα ότι με θεώρησε δικό τους και πως αυτό επρόκειτο για κάποιο σύνθημα. Ύστερα από λίγο, γύρισε πάλι και μου είπε την ίδια λέξη και μόλις τον ρώτησα «αν θα μπουκάρουμε μέσα» (!), μεγάλη ήταν η απογοήτευσή μου όταν μου ξεκαθάρισε γελώντας «ρε, συ, τα μαγαζιά σου είναι ανοιχτά!».

Κάναμε μετά με τον Τέλλο μια βόλτα πίσω από το Πολυτεχνείο κι εκεί ήταν που αρχίσαμε να ακούμε πολλούς πυροβολισμούς. Στην οδό Μπουμπουλίνας πλέον αντιληφθήκαμε ξαφνιασμένοι έναν μεταλλικό θόρυβο να διαπερνά τ’ αυτιά μας κι έτσι φύγαμε έντρομοι, αφού πρώτα είδαμε την απαγορευτική πινακίδα που έστεκε πάνω από τα κεφάλια μας να κουνιέται και συγκεκριμένα την τρύπα από τη σφαίρα που την είχε μόλις διαπεράσει! Κακήν κακώς και μέσα από την επικίνδυνη αυτή αναμπουμπούλα πήγαμε και βρήκαμε τις γυναίκες μας που μας περίμεναν ανήσυχες σε μια ταβέρνα.

Κατά τις 10 την νύχτα πια, στο σπίτι μας στο Λυκαβηττό, άκουγα στο ραδιόφωνο εκείνες τις χαρακτηριστικές φωνές που καλούσαν τον Λαό να κατέβει στους δρόμους και ότι «κόσμος πολύς τρέχει στο Πολυτεχνείο διότι απόψε πέφτει η Χούντα!». Παρ’ όλες τις προσπάθειες της τόσο υπομονετικής και ανθεκτικής γυναίκας μου, της Έφης, να με συγκρατήσει, έτρεξα και μπήκα στο αυτοκίνητό μου και μέσω της οδού Σόλωνος κατευθύνθηκα προς το Πολυτεχνείο.

«Σας καλώ να περάσουμε σιωπηλά τη σημερινή Παρασκευή και επ’ ευκαιρία αυτό το Σαββατοκύριακο να ξανασκεφτείτε το “ΛΑΟΣ ΔΙΧΑΣΜΕΝΟΣ… ΠΑΝΤΑ ΗΤΤΗΜΕΝΟΣ”». (Φωτογραφία από τον χρήστη του Flickr Dimitris Kamaras)

Ψυχή ζώσα δε συνάντησα ακόμη και όταν έστριψα δεξιά στο ύψος της πλατείας Κάνιγγος. Εκεί σταμάτησα και άνοιξα το σταθμό της ΥΕΝΕΔ, στον οποίο άκουσα ότι είχε απαγορευτεί η κυκλοφορία.Πλησιάζοντας την οδό Στουρνάρη, είδα στο βάθος πολλούς αστυνομικούς με πιστόλια στα χέρια.

Ξαφνικά, η απεγνωσμένη φωνή του σταθμού «ΕΔΩ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ» εσιώπησε και αυτή θα πρέπει να ήταν η στιγμή της εισβολής. Τα πόδια μου πάγωσαν και έσκυψα δίπλα, στη θέση του συνοδηγού, μόλις είδα από τον καθρέφτη να τρέχουν προς το Πολυτεχνείο και το μέρος μου 4-5 αστυνομικοί. Δε με είδαν και το τι μεσολάβησε δεν το διηγήθηκα παρά μόνο στην Έφη φτάνοντας τρεμάμενος στο σπίτι μας περί ώραν 0:30, του Σαββάτου 17 Νοεμβρίου 1973.

Ήταν κάπως ηρωικό, αλλά όταν υπάρχουν αδικοχαμένοι νεκροί (όπως θα μπορούσε να είχε συμβεί και στο φίλο μου τον Τέλλο και μένα) δε διηγείσαι τίποτε για να μη φανείς ολίγον γελοίος.

Με αυτήν την προσωπική μαρτυρία μου, σας καλώ να περάσουμε σιωπηλά τη σημερινή Παρασκευή και επ’ ευκαιρία αυτό το Σαββατοκύριακο να ξανασκεφτείτε το «ΛΑΟΣ ΔΙΧΑΣΜΕΝΟΣ… ΠΑΝΤΑ ΗΤΤΗΜΕΝΟΣ» και ότι οι ξένοι (Αμερικάνοι, Άγγλοι, Ρώσοι, Γερμανοί και άλλοι) μόνο καταλυτικώς εκμεταλλεύτηκαν και εκμεταλλεύονται ακόμη τον Εθνικό Διχασμό μας πουλώντας μας (μαζί με άλλα) θαυμασμό για το Λαό μας!

 

Διαβάστε ακόμα: Πώς να μιλήσει κάποιος σήμερα σ’ έναν νέο για την εξέγερση του Πολυτεχνείου;

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top