«Έχω γυμνάσει τον εγκέφαλό μου ώστε να είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει τις κακοτοπιές και προπάντων ότι δεν θα αφήσει τις κακοτοπιές να μας βρουν». (Credits: theworldoffroad.com).

Όταν δεν είμαι καλά το καταλαβαίνω πολύ νωρίς το πρωί: ξυπνάω μέσα στη νύκτα με σκοτεινές σκέψεις να κατακλύζουν το μυαλό μου, διαφορετικές μάλιστα σε κάθε περίοδο. Τις περισσότερες νύχτες δεν καταφέρνω να ξανακοιμηθώ. Τις τελευταίες εβδομάδες, για παράδειγμα, ξυπνάω με τη σκέψη ότι δεν θα πάρω ποτέ σύνταξη και ότι θα είμαι ένας ταλαίπωρος γέρος που θα ζει σε βάρος των φίλων του. Άλλα βράδια ξυπνάω με την πεποίθηση ότι πέρασε η μπογιά μου και δεν θα έχω ποτέ μία σωστή δουλειά, ένα σπίτι για την οικογένειά μου και ηρεμία στο κεφάλι μου. Και άλλα πολλά: όπως ότι είμαι μία μετριότητα σε όλα. Ότι δεν αξίζω σαν συντάκτης, σαν φωτογράφος, σαμ επαγγελματίας τέλος πάντων. Ένας τύπος που έχει πάντα έτοιμη απάντηση για τα προβλήματα των άλλων αλλά δεν μπορεί να λύσει τα δικά του. Και ότι σύντομα θα γεράσω…

Καθώς είμαι στα 52, όλα αυτά μπορείς να τα δεις ως σημάδια κρίσης μέσης ηλικίας. Είναι να απορείς που ένας τύπος που έχει κάνει ήδη μια φορά το γύρο του κόσμου και ετοιμάζεται να κάνει και δεύτερο διακατέχεται από τόσο μικροαστικές σκέψεις.

Για να μην σας κουράσω κι άλλο με τις Ερινύες που κλέβουν τον ύπνο μου, να επαναλάβω αυτό που έχουν αναλύσει πολύ καλύτερα από μένα φιλόσοφοι, ψυχαναλυτές και βιολόγοι εδώ και αιώνες: ότι ο φόβος είναι το πιο αρχέγονο συναίσθημα, άρα αυτό που ρυθμίζει τη ζωή μας. Πώς μπορεί όμως κάποιος να κατανικήσει το φόβο;

Φοβάμαι καθημερινά, όπως φοβάται ένας οδηγός της Formula 1 πριν την εκκίνηση ενός Grand Prix.

Από προσωπική εμπειρία και δεδομένου ότι στα μάτια των ανθρώπων γύρω μου δίνω την εντύπωση ότι δεν φοβάμαι τίποτα (πώς παίρνει το παιδί και τη γυναίκα του να γυρίσουν τον κόσμο;) να σας πω ότι φοβάμαι το ίδιο αν όχι περισσότερο από τον καθένα. Αυτό που μου έχει χαρίσει η ζωή – dna πείτε το, παιδική ηλικία, βιώματα ή εμπειρίες – δεν είναι η έλλειψη φόβου αλλά η διαχείρισή του. Για το καλό μου πάντα.

Φοβάμαι λοιπόν καθημερινά, όπως φοβάται ένας οδηγός της Formula 1 πριν την εκκίνηση ενός Grand Prix. Δεν εννοώ ότι ένας φοβάται μη χάσει τη ζωή του κάθε Κυριακή, τρέμει όμως στην ιδέα μην χάσει την εκκίνηση, μια θέση στην πρώτη στροφή, τον αγώνα ή το ίδιο το πρωτάθλημα. Και είναι αξεπέραστοι φόβοι όλοι αυτοί. Ένας εγκέφαλος επιπέδου Formula 1 – βάλτε εσείς όποιο άλλο άθλημα ή δραστηριότητα θέλετε – γυμνάζεται καθημερινά, όχι μόνο για να βελτιώσει την τεχνική του αλλά και για να διαχειριστεί το φόβο.

Σ’ αυτό μοιάζουμε με τον Hamilton και είναι το μόνο ίσως, μια και απέχουμε παρασάγγες σε ταχύτητα, τεχνική οδήγησης, φυσική κατάσταση, πλούτο, φήμη, στιλ και ποιότητα τατουάζ. Έχω κι εγώ καταφέρει δηλαδή να μετατρέψω τη ζωή μου σε ένα είδος Grand Prix – πολύ πιο ταπεινό βέβαια – και αισθάνομαι σαν να βρίσκομαι διαρκώς σε μια σχάρα εκκίνησης (ή επανεκκίνησης) περιμένοντας να σβήσουν τα κόκκινα φώτα. Και τότε δεν υπάρχει επιστροφή. Πρέπει να πατήσω τέρμα το γκάζι, να αφήσω το συμπλέκτη και να μπω στον αγώνα.

Το μόνο φάρμακο για να καταπολεμήσουμε τους φόβους μας, που οφείλονται στη στασιμότητα – άρα εν μέρει και στη βαρεμάρα – πιστεύω ότι είναι η δράση.

Αν έχεις ξεπεράσει έστω μία φορά τους φόβους σου ξέρεις ότι αυτοί δεν έρχονται ΟΤΑΝ συμβαίνει ή αφού έχει συμβεί κάτι (επικίνδυνο, απρόβλεπτο, τρομερό, πείτε το όπως θέλετε) αλλά ΠΡΙΝ γίνει. Δεν υπάρχει φόβος – το NO FEAR έχει σημασία δηλαδή – παρά μόνο φοβίες. Φοβόμαστε όσα περιμένουμε να μας συμβούν, πριν μας συμβούν και όχι όταν προκύπτουν. Σε έναν αγώνα Formula 1, το χτυποκάρδι του οδηγού διαρκεί όσο τα κόκκινα φώτα είναι αναμμένα. Με το που ξεκινήσει ο αγώνας, οι παλμοί πέφτουν. Και όταν η αδρεναλίνη εκκρίνεται, ο βαθμός συγκέντρωσης στο στόχο είναι τόσο μεγάλος που ο οργανισμός μπορεί να πέσει ακόμη και σε στάδιο νιρβάνας. Φρενήρους νιρβάνας. Το έχω βιώσει σε αγώνες με μοτοσυκλέτα και αυτοκίνητο και γνωρίζω από πρώτο χέρι.

«Έχω καταφέρει να μετατρέψω τη ζωή μου σε ένα είδος Grand Prix – πολύ πιο ταπεινό βέβαια – και αισθάνομαι σαν να βρίσκομαι διαρκώς σε μια σχάρα εκκίνησης». (Credits: theworldoffroad.com).

Ξαναδιάβασε λίγο την προηγούμενη παράγραφο και θυμήσου ποιες ήταν οι περιπτώσεις που φοβήθηκες πολύ. Στα έντεκα χρόνια μου βίωσα το σεισμό της Θεσσαλονίκης. Κατατρόμαξα με το που ξεκίνησε – ήμουν παιδί ακόμη – και ένιωσα ότι η ζωή θα σταματούσε εκεί, όσο τα 7 Ρίχτερ μας πηγαινόφερναν πέρα δώθε στο ρετιρέ αγκαλιά με τον πατέρα μου. Όμως όταν ολοκληρώθηκε ο σεισμός ένιωθα μια γαλήνη μέσα μου και το πρώτο που σκέφτηκα ήταν: πάμε με το ασανσέρ κάτω ή από τις σκάλες;

Θυμάμαι την πρώτη φορά που δοκίμασα ελεύθερη πτώση. Αν φοβόμουν, λέτε; Σαν κότα που κάνει βόλτα έξω από το κοτέτσι και πέφτει πάνω σε αγέλη με κεραμιδόγατους. Και τι έκανα; Μέτρησα 3, 2, 1 και πήδηξα όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Το ένστικτό δεν ήθελε φυσικά να κάνω ένα τέτοιο «αυτοκτονικό» βήμα, όμως το έκανα για να γλυτώσω από το βάσανο. Υπήρχε όμως μία διαφορά: ήξερα, ή τουλάχιστον πίστευα, ότι το άλμα ήταν 100% ασφαλής διαδικασία. Όταν έφυγα από το αεροπλάνο, wow, πόση ευτυχία, τι ξαλάφρωμα ήταν αυτό; Όλα έμοιαζαν τόσο ξεκάθαρα γύρω μου κι ας έπεφτα στη γη με 200 χλμ./ώρα!

Αντίστοιχα φοβόμουν την πρώτη φορά που ήταν να πιάσω 300 με μοτοσικλέτα. Μαύρες σκέψεις με πλημμύριζαν την προηγούμενη νύχτα: ότι θα πέσω ή θα πεταχτεί ένα αδέσποτο και θα σκοτωθώ, ότι θα σκάσει το λάστιχο… Ε και; Όταν οδήγησα, δεν ξεπέρασα τα 300 δια της βίας. Επιτάχυνα, αισθάνθηκα καλά, είχα ορατότητα, δεν είχε κίνηση, ανέβασα ταχύτητα χωρίς άγχος και να που είδα στο κοντέρ 330. Κι εκείνη ακριβώς τη στιγμή δεν υπήρχε φόβος μέσα μου αλλά γαλήνη. Διαύγεια. Απόλυτος έλεγχος. Ευτυχία! Αν ήμουν φοβισμένος δεν θα πήγαινα εκείνη τη στιγμή με 300, θα άφηνα απλά το γκάζι, χώρια που είχα τη μανέτα των φρένων στα δάκτυλά μου. Η διαδικασία δεν ήταν σα να με μετέφερε με το ζόρι κάποιος άλλος σε ένα σκοτεινό τούνελ όπως φανταζόμουν την προηγούμενη νύχτα.

Για να μην σας κουράζω, το μόνο φάρμακο για να καταπολεμήσουμε τους φόβους μας, που οφείλονται στη στασιμότητα – άρα εν μέρει και στη βαρεμάρα – πιστεύω ότι είναι η δράση. Λέτε να μην φοβόμουν όταν άφησα τη δουλειά μου στην Ιταλία, το σπίτι μας, το σχολείο της μικρής για να μπούμε σε ένα αυτοκινούμενο και να ταξιδεύουμε στον κόσμο; Χωρίς σταθερό εισόδημα, μία βάση βρε αδερφέ και με το παιδί να βγαίνει εκτός συστήματος του σχολείου; Δύο χρόνια πεταγόμουν από το κρεβάτι με όλα αυτά και αυτό επειδή πιστεύω η θαλπωρή του σπιτιού, η ρουτίνα, η κανονικότητα και η βαρεμάρα είχε διαβρώσει τον εγκέφαλό μου. Γι’ αυτό και αποφάσισα έγκαιρα να πείσω την οικογένειά μου και να φύγουμε: ώστε να πάψω να ζω με τους φόβους μου και τα επόμενα χρόνια!

Είναι τυχερός όποιος έχει βρει το νόημα στη ζωή του, για το οποίο αξίζει μέχρι και να πεθάνει.

Λέτε τώρα που είμαστε ακόμη στην Ελλάδα  να μην φοβάμαι που θα διασχίσουμε την κεντρική Ασία από χώρες που δεν έχουμε επισκεφτεί; Φοβάμαι κάποιες στιγμές μην μας την πέσουν τίποτε Ταλιμπάν στο Τατζικιστάν κι αυτό επειδή διάβασα ότι σκότωσαν κάτι ξένους ποδηλάτες εκεί πριν από καιρό. Φοβάμαι μήπως δεν μας αφήσουν να μπούμε στην Κίνα. Φοβάμαι μην ξεμείνουμε από λεφτά, μην εμπλακούμε σε ατύχημα (όπως την προηγούμενη φορά στην Αμερική), μη χτυπήσουμε κάποιον πεζό και χάσει τη ζωή του εξαιτίας μας. μην πάθει κάτι κάποιος δικός μας πίσω όσο λείπουμε, μην πάθει κάτι ένας από τους τρεις μας, μην πάθω κάτι εγώ τέλος πάντων και αφήσω σε καμιά ερημιά μόνες τις γυναίκες της ζωής μου.

Και γιατί λέτε φοβάμαι όλα αυτά τα πράγματα; Επειδή δεν είμαι ακόμη εκεί. Είμαι εδώ και δεν ελέγχω την κατάσταση. Όταν βρεθώ εκεί λοιπόν, γνωρίζω πλέον από την όλη εμπειρία μου, ότι θα αντιμετωπίσω ό,τι κι αν συμβεί. Ότι θα είμαι ήδη συγκεντρωμένος στο στόχο. Και ότι δεν θα προκαλέσω το όποιο κακό. Έχω γυμνάσει τον εγκέφαλό μου ώστε να είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει τις κακοτοπιές και προπάντων ότι δεν θα αφήσει τις κακοτοπιές να μας βρουν.

«Και καλά», θα πει ο δικηγόρος του διαβόλου στην παρέα: «γιατί να θέσεις σε όλους αυτούς τους κινδύνους τον εαυτό σου και την οικογένειά σου»; Γιατί ένας Hamilton, να ρωτήσω με τη σειρά μου, μπαίνει κάθε σαββατοκύριακο σε μια πίστα και τα δίνει όλα για να κατεβάσει το χρόνο του για μερικά χιλιοστά του δευτερολέπτου; Είκοσι σαββατοκύριακα το χρόνο επί δέκα και βάλε χρόνια; Γιατί διακινδυνεύει να τραυματιστεί σοβαρά ή να χάσει ακόμη και τη ζωή του, γνωρίζοντας ότι αυτό θα προκαλέσει βαθιά θλίψη στους δικούς του και στους εκατομμύρια ανθρώπους που τον λατρεύουν;

Η απάντηση είναι απλή: επειδή αυτό δίνει νόημα στη ζωή του. Και είναι τυχερός όποιος έχει βρει αυτό το νόημα για το οποίο αξίζει μέχρι και να πεθάνει. Κι αυτό – το νόημα της ζωής δηλαδή και το αν αξίζει να πεθαίνουμε γι’ αυτό – είναι μια ωραία συζήτηση που σύντομα μπορούμε να κάνουμε εδώ στο Andro.

 

ΙΝFO: Μπορείτε να παρακολουθείτε τις περιπέτειες του Άκη Τεμπερίδη και της οικογένειάς του στο www.theworldoffroad.com ή κάνοντας follow στο @theworldoffroad σε Instagram/Facebook.

 

Διαβάστε ακόμα, Άκης Τεμπερίδης: «Αφού έκανα τον γύρο του κόσμου, έπαθα κατάθλιψη. Τώρα φεύγω ξανά, κι όπου με βγάλει…».

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top