Στην Κύπρο, κατά το έτος 1937, ο αστυνόμος Μ. Καρεκλάς περιόδευσε στα χωριά της Επαρχίας Πάφου και συνέλεξε πολύτιμες πληροφορίες, κυρίως από αυτόπτες μάρτυρες, για τη δράση των ληστοσυμμοριών στα βουνά της περιοχής τον προηγούμενο αιώνα.
Ασφαλώς, ο Καρεκλάς δεν επέλεξε τυχαία την Πάφο, καθότι, και όπως γράφει ο ερευνητής Παναγιώτης Παπαδημήτρης, «στη δεκαετία του 1890, η ονομασία “Παφίτης” ήταν συνώνυμη με τον εγκληματία». Εντελώς ξαφνικά αισθάνομαι την ανάγκη να επισημάνω (ή να ομολογήσω) ότι κι εγώ στην Πάφο γεννήθηκα, στο χωριό Χλώρακα, παρά θιν’ αλός. Να πάτε να δείτε.
Το έγκλημα όντως ήκμαζε στην Πάφο του 19ου αιώνα, διότι, τω καιρώ εκείνω (φοβάμαι και μέχρι πρόσφατα), η επαρχία ήταν αποκομμένη από την υπόλοιπη Κύπρο, ελλείψει οδικού δικτύου, γεγονός που την καθιστούσε δυσπρόσιτη για την αστυνομία.
Για τον ίδιο λόγο, η Πάφος είχε προκριθεί από τους Βρετανούς ως τόπος εξορίας, με αποτέλεσμα να εισάγει κάθε λογής μπουμπούκια, λες και δεν έφταναν τα δικά της, τα ενδημικά, για παράδειγμα η φοβερή συμμορία του Χασάν Πολύ και των αδελφών του.
Αυτοί, μιας και αναφέρθηκαν, ήταν σαν τους Ντάλτον, γι’ αυτό έγιναν και ταινία με τίτλο Τα Χασαμπουλιά (εναλλακτικά: Οι εκδικητές της Κύπρου), μια υπερπαραγωγή με άφθονες σκηνές σεξ, γνωστή και ως «η ταινία που άφησε εποχή» – είναι στο youtube.
Πίσω στον Καρεκλά, οι πληροφορίες που συγκέντρωνε δεν είχαν μόνον ιστορικό ενδιαφέρον, καθότι, την εποχή της περιοδείας του (το 1937), εξακολουθούσαν να δρουν συμμορίες στα βουνά της Πάφου, με διασημότερη εκείνη του Τζεμάλ Μεχμέτ Μίτα, την ιστορία του οποίου θα διηγηθώ μιαν άλλη φορά. Γενικώς, οι ιστορίες είναι αμέτρητες, όπως μαρτυρεί η έκθεση του αστυνόμου, η οποία, καίτοι κακογραμμένη, συνιστά μια θαυμάσια νουάρ ανθολογία, που έχω αναλάβει να την αναπτύξω, για να τιμήσω την καταγωγή μου, σε διάφορα λαϊκά μυθιστορήματα με κακόφημους τίτλους, π.χ. Σαμψών – να πάτε να τα αγοράσετε.
Η πιο ενδιαφέρουσα επισήμανση του Καρεκλά είναι ζωολογική, στο σημείο που τονίζει, όχι μόνο την πλήρη απουσία προβάτων από την Πάφο, αλλά και την άγνοια των βοσκών για την ύπαρξή τους – οι άνθρωποι δεν είχαν δει ποτέ πρόβατα. Με άλλα λόγια, από την Πάφο εξέλιπε ο Αμνός, γεγονός που θα συνδέεται με τη μαστίγωση του αποστόλου Παύλου στον τόπο μου, και κυρίως με τη φράση: «Πας ανήρ Πάφιος ουκ έστιν αγαθός, κι αν εστί αγαθός, ουκ έστιν Πάφιος».
Στην Πάφο, λοιπόν, έβοσκαν αγελάδες, και κυρίως ερίφια, γίδες, κατσίκια, που το κεφάλι τους ανήκει στα προσφιλή εμβλήματα του σατανισμού: Welcome to Hell. Εκεί έδρασε ο ωραιότερος άρχοντας του σκότους, ένας dark knight, ο Γεώργιος Γιαλλούρης, ο οποίος γεννήθηκε στο χωριό Λετύμπου ή στο χωριό Τσάδα, εκδοχή που προτιμώ, διότι στην Τσάδα γεννήθηκε, το έτος 1938, κι ένα παιδί που το είπαν Ευαγόρα Παλληκαρίδη, που έγραψε ένα ποίημα με ανηφοριές, μονοπάτια, σκαλιά: μια κλίμακα.
Προς το παρόν, το έτος 1892, ο Γιαλλούρης είναι γύρω στα 28, και είναι, διαβάζω εδώ, αρκετά αδύνατος, αλλά «διακρίνεται επί απιστεύτω τόλμη, χειρίζεται το όπλον όσον ολίγιστοι των εν τη νήσω και τρέχει ως δορκάς».
Τις δεξιότητες αυτές εικάζω ότι ο Γιαλλούρης τις απέκτησε στην Ελλάδα, στον στρατό της οποίας είχε υπηρετήσει για λίγο, προτού λιποτακτήσει κι επιστρέψει στα βουνά της Πάφου, συγκροτώντας τη λεγόμενη «Συμμορία των Επτά». Οι άλλοι έξι δεν ξέρω ποιοι ήταν, αλλά αρχηγός, λήσταρχος δηλαδή, ήταν ο Γιαλλούρης – ο υπέροχος.
Η εικόνα του, με μαύρη βράκα και σκούφο, σε ραχούλες και διάσελα, και άλλα τέτοια ηθογραφικά, τον φέρνει εγγύτερα από κάθε άλλον Κύπριο στους διάσημους εξ Ελλάδος συναδέλφους του, για τους οποίους ειπώθηκε η φράση «ωραίοι των ορέων». Το ίδιο οφείλουμε να πούμε για τον Γιαλλούρη, που ήταν ομορφόπαιδο, ή ζεν πρεμιέ, «με οφθαλμούς ζωηρούς και εκτάκτως γαλανούς και με μύστακα εστριμμένον προς τα άνω εις τρόπον ώστε να σχηματίζη καθαράν περισπωμένην».
Η τελευταία ψηφίδα στο πορτρέτο του ανθρώπου αυτού είναι γλωσσολογικής ή, ορθότερα, υφολογικής τάξεως, η άψογη αθηναϊκή προφορά του, κι εγώ αναρωτιέμαι τι άλλο πρέπει να κάνω για να πάτε ν’ αγοράσετε τα βιβλία μου. Να τα γράψω στ’ αγγλικά;
Ο Γιαλλούρης, πάντως, διέπραξε τρεις τουλάχιστον φόνους, ανάμεσά τους κι ενός Τούρκου αστυνομικού. Κι όταν τον στρίμωξαν, κατέφυγε στην Κάλυμνο και στην Πάτμο, προτού συλληφθεί στη Ρόδο, που η προφορά της μοιάζει με της Κύπρου πολύ.
Κατά την επιστροφή στο νησί, οι Κύπριοι συγκεντρώθηκαν στην προκυμαία και επευφημούσαν τον κλέφτη, που τους χαιρετούσε χαμογελώντας πικρά. Η σύλληψή του, όμως, παραβίαζε ορισμένες τουρκικές συμβάσεις, καθότι η Κύπρος δεν είχε γίνει ακόμη αποικία, όχι επίσημα – μέχρι το 1925, οι Βρετανοί την υπενοικίαζαν από του Τούρκους.
Έτσι, οι Άγγλοι κουβάλησαν τον ληστή μέχρι τον Λίβανο, τον άφησαν ελεύθερο για ένα δευτερόλεπτο και τον συνέλαβαν πάλι, ώστε να τηρηθεί το πρωτόκολλο. Η δίκη έγινε στην Πάφο, και ο Γιώργος καταδικάστηκε σε θάνατο. Και είπε – σε κυπριακά ελληνικά με αθηναϊκή προφορά: «Το δικαστήριο ας κάμει ό,τι θέλει. Ό,τι κάμει μαζί μου ο κ. Πόβιλ, ας κάμη και ο Θεός μαζί του». Έτσι πάει.
Στις 9 Νοεμβρίου 1894 ο ωραίος Γιώργος Αντωνίου Γιαλλούρης «μετά θάρρους και ευψυχίας ανήλθε τας βαθμίδας του απαισίου ικριώματος», που ο λαϊκός ποιητής, ο ποιητάρης Κυριάκος Παπαδόπουλος, με τους στίχους που αφιέρωσε στον ληστή, το λέει, το ικρίωμα, «μαύρη κρεμάλα», που «δεν τρώγεται» με τίποτα.
Γι’ αυτό ήρθαν κάτι άλλοι ωραίοι, οι κάλλει ωραίοι παρά πάντας βροτούς, ύστερα από μισόν αιώνα, κι ανέβηκαν ανηφοριές, μονοπάτια, σκαλιά, και τη μαύρη κρεμάλα την έκαναν κλίμακα θείας ανόδου, που τη γράφω και στ’ αγγλικά, μήπως συνεννοηθούμε μια ώρα αρχύτερα: Stairway to Heaven.
Διαβάστε ακόμα: Τζερόνιμο. Ο άνθρωπος που ήθελε να ζήσει καλά.