Τόση κουβέντα για ένα μικρό μπουκαλάκι (Φωτογραφία: Menelaos Myrillas / SOOC).

    Σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση της Pulse της 7ης Ιουλίου, το 14% του πληθυσμού τάσσεται κατά του εμβολιασμού. Από αυτούς, το 40% δήλωσε πως δεν θα εμβολιαστεί ποτέ. Σ’ όλη τη Δύση συμβαίνει λίγο-πολύ το ίδιο. Η άρνηση ή ο δισταγμός οφείλεται σε πολλούς παράγοντες: την ηλικία, το φύλο, τις πολιτικές πεποιθήσεις (ασχέτως κομματικής τοποθέτησης και κοινωνικοοικονομικής τάξης). Οι νέοι αισθάνονται λιγότερο ευάλωτοι, οι γυναίκες φοβούνται τα ανεπιθύμητα συμπτώματα. Όσοι τείνουν ευήκοα ώτα σε λαϊκίστικες φωνές θεωρούν πως έτσι απορρίπτουν τις διεφθαρμένες ελίτ και στέκονται απέναντι στο σύστημα (κοινωνικών δικτύων βοηθούντων). Μαζί, φυσικά, και οι κάθε λογής συνωμοσιολόγοι.

    Κάθε απόφαση έχει να κάνει μ’ ένα σύνολο ψυχολογικών διεργασιών. Βασίζεται σε μια εκτίμηση κόστους/οφέλους, μια εκτίμηση των κινδύνων και των ευεργετημάτων για μας τους ίδιους.

    Τα βασικά επιχειρήματα των αντιεμβολιαστών

    Συνοπτικά, τα βασικά επιχειρήματα των αντιεμβολιαστών είναι πως με το εμβόλιο δεν πρόκειται να υποχωρήσει η πανδημία, πως δεν είναι αποτελεσματικό, πως έχει παρενέργειες (π.χ. το αμελητέο ποσοστό θρομβώσεων). Κάποιοι πάλι κρίνουν πως είναι αχρείαστο από τη στιγμή που παίρνεις τα μέτρα σου ή δεν ανήκεις σε ευπαθή ομάδα. Άλλοι πάλι θεωρούν πως η πιθανότητα να κολλήσεις είναι τόσο μικρή που δεν αξίζει τη βελόνα. Τέλος, υπάρχουν και κείνοι που είναι οπαδοί της ήπιας ιατρικής ή των εναλλακτικών πρακτικών.

    Πέραν αυτών, μπορεί οι εμβολιασμοί να σχετίζονται με την πολιτική σε θέματα δημόσιας υγείας, όμως η ατομική απόφαση έχει να κάνει μ’ ένα σύνολο ψυχολογικών διεργασιών. Βασίζεται σε μια εκτίμηση κόστους/οφέλους, μια εκτίμηση των κινδύνων για μας τους ίδιους αλλά και για τους ανθρώπους που δεν μπορούν να προσφύγουν σ’ αυτούς (τα παιδιά ενδεχομένως ή τους ανοσοκατεσταλμένους), όπως και για το βαθμό εμπιστοσύνης στο σύστημα υγείας και τις φαρμακευτικές εταιρείες.

    Ενστικτωδώς θεωρούμε ότι η πρόκληση βλάβης στο διπλανό μας ή στον εαυτό μας είναι περισσότερο απαράδεκτη ηθικά όταν έχουμε κάνει κάτι, παρά όταν δεν έχουμε κάνει τίποτα.

    Το γνωστό blame game

    Όπως κάθε απόφαση, το να εμβολιαστείς ή όχι δεν είναι αποτέλεσμα μιας καθαρά λογικής επεξεργασίας, μέσω ανάλυσης και αξιολόγησης. Ο δισταγμός φαίνεται, για παράδειγμα, να εξαρτάται από την ευαισθησία μας διά της παράλειψης. Δηλαδή την παρορμητική τάση μας να θεωρούμε ότι η πρόκληση βλάβης στο διπλανό μας ή στον εαυτό μας είναι περισσότερο απαράδεκτη ηθικά όταν έχουμε κάνει κάτι παρά όταν δεν έχουμε κάνει τίποτα. Λόγου χάρη, νιώθω παραπάνω ένοχος αν έχω χύσει νερό στο πάτωμα και κάποιος πέσει και χτυπήσει παρά αν έχω δει νερό στο πάτωμα κι ο άλλος πέσει και φάει τα μούτρα επειδή δεν τον έχω προειδοποιήσει.

    Εξαιτίας του μηχανισμού αυτού, οδηγούμαστε σε μια υπερεκτίμηση των κινδύνων για παρενέργειες λόγω του εμβολιασμού σε σχέση με τον κίνδυνο να μολυνθείς από τον ιό. Το ίδιο συμβαίνει όταν παίρνουμε μια απόφαση σχετική με τον εμβολιασμό κάποιου τρίτου: οι γονείς υπερεκτιμούν τη σοβαρότητα των ενδεχόμενων παρενεργειών στα παιδιά τους, κλείνοντας τα μάτια στις συνέπειες της προσβολής από την αρρώστια. Κι αυτό γιατί θα ένιωθαν πιο υπεύθυνοι αν πάθαινε κακό το παιδί τους επειδή αποφάσισαν να το εμβολιάσουν.

    Επιπλέον, ξέρουμε ότι τα άτομα εκείνα που τείνουν να εστιάζουν στις άμεσες ανταμοιβές αμελώντας το πολύ μεγαλύτερο μακροπρόθεσμο όφελος (π.χ. εκείνοι που δεν μπορούν να αντισταθούν σε παρορμητικά ψώνια την ώρα που εξοικονομούν χρήματα για να αποκτήσουν αυτοκίνητο ή τρώνε παγωτά ενώ θέλουν να χάσουν βάρος) είναι επίσης εκείνα που διστάζουν περισσότερο να εμβολιαστούν. Τους ενδιαφέρει περισσότερο ότι θα αποφύγουν τις (σπανιότατες) παρενέργειες, όπως μια αλλεργική αντίδραση ή μια πρόσκαιρη ταχυκαρδία, παρά να προστατευθούν από τον COVID-19.

    Ο κόσμος καλουπώνει τις δοξασίες και τις συμπεριφορές του σύμφωνα με την κοινωνική ομάδα στην οποία ανήκει. Οι λεγόμενοι  κομφορμιστές είναι υπερ του εμβολιασμού και γι αυτό οι τάξεις τους θα πυκνώνουν.

    Oταν η πληροφορία πέφτει σε τοίχο προκαταλήψεων

    Η απόφαση εξαρτάται επίσης από τον τρόπο με τον οποίο επεξεργαζόμαστε τις πληροφορίες που αφορούν στα οφέλη που έχουμε χάρη στον εμβολιασμό. Εκείνοι, για παράδειγμα, που δηλώνουν ότι δεν τους νοιάζει να ενημερωθούν καλύτερα για το εμβόλιο αν οι πληροφορίες αυτές έρχονται σε σύγκρουση με τα πιστεύω τους («προκατάληψη της επιβεβαίωσης») είναι και οι περισσότερο διστακτικοί να εμβολιαστούν ή να εμβολιάσουν τα παιδιά τους.

    Ωστόσο, αν ορισμένοι ψυχολογικοί μηχανισμοί συγκροτούν προκαταλήψεις σε κάποια περιβάλλοντα, σε άλλες καταστάσεις μπορούν να αποδειχτούν μοχλοί ενίσχυσης επιλογών κοινωνικής προσαρμογής. Ο κομφορμισμός αποτελεί εμβληματικό παράδειγμα. Μέσω αυτού, ο κόσμος καλουπώνει τις δοξασίες και τις συμπεριφορές του σύμφωνα μ’ αυτές της κοινωνικής ομάδας στην οποία ανήκει. Ο μηχανισμός αυτός εξασφαλίζει την κοινωνική συνοχή και τη μετάδοση της κοινωνικής νόρμας. Με τη σημερινή υγειονομική κρίση, όσο ο εμβολιασμός προχωράει και τα μέτρα αυξάνονται, ο αριθμός των «διστακτικών» όλο και θα περιορίζεται.

    Από πού πάνε για το εμβόλιο; (Φωτογραφία: Menelaos Myrillas / SOOC).

    Η άγνοια θολώνει τα νερά

    Από την άλλη, παρότι η άγνοια των επιστημονικών δεδομένων θεωρείται ως μία από τις αιτίες δισταγμού ή άρνησης ενός μέρους του πληθυσμού, η καλύτερη ενημέρωση δεν φαίνεται να του αλλάζει γνώμη. Όσο και να εξηγείς με στοιχεία ότι πρόκειται για fake-news (για το εμβόλιο κατά της ερυθράς έλεγαν ότι προκαλεί αυτισμό και για κείνο κατά της ηπατίτιδας Β σκλήρυνση κατά πλάκας) δεν φαίνεται να λειτουργεί. Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις, ενισχύει τις εσφαλμένες πεποιθήσεις.

    Το ενδεχόμενο να μολύνεις τους άλλους επειδή αρνείσαι να εμβολιαστείς δεν ενδιαφέρει. Αυτό που νοιάζει τους πολλούς είναι να προστατέψουν τον εαυτό τους.

    Κάποιες έρευνες έδωσαν αποτελέσματα σοκαριστικά. Το ενδεχόμενο να μολύνεις τους άλλους επειδή αρνείσαι να εμβολιαστείς δεν ενδιαφέρει. Αυτό που σε νοιάζει είναι να προστατέψεις τον εαυτό σου, όχι τον διπλανό. Αν αυτό ισχύει, τίθεται σοβαρά υπό αμφισβήτηση η επικοινωνιακή στρατηγική των Αρχών, οι οποίες επιμένουν στην αναγκαιότητα του εμβολιασμού ώστε να προστατευτούν οι πιο ευπαθείς ομάδες.

    Ένα μήνυμα του στυλ «Η Μαρία αρρώστησε. Είναι στην απομόνωση και δεν μπορεί πλέον να πάει τα παιδιά της στο σχολείο. Τώρα, ο βήχας της έχει επιδεινωθεί. Ελπίζει πως όλα θα πάνε καλά. Πριν από δυο βδομάδες, της είχαν προτείνει να εμβολιαστεί…» θα ήταν ίσως πιο αποτελεσματικό.

    Μια ακόμα παράμετρος που πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν είναι πως η διαβεβαίωση περί της αποτελεσματικότητας των εμβολίων δεν αρκεί. Ο κόσμος πιστεύει ότι η προστασία από τον ιό δεν σημαίνει και πολλά αν δεν συνοδεύεται από άμεσες αλλαγές στην καθημερινή του εμπειρία, δηλαδή επιστροφή στην κανονικότητα και αίσθημα ασφάλειας στις συναναστροφές.

     

    Διαβάστε ακόμα: Ως εδώ και μη παρέκει με τους «αντί» και το «μπόλι» τους

     

     

     

    x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

    Button to top