Ο Γρηγόρης Μηλιαρέσης σε επίδειξη κλασικών πολεμικών τεχνών στον ναό Μέιτζι Τζίνγκου στο Τόκιο (Φωτογραφία: Richard Stonell).

Ο Γρηγόρης Μηλιαρέσης δεν είναι ένας πολίτης του κόσμου, κι ας έχει εγκαταλείψει εδώ και χρόνια τα στενά όρια της Ελλάδας. Δεν είναι ένας ταξιδευτής που βρίσκεται μονίμως με μια βαλίτσα στο χέρι. Εδώ και χρόνια έχει μια σταθερή βάση που είναι η μακρινή Ιαπωνία.

Δημοσιογράφος, συγγραφέας και μεταφραστής, ο ίδιος, αποφάσισε πριν από μια δεκαετία να αφήσει πίσω τα πάτρια εδάφη και να αναζητήσει την άλλη πατρίδα, αυτή της επιλογής του, στην Ιαπωνία. Πήγε για λίγο και τελικά συνεχίζει να ζει ακόμη εκεί. Το 2020 εξέδωσε το βιβλίο «Γράμματα από έναν Αιωρούμενο Κόσμο» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις 24γράμματα.

Eίναι ένα βιβλίο «γέφυρα» όπου ένας Έλληνας μεταφέρει στη γλώσσα του εντυπώσεις από την καθημερινότητα της Ιαπωνίας, την ιδιαιτερότητά της και μάλιστα δίχως καμία φολκλόρ διάθεση. Μιλώντας στο Andro εξηγεί τους λόγους που τον ώθησαν να κάνει αυτό το μεγάλο ταξίδι που δεν είναι μόνο χιλιομετρικό, αλλά και μια ριζική μετάβαση από έναν πολιτισμό σε έναν άλλο.

«Η αλήθεια είναι ότι και πριν τα δέκα χρόνια στην Ιαπωνία δεν αισθανόμουν ιδιαίτερα Έλληνας: μεγάλωσα σε μια οικογένεια κάπως ασυνήθιστη, με πολλές αμερικανικές επιρροές».

– Επειτα από δέκα χρόνια στην Ιαπωνία πόσο Έλληνας αισθάνεσθε και πόσο Ιάπωνας;

Η αλήθεια είναι ότι και πριν τα δέκα χρόνια στην Ιαπωνία δεν αισθανόμουν ιδιαίτερα Έλληνας: μεγάλωσα σε μια οικογένεια κάπως ασυνήθιστη, με πολλές αμερικανικές επιρροές και πρώτο-ταξίδεψα στο εξωτερικό στα 13 οπότε άρχισα από νωρίς να αμφιβάλω για την ελληνική πραγματικότητα. Και το ροκ εν ρολ, το ενδιαφέρον για την Ιαπωνία, ο βουδισμός και το Ίντερνετ με το οποίο ασχολήθηκα επαγγελματικά από το 1995, δε βελτίωσαν την κατάσταση.

– Τι σας οδήγησε να κάνετε μια τόσο μεγάλη αλλαγή στη ζωή σας;

Η περιέργειά για την Ιαπωνία από πολύ μικρή ηλικία, για λόγους που ποτέ δεν αποκρυπτογράφησα επαρκώς. Και η έλλειψη ιδιαίτερου δεσμού με την Ελλάδα εκτός της οικογένειας και των φίλων.

Οι πάντα εργατικοί Ιάπωνες ξέρουν να ξεκλέβουν λίγο ελεύθερο χρόνο (Φωτογραφία: Γρηγόρης Μηλιαρέσης).

– Εχουμε την αίσθηση πως με τους Ιάπωνες μας χωρίζει μια ολόκληρη κουλτούρα και στάση ζωής. Ισχύει αυτό;

Σε μεγάλο βαθμό. Ο τόπος τους είναι πολύ δύσκολος, με τα τρία τέταρτα να καλύπτονται από βουνά, με σεισμούς, τυφώνες, τσουνάμι, δεκάδες ενεργά ηφαίστεια και στα ανατολικά με μια θάλασσα αδιαπέραστη ως την έλευση της ατμοπλοΐας, οπότε αν δεν μάθαιναν να ζουν συνεργατικά, οι Ιάπωνες θα είχαν εκλείψει προ αιώνων. Και ακόμα και σήμερα, αυτό είναι το βασικό τους χαρακτηριστικό: η συνοχή, ο συμπαγής κοινωνικός ιστός.

– Υπάρχει κάποιο κοινό χαρακτηριστικό ανάμεσα στους δύο λαούς;

Η αμετροέπεια. Και ναι, οι Ιάπωνες μοιάζουν να έχουν ισχυρότατη αίσθηση του μέτρου και ναι, έχουν. Όμως ταυτόχρονα είναι ιδιαίτερα αμετροεπείς –και αυτή είναι μια μόνο από τις μεγάλες αντιφάσεις που γεφυρώνουν στην καθημερινότητά τους.

«Οταν πρωτοήρθα στην Ιαπωνία δεν μου έκανε εντύπωση τίποτα. Όλα ήταν απολύτως φυσικά, απολύτως λειτουργικά, απολύτως στη θέση τους».

– Τα πρώτα πράγματα που μας έρχονται στο μυαλό για την Ιαπωνία είναι η τεχνολογία της, η κουζίνα της και οι πολεμικές τέχνες. Είναι αυτά ή υπάρχουν κι άλλες κρυφές χάρες;

Φυσικά υπάρχουν –και δεν είναι καν τόσο κρυφές. Υπάρχει τέχνη σε κάθε είδους μορφή, παλιά και καινούρια, με την έννοια τόσο του “αρτ” όσο και του “κραφτ” (και μεταξύ των οποίων, παρεμπιπτόντως οι Ιάπωνες δεν κάνουν διαχωρισμό), υπάρχουν λαϊκά έθιμα και παραδόσεις που παραμένουν ενεργά ακόμα και στις μεγαλουπόλεις, υπάρχουν χωριά και πόλεις και γειτονιές γεμάτα χρώμα, ζωή και ιστορία, υπάρχει φανερή και κρυμμένη φύση που μπορεί να σε αφήσει άφωνο αλλά ίσως το γοητευτικότερο είναι πως τα πάντα συναρμόζουν με τα πάντα ως λειτουργικά κομμάτια ενός  πολυσύνθετου σύγχρονου πολιτισμού που απηχεί τους προγόνους του και ενίοτε συγκινεί μέχρι δακρύων.

Το 2020, ο Γρηγόρης Μηλιαρέσης μετέφερε τις εντυπώσεις του από την Ιαπωνία στο βιβλίο «Γράμματα από έναν αιωρούμενο κόσμο».

– Είναι τόσο προγραμματισμένοι όσο δείχνουν; Ασκούνται στην λεπτομέρεια και την ακρίβεια;

Το “δείχνουν” είναι λίγο απατηλό γιατί αυτό που φαίνεται είναι αποσπασματικό και συχνά μέσα από το φίλτρο του Ιαπωνισμού που παραμένει, παραδόξως, εξίσου ισχυρό στο YouTube όσο ήταν και στις εφημερίδες που διάβαζε ο Βαν Γκόγκ στα τέλη του 19ου αιώνα όταν η Δύση ανακάλυψε την Ιαπωνία. Πιστεύω ότι αν κανείς δεν τους ζήσει για καιρό, και δη όχι σαν επισκέπτης αλλά σαν μόνιμος κάτοικος, θα χάσει πολλά, τόσο επειδή θα περάσουν λαθραία κάτω από τα πιο εξόφθαλμα, όσο και επειδή στην Ιαπωνία το “ούτσι” (内/μέσα/”εμείς”) και το “σότο” (外/έξω/”άλλοι”) είναι κεφαλαιώδης διαχωρισμός –το ίδιο και το “ομοτέ” (表/εμπρός/φανερό) και το “ούρα” (裏/πίσω/κρυφό). Πάντως πράγματι ασκούνται και στη λεπτομέρεια και στην ακρίβεια· θα έλεγα ότι είναι η επιτομή του “αν είναι να κάνεις κάτι, καν’ το καλά”.

«Αυτό που νοσταλγώ από την Ελλάδα είναι η γραβιέρα».

– Ποιο ήταν το πρώτο πράγμα που σας έκανε εντύπωση μόλις πατήσατε το πόδι σας στην Ιαπωνία;

Πόσο δεν μου έκανε εντύπωση τίποτα. Όλα ήταν απολύτως φυσικά, απολύτως λειτουργικά, απολύτως στη θέση τους. Επειδή, βεβαίως, ήταν.

«Είχα περιέργειά για την Ιαπωνία από πολύ μικρή ηλικία, για λόγους που ποτέ δεν αποκρυπτογράφησα επαρκώς». Αριστερά: ο Γρηγόρης Μηλιαρέσης με τη σύζυγό του, Άτσουκο Τογιάμα. Δεξιά: ο Γρηγόρης Μηλιαρέσης στη γέφυρα Νιχονμπάσι στο Τόκιο που είναι το σημείο μηδέν της Ιαπωνίας. Από εκεί μετριούνται όλες οι χιλιομετρικές αποστάσεις της χώρας και ήταν η είσοδος και κέντρο του παλιού Έντο (και νυν Τόκιο).

– Τι νοσταλγείτε από την Ελλάδα;

Τη γραβιέρα. Σοβαρολογώ.

– Αν κάποιος θέλει να εξετάσει την περίπτωση της Ιαπωνίας για μετανάστευση θα πρέπει προηγουμένως να μελετήσει και να αποδεχθεί την κουλτούρα της;

Δεν νομίζω ότι η Ιαπωνία αξίζει να εξεταστεί για μετανάστευση: αν και απουσιάζει ο εξωστρεφής, συχνά βίαιος ρατσισμός της Δύσης, είναι μια από τις πιο εχθρικές προς τους μετανάστες χώρες επειδή, κυρίως για γεωγραφικούς και ιστορικούς λόγους, οι Ιάπωνες άργησαν πολύ να επικοινωνήσουν ευρέως με τον υπόλοιπο κόσμο και ακόμα αισθάνονται αμήχανα απέναντί του. Είναι μια χώρα φτιαγμένη από και για τους ίδιους και παρότι αυτό ισχύει παντού, εκεί ισχύει σε υπερθετικό βαθμό, απόδειξη ότι σήμερα, στο ζενίθ της διεθνοποίησής της, έχει περίπου δύο εκατομμύρια μετανάστες στα 126 του πληθυσμού της. Συχνά λέω σχετικά ότι χωρίς τουλάχιστον έναν πολύ ισχυρό δεσμό με την Ιαπωνία που θα τον κρατήσει όρθιο απέναντι στις πολλές, πολλές δυσκολίες και ιδιομορφίες της, καλύτερα κανείς να προσανατολιστεί αλλού.

«Η Ιαπωνία δεν είναι “ταγμένη” σε καμία θρησκεία: είναι η μόνη χώρα που έχει δύο θρησκείες, τον ιθαγενή σιντοϊσμό και τον εισαγόμενο βουδισμό» (Αριστερή φωτογραφία: Γρηγόρης Μηλιαρέσης).

«Οι Ιάπωνες δεν είναι “ζεν”, όπως το αντιλαμβάνεται ο δυτικός κόσμος αν και ο βουδισμός Ζεν έχει μπολιάσει διάφορες διαστάσεις του πολιτισμού τους».

– Ήσασταν ζεν πριν πάτε στην Ιαπωνία ή γίνατε εν καιρώ;

Μελετάω τον βουδισμό Ζεν από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 και κάνω την άσκηση “διαλογισμού” ζαζέν, από το 2003. Αυτό που συχνά λέγεται στη Δύση “ζεν”, δεν είναι ακριβώς αυτό που εννοεί η συγκεκριμένη σέχτα βουδισμού –το ζητούμενο στον βουδισμό Ζεν, στο μέτρο που υπάρχει ζητούμενο, είναι η δυνατότητα να βιώνει κανείς την πραγματικότητα απερίσπαστος από φοβίες, ανασφάλειες, επιθυμίες κ.λπ. και αυτό καλλιεργείται με το ζαζέν. Για την ιστορία πάντως, οι Ιάπωνες δεν είναι “ζεν”, όπως το αντιλαμβάνεται ο δυτικός κόσμος αν και ο βουδισμός Ζεν έχει μπολιάσει διάφορες διαστάσεις του πολιτισμού τους με τρόπους συχνά δυσδιάκριτους.

«Ο τόπος τους είναι πολύ δύσκολος, με τα τρία τέταρτα να καλύπτονται από βουνά, με σεισμούς, τυφώνες, τσουνάμι, δεκάδες ενεργά ηφαίστεια» (Φωτογραφία: Γρηγόρης Μηλιαρέσης).

– Το βιβλίο σας Γράμματα από έναν Αιωρούμενο Κόσμο περιλαμβάνει 100 γράμματα εντυπώσεις που λαμβάνετε από την καθημερινότητα στην Ιαπωνία. Σε ποιους απευθύνονται;

Σε όποιον ενδιαφέρεται για την Ιαπωνία όπως πραγματικά είναι σήμερα, του εαυτού μου συμπεριλαμβανομένου. Τα “Γράμματα” είναι ένα σημειωματάριο που όπως είναι χρήσιμο σ’ εμένα που ζω εκεί, θα είναι, ελπίζω, και σε όποιον άλλον θέλει να ταξιδέψει στην Ιαπωνία, με αεροπλάνο ή πολυθρόνα, και να την καταλάβει. Δεν είμαι τόσο αλαζόνας ώστε να πιστεύω ότι καλύπτω τα πάντα αλλά καλύπτω αρκετά ώστε το βιβλίο να λειτουργήσει σαν Βαβελόψαρο (ή έστω Στήλη της Ροζέττας) ειδικά για τους Έλληνες μια και είναι γραμμένο απευθείας στη γλώσσα τους.

«Το Τόκιο είναι με διαφορά η καθαρότερη μητρόπολη στον κόσμο, χωρίς κάδους απορριμάτων και χωρίς οδοκαθαριστές».

– Αυτό που παρατηρεί κανείς στα γράμματα είναι ότι δεν μένετε στο επιφανειακό φολκόρ αλλά εισχωρείτε στο βάθος των εντυπώσεων. Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;

Έγραψα το βιβλίο για δύο εγωιστικούς λόγους και έναν “αλτρουιστικό”: επειδή στη γενιά και την κουλτούρα μου τα βιβλία είναι σημαντικά, επειδή στα 53 βιβλία που κυκλοφορούν με το όνομά μου, κανένα δεν το έχει στο εξώφυλλο και επειδή θα ήθελα κάποιος που ενδιαφέρεται σήμερα για την Ιαπωνία να έχει αυτό που δεν είχα εγώ κάποτε: κάτι γραμμένο στη γλώσσα του που να φωτίζει εκ των έσω κάποιες, έστω, πλευρές της.

– Είναι επίσης φανερή η αγάπη που τρέφετε για την Ιαπωνία. Πώς ανατροφοδοτείται αυτή η αγάπη; Πώς μπορεί να την εισπράξει κανείς;

Δεν θα έλεγα ακριβώς ότι “αγαπάω” την Ιαπωνία. Η Ιαπωνία είναι μια δύσκολη χώρα την οποία συχνά αναρωτιέμαι αν αγαπούν ακόμα και οι ίδιοι οι Ιάπωνες. Είναι όμως εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και κάθε μέρα αισθάνομαι ότι βρίσκω και ένα καινούριο κομμάτι του παζλ της. Νομίζω δε ότι αυτό δεν ισχύει μόνο σ΄εμένα και στο ιδιαίτερο ενδιαφέρον μου: τα δύο τελευταία χρόνια πριν την πανδημία, έκανα επαγγελματικά ξεναγήσεις σε Έλληνες και έβλεπα ότι στην πλειονότητά τους, μετά τη δεύτερη-τρίτη μέρα, επίσης αισθάνονταν ότι η χώρα αυτή έχει βάθος και πλάτος και αξίζει να διερευνηθεί.

«Η Ιαπωνία είναι μια δύσκολη χώρα την οποία συχνά αναρωτιέμαι αν αγαπούν ακόμα και οι ίδιοι οι Ιάπωνες».

– Θα υπάρξει συνέχεια με ένα δεύτερο βιβλίο;

Έχω άλλα 120 “γράμματα” ήδη γραμμένα και θέματα για άλλα 50, συνεπώς μπορώ να φτιάξω σχετικά εύκολα μια τρίτομη ιαπωνική εγκυκλοπαίδεια· αναλόγως πόσο καλά θα πάει το βιβλίο, θα το σκεφτώ. Βεβαίως υπάρχουν  μερικές ιδέες ακόμα για διαφορετικά φορμά όμως όντας επαγγελματίας γραφιάς, πιστεύω ότι δε θα ξεφύγω ποτέ από το σπονδυλωτό γράψιμο και πραγματικά ζηλεύω όσους καταφέρνουν να χειριστούν μεγάλες δομές.

– Είναι κλειστοί άνθρωποι οι Ιάπωνες; Πώς μπορεί να ταιριάξει μαζί τους ένας Βαλκάνιος;

Αν και πρόκειται για γενίκευση αφού αναλόγως της πόλης ή ακόμα και της περιοχής στις μεγάλες πόλεις, η αναλογία εξωστρέφειας-εσωστρέφειας ποικίλλει, θα έλεγα ότι οι Ιάπωνες είναι κοινωνικά μάλλον ανοιχτοί –πόσο βαθιά ανοιχτοί είναι ένα ερώτημα, που θα μπορούσε όμως να τεθεί και για τους Έλληνες, πιστεύω. Για τους Βαλκάνιους γενικότερα, αποφεύγω να εκφέρω γνώμη γιατί όπως είπα και στην αρχή, δεν αισθάνθηκα ποτέ Βαλκάνιος και δεν είμαι σίγουρος τι σημαίνει ο προσδιορισμός αυτός.

«Οι Ιάπωνες αξιοποιούν ακόμα και τις υποδιαιρέσεις του χρόνου που είναι σκόρπιες μέσα στην ημέρα» (Φωτογραφία: Γρηγόρης Μηλιαρέσης).

– Η καθημερινότητα στην Ιαπωνία πώς είναι; Πώς διασκεδάζει κανείς; Πώς περνάει τις ελεύθερες ώρες του;

Οι Ιάπωνες δουλεύουν πολλές ώρες· επιπλέον η ζωή τους διέπεται από ένα πολύπλοκο  σύστημα κοινωνικών υποχρεώσεων (συνέπεια του πυκνού κοινωνικού ιστού που λέγαμε) οπότε η διασκέδαση και ο ελεύθερος χρόνος συνωστίζονται στα σαββατοκύριακα με εξόδους για φαγητό, ποτό, μουσική, θεάματα, πολιτισμικές εκδηλώσεις, αθλητικές δραστηριότητες κ.λπ. –μην ξεχνάμε ότι ειδικά το Τόκιο είναι μια μητρόπολη του κόσμου, όπως η Νέα Υόρκη, το Λονδίνο ή το Παρίσι. Αυτό ωστόσο, τους οδηγεί να αξιοποιούν ακόμα και τις υποδιαιρέσεις του χρόνου που είναι σκόρπιες μέσα στην ημέρα (όπως η ώρα του διαλείμματος για μεσημεριανό φαγητό) για να δουν, να κάνουν ή να δοκιμάσουν κάτι.

«Αν δεν κάνω λάθος στην Ιαπωνία ζουν λιγότεροι από 1000 Έλληνες».

– Υπάρχει κάποιο ή κάποια πρακτικά θέματα που θα άξιζε να υιοθετήσουμε από τους Ιάπωνες;

Δεν νομίζω ότι μπορεί κανείς, Έλληνας ή όχι, να υιοθετήσει κάτι από τους Ιάπωνες, όχι επειδή δεν έχουν καλά -το αντίθετο!- αλλά επειδή τα καλά τους είναι κομμάτι μιας σύνθετης πραγματικότητας που λειτουργεί εκεί επειδή είναι εκεί, εντός των ορίων της χώρας και της κουλτούρας της. Το Τόκιο είναι με διαφορά η καθαρότερη μητρόπολη στον κόσμο, χωρίς κάδους απορριμάτων και χωρίς οδοκαθαριστές όμως δεν αρκεί να πούμε “να υιοθετήσουμε την καθαριότητα του Τόκιο”. Όλοι ξέρουν ότι δεν πρέπει να πετάνε σκουπίδια στον δρόμο όμως κανείς δεν το κάνει με τη συνέπεια που το κάνουν οι Τοκιοΐτες, επειδή είναι Ιάπωνες.

«Οι Ιάπωνες είναι κοινωνικά μάλλον ανοιχτοί» (Φωτογραφία: Γρηγόρης Μηλιαρέσης).

– Ενας χριστιανός μπορεί να ζήσει σε μια χώρα που είναι ταγμένη σε άλλη θρησκεία;

Η Ιαπωνία δεν είναι “ταγμένη” σε καμία θρησκεία: είναι η μόνη χώρα που έχει δύο θρησκείες, τον ιθαγενή σιντοϊσμό και τον εισαγόμενο βουδισμό να συνυπάρχουν επί πάνω από 1500 χρόνια χωρίς συγκρούσεις και μάλιστα στους ίδιους ανθρώπους· οι ναοί των δύο θρησκειών είναι συχνά δίπλα-δίπλα και ο ίδιος άνθρωπος που προσεύχεται στον έναν, προσεύχεται μετά και στον άλλον. Έχοντας ζήσει 40 χρόνια ανάμεσα σε χριστιανούς, πιστεύω ότι αυτό δεν είναι εύκολα αποδεκτό σε όσους έχουν μεγαλώσει μέσα στις τρεις μονοθεϊστικές θρησκείες της Μέσης Ανατολής –πιο προσωπικά δεν μπορώ να μιλήσω γιατί δεν είμαι χριστιανός, είμαι βουδιστής.

– Υπάρχει διακριτό ελληνικό στοιχείο στην Ιαπωνία;

Καθόλου. Αν δεν κάνω λάθος στην Ιαπωνία ζουν λιγότεροι από 1000 Έλληνες.

«Μου αρέσουν πολύ τα μακαρόνια-σούπα ράμεν όμως η ιαπωνική κουζίνα είναι τόσο πολυδιάστατη και πολυσυλλεκτική που δε θα έλεγα ότι έχω ένα αγαπημένο φαγητό».

«Μου αρέσει η ιαπωνική κουζίνα στο σύνολό της γιατί είναι υγιεινή χωρίς εκπτώσεις στη γεύση και αξιοποιεί ιδανικά όλες τις διατροφικές ομάδες, συχνά ταυτόχρονα» (Φωτογραφία: Γρηγόρης Μηλιαρέσης).

– Ποιο είναι το αγαπημένο σας ιαπωνικό φαγητό; Θα το συγκρίνατε με το αντίστοιχο ελληνικό αγαπημένο σας;

Μου αρέσουν πολύ τα μακαρόνια-σούπα ράμεν όμως η ιαπωνική κουζίνα είναι τόσο πολυδιάστατη και πολυσυλλεκτική που δε θα έλεγα ότι έχω ένα αγαπημένο φαγητό. Μου αρέσει η ιαπωνική κουζίνα στο σύνολό της γιατί είναι υγιεινή χωρίς εκπτώσεις στη γεύση και αξιοποιεί ιδανικά όλες τις διατροφικές ομάδες, συχνά ταυτόχρονα. Δεν τη συγκρίνω με την ελληνική μια και η ελληνική κουζίνα που μου αρέσει, η αστική κουζίνα της δεκαετίας του 1960-1970, έχει εν πολλοίς ξεπεραστεί και στην Ελλάδα –τη δοκιμάζω πια μόνο όταν μαγειρεύω στο σπίτι.

 

Διαβάστε ακόμα, ΠΑΝΚ ZEN: 10+1 ανατεπτικά άρθρα του Γρηγόρη Μηλιαρέση στο Andro. 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top