Στη Λίβερπουλ του ξεχωριστού Γερμανού προπονητή Γιούργκεν Κλοπ, το work ethic έχει… ελληνικό ονοματεπώνυμο. Ονομάζεται Κώστας Τσιμίκας (Φωτογραφία: thisisanfield.com).

    Οι Άγγλοι -οι αγγλόφωνοι, για την ακρίβεια- έχουν μια ιδιαίτερη έκφραση για τους αθλητές που διακρίνονται για τη σκληρή, επίμονη δουλειά τους στον αγωνιστικό χώρο: work ethic. Ο ορισμός της έννοιας είναι ευρύς. Με απλά λόγια σημαίνει κάποιον που, όσο κι αν είναι το ταλέντο του, ποτέ δεν αρκείται σ’ αυτό, αλλά συνεχώς προσπαθεί να το βελτιώνει.

    Στο ποδόσφαιρο ένας τέτοιος παίκτης είναι κάποιος που βλέπεις στο γήπεδο ότι ποτέ δεν είναι αφηρημένος. Ποτέ δεν κάθεται να περιμένει τη μπάλα. Κυνηγά τις φάσεις. Τρέχει. Καλύπτει χώρους. Βοηθάει τους συμπαίκτες του, παίζει και για εκείνους. Παλεύει σκληρά για να κερδίσει μονομαχίες, δεν το βάζει κάτω ποτέ, δε θα τον δεις ποτέ με τα χέρια στη μέση να περπατάει, ποτέ δεν τα παρατάει, ποτέ δε χάνει το κουράγιο του. Θα πασχίζει όλη την ώρα. Θα μαρκάρει, θα πιέσει, θα πάρει πρωτοβουλίες, θα δώσει όλα όσα έχει κι ακόμη περισσότερα.

    Με όσα κάνει και δείχνει στους “Reds”, έχει μόνος του ανεβάσει την αξιοπιστία του ελληνικού ποδοσφαίρου σε επίπεδο που δεν είναι βέβαιο ότι μας αξίζει συνολικά.

    Επειδή ποτέ δε μπορείς να συμπεριφερθείς με τέτοιο τρόπο στο γήπεδο εάν, πρώτα, δεν είσαι εξίσου φιλότιμος και εργατικός στις προπονήσεις, τέτοιοι παίκτες κερδίζουν γρήγορα την αγάπη της κερκίδας, αλλά, φυσικά και την εκτίμηση του προπονητή τους.

    Όταν ο Τσιμίκας πήγε στο Άνφιλντ, με συμβόλαιο ως το 2025, ο ρόλος του ήξερε ότι θα είναι αυτός του αντικαταστάτη και όχι του βασικού (Φωτογραφία: Reuters).

    Όχι μόνο επειδή κάθε φορά προσφέρουν περισσότερα σε κάθε παιχνίδι, με τη βελτίωσή τους. Αλλά και επειδή αποτελούν, για κάθε κόουτς, τα περήφανα παραδείγματά τους στα αποδυτήρια. Είναι εκείνοι που ο προπονητής χρησιμοποιεί για να πει έμπρακτα και πειστικά σε όλους τους ποδοσφαιριστές του: “Η σκληρή δουλειά και αποδίδει και ανταμείβεται. Ακολουθήστε αυτό το παράδειγμα και θα βγούμε όλοι κερδισμένοι: εσείς, εγώ και πάνω απ’ όλα, η ομάδα”!

    Στη Λίβερπουλ του ξεχωριστού Γερμανού προπονητή Γιούργκεν Κλοπ, το work ethic έχει… ελληνικό ονοματεπώνυμο. Ονομάζεται Κώστας Τσιμίκας και, με όσα κάνει και δείχνει στους “Reds”, έχει μόνος του ανεβάσει την αξιοπιστία του ελληνικού ποδοσφαίρου σε επίπεδο που δεν είναι βέβαιο ότι μας αξίζει συνολικά. Στον ίδιο, όμως, αξίζει 100% να ακούει δημόσια κάθε τόσο τα επαινετικά σχόλια του Κλοπ, το θερμό χειροκρότημα των οπαδών, τις εξαιρετικές κριτικές από τον αγγλικό Τύπο.

    Οταν υπέγραψε στη Λίβερπουλ (Φωτογραφία: skysports.com).

    Ο Κώστας ήταν προσωπική επιλογή του Γερμανού, πίσω τον Αύγουστο του 2020. Με τη μεγάλη ομάδα του Ολυμπιακού, είχε συμπληρώσει τότε 86 ματς σε όλες τις διοργανώσεις και είχε 12 ασίστ -κυρίως από τις “φαρμακερές” σέντρες του από αριστερά. Σέντρες που έχουν κάνει και τώρα τους οπαδούς της Λίβερπουλ, στο Κοπ, να τον φωνάζουν… Cross-tas, αντί για Kostas -από το cross, σέντρα στα ποδοσφαιρικά αγγλικά…

    Οταν τον Αύγουστο του 2020 ο Κλοπ τον καλούσε στη Λίβερπουλ, για ποσό που άγγιξε τα 13.000.000 ευρώ, αρκετοί παραξενεύτηκαν.

    Τώρα, εδώ υπάρχει μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία. Οι περισσότεροι θυμόμαστε την ταινία Moneyball, με τον Μπραντ Πιτ στο ρόλο του γενικού διευθυντή της Όουκλαντ Αθλέτικς, Μπίλι Μπιν. Στην ταινία, που είναι βασισμένη σε 100% πραγματική ιστορία, ο Μπιν δεν έχει μπάτζετ για να πάρει πρωτοκλασάτα, διάσημα ονόματα στην ομάδα. Και γι’ αυτό προσλαμβάνει έναν οικονομολόγο του Γιέιλ, τον Πίτερ Μπραντ για βοηθό του.

    Ο Μπραντ έχει έναν τελείως διαφορετικό τρόπο από την παραδοσιακή στατιστική για να αποτιμά τους παίκτες. Με βάση έναν αλγόριθμο που εκπονεί  ο Μπραντ, ο Μπιν φέρνει στην ομάδα παίκτες που η αξία στην αγορά τους, ίσως είναι μικρή, αλλά τα αγωνιστικά χαρακτηριστικά τους είναι ακριβώς ό,τι χρειάζεται η δική του ομάδα για να πετύχει. Και το καταφέρνει, με ελάχιστο, αναλογικά κόστος.

    Spoiler alert: Το φιλμ τελειώνει με τον Μπιν να δέχεται εξαιρετικά ελκυστική πρόταση από τους Μπόστον Ρεντ Σοξ, να αναλάβει να στήσει τη δική τους ομάδα με βάση το σύστημά του. Δεν αποδέχεται την πρόταση. Αλλά, μετά από 86 χρόνια “ξηρασίας” οι Σοξ κερδίζουν τη μεθεπόμενη σεζόν τον τίτλο βασισμένοι ακριβώς σ’ αυτόν τον τρόπο που έχει υιοθετήσει ο Μπιν.

    Είναι ένα παιδί που χαρίζει στη Λίβερπουλ τον καλύτερο εαυτό του, παίρνει από εκείνην τα σημαντικότερα ποδοσφαιρικά μαθήματα και προσφέρει σε όλους τους Έλληνες παίκτες την ευκαιρία να ονειρεύονται. (Φωτογραφίες από το προφίλ του στο Instagram).

    Τώρα, είπαμε: η ιστορία είναι 100% αληθινή. Και η πρόταση στον Μπιν έχει πραγματικά γίνει από τον Τζον Χένρι, ιδιοκτήτη των Σοξ. Και… από το 2010 και της Λίβερπουλ!

    Σίγουρα κάνατε ήδη τη σύνδεση. Και ισχύει. Ο “Μπραντ” της Λίβερπουλ είναι εδώ και καιρό ο φυσικός δρ. Ίαν Γκράχαμ. Ο δικός του αλγόριθμος είναι αυτός που η ομάδα χρησιμοποιεί για να αξιοποιήσει το δίκτυο σκάουτερ της ομάδας, υπό τον Μάρτιν ‘Εντουαρντς, και ο οποίος καταλήγει, συχνά, σε μη προφανείς επιλογές. Που, όμως, στην πράξη, αποδεικνύονται εξαιρετικές.

    Ο Cross-tas, μετά από μια πρώτη σεζόν προσαρμογής και κάποιων τραυματισμών, έχει εφέτος ανταποκριθεί σ’ αυτό το ρόλο με άριστο τρόπο.

    Έτσι, όταν τον Αύγουστο του 2020, για να επιστρέψουμε στον… Cross-tas, ο Κλοπ τον καλούσε στη Λίβερπουλ, για ποσόν που άγγιξε τα 13.000.000 ευρώ, αρκετοί παραξενεύτηκαν. Στα 24 και κάτι του, τότε (είναι γεννημένος στις 12 Μαΐου του 1996), βεβαίως και είχε δείξει εξαιρετικά δείγματα γραφής. Αλλά στο ελληνικό και το ολλανδικό πρωτάθλημα, που απέχουν πολύ σε απαιτήσεις από την Πρέμιερ Λιγκ. Και, βεβαίως και ήταν ήδη διεθνής, από το 2018. Αλλά τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα, δυστυχώς, δεν αποτελεί και καμιά υπερδύναμη στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Κάποιοι, τότε, μίλησαν για ρίσκο της Λίβερπουλ. Αλλά ο Κλοπ ήξερε καλύτερα…

    Με τον Μο Σαλάχ στην προπόνηση (Φωτογραφία: talksport.com).

    Ο Γερμανός, που… και ο ίδιος επελέγη από τον Τζον Χένρι με βάση το “Moneyball” των Σοξ, βρίσκεται πια στην τεχνική ηγεσία της ομάδας από τον Οκτώβριο του 2015. Από το 2018 και μετά, πήρε μαζί της τα πάντα: Τσάμπιονς Λιγκ, πρωτάθλημα, Κύπελλο, Λιγκ Καπ (πριν από λίγες βδομάδες), Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ, Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Συλλόγων. Εφέτος η ομάδα είναι μέσα σε 3 ακόμη τίτλους Απρίλιο μήνα (Τσάμπιονς Λιγκ, Πρωτάθλημα, Κύπελλο). Ο Κλοπ είναι “βασιλιάς” στη Λίβερπουλ, ο κόσμος τον λατρεύει και οι παίκτες του ακόμη πιο πολύ. Έχει τον τρόπο του να τους στηρίζει και την υπομονή να επενδύσει επάνω τους για να τους βελτιώσει. Και το καταφέρνει με αξιοθαύμαστο τρόπο.

    Όταν ο Τσιμίκας πήγε στο Άνφιλντ, με συμβόλαιο ως το 2025, ο ρόλος του ήξερε ότι θα είναι αυτός του αντικαταστάτη και όχι του βασικού. Αλλά και ότι, ακόμη κι έτσι, θα έχει μεγάλα παπούτσια να γεμίσει. Ο Σκοτσέζος Άντριου Ρόμπερτσον που είναι ο βασικός αριστερός μπακ της Λίβερπουλ θεωρείται από τους κορυφαίους στον κόσμο. Αλλά κάθε χρόνο ξεπερνούσε τα 4.000 αγωνιστικά λεπτά με την ομάδα! Η ανάγκη να υπάρχει στη θέση του ένας αξιόπιστος ποδοσφαιριστής που να μπορεί να του δίνει ανάσες ή και να τον αντικαθιστά επάξια σε περίπτωση τραυματισμών, ήταν επιτακτική.

    Aγκαλιά με τον Κλοπ (Φωτογραφία: thisisanfield.com).

    Ο Κλοπ διάλεξε γι’ αυτό το ρόλο τον Τσιμίκα. Και ως τώρα, έχει δικαιωθεί 100%! Ο Cross-tas, μετά από μια πρώτη σεζόν προσαρμογής και κάποιων τραυματισμών, έχει εφέτος ανταποκριθεί σ’ αυτό το ρόλο με άριστο τρόπο. Συνολικά έχει μετρήσει μέχρι στιγμής 20 συμμετοχές και σχεδόν 1.400 αγωνιστικά λεπτά με την ομάδα σε 4 διοργανώσεις. Έχει 4 ασίστ και ένα… work ethic που έχει κάνει τους φίλους της ομάδας να τον αποκαλούν “greek scouser” -γνήσιο Έλληνα-Λιβερπουλιανό, δηλαδή, αφού η λέξη, που προέρχεται από το scouse, την παραδοσιακή για την πόλη κρεατόσουπα, σημαίνει αυτό ακριβώς. Ένα αυθεντικό παιδί του Λίβερπουλ.

    Ο Τσιμίκας έχει μπει ήδη στο στόχαστρο αρκετών μεγάλων ομάδων.

    Και, υπό μια έννοια… είναι! Ο μικρός γιος της οικογένειας Τσιμίκα μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη (και τα καλοκαίρια στη Σκιάθο, λόγω πατρικών επαγγελματικών υποχρεώσεων) με τον πατέρα του Γιώργο και τον αδελφό του Στέργιο να είναι… φανατικοί υποστηρικτές των Reds. Και, φυσικά, τον ίδιο δρόμο ακολούθησε κι ο ίδιος. Με τη μπάλα ασχολήθηκε από μικρός, στην Ακαδημία του Γιώργου Κούδα, όπου έπαιζε και ο αδελφός του. Το ταλέντο του τον έφερε στα 14 στην ομάδα της Νεάπολης, στη Θεσσαλονίκη και μετά στον Πανσερραϊκό, όπου έπαιξε βασικός στα 17 του.

    Στον Ολυμπιακό καθιερώθηκε τη σεζόν 2019-20, με την προηγούμενη σεζόν να είναι προσαρμογής στην ομάδα. Άλλη 1,5 σεζόν πέρασε ως δανεικός στη δανική Έσμπιεργκ (Γενάρης με Ιούλιο του 2017) και την ολλανδική Βίλεμ, τη σεζόν 2017-18. Οι εμφανίσεις του στην Ολλανδία ήταν εξαιρετικές -37 συνολικά για την ομάδα, με 6 γκολ και 4 ασίστ- και έφεραν και την κλήση του στην Εθνική την ίδια χρονιά. Πάντοτε ήταν εξαιρετικός ντριπλέρ, γρήγορος, με σπουδαία επιτάχυνση και πάσα ακριβείας.

    Σε άλλο επίπεδο πλέον, με τη δύναμη να έχει προστεθεί σ’ αυτά τα χαρακτηριστικά του μετά από σχεδόν 2 χρόνια προπόνησης -και αγώνων- με τη Λίβερπουλ, ο Τσιμίκας έχει μπει ήδη στο στόχαστρο αρκετών μεγάλων ομάδων. Αλλά ο ίδιος δηλώνει ότι δε σκέφτεται καν να φύγει από το -κυριολεκτικό και μεταφορικό- λιμάνι του.

    Λάτρης των σκυλιών και των τατουάζ. (Από τo προφίλ του στο Instagram).

    Λάτρης των σκυλιών (έχει δύο, που υπεραγαπά), με τατού στο σώμα του, μεταξύ άλλων τον Αριστοτέλη και τον Δία, ζει μια ωραία ζωή στην Αγγλία. Κάνει αυτό που αγαπά, αμείβεται εξαιρετικά (οι πληροφορίες μιλούν για περίπου 3.500.000 ευρώ το χρόνο) και, πάνω απ’ όλα, αισθάνεται σπίτι του.

    Και λόγω χαρακτήρα, αφού είναι πάντοτε χαμογελαστός, πρόσχαρος και… επαρκώς μεγάλο πειραχτήρι, ο Cross-tas έχει κερδίσει και τα αποδυτήρια της ομάδας. Σε μια Λίβερπουλ που ο Κλοπ έχει όντως κάνει ξανά “οικογένεια”, ο Τσιμίκας είναι ένα ξεχωριστό μέλος.

    Είναι μόλις ο δεύτερος Έλληνας παίκτης που αγωνίζεται με την ομάδα -ο πρώτος ήταν ο Σωτήρης Κυργιάκος, που επίσης άφησε το θετικό του στίγμα, τις σεζόν 2009-10 και 2010-11, με 49 συμμετοχές, 4 γκολ και 3 ασίστ. Αλλά μοιάζει ήδη σα να είναι παιδί των Ακαδημιών της.

    Τον συμπαθούν και τον εκτιμούν όλοι -και, φυσικά, αφού κι ο ίδιος είναι πειραχτήρι ολκής- τον… πειράζουν κιόλας. “Κολλητοί” του εκεί είναι ο Άντριαν, ο Τιάγκο Αλκαντάρα και ο Μοχάμεντ Σάλαχ. Ο Αιγύπτιος σούπερ σταρ της ομάδας, μάλιστα, έχει δηλώσει ανοιχτά τη συμπάθεια και την εκτίμησή του στον Τσιμίκα.
    Πρόσφατα, έγινε viral ένα βίντεο που δείχνει τον Ιμπραχίμα Κονατέ, να ραπάρει για να τον “σώσει” σ’ ένα παιχνίδι που έστησε το κανάλι της ομάδας. Ζήτησε από τρεις παίκτες να καταφέρουν μέσα σε 30 δευτερόλεπτα να πείσουν κάποιο συμπαίκτη τους να τραγουδήσει το τραγούδι “τους” -αυτό που η κερκίδα έχει βγάλει για εκείνους.

    Είναι ένα παιδί που χαρίζει στη Λίβερπουλ τον καλύτερο εαυτό του.

    Το “δεν έχω δικό μου τραγούδι, bro”, που είπε στη διάρκεια του διαγωνισμού, όμως, έριξε στο φιλότιμο τους fan του “Greek Scouser”. Πολύ λίγο μετά, απέκτησε και το δικό του! Είναι στο ρυθμό του gimme, gimme, gimme (A Man After Midnight), των ABBΑ και λέει:

    “Tsimi – Tsimi – Tsimi, our Kostas Tsimikas / His passport says he’s Greek – but we know that he’s Scouse”.
    Δηλαδή, “Τσίμι – Τσίμι – Τσίμι, ο δικός μας Κώστας Τσιμίκας / Το διαβατήριό του λέει ότι είναι  Έλληνας – αλλά εμείς ξέρουμε ότι είναι Λιβερπουλιανός”.

    Και, κάπως έτσι, ο πιτσιρικάς με την καταγωγή από το Λευκώνα Σερρών και την παιδική ηλικία που ήταν όλο μετακινήσεις, μπάλα (και ο αδελφός του ακολούθησε τον ίδιο δρόμο και παίζει ως μεσοεπιθετικός στον Απόλλωνα Πόντου) και άπλετη οικογενειακή αγάπη, εξακολουθεί και χαμογελά πλατιά ως μέλος μιας από τις σημαντικότερες ομάδες-οικογένειες της Ευρώπης.

    Εasy going τυπάκι (Φωτογραφία: Twitter).

    Στο πιο “ονειρικό” σενάριο -που είναι δύσκολο μεν, αλλά θεωρητικά εφικτό- ο Κώστας μπορεί ως το τέλος της σεζόν να έχει ήδη στο παλμαρέ του τον τίτλο του Λιγκ Καπ, αλλά κι αυτόν του πρωταθλητή και Κυπελλούχου Αγγλίας, ίσως κι αυτόν ακόμη του Τσάμπιονς Λιγκ. Αν το καταφέρει αυτό η Λίβερπουλ, θα πρόκειται για μοναδικό επίτευγμα για οποιονδήποτε σύλλογο του πλανήτη: το αυθεντικό “τετραπλό” -quadruple: τέσσερις μεγάλοι τίτλοι σε μια σεζόν (όχι ένα ημερολογιακό έτος).

    Ο ίδιος, πάντως, αξίζει να γευθεί μια τέτοια επιτυχία. Είναι ένα παιδί που χαρίζει στη Λίβερπουλ τον καλύτερο εαυτό του, παίρνει από εκείνην τα σημαντικότερα ποδοσφαιρικά μαθήματα και εμπειρίες της ζωής του και προσφέρει σε όλους τους Έλληνες παίκτες την ευκαιρία να ονειρεύονται, αλλά και τον τρόπο να κάνουν το όνειρό τους πραγματικότητα. Κι αυτός ο τρόπος δεν είναι άλλος από το κουράγιο, την πίστη στον εαυτό τους και, πάνω απ’ όλα, τη σκληρή δουλειά.

    Φίλοι, Scousers, με κάθε σεβασμό: ΟΚ. Είναι και Λιβερπουλιανός ο Κώστας πια -και καλά κάνει. Αλλά δεν είναι και μόνο το διαβατήριό του που υπογραμμίζει ότι είναι Έλληνας…

     

    Διαβάστε ακόμα: Μίνο Ραϊόλα. Ο μάνατζερ που μπορεί να πουλήσει πάγο ακόμη και σε πιγκουίνους.

     

     

     

    x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

    Button to top