Μοιάζει με καρτ-ποστάλ, αλλά είναι αληθινό.

H δεύτερη ζωή του Μάννα ξεκίνησε χάρη στην παιδική περιέργεια: Από παιδάκι δέκα χρονών ο σημερινός ιδιοκτήτης του πήγαινε κατασκήνωση στα Μαγούλιανα στην Αρκαδία. «Πριν το σούρουπο, τα βήματα μας οδηγούσαν στο εγκαταλειμμένο σανατόριο στο βουνό. Παρότι ήταν ερειπωμένο, ένιωθα ότι εκεί υπήρχε ενέργεια. Έτσι, από τότε μπήκε στο μυαλό μου η ιδέα ότι κάποια στιγμή αυτό το μέρος θα το αναβιώσω» λέει ο Στρατής Μπατάγιας, ο οποίος ανακοινώνει με χαρά την πρόσφατη «συγκομιδή» διακρίσεων για το Μάννα: Δεύτερο Καλύτερο Ξενοδοχείο στον Κόσμο στα Ahead Awards και Πρώτο Βραβείο στη διοργάνωση Grail Awards που εστιάζουν στην αρχιτεκτονική.

Το Μάννα συζητιέται, και δικαίως.

Το όνομα προέρχεται από την προσφώνηση των στρατιωτών προς την Άννα Μελά -και ουσιαστικά ήρθε ως έκλαμψη στον Στρατή Μπατάγια.

Όσο κι αν οι διακρίσεις δικαιώνουν το μάρκετινγκ, θα πρέπει κανείς να επισημάνει ότι στον ενάμιση σχεδόν χρόνο λειτουργίας του, το Μάννα έχει μπει στο prime time της δημοσιότητας. Όχι ως επικοινωνιακό κέλυφος αλλά ως πολυσύνθετη παρουσία στη γεγονοτολογία της φιλοξενίας. Με μικροϊστορίες που ξεπροβάλλουν ανάμεσα από τους τοίχους του: από τη μια είναι η Άννα Μελά, η αδερφή του Παύλου Μελά, η οποία νοηματοδότησε τη ζωή της με την ίδρυση ενός σανατορίου για τους στρατιώτες των Βαλκανικών Πολέμων και της Μικρασιατικής Εκστρατείας το 1929.

Έτσι ξεκίνησε η πρώτη του ζωή. Από την άλλη, ένας πλειστηριασμός εκ μέρους του ΤΑΙΠΕΔ το 2014, σε μια ζόρικη εποχή κρίσης. Mόνος πλειοδότης ήταν ο Στρατής Μπατάγιας, ο οποίος είδε τυχαία τη σχετική ανακοίνωση και σχολιάζει χαρακτηριστικά για τη “μοναχικότητα” αυτή: «Δεν ήταν και το Hilton, άλλωστε!» Έτσι αρχίζει η δεύτερη ζωή του Μάννα και μαζί ένας μαραθώνιος εγκρίσεων, μπλοκαρισμάτων και καθυστερήσεων με αποτέλεσμα οι εργασίες να ξεκινήσουν λίγο πριν από τον Covid και το ξενοδοχείο τελικά να ανοίξει τον Ιούλιο του 2023.

Βαθιά μέσα στην παρθένα φύση της Αρκαδίας.

Σχεδόν αμέσως έγινε είδηση. Η επικαιρότητα άλλωστε διψάει για ιστορίες επιτυχίας στη χρυσή εποχή του ελληνικού τουρισμού που διανύουμε μετά από την πανδημία. Ποιες όμως ήταν οι έγνοιες και οι προκλήσεις του Στρατή Μπατάγια πίσω από την επιβλητική κορμοστασιά του Μάννα; «Έδωσα αγώνα για να μην κοπούν δέντρα, έστω κι αν δυσκόλεψαν το έργο” απαντά και συνεχίζει: “Θέλησα το δάσος να “γλείφει” το κτήριο. Μια άλλη πρόκληση ήταν οι άνθρωποι που θα δούλευαν εδώ. Ήθελα να νιώσουν μέρος του Μάννα». Ίσως το ίδιο το όνομα που προέρχεται από την προσφώνηση των στρατιωτών προς την Άννα Μελά -και το οποίο ουσιαστικά ήρθε ως έκλαμψη στον Στρατή Μπατάγια- να θέτει ως προαπαιτούμενο την εσωτερική σύνδεση με τον χώρο και το βίωμά του.

Το καλαίσθητο lounge του ξενοδοχείου δια χειρός K-Studio.

Είναι τόσο καρμικά δεμένο το ξενοδοχείο με το δάσος που το περιβάλλει ώστε μοιάζει να αναπνέει και να συντονίζεται άρρητα με τους ήχους, τις μυρωδιές, τα χρώματα και τα πλάσματα που το κατοικούν.

Είναι άλλωστε τόσο καρμικά δεμένο το ξενοδοχείο με το δάσος που το περιβάλλει ώστε μοιάζει να αναπνέει και να συντονίζεται άρρηκτα με τους ήχους, τις μυρωδιές, τα χρώματα και τα πλάσματα που το κατοικούν. Σε αυτό το πολυαισθητηριακό αποτύπωμα όλα αποβλέπουν στην επίτευξη της εσωτερικής γαλήνης: από την προσοχή στη μουσική που ντύνει τον χώρο, είτε είναι κομμάτια του Χατζιδάκι είτε soundtracks, μέχρι το bespoke άρωμα των χώρων στο οποίο κυριαρχούν το σανδαλόξυλο, ο κέδρος και τα βρύα.

Οι γεύσεις έχουν την υπογραφή του σεφ Αθηναγόρα Κωστάκου.

Και εδώ ασφαλώς συμμετέχει η γεύση που το ρεπερτόριό της φέρει την υπογραφή του Αθηναγόρα Κωστάκου που στρέφει τη ματιά του σε μια ειλικρινή εντοπιότητα για να παρουσιάσει μια 100% ελληνική κουζίνα, όπως λέει. Συγκριτικό του πλεονέκτημα τα ντόπια υλικά -μέλι Μαινάλου, πλειάδες μανιταριών, κρέατα και κυνήγια, αρκαδικά τυριά- που ο συγκεκριμένος σεφ έχει αποδείξει και σε άλλες περιπτώσεις ότι ξέρει να τα χειρίζεται ώστε να συνθέτει ένα είδος νέο-comfort food πέρα από τα κλισέ, με διακριτικές μνήμες fine dining.

Υπάρχει ειλικρινής εντοπιότητα στις πρώτες ύλες των πιάτων.

Το μενού ακολουθεί τον ρυθμό των εποχών κι έτσι τον χειμώνα απαρτίζεται από πιο βαριές συνταγές με κυνήγια και σάλτσες.

Εξάλλου το ίδιο το ύφος του ΜΑΝΝΑ ευνοεί την οικειότητα διά του μοιράσματος, στη συγκεκριμένη περίπτωση με γενναιόδωρες μερίδες που λειτουργούν ως μνήμη ελληνικού οικογενειακού τραπεζιού. Το μενού ακολουθεί τον ρυθμό των εποχών κι έτσι τον χειμώνα απαρτίζεται από πιο βαριές συνταγές με κυνήγια και σάλτσες. Την άνοιξη, όπως λέει ο Αθηναγόρας Κωστάκος, «δουλεύουμε πιο χαλαρές συνταγές με εσπεριδοειδή και άγρια χόρτα για παράδειγμα, ενώ το καλοκαίρι στρεφόμαστε στην ωμοφαγία και τη σχάρα».

Όλα αυτά με κεντρική ιδέα «οι μαμαδίστικες συνταγές να μετουσιώνονται σε κάτι πιο σύγχρονο». Για της γεύσης το αληθές, πιάτα όπως το αρνί το μαγειρεμένο στον ξυλόφουρνο επί 16 ώρες, ο τραχανάς με τα μανιτάρια πορτσίνι, τα παντζάρια με πέστο από ντόπια καρύδια αλλά και η μπουγάτσα με πρόβειο γάλα και σάλτσα από καραμέλα και λευκή σοκολάτα αποτυπώνουν επιτυχώς την αναζήτηση της αυθεντικότητας που επιχειρεί στο ΜΑΝΝΑ ο Αθηναγόρας Κωστάκος, ο οποίος μοιάζει κι αυτός να αφομοιώνεται από το τοπίο γιατί μια από τις καλύτερες στιγμές του στο Μάννα είναι όταν μαγειρεύει έξω τον χειμώνα με θέα τη μικρή λίμνη.

Ξεκούραση με στυλ.

Τη συνομιλία ανάμεσα στο κατακόρυφο κτήριο και τα λυγερά έλατα εντόπισε ο αρχιτέκτονας Δημήτρης Καραμπατάκης του Κ-Studio.

Οι εικόνες άλλωστε, οι οποίες εναλλάσσονται σαν view master, είναι εξ αρχής ενσωματωμένες στο γενεόγραμμα του ξενοδοχείου. Η ίδια η διαδρομή μέχρι να φτάσει κανείς είναι σαν σκηνικό ταινίας όπου περνά από το ελατοδάσος και μετά από κάμποσες στροφές στο ξέφωτο μιας κοιλάδας βλέπει τη φιγούρα του Μάννα να βγαίνει μέσα από την καρδιά του Μαινάλου. Αυτή τη συνομιλία ανάμεσα στο κατακόρυφο κτήριο και τα λυγερά έλατα εντόπισε ο αρχιτέκτονας Δημήτρης Καραμπατάκης του Κ-Studio: «Υπάρχει ένας συντονισμός που οφείλεται ίσως και στη σύλληψη των Ελβετών αρχιτεκτόνων η οποία καταλήγει σε μια απρόσμενη μορφή η οποία καλύπτει μια μικρή έκταση σε σχέση με τον όγκο του κτηρίου» διευκρινίζει.

Στο μπαρ, με ένα ποτό στο χέρι και τη ζέστη από το τζάκι.

Παρότι η κατάστασή του ακινήτου ήταν τραγική -το υπόγειο ήταν γεμάτο από κοπριές και η οροφή είχε μεταφερθεί στην Τρίπολη με αποτέλεσμα όλα μέσα στο κτήριο να είναι κατεστραμμένα- οι αρχιτέκτονες που ανέλαβαν το ζωντάνεμά του, δηλαδή οι K-Studio, Monogon και CS Architecture, το είδαν με θετική ματιά. «Ίσως να οφείλεται στο ότι το κτήριο, που ήταν δωρεά της Άννας Μελά, συνδέεται με μια πράξη δοτικότητας, σαν να περίμενε να ξεκινήσει μια νέα ζωή προκειμένου να δώσει ξανά» συμπληρώνει ο Δημήτρης Καραμπατάκης.

Ποιος θα πει όχι σε μια τέτοια χαλάρωση;

Και προσθέτει: «Η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν να διατηρήσουμε την ιστορία του κτηρίου και να τη συμπληρώσουμε. Σε αυτό συνέτεινε το ότι ήταν σε ένα βαθμό ημιτελές, καθώς αρχικά είχε σχεδιαστεί να περιλαμβάνει δύο πτέρυγες, ενώ λειτούργησε μόνο η μία. Έτσι δίνει την αίσθηση μιας συνέχειας που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε σύγκριση με την… αλαζονεία του ολοκληρωμένου».

Τα δωμάτια έχουν ιδιαίτερα προσεγμένη αισθητική.

Η γειωμένη πολυτέλεια μέσα από την πέτρα, το ξύλο, τους ψηλοτάβανους φωτεινούς χώρους και τα ήρεμα χρώματα συνδιαλέγεται με τη σιωπή που το ίδιο το τοπίο επιβάλλει.

Πράγματι, η λέξη υπεροψία απουσιάζει από το γλωσσάρι του Μάννα. Η γειωμένη πολυτέλεια μέσα από την πέτρα, το ξύλο, τους ψηλοτάβανους φωτεινούς χώρους και τα ήρεμα χρώματα συνδιαλέγεται με τη σιωπή που το ίδιο το τοπίο επιβάλλει. Μια συνομιλία που καταλήγει και σε έμπρακτες πολιτικές βιωσιμότητας που χαρακτηρίζουν το ξενοδοχείο: γεωθερμία, απουσία πλαστικού, ανακυκλωμένα υλικά και επαναγεμιζόμενα amenities που παραμένουν στα 32 δωμάτιά του. Εξάλλου το πιο βιωμένο αναμνηστικό εδώ είναι ο χρόνος του, που είναι άχρονος, σαν μια βουτιά στην πηγή της ύπαρξης, στη μάννα γη.

//Περισσότερες πληροφορίες εδώ

 

Διαβάστε ακόμα: 15 πανέμορφα ξενοδοχεία από όλο τον κόσμο που πρόκειται να ανοίξουν το 2025.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top