Ορισμένοι άνθρωποι είναι φτιαγμένοι από τη μοίρα να είναι ξεχωριστοί. Να ορίζεται η σκιά τους ωσάν άπαρτος πύργος. Εκεί μέσα θα είναι πάντοτε φυλακισμένη η φήμη τους. Για τον πολύ κόσμο το όνομα Μανουέλ Ροδρίγκεζ Σάντσεθ μπορεί να μην λέει τίποτα. Το παρωνύμιό του, όμως, λέει πολλά: ο «Μανολέτε» ήταν ένας δόγης της αρένας, ένας μαέστρος στην ταυρική μονομαχία.
Είναι ο μεγαλύτερος ταυρομάχος που πέρασε ποτέ από ισπανική αρένα. Ένας εξπέρ του δράματος που προκαλεί το άκρως βάναυσο, πλην εξαγνιστικό ως αρχαία τραγωδία, έθιμο-σπορ της ταυρομαχίας. Στις 29 Αυγούστου 1947, στην αρένα του Λιναρές ο ταύρος που είχε απέναντι του τον νίκησε κατά κράτος. Κι άμα; Ηταν ήδη εγγεγραμμένος στα ισπανικά κατάστιχα ως εθνικός θησαυρός. Στη γενέτειρά του, την Κόρδοβα, δημιουργήθηκε για χάρη του το Μουσείο Ταυρομαχίας. Λογικό: η ταυρομαχία άλλαξε εντελώς με τη έλευση του Μανολέτε.
Είναι ο ματαδόρ που προκάλεσε πλήθος αντικρουόμενων σχολίων, που πυροδότησε διαξιφισμούς και οργίλες διαφωνίες. Δίχασε διότι ήταν σπουδαίος. Για το Μανολέτε, η ταυρομαχία είναι μια πράξη αντρειοσύνης. Ο ματαδόρ πρέπει να στέκει αγέρωχος στη μέση της αρένας. Να αφήνει τον ταύρο να περιστρέφεται γύρω από τον άξονά του. Να δοκιμάζει ακόμη και την αιχμηρότητα των κεράτων του πάνω στο σώμα του. Άλλες εποχές…
Ούτε και ο θάνατος του ζώου όμως πρέπει να είναι άγαρμπος. Οφείλει να ακολουθεί ένα τελετουργικό, να είναι ενταγμένος σε μια πλάνη θεάματος. Κάπως έτσι άρχισε να παίρνει ρίσκα, ολοένα και περισσότερο να εμπλέκεται άμεσα με τον ταύρο. Δεν γλίτωσε τραυματισμούς ή επικίνδυνες καταστάσεις. Το κοινό στις εξέδρες αναριγούσε.
Η αλήθεια είναι ότι ο Μανολέτε αρχίζει να ανδρώνεται στην αρένα σε μια εποχή δύσκολη (η πρώτη του ταυρομαχία θα έρθει στις 2 Ιουλίου 1939 στη Σεβίλη). Η Ισπανία μόλις έχει τελειώσει με το κεφάλαιο «εμφύλιος» και ο κόσμος αδιαφορεί για οτιδήποτε φέρει αίμα και βία. Κι όμως, ο Μανολέτε με την οξύνοια του πνεύματός του αλλάζει τους όρους του θεάματος. Βάζει στην αρένα νεαρότερους και πιο αθλητικούς ταύρους μετατρέποντας κάθε ταυρομαχία περισσότερο σε χορογραφία.
Ο μέχρι τότε πρωθιερέας της ταυρομαχίας, Χουάν Μπελμόντε, δεν θα διστάζει να τον χρίσει διάδοχό του, ενώ ο κόσμος επιβράβευε αυτό το πρωτείο με εκδηλώσεις θαυμασμού και λατρείας προς το πρόσωπό του. Ο Μανολέτε ήταν ένα είδωλο, ανάλογο με τους μετέπειτα ποπ σταρ.
Με την έναρξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, ο Μανολέτε μεταβαίνει στη Λατινική Αμερική που τον υποδέχθηκε με ανοιχτές αγκάλες. Τέτοια ήταν η απήχησή του στο Μεξικό, το Περού, τη Βενεζουέλα και την Κολομβία που ακόμα και καυγάδες ξεσπούσαν για ένα μαγικό χαρτάκι για τις παραστάσεις του, την ίδια ώρα που κυκλοφόρησαν κούκλες Μανολέτε για τα κοριτσάκια αλλά και αλκοόλ με το όνομά του για την ψυχαγωγία των ενηλίκων.
Εκείνα τα χρόνια η περιουσία του γίνεται αμύθητη. Φτάνει να έχει περίπου 4 εκατ. δολάρια το 1940. Οι αστέρες του Χόλιγουντ έτρεχαν να φωτογραφηθούν μαζί του, ενώ οι διοργανωτές ταυρομαχιών τον πίεζαν να ξεπερνάει τα όριά του και να βρίσκεται μέσα στην αρένα συνεχώς. Το αποτέλεσμα ήταν να δίνει χρόνο με το χρόνο ολοένα και περισσότερες ταυρομαχίες. Μόνο το 1944 πήρες μέρος σε 92 ταυρομαχίες σε Ισπανία και ΗΠΑ. Αριθμός απίστευτος.
Την ίδια στιγμή που μια νέα γενιά ματαδόρ αναδυόταν σιγά σιγά αμφισβητώντας τα πρωτεία και τη θεοποίησή του. Ο Μανολέτε πιέστηκε κι άλλο. Αρχισε να γίνεται απρόσεκτος, οι τραυματισμοί του να είναι συχνότεροι και το αγέρωχο στιλ του να έχει χάσει τη λάμψη του. Να ήταν ότι μεγάλωνε; Οτι κουράστηκε; Ή, μήπως, ότι η δόξα του πρόσφερε αγαθά και απολαύσεις που τον κοίμισαν; Πολλές φορές βρέθηκε μεθυσμένος ή εξαντλημένος από τα ξενύχτια με αιθέριες υπάρξεις.
Το καλοκαίρι του 1947, ο θρυλικός πια ματαδόρ κλήθηκε να απαντήσει σε άλλη μια πρόκληση ενός νέου φιντανιού που ήθελε να πάρει τη θέση του. Η κοινή εμφάνιση κανονίστηκε για τις 28 Αυγούστου στην αρένα της ισπανικής Λινάρες…
Λίγο νωρίτερα, τον Ιούλιο του 1947, ο 30χρονος πια Μανολέτε βγήκε στο ραδιόφωνο μετά την ταυρομαχία του Σαν Σεμπαστιάν σε κλίμα πανηγυρικό, για να γιορτάσει τον χιλιοστό ταύρο που είχε μόλις ξεκάνει. Ήταν πράγματι ο μεγαλύτερος ταυρομάχος της οικουμένης και ο ραδιοφωνικός παραγωγός του ζήτησε να σχολιάσει το κατόρθωμά του.
Εκεί θα είναι η πρώτη φορά που θα φανεί λιγότερο ήρωας και περισσότερο τρωτός. Θα πει δίχως ντροπή: «Ζητάνε περισσότερα απ’ όσα μπορώ να δώσω. Πάντα περισσότερα και περισσότερα. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι εύχομαι να τελειώσει σύντομα η αγωνιστική σεζόν».
Τη στιγμή που μέσα του κλωθογύριζε η σκέψη να τα παρατήσει, οι τριγύρω του τον πίεζαν να συνεχίσει να προσφέρει άρτο και θέαμα. Η γνωστή ισπανίδα ηθοποιός και μακροχρόνια ερωμένη του εξάλλου Αντονία Λούπε Σίνο (η σχέση τους είχε προκαλέσει απίστευτα σκάνδαλα στην εποχή) πίστευε ακράδαντα ότι οι φανατικοί θαυμαστές του Μανολέτε δεν θα τον άφηναν ποτέ ήσυχο, λέγοντας στα ερτζιανά: «Δεν θα τον αφήσουν ποτέ να φύγει μέχρι να τον δουν νεκρό».
Λες και είχε δει το κακό όνειρο, ο Μανολέτε να πέσει νεκρός από έναν αντίστοιχο ταύρο που είχε ξεκάνει τον θείο του, αλλά και τον πρώτο άντρα της μητέρας του. Ήταν 29 Αυγούστου 1947. Ο Μανολέτε σε ηλικία 30 ετών (είχε γεννηθεί στις 4 Ιουλίου 1917) έλυσε οριστικά τις σχέσεις του με τους ταύρους και τη ζωή.
Το κοινό έως την τελευταία στιγμή δεν του συγχώρησε την τρωτή φύση που εμφάνιζε τελευταία. Στη συγκεκριμένη ταυρομαχία έφτασε στο σημείο να τον γιουχάρει. Ο Μανολέτε πάλεψε με νύχια και με δόντια να κερδίσει την εύνοια του κοινού. Έφτασε στο σημείο να κάνει μια αυτοκτονική κίνηση: να γυρίσει με περισσή αυθάδεια την πλάτη του στον ταύρο, τη στιγμή που εκείνος εφορμούσε να τον καρφώσει θανάσιμα. Τελικά τον βρήκε στον μηρό, τρυπώντας τη μηριαία αρτηρία του Μανολέτε.
Όσο ο Μανολέτε προσπαθούσε να καλύψει με τα χέρια το τραύμα και να βγει έξω από την αρένα, ο τρεμάμενος ταύρος που είχε δεχτεί ήδη το σπαθί στο κεφάλι, κατέρρεε και πέθαινε.
Ακόμη και στο φορείο χαροπαλεύοντας, με ένα τσιγάρο στο στόμα, κατ΄ εντολήν του, το μόνο που τον ενδιάφερε ήταν αν ο ταύρος είχε πεθάνει. Όταν έλαβε τη διαβεβαίωση που περίμενε, είπε ότι δεν ένιωθε τα πόδια του και έπεσε σε λήθαργο. Μέχρι το βράδυ είχε μεταφερθεί σε νοσοκομείο του Λινάρες και τα ξημερώματα κατέφτασε εκεί ένας διαπρεπής γιατρός από τη Μαδρίτη. Αν και ήταν πλέον αργά. Στις 5:07 τα χαράματα, ο Μανολέτε μουρμούρισε τα τελευταία του λόγια: «Η μαμά μου δεν θα χαρεί γι’ αυτό. Δον Λουίς, δεν βλέπω. Δεν βλέπω τίποτα».
Τα υπόλοιπα ανήκουν στην ιστορία: ο Μανολέτε ενταφιάστηκε στο κοιμητήριο της Κόρδοβας έχοντας προηγουμένως εκτεθεί σε λαϊκό προσκύνημα. Το Μουσείο Ταυρομαχίας της πόλης τού αφιερώθηκε, το Μουσείο Ταυρομαχίας της Μαδρίτης φιλοξενεί έκτοτε μόνιμη συλλογή με τα προσωπικά του αντικείμενα και το Μουσείο Ταυρομαχίας της Σεβίλης παρουσιάζει το κεφάλι του ταύρου που τον σκότωσε.
Άλλο ένα παράδοξο της ιστορίας: ο ταύρος Islero που σκότωσε τον Μανολέτε πέρασε στην ιστορία όταν ο θρυλικός ιταλός κατασκευαστής Φερούτσιο Λαμποργκίνι (γεννήθηκε έναν χρόνο πριν από τον Μανολέτε), που είχε ήδη κυκλοφορήσει τη Miura του (δεκαετία του 1960) ως φόρο τιμής στη ράτσα Μιούρα, έδωσε το όνομα του Islero στο νέο μοντέλο που κυκλοφόρησε το 1968.
Το δίχως άλλο, ο Μανολέτε πέθανε άδοξα. Στο παλκοσένικο μεν, αλλά όχι με τον ηρωικό τρόπο που θα του άξιζε. Η πλεονεξία και η αίσθηση της υπεροχής έπληξε καίρια την κρίση και το λογικό του. Ακόμη κι έτσι, είναι ο άνθρωπος που μετέτρεψε τα φονικά που διεξάγονταν στις αρένες σε τέχνη (όσο και αν σήμερα, με τα μάτια της εποχής μας, αυτό φαίνεται βάρβαρο) μια τέχνη με όλα τα στοιχεία του δράματος. Μόνο που στη δική του περίπτωση, στο τέλος πέθανε ο πρωταγωνιστής.
Διαβάστε ακόμα: Στην καρδιά της χώρας των Βάσκων – ένα ταξίδι που πρέπει να κάνετε.