Στο πέρασμα βόρεια του Σερεγκέτι.O Ανδρέας Αποστολίδης στο πέρασμα βόρεια του Σερενγκέτι. «Η εκδίωξη των Μασάι ήταν ένα θεμελιακό σφάλμα στη διαχείριση της περιοχής», τονίζει. «Η σαβάνα είναι αποτέλεσμα μιας τριπλής ισορροπίας μεταξύ αγρίων ζώων, φωτιάς και νομάδων. Η αφαίρεση ενός από τα τρία στοιχεία, αλλάζει τη φυσιογνωμία της περιοχής».

O Ανδρέας Αποστολίδης στο πέρασμα βόρεια του Σερενγκέτι. «Η εκδίωξη των Μασάι ήταν ένα θεμελιακό σφάλμα στη διαχείριση της περιοχής», τονίζει. «Η σαβάνα είναι αποτέλεσμα μιας τριπλής ισορροπίας μεταξύ αγρίων ζώων, φωτιάς και νομάδων. Η αφαίρεση ενός από τα τρία στοιχεία, αλλάζει τη φυσιογνωμία της περιοχής».

«Dr. Livingston, I presume!»

Η Κεντρική Αφρική ήταν για μένα ονειρικός τόπος της παιδικής μου ηλικίας, συνδυασμένος έντονα με τον «Δεκαπενταετή πλοίαρχο» του Ιουλίου Βερν, τις αφηγήσεις του Δρ. Λίβινκγστον και την ταινία «Χατάρι!» του Χάουαρντ Χωκς. Σαράντα χρόνια μετά έκανα τέσσερα ταξίδια στην Τανζανία, την παλιά Τανγκανίκα των εξερευνητών, των δουλεμπόρων και των κυνηγών αγρίων ζώων.

Η ιστορία ξεκίνησε –όταν είχα μπει για τα καλά στη δεκαετία των πενήντα– από το ταξίδι μιας παρέας το 2007 στο νότιο μέρος της Τανζανίας. Ταξίδι τουριστικό, αλλά και λίγο εναλλακτικό –με τρένο από το Νταρ Ελ Σαλάαμ στην «μαοϊκή» σιδηροδρομική γραμμή προς Ζάμβια, κατασκήνωση στους καταρράκτες του δάσους Ουζούνγκουε, ξενάγηση σε περιοχές των Μασάι και σαφάρι. Για μένα το ταξίδι αυτό ήταν σαν να έκανα «ρεπεράζ» για ντοκιμαντέρ. Έβλεπα διαρκώς τα πάντα μέσα από τη μικρή μου κάμερα και κατέγραφα συνομιλίες κι εντυπώσεις. Γινόταν φανερή η διάσταση ανάμεσα στο δυτικό μύθο και την πραγματικότητα της Κεντρικής Αφρικής. Σε θέματα οικολογίας, προστασίας της φύσης, τουρισμού και ζωής των παραδοσιακών φυλών.

Διαβάστε ακόμα: Ο Κώστας Κουκούλης και το έργο της ζωής του στην Τανζανία

Κάτω από τον κρατήρα του Νγκορονγκόρο ένας Μασάι ποτίζει τα ζώα του.

Κάτω από τον κρατήρα του Νγκορονγκόρο ένας Μασάι ποτίζει τα ζώα του.

Έπεσα με τα μούτρα στην έρευνα και ξαναείδα το θρυλικό ντοκιμαντέρ «Serengeti Shall not Die» του Γερμανού Μπέρνχαρντ Τζίμεκ, γυρισμένο στο βόρειο τμήμα της Τανγκανίκας στα τέλη της δεκαετίας του 1950. Το 1961 είχε πάρει Όσκαρ και έκτοτε αποτελούσε το αδιαφιλονίκητο, απόλυτο ντοκουμέντο. Ο Τζίμεκ ήταν ανθρωπολόγος και ο διευθυντής του Ζωολογικού Κήπου της Φρανκφούρτης. Η περιοχή του Σερενγκέτι είχε ανακηρυχτεί προστατευόμενη περιοχή και η Frankfurt Zoological Society (FΖS) ανέλαβε τη διαχείρισή της, αφότου οι Άγγλοι άρχισαν να εγκαταλείπουν την Τανγκανίκα. Πριν παραδώσουν τη διαχείριση του Σερενγκέτι στην FΖS, οι Άγγλοι είχαν συνάψει μια περιβόητη συμφωνία με δέκα αρχηγούς των Μασάι, που τους υποχρέωναν να αφήσουν την πεδιάδα του Σερενγκέτι και να αποτραβηχτούν στα υψίπεδα του Νγκορονγκόρο.

Με το αεροπλάνο ζέβρα του Ζωολογικού Κήπου της Φρανκφούρτης: ο Ανδρέας Αποστολίδης (αριστερά), ο διευθυντής φωτογραφίας Στέλιος Αποστολόπουλος και πιλότος ο νεαρός Μπόρνερ, γιoς του σημερινού υπεύθυνου της FZS στο Σερενγκέτι. Για καλύτερο γύρισμα αφαίρεσαν την αριστερή πόρτα του αεροπλάνου.

Με το αεροπλάνο ζέβρα του Ζωολογικού Κήπου της Φρανκφούρτης: ο Ανδρέας Αποστολίδης (αριστερά), ο διευθυντής φωτογραφίας Στέλιος Αποστολόπουλος και πιλότος ο νεαρός Μπόρνερ, γιoς του σημερινού υπεύθυνου της FZS στο Σερενγκέτι. Για καλύτερο γύρισμα αφαίρεσαν την αριστερή πόρτα του αεροπλάνου.

Ο Τζίμεκ έφτιαξε ένα ντοκιμαντέρ εκπληκτικής ομορφιάς πάνω στην παράδοση των ντοκιμαντέρ της Λένι Ρίφενσταλ (που μετά τα χρόνια της ναζιστικής προπαγάνδας ασχολήθηκε κι εκείνη με την ίδια περιοχή ως φωτογράφος και περιηγήτρια). Ο Τζίμεκ χρησιμοποίησε στις λήψεις και τις εξερευνήσεις του ένα μικρό τετραθέσιο αεροπλάνο που το είχε βάψει σαν ζέβρα και οδηγούσε ο γιος του Μάικελ, ο οποίος σκοτώθηκε με το αεροπλάνο αυτό πριν ολοκληρωθεί το θρυλικό ντοκιμαντέρ. Το Σερενγκέτι εξακολουθεί να διοικείται από την FΖS και ο γιος του σημερινού διευθυντή οδηγεί κι αυτός ένα πανομοιότυπο αεροπλάνο-ζέβρα.

«Η διαχείριση της σαβάνας ανήκει δικαιωματικά στις παραδοσιακές φυλές που βρίσκονται έξω από το καπιταλιστικό σύστημα, έξω από τη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης».

Με τους συνεργάτες μου κάναμε αίτηση σε ευρωπαϊκό πρόγραμμα για ένα πολύ φιλόδοξο ντοκιμαντέρ και προς μεγάλη μας έκπληξη έγινε δεκτό. Κεντρικός του άξονας ήταν τι γίνεται στην Κεντρική Αφρική πενήντα χρόνια μετά το «Serengeti Will Never Die» και τώρα με συνθηματικό τίτλο «A Place without People». Η εκδίωξη των Μασάι ήταν ένα θεμελιακό σφάλμα στη διαχείριση της περιοχής. Η σαβάνα είναι αποτέλεσμα μιας τριπλής ισορροπίας μεταξύ αγρίων ζώων, φωτιάς και νομάδων. Η αφαίρεση ενός από τα τρία στοιχεία, αλλάζει τη φυσιογνωμία της περιοχής. Οι νομάδες, όμως, αποτελούν ένα σύστημα κλειστό, αυτάρκες, εκτός καπιταλιστικής οικονομίας, άχρηστο στο τοπικό κράτος και τις κυβερνήσεις της Τανζανίας ή το διεθνές κεφάλαιο, εκμεταλλεύσιμο μόνο ως ευνουχισμένο τουριστικό θέαμα.

Για την απογείωση χρειάστηκε να κάνει πρώτα στην άκρη η καμηλοπάρδαλη...

Για την απογείωση χρειάστηκε να κάνει πρώτα στην άκρη η καμηλοπάρδαλη…

Ακόμα και η σημερινή διοίκηση της FΖS παραδέχεται τις «ιδεολογικές» αστοχίες της εποχής του 1950. «Θέλουμε όμως παρ’ όλ’ αυτά ένα μέρος παρθένο, δίχως τον άνθρωπο», μας εξομολογήθηκε συνωμοτικά («μεταξύ κατεργαρέων») ο σημερινός διευθυντής, συμπαθέστατος, με ένα μικρό σκουλαρίκι στο αυτί του. Πρακτικά αυτό σημαίνει ένα μέρος που λίγοι πεφωτισμένοι λευκοί θα κάνουν την παιδική τους φαντασίωση πραγματικότητα (αν είναι δυνατόν δίχως να το πάρει και πολύς κόσμος «πρέφα» –για τους πολλούς υπάρχει το Animal Planet στο καθιστικό τους).

Και όντως στις παρυφές των καταλυμάτων της FΖS, με τα λιοντάρια να πλησιάζουν ανεπίληπτα στον κρατήρα του Νγκορονγκόρο με τον μοναχικό ρινόκερο, στις πτήσεις που κάναμε κι εμείς με το αεροπλανάκι-ζέβρα, ακολουθώντας τα χιλιάδες γκνου που μεταναστεύουν, το αερόστατο που πετάει πάνω από το Σερενγκέτι και προσγειώνεται αθόρυβα στη σαβάνα, τις λήψεις εκεί που γυρίστηκε το «Χατάρι!» –νιώθεις το δυτικό όνειρο να γίνεται πραγματικότητα στην καρδιά του απόλυτα πρωτόγονου μετά την εποχή των παγετώνων. Η διατήρηση, όμως, της περιοχής «παρθένας» οφείλεται αποκλειστικά στη διαχείρισή της για αιώνες από τις φυλές των νομάδων κτηνοτρόφων, όπως οι Μασάι, με τη χρήση της φωτιάς ως μέσου οικολογικής ισορροπίας.

O κρατήρας Νγκορονγκόρο. Ρhoto: Stelios Apostolopoulos © Anemon Productions 2009

O κρατήρας Νγκορονγκόρο. Ρhoto: Stelios Apostolopoulos © Anemon Productions 2009

Όταν τέλειωσε το «A Place without People» προβλήθηκε, μεταξύ άλλων, στο γαλλογερμανικό ΑRΤΕ και στη Ζυρίχη μαζί με το «Serengeti Shall not Die». Ήταν ένα άλλο όνειρο, ενός ενήλικα αυτή τη φορά, που έγινε πραγματικότητα. Η καταγραφή των πενήντα ετών που χωρίζουν τα δύο ντοκιμαντέρ: μια οπισθοδρόμηση, μια μελαγχολική νότα συνοδεύει και τις πλέον προωθημένες οικολογικά δυτικές αντιλήψεις. Η διαχείριση της σαβάνας δεν είναι θέμα καν των τοπικών αφρικανικών κυβερνήσεων, η οποία είναι πιο καταστροφική και από τους δυτικούς: ανήκει δικαιωματικά στις παραδοσιακές φυλές που βρίσκονται έξω από το καπιταλιστικό σύστημα, έξω από τη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης.

Οι Μασάι μοιάζουν ευτυχισμένοι στην τριπλή ισορροπία (άγρια φύση, φωτιά, κτηνοτροφία), ενώ οι δυτικοί διακατέχονται από αξεπέραστα οικονομικά και υπαρξιακά προβλήματα. Προφανώς, σε έναν άλλο τομέα, αυτόν της χρήσης βίας, όταν απειλείται ο ζωτικός τους χώρος, οι Μασάι δεν διαφέρουν από το υπόλοιπο ανθρώπινο είδος, όμως αναμφίβολα αυτή είναι πιο λογική και περιορισμένη, το μέτρο βρίσκεται στην καρδιά της πρακτικής τους, που απέχει παρασάγγας από τη δική μας. Και επιπλέον είναι ανίσχυροι στο σύγχρονο αφρικανικό κόσμο των Καλάσνικοφ και της λαθροθηρίας.

Κυνήγι ελέφαντα στη Μπανγκάλα. Ρhoto James Sutherland,  London Macmillan Publishers 1912

Κυνήγι ελέφαντα στη Μπανγκάλα. Ρhoto James Sutherland, London Macmillan Publishers 1912

Από τις ευτυχέστερες στιγμές ήταν όταν ανακαλύψαμε –σαν καλοί μαθητές του Χολμς– σε μια άκρως απομακρυσμένη και αφανή «μπόμα» (οι μικρές κοινότητες με τις καλύβες των Μασάι), τον μοναδικό επιζώντα από τους δέκα αρχηγούς, που μας μίλησε για την περιβόητη συμφωνία με τους Άγγλους (την αρχή του κακού). «Ήθελαν να κάνουν την περιοχή ‘’Κήπο της Βασίλισσας’’, κι εμείς χάσαμε το νερό και τη γη. Μας έδιωξαν με τη βία. Εγώ δεν υπέγραψα τίποτα. Είναι ψέματα». Ο υπεραιωνόβιος αρχηγός πέθανε πριν από το τελευταίο ταξίδι μας (όλο το μήνα που καιγόταν η Αθήνα μετά τη δολοφονία του έφηβου Γρηγορόπουλου), κι εμείς αφιερώσαμε το ντοκιμαντέρ στη μνήμη του. Οι σύγχρονοι αρχηγοί μίλησαν μαζί μου εντελώς ανοιχτά για τα διλήμματά τους. Στην αρχή δεν ήθελαν με τίποτα. Είχα όμως άσπρα μαλλιά, πιο λευκά και από του απόστρατου αρχηγού τους: ήμουν ένας «μπάμπου», ένας άνθρωπος με «πείρα» στη ζωή, που μπορούσαν να εμπιστευθούν.

«Ο υπεραιωνόβιος αρχηγός Κισάλε Όλε Σερούπε πέθανε πριν από το τελευταίο ταξίδι μας (το μήνα που καιγόταν η Αθήνα μετά τη δολοφονία του έφηβου Γρηγορόπουλου), κι εμείς αφιερώσαμε το ντοκιμαντέρ στη μνήμη του».

«Ο υπεραιωνόβιος αρχηγός Κισάλε Όλε Σερούπε πέθανε πριν από το τελευταίο ταξίδι μας (το μήνα που καιγόταν η Αθήνα μετά τη δολοφονία του έφηβου Γρηγορόπουλου), κι εμείς αφιερώσαμε το ντοκιμαντέρ στη μνήμη του».

Επισκεφθήκαμε, ανάμεσα στα πολλά άλλα, το απομονωμένο τροπικό δάσος Μαχάλε στο νότο της λίμνης Ταγκανίκα. Εκεί μια ομάδα Ιαπώνων ανθρωπολόγων από το Πανεπιστήμιο του Κιότο μελετάει από το 1970 την κοινότητα των χιμπαντζήδων. Οι Ιάπωνες ζουν υπό ιδιαίτερα σκληρές συνθήκες στο δάσος (δεν απέφυγα συνειρμούς με εικόνες από ταινίες όπως «Η γέφυρα του ποταμού Κβάι») και γνωρίζουν τους χιμπαντζήδες με τα μικρά ονόματα που τους έχουν βαφτίσει. Μελετάνε την κοινωνική τους οργάνωση και το πολιτικό τους σύστημα. Οι ομάδες των χιμπαντζήδων, κατά τους Ιάπωνες ανθρωπολόγους, έχουν μια παρόμοια οργάνωση με τη σύγχρονη δική μας, με αρχηγούς (εμφανείς, αλλά και αφανείς στο παρασκήνιο), διαμάχες και εμφύλιες αιματηρές συρράξεις.

Οι σημερινοί αρχηγοί Όλε Λερούγκ και Όλε Πόσε μαζί με τον διερμηνέα μας στο χείλος του κρατήρα του Νγκορονγκόρο.

Οι σημερινοί αρχηγοί Όλε Λερούγκ και Όλε Πόσε μαζί με τον διερμηνέα μας στο χείλος του κρατήρα του Νγκορονγκόρο.

Παρατήρησα, επίσης, πως μεταπολεμικά τις στενότερες σχέσεις με την Κεντρική Αφρική είχαν σκεπτόμενοι άνθρωποι από την Γερμανία και την Ιαπωνία, τις δύο χώρες που στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου συνετρίβησαν κυριολεκτικά και βρήκαν μια διέξοδο στη μελέτη και τον ιδιόμορφο εναγκαλισμό της ζωής στην άγρια φύση. Και ειδικά στην περίπτωση των Ιαπώνων (αλλά όχι μόνο) δεν μπόρεσα να μην θυμηθώ το πρώτο σύγχρονο αστυνομικό αφήγημα, την «Διπλή δολοφονία της οδού Μοργκ», του Έντγκαρ Άλαν Πόου, όπου ο ένοχος είναι, λυτρωτικά για τον αναγνώστη, ένας ουρακοτάγκος (που σφάζει τα θύματα με ξυράφι, μιμούμενος άγαρμπα τον κουρέα αφεντικό του)!

Ο μοναχικός ρινόκερος του Νγκορονγκόρο. Η πλειοψηφία έχει εξοντωθεί από λαθροθήρες, από τη στιγμή που οι Μασάι εκδιώχθηκαν από το εσωτερικό του κρατήρα. Τους επιτρέπουν μόνο να κατεβάζουν τα κοπάδια τους να βοσκήσουν και να τα ανεβάσουν πάλι πριν τη δύση.

Ο μοναχικός ρινόκερος του Νγκορονγκόρο. Η πλειοψηφία έχει εξοντωθεί από λαθροθήρες, από τη στιγμή που οι Μασάι εκδιώχθηκαν από το εσωτερικό του κρατήρα. Τους επιτρέπουν μόνο να κατεβάζουν τα κοπάδια τους να βοσκήσουν και να τα ανεβάσουν πάλι πριν τη δύση.

//Ο Ανδρέας Αποστολίδης είναι συγγραφέας, σκηνοθέτης και μεταφραστής. Το ντοκιμαντέρ του «A Place without People» (μια συμπαραγωγή της Anemon Productions με την ΕΡΤ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή) έχει τιμηθεί με έξι διεθνή βραβεία https://vimeo.com/ondemand/place.

Διαβάστε ακόμα: Μιχάλης Αφολάνιο: «Η αφρικανική κουλτούρα θα μας φέρει πιο κοντά»

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top