Η Mercedes-Benz αποκαλεί την X-Class «Mercedes των pick-up». Απλό και περιεκτικό σλόγκαν που χαρακτηρίζει ένα αυτοκίνητο το οποίο συνδυάζει την ικανότητα να κουβαλάει οτιδήποτε οπουδήποτε, μ’ ένα σήμα-ορισμό της πολυτέλειας και της ποιότητας. (photo credit Νίκος Καρανικόλας/Andro).

Βέβαια, αν θέλουμε να είμαστε απόλυτα ακριβείς και συνεπείς με την αυτοκινητική ιστορία, η X-Class δεν είναι το πρώτο «αγροτικό» της Mercedes-Benz. Πρώτο ήταν μια τέτοια έκδοση της 170 V που πρωτοπαρουσιάστηκε το 1936 και έμεινε στην παραγωγή μέχρι και μετά τον πόλεμο.

Ακολούθησε μια ανάλογη έκδοση της 220 d, της σειράς W115, που κατασκευαζόταν στα μέσα της δεκαετίας του ’70 στην Αργεντινή, για την τοπική αγορά που τότε απαγόρευε τις εισαγωγές αυτοκινήτων, και έγινε γνωστή –γνωστή στους Αργεντίνους φίλους της μάρκας, τουλάχιστον– ως “La Pickup”.

Πρώτο «αγροτικό» της Mercedes ήταν μια 170 V (πάνω αριστερά). Ακολούθησε, τη δεκαετία του ’70, η αργεντίνικη “La Pickup” 220 d (πάνω δεξιά). Κάπου κυκλοφορούν τέτοια W461 (κάτω αριστερά), ενώ το Viano Activity Concept (κάτω δεξιά), κατά την αστυνομική ορολογία, πλέον δεν απασχολεί. (photo credit FavCars.com, Daimler.com).

Ενώ, σε κάποιες αγορές κυκλοφορεί κι ένα ανοιχτό φορτηγάκι, με τον κωδικό W461, που προέκυψε από την σειρά W460, πρόγονο της απέθαντης G-Glass (ή G-Wagen), εμπνευστής της οποίας λέγεται πως ήταν ο Σάχης της Περσίας που, τη δεκαετία του ’70, ήταν μέτοχος της εταιρείας και ήθελε ένα καλό ημι-στρατιωτικό όχημα για τη φρουρά του, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

Υπήρξε τέλος κι ένα Viano Activity Concept, κάπου στην αρχή της χιλιετίας, αλλά αναφέρεται εδώ απλώς για να δημιουργηθεί ένα συμμετρικό φωτογραφικό collage, με αυτό και με τα τρία προαναφερθέντα, γιατί άντε να φτιάξεις καλό collage με τρεις φωτογραφίες, πάμε παρακάτω.

Η Mercedes-Benz λοιπόν, η οποία, μη ξεχνάμε, έχει τεράστια παράδοση στα επαγγελματικά αυτοκίνητα, αποκαλεί την X-Class «Mercedes των pick-up». Απλό και περιεκτικό σλόγκαν (το οποίο, κακώς, φρόντισε να μην υιοθετήσει στην Ελλάδα η Volkswagen όταν λανσάριζε το δικό της Amarok) που χαρακτηρίζει ένα αυτοκίνητο το οποίο, για πρώτη φορά, συνδυάζει την ικανότητα να κουβαλάει οτιδήποτε (καυσόξυλα, σανό, κοπριά, προβατίνες) οπουδήποτε μ’ ένα σήμα-ορισμό της πολυτέλειας και της ποιότητας.

Η X-Class δείχνει μυώδης, στιβαρή και όμορφη και, από μπροστά τουλάχιστον, εύκολα τη μπερδεύεις μ’ ένα μεγάλο SUV από τη Mercedes. (photo credit Νίκος Καρανικόλας/Andro).

Στο σημείο αυτό, να πούμε πως η X-Class, όπως και το άγνωστο στην Ελλάδα Renault Alaskan, βασίζεται στο Nissan NP300 Navara, ως ένα ακόμη φυσικό επακόλουθο της συμφωνίας μεταξύ των κ. Zetsche (Daimler) και Ghosn (Renault, Nissan, Mitsubishi) για συνεργασία, σε επίπεδα ανταλλαγής κινητήρων, μηχανικών μερών και τεχνογνωσίας, της Mercedes-Benz με τη Renault-Nissan Alliance.

Απόφαση που, αν μου επιτρέπετε, έχει αφενός απόλυτη λογική, αφού το Navara ήταν ό,τι καλύτερο μεταξύ των «αγροτικών», και αφετέρου αποτέλεσμα, αφού με αυτόν τον τρόπο η Mercedes κάνει το καλύτερο αυτοκίνητο της κατηγορίας, ακόμη καλύτερο. Άλλωστε, ένα από τα slogan της Mercedes-Benz είναι αυτό το “The best or nothing” που μπορεί να δει κανείς στο «κλειστό Νίκος Γκάλης» κάθε φορά που ο Ολυμπιακός επισκέπτεται την έδρα του Παναθηναϊκού – για να χάσει.

Συγγένεια που ούτε που θα καταλάβαινες, παρ’ όλα αυτά. Παρατηρώντας τη λευκή X 250 d παρκαρισμένη επιτέλους στον Πύργο Μελά –μετά από μια διαδρομή μέχρι τον Αχινό που μας σάπισε στη βροχή κι έκοψε τα πόδια του φωτογράφου Νίκου Καρανικόλα, αλλά ανέδειξε αυτά της Mercedes–, τα μόνα ίσως που οπτικά παραπέμπουν στο Navara είναι τα πλαϊνά τζάμια και οι χειρολαβές εξωτερικά, και ο εσωτερικός καθρέπτης… εσωτερικά.

Το εσωτερικό, που παραπέμπει σε C-Class, διαθέτει άφθονη essence Mercedes. Από το κομψό, πολυλειτουργικό, δερμάτινο τιμόνι και την «ιπτάμενη» κεντρική οθόνη, μέχρι τους κυκλικούς αεραγωγούς με το μεταλλικό περίβλημα και τα ηλεκτρικά ρυθμιζόμενα καθίσματα. (photo credit Νίκος Καρανικόλας/Andro).

Εδώ που τα λέμε, πέρα από το να προσθέσουν το ζηλευτό, μεγάλο τριάκτινο αστέρι σε μια τυπικά Mercedes, μεγάλη μάσκα μπροστά και στην πόρτα της καρότσας πίσω, οι σχεδιαστές της X-Class δεν μπορούσαν να κάνουν και πολλά. Γιατί λίγα σχήματα είναι ικανά να περιορίσουν τις ορμές ανερχομένων σχεδιαστών όπως μπορεί να το κάνει ένα pick-up – ειδικά όταν αυτό, by design, βασίζεται σε υπάρχον.

Το εσωτερικό της X-Class είναι τόσο πλούσιο που παραπέμπει σε εκείνο μιας C-Class.

Έτσι, απέξω η, λίγο φαρδύτερη από ένα Navara, X-Class δείχνει μυώδης, στιβαρή και όμορφη –όσο όμορφο τουλάχιστον μπορεί να είναι ένα διπλοκάμπινο αγροτικό– καταφέρνοντας στην πορεία να μην τη μπερδεύεις με Nissan, πόσο μάλλον άλλον «αγρότη», που ήταν, υποθέτω, και το κυριότερο σχεδιαστικά brief.

Οι ως άνω designers ωστόσο αφέθηκαν ελεύθεροι να ξεδιπλώσουν τα φτερά τους, εγχέοντας άφθονη essence Mercedes, στο πλούσιο εσωτερικό που παραπέμπει σε εκείνο μιας C-Class. Από το κομψό, τριάκτινο, πολυλειτουργικό, δερμάτινο τιμόνι και τη μεγάλη, «ιπτάμενη» κεντρική οθόνη για το infotainment, μέχρι τους κυκλικούς αεραγωγούς με το μεταλλικό περίβλημα που είναι χάρμα ιδέσθαι και… χειριζέσθαι. Και από τα ηλεκτρικά ρυθμιζόμενα μπροστινά καθίσματα, μέχρι τα ηλεκτρικά παράθυρα και πίσω.

Σχετικά όρθιες, αλλά άνετες θέσεις για τρεις πίσω, συν ηλεκτρικά παράθυρα. Ηλεκτρικά ανοίγει και το μικρό παράθυρο στο πίσω «παρμπρίζ». (photo credit Νίκος Καρανικόλας/Andro).

Σε αυτό το αρχοντικό περιβάλλον λοιπόν βολέψαμε, εκείνη τη βροχερή Πέμπτη, ο φωτογράφος Νίκος κάμερες, φακούς, τριπόδια και μια σκάλα, και ο γράφων την οδοντόβουρτσά του κι ένα αδιάβροχο, για τη διήμερη επίσκεψη στο La Tour Melas, το boutique οινοποιείο του Κύρου Μελά, στον Αχινό.

Η διαδρομή ως τη Λαμία πέρασε χωρίς να το καταλάβουμε, αλλά και χωρίς να γίνει ποτέ ανιαρή, μιας «και η βρόχα έπεφτε ράι θρου», που τραγούδαγε κι ο βάρδος. Η X 250 d ωστόσο ταξίδευε ακλόνητη, με το cruise control σταθερά στα 130 km/h. Χωρίς υποψία γλιστρήματος ή, χειρότερα, υδρολίσθησης από τα ελαστικά 255/60 R18, στη συγκεκριμένη έκδοση Progressive, που συνιστούν ιδανικό συμβιβασμό για την τυπική χρήση ενός τέτοιου αυτοκινήτου, και χωρίς να χρειαστεί η μηχανική –και εν κινήσει, από τον περιστροφικό διακόπτη στο ταμπλό– εμπλοκή της τετρακίνησης 4MATIC.

Σε τέτοιους ρυθμούς, ο γνωστός και δοκιμασμένος 4κύλινδρος πετρελαιοκινητήρας 2.3 με το διπλό turbo, που βασίζεται περισσότερο στην ροπή των 450 Nm, μεταξύ 1.500 και 2.500 στροφών, και λιγότερο στη, διόλου αμελητέα βέβαια, ισχύ των 190 ίππων, στις 3750 στροφές, και συνδυάζεται εδώ με το 7άρι αυτόματο κιβώτιο 7G-Tronic, δουλεύει ξεκούραστα και, κυρίως, αθόρυβα.

Ναι, διασκεδάσαμε με την Χ-Class. Γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε; (photo credit Νίκος Καρανικόλας/Andro).

Παρενθετικά, η X-Class βγαίνει με τον ίδιο κινητήρα, αλλά με 163 άλογα, ως X 220 d και X 220 d 4MATIC, ενώ, αν τα 190 άλογα της X 250 d δεν είναι αρκετά (που είναι, λέμε, μην είστε πλεονέκτες) μέσα στη χρονιά θα ακολουθήσει και μια X 350 d με 3λιτρο πετρελαιοκινητήρα V6 από την ίδια τη Mercedes.

Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την απουσία αεροδυναμικών θορύβων ή κύλισης, για τέτοιο βέβαια σχήμα και αυτοκίνητο, ίσως είναι το ουσιαστικότερο επίτευγμα των μηχανικών της Mercedes. Διότι, στο ταξίδι, μια X-Class είναι πιο πολιτισμένη από ένα Navara. Η δε κατανάλωση, παρά τη συνεχή βροχή, δεν ξεπέρασε τα 9 lt/100 km. Για τους λάτρεις δε των επιδόσεων, η X 250 d 4MATIC, πάση δυνάμει ή με flank speed, που λέμε στα βαπόρια, επιταχύνει στα 100 km/h, από στάση, σε 11,8” καθ’ οδόν προς μια τελική ταχύτητα που ακουμπά τα 180 km/h.

Σε αγροτικούς ή δασικούς δρόμους, όσο λασπωμένοι και εγκαταλελειμμένοι κι αν είναι, η Χ 250 d δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα. Άντε σε καμιά πολύ λασπωμένη ανηφοριά να επιλέξεις την τετρακίνηση 4Η. (photo credit Νίκος Καρανικόλας/Andro).

Για να επισκεφτεί, που λέτε, κάποιος τον Πύργο Μελά, ακολουθεί την καινούρια χάραξη της εθνικής οδού μετά τη Λαμία, που παρακάμπτει τη Στυλίδα, και βγαίνει στην έξοδο προς Αχινό. Από εκεί, ακολουθεί την επαρχιακή οδό προς τα πίσω, μέχρι να φτάσει στο χωριό Αχινός, και στη συνέχεια κατευθύνεται προς την Παλαιοκερασιά, στον δρόμο προς την οποία υπάρχει σηματοδότηση “La Tour Melas”. Στο κάτω-κάτω, ρωτώντας πας παντού, πόσο μάλλον σε κοτζάμ πύργο…

Όπου, μετά από μια θερμότατη υποδοχή, από τον οικοδεσπότη Κύρο και την πυργοδέσποινα μητέρα Μελά, κι ένα γεύμα δίπλα στο σπηλαιώδες τζάκι, συνοδεία ενός ποτηριού από το εξαίρετο –και σε ιδανική θερμοκρασία για την περίσταση– κόκκινο Cyrus One, μιας και η βροχή είχε επιτέλους σταματήσει, είπαμε να πάμε να δούμε τι κάνει η X-Class στο χώμα –στη λάσπη μάλλον– και να κάνουμε και μια περιήγηση στη γύρω περιοχή.

Τα ερείπια της αρχαίας πόλης, στις αρχές του 19ου αιώνα, σε γκραβούρες των περιηγητών Simone Pomardi (πάνω) και Edward Dodwell. (photo credit Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη).

Σε αγροτικούς ή δασικούς δρόμους λοιπόν, όσο λασπωμένοι κι αν είναι οι πρώτοι ή εγκαταλελειμμένοι οι δεύτεροι, η Χ 250 d δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα. Άντε σε καμιά πολύ λασπωμένη ανηφοριά να επιλέξεις την τετρακίνηση 4Η. Την οποία πάντως, αν η διαδρομή περιλαμβάνει κλειστές στροφές, κοιτάς να ξε-επιλέξεις με την πρώτη ευκαιρία μιας και, όπως όλα τα παρόμοια συστήματα με μηχανική εμπλοκή τετρακίνησης και χωρίς κεντρικό διαφορικό (που υπάρχει όμως ως έξτρα), σε τέτοιες συνθήκες «κουρδίζει».

«Κοντά» πάντως (κοντές σχέσεις δηλαδή, 4LO) δεν βάλαμε ποτέ. Ούτε καν σ’ εκείνο το επικλινές χωράφι με το μουσκεμένο γρασίδι (“green ice” το λένε αυτό οι αγγλοσάξονες) απ’ το οποίο η X-Class βγήκε αλώβητη, παρά τα προσανατολισμένα στην άσφαλτο λάστιχά της. Η τεχνική πάντως σε τέτοιες περιπτώσεις είναι να είσαι εγκρατής με το γκάζι και σε καμία περίπτωση να μην επιτρέψεις στους τροχούς να σπινάρουν γιατί, ειδικά με φορτωμένο αυτοκίνητο, κινδυνεύεις έτσι να βυθιστείς στη λάσπη μέχρι τις κουπαστές.

Στη διάρκεια της υπόλοιπης μέρας, προλάβαμε να επισκεφτούμε και τον Αχινό που είναι χτισμένος στην περιοχή του αρχαίου Εχίνου (ή Εχινούντος), πόλης οι γραπτές μαρτυρίες για την οποία ανάγονται στον 5ο αι. π.Χ. Σύμφωνα δε με τον Δημοσθένη, ο Εχίνος ιδρύθηκε από τους Θηβαίους την περίοδο της ηγεμονίας τους, στην πραγματικότητα όμως θα πρέπει εκείνοι απλώς να επέκτειναν οικισμό που προϋπήρχε. Τα αρχαιότερα πάντως ίχνη κατοίκησης στην περιοχή ανάγονται στη Μέση Εποχή του Χαλκού.

Αργότερα, όταν ο Φίλιππος ο Μακεδών, καλή ώρα, κατέβηκε στην περιοχή, αναγνωρίζοντας τη στρατηγική σημασία της πόλης, την… απαλλοτρίωσε από τους Φθιώτες και την παραχώρησε στους συμμάχους του Μαλιείς, έτσι ώστε να διευκολύνει τις διελεύσεις του προς τα νότια. Τον 3ο αι. π.Χ. ο Εχίνος κατέληξε στους Αιτωλούς, ενώ, περί τα μέσα του 2ου αι. π.Χ., καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους.

Στη διάρκεια της Φραγκοκρατίας, η πόλη ήταν φέουδο αρχικά της Βαρονίας του Ζητουνίου (της Λαμίας δηλαδή) και αργότερα του Δουκάτου των Αθηνών (της Καταλανικής Εταιρείας). Η οχύρωση της Φραγκοκρατίας αποτελεί συμπλήρωση του αρχαίου τείχους του 4ου αι. π.Χ. το οποίο φαίνεται πως δέχτηκε αρκετές προσθήκες στη ιστορία του.


Διαβάστε ακόμα: Νέα Mercedes-Benz S-Class. Στο μεταξύ, σ’ έναν άλλο κόσμο, όχι πολύ μακριά από εδώ…


Αναζητώντας την αρχαία ακρόπολη, στον λόφο πάνω από τον Αχινό, στους πρόποδες της Όθρυος, που δυστυχώς δεν σώζεται (η αρχαία ακρόπολη, η Όθρυς μια χαρά σώζεται), παρατηρήσαμε και κάποια ερείπια μεσαιωνικού, ή βυζαντινού κάστρου, με το σημαντικότερο απ’ αυτά να είναι ένας διώροφος, τετράγωνος βυζαντινός πύργος, σε σχετικά καλή κατάσταση, που ανήκει σήμερα στην οικογένεια Μελά.

Σε γενικές γραμμές πάντως, η ευρύτερη περιοχή, αν εξαιρέσεις τα παραπάνω και τον γραφικό –και πολύ πιο ήσυχο μετά την παράκαμψή του από τον καινούριο δρόμο– Καραβόμυλο, δεν έχει τίποτε ουσιαστικά αξιοσημείωτο. Αυτό που όμως είναι πραγματικά αξιοθέατο είναι ο ίδιος ο Πύργος Μελά.

Έχοντας λοιπόν κάνει και τη de riguer φωτογράφηση με το που πέφτει το φως, για την οποία ζουν και πεθαίνουν οι φωτογράφοι, επιστρέψαμε στο κτήμα, στα υπέροχα δωμάτια του οποίου φιλοξενηθήκαμε. Δωμάτια, εκτός από τα δικά μας “Merlot” και “Cabernet” στην «πλατεία» του κτήματος, δίπλα στο εμφιαλωτήριο, το κελάρι και τον χώρο υποδοχής, υπάρχουν δε και στον ίδιο τον πύργο.

Η X-Class θέτει νέα σημεία αναφοράς, και σε ποιότητα, και σε ασφάλεια, και σε εξοπλισμό, και σε καινοτομία concept, στην κατηγορία των αγροτικών. Δεν είναι βέβαια το πλέον προσιτό διπλοκάμπινο, αλλά το τριάκτινο αστέρι είναι μάλλον αρκετό για να δικαιολογήσει τη διαφορά σε τιμή από τα αγροτικά του συρμού. (photo credit Νίκος Καρανικόλας/Andro, Κύρος Μελάς).

Με την ευκαιρία, λίγα λόγια εδώ για τον Πύργο Μελά και την παραγωγή του. Η ιστορία ξεκίνησε το 1999 όταν ο 35χρονος τότε Κύρος Μελάς αποφάσισε να φυτέψει αμπέλια στο μεγάλο κτήμα με ελιές που ανήκε στην οικογένεια από τη δεκαετία του ’60, όταν αυτή πρωτοήρθε στον Καραβόμυλο, για καλοκαιρινές διακοπές, από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.

Δυο χρόνια αργότερα, το 2001, αμπέλια ήρθαν από τη Γαλλία και φυτεύτηκαν σε 110 περίπου επικλινή στρέμματα, περιστοιχισμένα από λιόδεντρα και βελανιδιές, σε υψόμετρο 180 μ. και με νοτιοανατολικό προσανατολισμό, με συνέπεια τα αμπέλια αφενός να δροσίζονται από τη θαλάσσια αύρα του Μαλιακού στη διάρκεια της ημέρας, και αφετέρου να διατηρούνται σε σταθερή θερμοκρασία τη νύχτα, όντας προστατευμένα από τους γύρω λόφους. Οι συνθήκες αυτές φαίνεται πως διαμορφώνουν το ιδανικό μικροκλίμα για τα αμπέλια Cabernet Franc, Merlot και Petit Verdot του κτήματος.

Το La Tour Melas είναι στην ουσία ένα boutique οινοποιείο που παράγει περίπου 160.000 μπουκάλια κρασιού τον χρόνο.

Το 2001, αμπέλια ήρθαν από τη Γαλλία και φυτεύτηκαν σε 110 περίπου επικλινή στρέμματα, περιστοιχισμένα από λιόδεντρα και βελανιδιές, σε υψόμετρο 180 μέτρων. (photo credit Νίκος Καρανικόλας/Andro).

Ο δε μεγάλος, κυλινδρικός πύργος που δεσπόζει στην περιοχή, κύριο χαρακτηριστικό και «σήμα κατατεθέν» του κτήματος, ολοκληρώθηκε το 2004, με μια αρχιτεκτονική που θυμίζει μεσαιωνικό κτίσμα, και είναι χτισμένος πάνω από τη στέρνα η οποία είχε αρχικά κατασκευαστεί στην κορυφή του λόφου για να συγκρατεί το νερό που ποτίζει τα αμπέλια.

Όπως αναφέρθηκε και στην εισαγωγή, το La Tour Melas είναι στην ουσία ένα boutique οινοποιείο που παράγει περίπου 160.000 μπουκάλια κρασιού τον χρόνο (συγκριτικά, ένα μεγάλο οινοποιείο, όπως αυτό του Γιώργου Σκούρα, για παράδειγμα – δείτε εδώ το προηγούμενο οδοιπορικό, εμφιαλώνει περί τις 800.000 φιάλες τον χρόνο).

Τέσσερις είναι οι «ετικέτες» του Πύργου Μελά: τα κόκκινα “La Tour Melas”, 45% Merlot και 55% Cabernet Franc, που είναι και το «μεγάλο κρασί» του κτήματος, «Παλιές Ρίζες», ένα Aγιωργίτικο που καλλιεργείται στα αμπέλια του κτήματος στη Νεμέα, “Cyrus One”, 15% Αγιωργίτικο, 25% Cabernet Franc και 60% Merlot, και το ροζέ Idylle.

Η X 250 d, στο τέλος μιας γεμάτης μέρας, με φόντο το Καλλίδρομο, τη Γκιώνα και την Οίτη. Οι φωτογράφοι ζουν και πεθαίνουν για τέτοιες λήψεις… (photo credit Νίκος Καρανικόλας/Andro).

Πίσω και πάλι στην X-Class. Στην επιστροφή για την Αθήνα, που περιλάμβανε και μερικά χιλιόμετρα εκτός εθνικής, και έγινε αβρόχοις τροχοίς, είχαμε την ευκαιρία να αξιολογήσουμε καλύτερα τα οδηγικά χαρακτηριστικά της X 250 d. Αυτό, από μια ευρύχωρη καμπίνα, με πλούσιο εξοπλισμό, και μια θέση οδήγησης που, όπως άλλωστε με κάθε Mercedes, βολεύει κάθε σωματότυπο, ακόμη και αγροτικό τοιούτο, εν προκειμένω. Εντάξει, το ότι το τιμόνι ρυθμίζεται μόνο σε απόσταση (όχι δηλαδή σε ύψος) ξενίζει λίγο στην αρχή, αλλά αυτό μόνο στο μυαλό, όχι σε ουσία, αν καταλαβαίνετε τι εννοώ.

Παρόλο λοιπόν που η X-Class πατάει πάνω σε σασί τύπου «σκάλας», τα υπόλοιπα –όπως άλλωστε και η εμπρός όψη της– θυμίζουν μεγάλο SUV. Από τα δισκόφρενα και στους πίσω τροχούς (αν δεν κάνω λάθος, όλα τα «αγροτικά» πλην του V6 Amarok έχουν ταμπούρα πίσω), μέχρι την εξελιγμένη ανάρτηση, με αμορτισέρ της Tenneco, πολλαπλών συνδέσμων πίσω, η οποία περιορίζει, αν όχι εκμηδενίζει, τις αναπηδήσεις του πίσω άξονα – μελανό σημείο των αγροτικών, ειδικά όταν είναι ξεφόρτωτα. Μιλώντας δε για φορτίο, η X 250 d μπορεί να κουβαλήσει ενάμιση τόνο και να ρυμουλκήσει τρεισήμισι.

Προφανώς και δεν περιμένεις σπορ αντιδράσεις από ένα τέτοιο αυτοκίνητο. Η X 250 d όμως, όταν συνηθίσεις το μάλλον ελαφρύ τιμόνι και βασιστείς στην πρόσφυση των καλών Continental, διαθέτει αυτή την, ας πούμε, αρχοντική, επιβλητική συμπεριφορά που θυμίζει μεγάλα αμερικάνικα pick-up, χωρίς τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις και τις επακόλουθες τρύπες στο όζον που χαρακτηρίζουν εκείνα. Με την αφορμή, η X-Class δεν προορίζεται για την αγορά των ΗΠΑ – παραείναι μικρή για εκεί.

Η X-Class συνιστά νέο σημείο αναφοράς, και σε ποιότητα, και σε ασφάλεια, και σε εξοπλισμό, και σε καινοτομία concept, στη συμπαθή και αναξιοπάσχουσα κατηγορία των διπλοκάμπινων pick-up.

Το Andro φιλοξενήθηκε στα δωμάτια “Merlot” και “Cabernet”, στην «πλατεία» του κτήματος. (photo credit Νίκος Καρανικόλας/Andro).

Επίσης προφανώς, η X-Class δεν είναι ο Μεσσίας των αγροτών (αυτός ίσως είναι ο Βαγγέλης ο Μπούτας), ούτε βέβαια το πλέον προσιτό τέτοιο αυτοκίνητο –ένα αυτοκίνητο από τη Mercedes δεν είναι ποτέ φτηνό, είναι προσιτό– αν και για πολλούς αυτό το τριάκτινο αστέρι θα είναι υπεραρκετό για να δικαιολογήσει την αναμενόμενη διαφορά σε τιμή από τα αγροτικά του συρμού.

Ανεβάζοντας όμως τον πήχη, συνιστά νέο σημείο αναφοράς, και σε ποιότητα, και σε ασφάλεια, και σε εξοπλισμό, και σε καινοτομία concept, στη συμπαθή και αναξιοπάσχουσα (μιας και το ελληνικό κράτος, εν τη αναμφιβόλω σοφία του, απαγορεύει την αγορά τέτοιων αυτοκινήτων από κανονικούς ανθρώπους – δείτε παρακάτω) κατηγορία των διπλοκάμπινων pick-up – με την αφορμή, η X-Class βγαίνει μόνο διπλοκάμπινη.

Κι έπειτα, είναι και αυτή η αύρα του σκληροτράχηλου, ψημένου, έτοιμου για όλα, αλλά, παρά ταύτα, ευκατάστατου χειρώνακτα την οποία προσδίδει ένα τέτοιο αυτοκίνητο, μ’ ένα τέτοιο σήμα στη μάσκα. Πετάχτηκα, για παράδειγμα, μια μέρα στον κιγκαλερίστα του χωριού για ν’ αγοράσω μια βίδα, μια ροδέλα, ή κάτι τέτοιο, γιατί έτρεχε το καζανάκι, κι όλοι στο parking είχαν μείνει με ανοιχτό το στόμα. Ένας μάλιστα φώναξε: «ωραιαμάξρε!».

Το La Tour Melas του Κύρου Μελά είναι ένα boutique οινοποιείο που παράγει περίπου 160.000 μπουκάλια κρασιού τον χρόνο, από 110 στρέμματα, σε τέσσερις «ετικέτες». Ο πύργος δεσπόζει στην περιοχή και είναι «σήμα κατατεθέν» του κτήματος. Μπορεί κανείς να φιλοξενηθεί σε μεγάλα, εντυπωσιακά προσεγμένα δωμάτια, χτισμένα μέσα στον βράχο, αλλά και στον ίδιο τον πύργο. (photo credit Νίκος Καρανικόλας/Andro).

Σύμφωνα πάντως με τη Mercedes-Benz Ελλάς, το «πιστοποιητικό συμμόρφωσης» της X-Class, όπως επίσης και η έγκριση τύπου της, είναι κατηγορίας Ν1, επαγγελματικού δηλαδή οχήματος μικτού βάρους έως 3,5 τόνων. Συνεπώς, μια X-Class μπορεί να ταξινομηθεί ως επαγγελματικό αυτοκίνητο (για αγρότες, ελεύθερους επαγγελματίες με επιτήδευμα που να δικαιολογεί τη χρήση pick-up κ.λπ.). Έτσι, το Ειδικό Τέλος Ταξινόμησης (ΕΤΤ) ανέρχεται στο 8% της λιανικής τιμής προ φόρων, ενώ εκπίπτει ο Φ.Π.Α. Τα τέλη κυκλοφορίας δε της X 250 d είναι €105.

Εν πάση περιπτώσει, αν ποτέ (όταν μάλλον, εδώ επιτράπηκε κοτζάμ πετρελαιοκίνηση) αλλάξει το «νομικό πλαίσιο» που διέπει την αγορά διπλοκάμπινων pick-up στην Ελλάδα, το όνομά μου θα βρεθεί ψηλά στη λίστα. Διότι ποτέ δεν ξέρεις τι είδους απομακρυσμένους, ανεξερεύνητους, παρθένους, υπό ανάπτυξη τόπους θα χρειαστεί να επισκεφτείς, με αξιοπιστία, ποιότητα, ασφάλεια, ανέσεις και στυλ.

Αν πάντως η αναφορά στην X-Class σάς κέντρισε το ενδιαφέρον, δείτε περισσότερα για την «Mercedes των pick-up» εδώ. Και αν αγαπάτε το καλό κρασί, διαβάστε περισσότερα για τον Πύργο Μελά εδώ. Ακόμη καλύτερα, κανονίστε μια επίσκεψη.

Αν ποτέ αλλάξει το «νομικό πλαίσιο» που διέπει την αγορά τέτοιων αυτοκινήτων, το όνομά μας θα βρεθεί ψηλά στη λίστα. Διότι ποτέ δεν ξέρεις τι είδους απομακρυσμένους, ανεξερεύνητους τόπους θα χρειαστεί να επισκεφτείς, με αξιοπιστία, ποιότητα, ασφάλεια, ανέσεις και στυλ. (photo credit Νίκος Καρανικόλας/Andro).

 

Διαβάστε ακόμα: Με τη Mercedes-Benz στους δρόμους του κρασιού: στο Κτήμα Σκούρα οδηγούμε τη νέα E-Class Coupé.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top