Kάποτε με φωτογραφικές μηχανές, τώρα με smartphones (φωτογραφία: από την ταινία του Άλφρεντ Χίτσκοκ Rear Window).

Με αφορμή την προσπάθεια φίλου να μου δείξει προ ημερών στο τηλέφωνό του μια φωτογραφία, κουνώντας νευρικά το δάχτυλό του πάνω-κάτω, αναθεματίζοντας την τεχνολογία και τις χιλιάδες άχρηστες φωτογραφίες που υπήρχαν εκεί μέσα, θυμήθηκα ότι, τις δεκαετίες του ’60, ’70 και ’80, υπήρχε, μεταξύ άλλων, η συμβουλή: «Aν θέλετε να μην πέσουν τα παιδιά σας στα ναρκωτικά, βάλτε τους το μικρόβιο της φωτογραφίας. Δεν θα τους περισσεύουν χρήματα για οτιδήποτε άλλο».

Το «ταξίδι» ξεκινούσε με την αγορά μιας φωτογραφικής μηχανής. Ρωσικές (οι φτηνές), ιαπωνικές (οι ακριβούτσικες), δυτικογερμανικής ή σουηδικής προέλευσης (οι απλησίαστες). Με στάνταρ 50ρηδες φακούς οι περισσότερες, όπου, την άλλη μέρα, σκεφτόσουν πού θα βρεις τα χρήματα για να αγοράσεις τα παρελκόμενα.

Φακοί, φλας, motor-drive (ό,τι χειρότερο, μιας και ξόδευες το φιλμ σε δευτερόλεπτα), φίλτρα, τρίποδο, slide-projector(sic), ντεκλανσέρ και (κρυφό όνειρο) η δημιουργία εμφανιστηρίου, συνήθως εγκατεστημένου σε κάποιο μικρό μπάνιο, το οποίο θα μύριζε εφεξής μονίμως ξύδι και θα εμφάνιζε αποκλειστικά ασπρόμαυρες φωτογραφίες.

Aποτυπώνοντας τις στιγμές με μια Polaroid.

Οι ώρες και τα χρήματα που ξοδεύτηκαν στην ιδέα της φωτογραφίας, έγιναν σκόνη και θρύψαλα με την ψηφιοποίησή της.

Υπήρχαν και πιο φτηνές μηχανές, όπως η Polaroid ή η Kodak Instamatic π.χ.,  οι οποίες όμως χρησιμοποιούσαν ειδικά φιλμ (που παρήγαγαν οι ίδιες εταιρείες) και φλας μιας χρήσης, οπότε ό,τι γλίτωνες από την αγορά, τα πλήρωνες σε (όχι καλή) ποιότητα και σε αναλώσιμα (σας θυμίζει κάτι;).

Η Kodak είχε την πρωτοτυπία της bonus photo που ήταν μια μικρότερη φωτογραφία τυπωμένη στο ίδιο χαρτί πλάι από την κανονική. Η Polaroid ήταν η απάντηση στη λύσσα του να δεις οπωσδήποτε τη φωτογραφία αμέσως μετά – μετά από κανένα τέταρτο δηλαδή.

Πατήρ, υιός και εγγονή. Με χρονική απόσταση καμιά 80ριά χρόνια και κοινό παρονομαστή το μικρόβιο. Και τη Roleiflex.

Όσο για το κεφάλαιο «ερασιτεχνικός κινηματογράφος» τι να πρωτοπούμε; Εκεί, ο λογαριασμός, ειδικά σε σχέση με το αποτέλεσμα, σε έβγαζε τελείως εκτός προϋπολογισμού (και ρούχων). Ακριβές μηχανές, ακριβά φιλμ (8mm και super 8mm) τα οποία είχαν τρίλεπτη διάρκεια και έναν-δυο μήνες αναμονή για να τα δεις, αφού ταξιδεύαν στη Γερμανία για να εμφανιστούν.

Όταν δε προμηθευόσουν τη μηχανή προβολής, είτε κάποιου φίλου είτε την αγόραζες (μέγα λάθος), πολλές φορές ανακάλυπτες ότι είχες ξεχάσει να βγάλεις το καπάκι του φακού και όλη η «ταινία»  (και το χρήμα) πήγαινε στράφι. Οι βιντεοκάμερες των ‘80s κάπως διόρθωσαν το οικονομικό κομμάτι, αλλά από ποιότητα…

Οι ώρες και τα χρήματα που ξοδεύτηκαν στην ιδέα της φωτογραφίας, όπως φυσικά και οι υστερόβουλες σκέψεις όταν φωτογραφίζαμε κάποια που δεν την βλέπαμε απλώς σαν μοντέλο, έγιναν σκόνη και θρύψαλα με την ψηφιοποίησή της.

Τα «μολών, λαβέ» που αρχικά είπαμε για τις αναλογικές μας μηχανές και η περιφρόνηση που αισθανθήκαμε για όσους χρησιμοποιούσαν τις πρώτες –αξιολύπητες είναι η αλήθεια– compact ψηφιακές κάμερες δεν άργησαν να καμφθούν όταν οι κατασκευαστές είδαν το ψηφιακό «τσουνάμι» να έρχεται· όποιος δεν το είδε υπέστη τις συνέπειες.

Την τεχνολογία, που μέχρι την αρχή του αιώνα είχε μια εξέλιξη την οποία μπορούσες να παρακολουθήσεις, τώρα απλώς δεν την προλαβαίνεις.

Γι αυτά και για άλλα πολλά, όσοι ασχοληθήκαμε με τη φωτογραφία, ερασιτεχνικά τον προηγούμενο αιώνα, αισθανόμαστε σαν παλιοί κομμουνιστές: προδομένοι. Διότι σήμερα, μ’ ένα μέτριο κινητό βγάζεις φωτογραφίες που παλιότερα μόνο οι σούπερ επαγγελματίες, και με εξοπλισμό που κόστιζε μια περιουσία, είχαν τη δυνατότητα να το κάνουν. Μ’ έναν δε πολύ καλό γυρίζεις και το «Λώρενς της Αραβίας» (αν είσαι ο David Lean).

Το χειρότερο είναι ότι την τεχνολογία, που μέχρι την αρχή του αιώνα είχε μια εξέλιξη την οποία μπορούσες να παρακολουθήσεις, τώρα απλώς δεν την προλαβαίνεις. Και μιλάω για πολυεθνικούς κολοσσούς, όπως οι Nikon, Sony, Canon κ.ά., που βλέπουν ότι, έστω και με τις εκπληκτικές μηχανές και φακούς που παράγουν, τα «έξυπνα τηλέφωνα» έχουν τη μερίδα του λέοντος. Κι ας τις ανταγωνίζονται σε τιμές.

Oσα ηλιοβασιλέματα κι αν τραβήξεις με το κινητό σου, επαγγελματίας δεν γίνεσαι (φωτογραφία: ting.blog).

Είναι αλήθεια ότι τα smartphone έχουν αντικαταστήσει από στερεοφωνικά και βιντεοκάμερες έως Filofax και ταξιδιωτικά ξυπνητήρια (τι θυμήθηκα) και έχουν απλουστεύσει τη ζωή μας όσο καμία άλλη εφεύρεση, αρκεί να τρέφονται καθημερινά από μια πρίζα. Άσε που μπορείς να τηλεφωνείς κιόλας…

Τα δε εκατοντάδες δωρεάν, ή όχι, προγράμματα επεξεργασίας φωτογραφίας σού δίνουν τη δυνατότητα να κάνεις κυριολεκτικά ό,τι μπορείς να φανταστείς – και αν δεν διαθέτεις φαντασία, δεν πειράζει, έχουν αυτά για σένα.

Με τις χιλιάδες ψηφιακές φωτογραφίες που βγάζουμε (αφού δεν υπάρχει κανένα κόστος) δημιουργήσαμε έναν κορεσμό, όπως και σε ό,τι άλλο υπάρχει σε αφθονία.

Με τις χιλιάδες ψηφιακές φωτογραφίες που βγάζουμε (αφού δεν υπάρχει κανένα κόστος) δημιουργήσαμε έναν κορεσμό, όπως και σε ό,τι άλλο υπάρχει σε αφθονία. Το ίδιο άλλωστε δεν κάναμε και με τη μουσική, με τα βιβλία, με τις ταινίες; Τι να πρωτακούσουμε, τι να διαβάσουμε, τι να παρακολουθήσουμε;

Πέθανε λοιπόν το φιλμ; Ούτε που να σας περάσει από το μυαλό. Οι περισσότεροι σκηνοθέτες χρησιμοποιούν φιλμ για τις ταινίες τους και αυτό κάτι λέει. Οι επαγγελματίες φωτογράφοι, ακόμη και νέοι, το ίδιο. Πόση ζωή έχει ακόμα το φιλμ; Απ’ ό,τι φαίνεται αρκετή. Μπορεί να κοστίζει παραπάνω, αλλά αξίζει κάθε τόσο να ξεσκουριάζουμε τις παλιές μηχανές – σαν να βάζουμε ένα βινύλιο στο πικάπ.

H φωτογραφία αυτή (μεγέθους 2 x 3,5μ.) του Andreas Gursky άλλαξε χέρια προς $4,3 εκατομμύρια. Απεικονίζει τον Ρήνο. Και δεν χρειάστηκε ούτε καν να ταξιδέψει. Δίπλα μένει (photo A. Gursky).

Βέβαια, το ότι φωτογραφίζουμε όπου βρεθούμε κι όπου σταθούμε δεν σημαίνει ότι όλοι θα γίνουμε Newton ή Leibovitz. Όσα ηλιοβασιλέματα κι αν φωτογραφίσουμε και απ’ όπου κι αν τα φωτογραφίσουμε. Η δόξα (και το χρήμα) θα πάει σε αυτούς που (πώς να το κάνουμε;) όλο και κάτι παραπάνω ξέρουν.

Όπως, για παράδειγμα, ο κ. Andreas Gursky (δεν ξέρω πόσοι τον γνωρίζετε) που, για κάποιον λόγο, πούλησε αυτή τη φωτογραφία προς $4,3 εκατ.(!) το 2011. Η οποία, με μέγεθος 2 x 3,5μ. (τις τυπώνει λίγο μεγάλες), αντιστοιχεί σε $600.000 και κάτι ψιλά το τετραγωνικό. Απεικονίζει τον ποταμό Ρήνο. Και δεν χρειάστηκε ούτε καν να ταξιδέψει. Δίπλα μένει.

Φανατικοί του ηλιοβασιλέματος από την Οία, ενωθείτε! Τα όπλα παρά χείρα!

 

Διαβάστε ακόμα: Η απελευθερωμένη γύμνια των γυναικών του φωτογράφου Saul Leiter.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top