«Έλα εδώ. Δεν γίνεται, πάνω στο ταξίμι, να μην σου γλείφω τα βυζιά’», μου λέει ο Γ. κι εγώ, σαν καλή τίγρισσα, σκύβω προς το κεφάλι του και αφήνομαι στην απαλή του γλώσσα, καθώς ένα μπουζούκι παραληρεί, φερμένο στο σπίτι μου από δεκαετίες παλιές, τότε που η μουσική του γραφόταν με εμένα αγέννητη, αγάμητη, ανηδόνιστη ακόμα. Οι τρομερές συναντήσεις μας με την παλιά και την αρχαία τέχνη είναι που μου δίνουν συχνά δύναμη να συνεχίζω να γράφω και να τραγουδώ: μόνο η ιδέα πως ένα γραφτό μου θα συναντήσει (και θα χρησιμεύσει σε) ένα πλάσμα στα ντουζένια του, καθώς από εμένα δεν θα υπάρχει ούτε κοκαλάκι, με κάνει να αναριγώ. Τόσο φαντασμένη εγωίστρια είμαι-αν εσείς είστε πιο φιλοσοφημένοι και ασχολείστε μόνο με το τώρα σας, εύγε.
Κι εγώ ασχολούμαι με το τώρα μου. Το αγαπημένο μου ‘’τώρα’’ είναι το τελετουργικό του πηδήματος που, βεβαίως, έχει πριν, έχει τώρα και έχει και μετά. Σε όλα του τα στάδια, από το πρώτο πλησίασμα και την κορύφωση όπως την αντιλαμβάνονται τα μέρη μέχρι το αμφοτεροβαρές αποκάμωμα αντικριστά με θέα κάποιο ταβάνι ή μια οθόνη, ο ήχος παίζει σημαίνοντα ρόλο.
Οι αληθώς μαγικοί ήχοι του σεξ παράγονται από την μικρή συμφωνική ορχήστρα* που εγκιβωτίζεται εντός των κορμιών των εραστών. Τα ‘’αχ’’ και τα ‘’βαχ’’ μας, οι βαριές αναπνοές (μιας που εν αρχή ην ο Αήρ, ο παραγωγός και προαγωγός της ανάσας, κι έπειτα ο Λόγος που, ουσιαστικά, πρόκειται περί μίας εκπνοής με περιεχόμενο τις λέξεις), τα μουγκρητά, αυτή η μυσταγωγική ρυθμική αγωγή στους κανόνες της οποίας άρρητα υπάγεται η φωνή μας και, παρέα με το κορμί που φτερουγάει ή πάλλεται ή τρέμει ή πηγαινοέρχεται ορμητικά, συντονίζεται και εξαίρει με βρυχηθμούς και ουρλιαχτά την χορογραφία του γαμησιού.
Το έχω πει και ξαναματαπεί: θεέ μου, είθε να μην εισέλθει στο κορμάκι μου ποτέ (ξανά) εραστής του βωβού κινηματογράφου, γαμιάς της μουγγής ώρας, αμίλητο νερό και τα τοιαύτα. Η σιωπή είναι για μένα (και για κάθε μουσικό ή τραγουδιστή, οπωσδήποτε) ήχος, οπότε όταν υφίσταται οφείλει να έχει, κατά την άποψή μου, την λειτουργία της. Ένα αμείλικτα σιωπηλό γαμήσι ανάμεσα σε δυο αγαπημένους και ερωτευμένους που μέχρι πριν λίγο τσακώνονταν μπορεί να είναι ό, τι πιο ερεθιστικό.
Απόλυτη, κρυστάλλινη σιωπή που, στον κίνδυνο και μιας μόνο δυνατότερης έκφρασης της απόλαυσης μέσω ήχου, κινδυνεύει να σπάσει και να θρυψαλλιαστεί. Οι σιωπηλοί-από άποψη- εραστές που μπορεί να επιφυλάξουν μια ακριβή τους κουβέντα μετά τον τερματισμό κάνουν για δέκα εκφραστικούς. Οι σιωπηλοί-από αμηχανία-εραστές με αποσύρουν από τις κορυφές των αισθήσεών μου και, πλαδαρά, με απλώνουν σα βουτυράκι στους πρόποδές τους. Μισοκαυλώνω, μισοχύνω, μισογουστάρω και, σε κάθε περίπτωση, δεν μου είναι και τρελά άνετο ή ευχάριστο να φωνάζω και να βαριαναστενάζω μοναχιά μου.
Νομίζω ότι, κάτω από την βαριά μπότα της δικτατορίας της τσόντας, έχουμε φοβηθεί και τα ίδια μας τα χούγια. Δεν κάνουμε οτιδήποτε μπορεί να θυμίσει στον/στην παρτενέρ μας κάτι τσοντίστικο, ίσως φοβούμενοι την κρίση του/της ή ανησυχώντας ακόμα και για το πώς θα φανούμε εμείς οι ίδιοι στα δικά μας μάτια. Ανησυχούμε μην γλιστρήσουμε στο χείλος της γελοιότητας, μην μοιάσουμε παλιάτσοι και γραφικοί. Θα πω, εδώ, ότι η σοβαροφάνεια είναι σαφέστερα γελοιότερη από την γελοιότητα-αν και δεν θεωρώ ότι είναι γελοίο πράγμα η ελεύθερη έκφραση. Να εκφράσουμε με λέξεις αυτό που θέλουμε να πούμε, να φωνάξουμε, να κορυφώσουμε ως άνθρωποι με τα αντίστοιχα ντεσιμπέλ…Τι, όχι;
Αλλά, όσο λάτρης του Λόγου και να είμαι (Λόγος πάνω στο γαμήσι ισοδυναμεί και με ζωώδη μουγκρητά, βρυχηθμούς, ήχους απόκοσμους ζωώδεις, πρωτογονικούς), δεν μπορώ να αφαιρέσω από την εξίσωση τους ήχους των ολόδικών μας κρεάτων. Το λέω έτσι στυγνά και ωμά-πιστέψτε με, στάθηκα αρκετά πάνω από την συγκεκριμένη λέξη, μέχρι να την επιλέξω. Τα αρχίδια που χτυπούν σαν φίνα κρουστά καθώς ο πούτσος μπαινοβγαίνει σε όποια ωπή, τα χέρια που χτυπούν κώλους και μπούτια και μάγουλα, αυτά τα πλαφ και τα πλουφ-τα λατρεύω ιδιαιτέρως μες στο μπάνιο που, κάπως, αντιλαλίζουν, κάτι κάνει ο ήχος τους και γίνεται ακόμα πιο γεμάτος, πιο κρουστός, πιο ογκώδης.
Ο υπέρτατος ήχος (που λάμπει στην σιωπή των στομάτων) που κάνουν οι δυο κοιλιές, καθώς στο ιεραποστολικό, με τα σώματα να έχουν για τα καλά ενωθεί και χωνευτεί το ένα μες στο άλλο, αυτός ο ήχος της ίδιας της ζωής, μού αρκεί καμιά φορά-σε συνδυασμό με ένα κοίταγμα στα μάτια που σκοτώνει στο αδιάκοπο και σχεδόν αβλεφάριστό του-για να πω πως είμαι ευτυχισμένη. Όχι από όποιο κι όποιο σώμα, βεβαίως. Αυτό το συναπάντημα των κοιλιών και των ματιών θέλει κι άλλα, εκτός κλίνης, συμβάντα, ήχους και αισθήματα. Ξέρω κι εγώ; Έτσι νομίζω.
Σε σχέση με την μουσική** και το σεξ, το ωραιότερο πράγμα σχετικά που έχω ακούσει είναι αυτό του Γ. που σας έγραψα στην αρχή αρχή του κειμένου. Μετά το σεξ, η απόλαυση ενός ταξιμιού με τις ρώγες μου στο στόμα του. Μια ακόμα άξια αναφορά στιγμή μαζί του ήταν ότι, μετά το πρωινό ξύπνημά μας (παραδόξως είχα την διάθεση να κοιμηθώ μαζί του!), κάναμε σεξ και, λίγες στιγμές αργότερα, καθένας έβαλε ένα ορχηστρικό κομμάτι που αγαπάει. Τα ακούσαμε αμφότερα ημι-σιωπηλοί πίνοντας καφέ.
Αν ήταν πάντως να στήσω μια ολόκληρη σκηνοθεσία για τους ήχους του έρωτα θα περιελάμβανα οπωσδήποτε τον ήχο του φιλιού (σαν παφλασμός στομάτων), τον ήχο που κάνουν τα ρούχα, τα φερμουάρ, τα κουμπιά όταν αφαιρούνται μάλλον βιαστικά ή και ηδονιστικά αργά για να ξεγυμνωθούν τα σώματα (κούτσικα, ανεπαίσθητα ηχαλάκια, μικρά μωσαϊκά στο ηχοτοπίο της καύλας), τον φελλό από το μπουκάλι κρασί όταν αφαιρείται (σαν προάγγελος κι άλλων αφαιρέσεων ή προσθηκών σε μεθυσμένες ωπές), την πρώτη αναπνοή μετά τους οργασμούς, το στάδιο της απομάκρυνσης των σωμάτων για να ξαναπλησιαστούν σε μια αγκαλιά ή έναν δεύτερο γύρο λίγο μετά…
Κι έχω και συνέχεια: τον ήχο του ντους που ανοίγει όταν ο ένας ή κι οι δύο πάνε να πλυθούν, το θεραπευτικό κατούρημα μετά το πήδημα για να καθαρίσουν οι περιοχές οι επίμαχες, το νερό που γλου γλου γλου κατηφορίζει τον οισοφάγο να δροσίσει την κάψα, την πτώση των σωμάτων ξανά στο κρεβάτι με συνθήκη απο-ερωτικοποιημένη, για παιχνίδι, κουβέντα, ύπνο. Και, στις περιπτώσεις των καπνιστών, το άναμμα τσιγάρου μετά το σεξ, ο ήχος του αναπτήρα και το τσιρτσιριστό κάψιμο του χαρτιού ρουφηξιά την ρουφηξιά, καθώς εκείνος ή εκείνη γέρνει πάνω σου κι εσύ γουστάρεις την ζωή σου που γάμησες, γαμήθηκες ωραία και τώρα καπνίζεις και σε λίγο θα κοιμηθείς και ποιος την γαμεί και την δουλειά το πρωί και την πεζή ζωή την διάσπαρτη υποχρεώσεις και στενέματα.
Το πιο ωραίο πράγμα που έχουν ευτυχήσει τ’ αυτάκια μου να ακούσουν είναι ‘’Μωρή καριόλα, σε λατρεύω’’ και το δεύτερο ωραιότερο ‘’Φάε τον πούτσο μου, καρδούλα μου, σ’ αρέσει;’’. Αυτές οι αντιθέσεις της βαρβαρικής βιαιότητας και της ανείπωτης τρυφερότητας του εραστή, έτσι σε συνδυασμό, σε φιούζιον κατάσταση, με στέλνουν. Με στέλνουν ένα τσακ λιγότερο από ό, τι με στέλνει ο φωναχτός ανδρικός οργασμός, η αγριάδα της φωνής στο ‘’χύνω’’ ή στο ‘’πάρτα’’ ή στο ό, τι γουστάρει το κάθε παλικάρι εν πάση περιπτώσει. Ανείπωτη, αφόρητη χαρά για μένα. Ωραίο πράγμα η φωνή, ωραίο πράγμα η μουσική στον έρωτα, είναι όργανα τα κορμιά μας, είναι έτοιμες μπάντες και, με λίγες πρόβες μόνο, μπορούν να δώσουν συναυλίες αξέχαστες, μοναδικές.
*Ο αέρας που εγκλωβίζεται στον κόλπο, κατά την διάρκεια της διείσδυσης, και εξέρχεται παράγει το περίφημο μουνοκλάνι (άβολη λέξη). Εάν, κύριοι, το έχετε ακούσει, σας λέω εύγε-κάτι κάνατε με μεράκι, θαρρώ, για να κρατήθηκε μέσα εκεί αέρας.
**Δεν μπορώ να επέμβω στα προσωπικά σας γούστα. Εγώ δεν γουστάρω να πηδιέμαι ακούγοντας Τερζή ή μέταλ ή χιπ χοπ. Οτιδήποτε ανατολίτικο, ρυθμικό, αργόσυρτο, σε συνδυασμό με χαμηλό φωτισμό και αργές κινήσεις, είναι το thing μου. Όμως, μου έχει συμβεί να κάνω εξαιρετικό έρωτα ακούγοντας και ψυχεδελικό ροκ ή soul γκρούβες. Ίσως, στο μέλλον, πηδηχτώ με αστροναύτη και ακούω το Fly me to the moon από μέσα μου, να παίζει στο κεφάλι μου. Σημάδι ότι γαμηθήκατε ωραία: παύετε από ένα σημείο και μετά να ακούτε την μουσική. Το νου σας.
Διαβάστε ακόμα: Sex Editor. Οι κ@ύλες του 2024.