“Δεν διανοούμαι να κάνω σεξ με άντρα που δεν ζει την ζωή του με αλήθεια και με πάθος, με ευγένεια και αγάπη”, γράφει η Γεωργία Δρακάκη. (Εικονογράφηση: Milo Manara).

To 90% των ανθρώπων που γνωρίζω είναι κρυπτοτολμηροί, που έλεγε κι ο Ηλίας Πετρόπουλος. Ιδίως οι άντρες. Εμφανίζονται καυλωμένοι ταύροι, γεμάτοι αστείοι και περιρρέουσα άνεση για τα περί γαμησιού, όμως, τελικά αποδεικνύονται ψαράκια του γλυκού νερού, κωλώνουν, ξεφτιλίζονται φοβούμενοι τις γυναίκες τους, τις δομές που πρέπει να υπηρετήσουν για να μη χάσουν σεβασμό, κύρος και απόλαυση λοιπών προνομίων τους από μια κοινωνία που προσδοκά από αυτούς όρια, συγκράτηση, σοβαρότητα, σεβασμό και λοιπές τέτοιες έννοιες, διαστρεβλωμένες πια από την αγκυλωμένη χρήση του, χαλασμένες σαν κρέατα που φορτώθηκαν χαράματα σε καρότσα φορτηγού και φθάσαν αργά το βράδυ, μεσούντος καυτού μεσημεριού και χαλασμένης ψύξης.

Όσο για τα κορίτσια και τις γυναίκες, δεν έχω λόγια, συχνά απορώ. Περιφρουρούν οι ίδιες την ερωτικότητά τους – ω, ναι, αυτό είναι για μένα έγκλημα. Να είσαι γυναίκα, να ποθείς και να ποθείσαι, τι ωραιότερο; Μπολιάζοντας την θηλυκότητά μας με τρόμο για την παραβιαστική διάσταση του έρωτα, καταστρέφουμε την δύναμη της δικής μας, ολόδικής μας επιθυμίας. Αλλά κι αυτό το ολόδικής μας, ως παραληρηματική φαντασίωση φεμινιστικών αναλύσεων, είναι περίεργο, ανέρειστο. Τίποτα δεν είναι ολόδικό μας, δεν είμαστε η Bella της ταινίας «Poor Things», το μυαλό μας αναπτύσσεται μαζί με το κορμί μας, εννοείται ότι είμαστε δυνάμει θύτες και θύματα όλες και όλοι μας. Όλες και όλοι μας, ας το εμπεδώσουμε.

Πορνογραφία δεν είναι η τσόντα – έστω, δεν είναι μόνο η τσόντα. Πολύ περισσότερο, είναι η αληθής, η ορίτζιναλ, η ακέραιη τόλμη των γενναίων της ηδονής. Στα πάντα.

Αναρωτιέμαι φωναχτά ή σιωπηρά: μια cis straight γυναίκα δεν θέλει να γαμηθεί; Να καρφώσει το μουνί της πάνω σε μια σκληρή για πάρτη της πούτσα; Τόσο ηλίθια, τόσο ακόλαστη, τόσο λυσσάρα είμαι εγώ; Οι άντρες δεν έχουν ιδέα, τις περισσότερες φορές, για το γυναικείο βλέμμα, εμείς, ναι, έχουμε πια πάρει γερή μυρωδιά για το αντρικό – κι από αυτό, καμιά φορά, αδίκως, αφαιρούμε τα στοιχεία της παιδικότητας και της ποιητικότητας, νομίζοντας ότι ο άντρας ενδιαφέρεται μόνο να τον χώσει, ενώ κατ’ ουσίαν ενδιαφέρεται να δει τις γραμμές του μετώπου μιας γυναίκας να συσπώνται και τα μάτια να σφίγγονται στον οργασμό μας, ενώ κατ’ ουσίαν αγωνιά να κουλουριαστούμε σαν μπάλες στην αγκαλιά του ή να τον προσκαλέσουμε στο ζεστό, θυμαρίσιο στέρνο μας να ξεκουράσει την ιδρωμένη του κατακτητικότητα, σαν απροστάτευτο τώρα ζώο, μες στην σπηλιά της δικής μας αποδοχής, της δικής μας απουσίας κρίσης για το αν έχει λεφτά, μεγάλο καυλί, καράφλα, μαλλιά, επιτυχία, καλό γούστο.

Διαβάζω ένα κείμενο του αγαπημένου μου συγγραφέα Βαγγέλη Ραπτόπουλου (ο οποίος διατηρούσε φιλία και αλληλογραφία με τον σπουδαίο ρεμπετολόγο και «λιμανίσιο» λαογράφο Ηλία Πετρόπουλο). Και διαβάζω το εξής καταπληκτικό: Στη διάρκεια ενός τηλεφωνήματος, ο δημιουργός του «Εγχειριδίου του Καλού Κλέφτη» και του «Κουραδοκόφτη» (το ομώνυμο κείμενό του τελειώνει με τη φράση «πάντως, ελπίζω ότι, ο πεζογράφος Βαγγέλης Ραπτόπουλος θα χρησιμοποιήσει με μαστοριά αυτόν τον αλατισμένο νεολογισμό»), είπε στον νεαρό τότε Βαγγέλη ότι δεν πρέπει να χρησιμοποιούμε τη λέξη «πορνογραφία» για γραπτά όπως αυτά του Εμπειρίκου. «Και πώς πρέπει να τα λέμε, κύριε Πετρόπουλε;» τον ρώτησε ο Ραπτόπουλος. «Αυτή η λέξη, αυτός ο χαρακτηρισμός είναι ύπουλος. Εφόσον δεν γράφει κανείς για έρωτες με πόρνες, όπως ο Λουκιανός, φέρ’ ειπείν, στους “Εταιρικούς διαλόγους” του, ο χαρακτηρισμός είναι και λανθασμένος. Όμως το σύστημα τον μεταχειρίζεται επίτηδες, προκειμένου να απαξιώσει τους συγγραφείς ανάλογης θεματολογίας. Κανονικά τα γραπτά αυτά θα έπρεπε να αποκαλούνται “καυλιάρικα”. Τελεία και παύλα».

Οι γυναίκες που ετοιμάζονται 5 ώρες πριν βγουν και θυμώνουν με κάθε κομπλιμέντο που λαμβάνουν, οι γυναίκες που είναι αγενείς με τον περιπτερά, τον βενζινά, την κοπέλα στην υποδοχή και παίρνουν ναζιάρικο βλέμμα και ψιλή φωνούλα απέναντι στον άντρα που θέλουν να τις γαμήσει, μου είναι αδιάφορες. (Εικονογράφηση: Milo Manara).

Σας παραθέτω ευθύς αμέσως Εμπειρίκο, αποσπασματάρα φοβερή και τρομερή από «Μεγάλο Ανατολικό». Κάντε μου την χάρη να το διαβάσετε κάποια στιγμή, έστω εσείς, οι απολύτως φανατικοί αυτής της στήλης: «Ήτο φανερόν ότι ο τυχηρός αυτός άνδρας εγέμιζε τώρα ραγδαίως το στόμα της μικράς με άφθονον ψωλοχυμόν, που με ακατάσχετον ορμήν ανέβλυζε εις την ελάχιστα διαφέρουσαν κατά τας στιγμάς εκείνας από γλυκό μουνί θερμήν στοματικήν κοιλότητα, ενώ η παις, σφίγγουσα με ηδυπαθή απόγνωσιν, γύρω από την ασπαίρουσαν ψωλήν, τα χείλη της, ώστε να μην της διαφύγη ούτε μία σταγών του λιπαρού αρσενικού χυμού, πιπίλιζε και κατέπινε αδιακόπως το πτυόμενον εντός του στόματός της πυκνόρρευστον σπέρμα, κρατούσα πάντοτε αβρώς την δονουμένην πούτσαν με την μίαν χείρα (προς σχετικήν ίσως σταθεροποίησίν της) και πιέζουσα με την άλλην τον ασκόν των όρχεων, ώστε να υποβοηθήση το δονούμενον γεννητικόν μόριον εις την πλήρη εκκένωσιν, την τελείαν αποστράγγισιν του γλοιώδους αρσενικού οπού του, που με έγκαυλον λαιμαργίαν η μικρά στοματομουνίς νύμφη περιπαθώς απομυζούσε και κατέτρωγε».

Στοματομουνίς, ψωλοχυμός, ασπαίρουσα ψωλή. Είναι αυτό πορνογραφία; Είναι οι λέξεις το οτιδήποτε; Α, δεν ξέρω. Ειλικρινά. Για ζωή ξέρω. Για ζωή πορνογραφική, όχι με την έννοια της λέξης όπως την γνωρίζουμε ευρύτερα: πορνογραφία δεν είναι η τσόντα, έστω, δεν είναι μόνο η τσόντα. Πολύ περισσότερο, είναι η αληθής, η ορίτζιναλ, η ακέραιη τόλμη των γενναίων της ηδονής. Στα πάντα. Να τρώμε νόστιμο, καλό φαγητό, να φοράμε το σακάκι μας και να χαιρόμαστε, το ωραίο μας εσώρουχο με τη μυρωδιά του αγαπημένου μας μαλακτικού, να αφήνουμε το πρόσωπό μας να συσπάται από την ορμή της ζωής, του καιρού, των ανθρώπων, να κάνουμε σεξ ολόκληρες και ολόκληροι.

Οι κρυπτοτολμηροί άντρες που εμφανίζονται πολύ χαλαροί και άνετοι στο φλερτ, που κρίνουν τις γυναίκες σαν κρέατα, που τις βαθμολογούν, που έχουν οι ίδιοι κοιλιά και τολμούν να αποκαλούν κάποιες χοντρές, μου είναι αδιάφοροι.

Αυτό σημαίνει να είμαι καυλιάρα, να είσαι καυλιάρης. Σημαίνει να βλέπεις την καύλα παντού κι όπου δεν τη βλέπεις να τη σπέρνεις εσύ, να τη φυτρώνεις σαν καλό ζιζάνιο, που δεν θα βλάψει την σοδειά, παρά θα την πλουτίσει, θα την αυγατίσει. Δεν διανοούμαι να κάνω σεξ με άντρα που δεν ζει την ζωή του με αλήθεια και με πάθος, με ευγένεια και αγάπη. Οι κρυπτοτολμηροί άντρες που εμφανίζονται πολύ χαλαροί και άνετοι στο φλερτ, που κρίνουν τις γυναίκες σαν κρέατα, που τις βαθμολογούν, που έχουν οι ίδιοι κοιλιά και τολμούν να αποκαλούν κάποιες χοντρές, οι άντρες που καυλαντίζουν με την πολύ πολύ νεότερή τους σερβιτόρα για να το παίξουν άνετοι στους φίλους τους και όχι για να την διεκδικήσουν στα σοβαρά, μου είναι αδιάφοροι – ίσως κι εγώ, αδιάφορη να τους είμαι.

Οι γυναίκες που ετοιμάζονται 5 ώρες πριν βγουν και θυμώνουν με κάθε κομπλιμέντο που λαμβάνουν, οι γυναίκες που είναι αγενείς με τον περιπτερά, τον βενζινά, την κοπέλα στην υποδοχή και παίρνουν ναζιάρικο βλέμμα και ψιλή φωνούλα απέναντι στον άντρα που θέλουν να τις γαμήσει, οι γυναίκες που κρίνουν άλλες γυναίκες με το υφάκι τους ή με κάποιον μορφασμό, οι γυναίκες που επιθυμούν απλώς να συνοδεύονται από άνδρες, να κατακερνιούνται από άνδρες και απλώς να τους επιτρέψουν να τις αγγίζουν, χωρίς να νοιάζονται να τους αγγίξουν κι αυτές, να τους δουν αληθινά, μου είναι επίσης αδιάφορες.

Eίμαι πόρνη στην φαντασία των αγαπημένων εραστών μου, είμαι πόρνη για τον άντρα μου, πόρνη όπως ποίημα, πόρνη όπως μελανοδοχείο που λαχταρά να χιμήξει στο χαρτί, πόρνη όπως θάλασσα, δημόσια, ανοιχτή, αθώα μες στ’ αλάτι της. (Εικονογράφηση: Milo Manara)

Βλέπω κάτι θεάρες που φοβούνται να εκφραστούν, που νιώθουν πως δεν τις έχει προσέξει αυτός που θέλουν, που βλέπουν τους εαυτούς τους ως next door girls και βλέπω κάτι τέρμα βαρετά next door girls να ποζάρουν σαν σούπερ σταρ στο Instagram τους και να λαμβάνουν σχόλια υπερθετικών βαθμών και να ακκίζονται και όσο νιώθουν ότι αρέσουν, τόσο να ψυχραίνουν, τόσο να απομακρύνονται από το παιχνίδι της ηδονής. Βλέπω κάτι κούκλους συνεσταλμένους, γαμάτους, τρυφερούς, χιουμορίστες, αποψάτους που κωλώνουν να διεκδικήσουν εκείνη που γουστάρουν, που τους λείπει να ακούσουν έναν καλό λόγο από κάποια, που νιώθουν μέτριοι και αδιάφοροι, και βλέπω κάτι κλαρινογαμπρούς τίγκα στην κρεατίνη με κοστούμια φτηνά και επιδεικτική διάθεση της νυχτερινής τους ζωής να νιώθουν πουτσαράδες και σούπερ ντούπερ, επειδή απέρριψαν ένα κορίτσι που τους φλέρταρε και επειδή κατάφεραν να φασώσουν κάποτε μια μουνάρα που τους παίδεψε καιρό μέχρι να τους ανοίξει τα πόδια της για να χύσουν μετρίως αμφότεροι – καμιά φορά η γκόμενα ούτε καν.

Βλέπω βαριεστημένες παρέες αντρακλαραίων και κορασίδων που άκαυλοι συνωστίζονται στα νυχτερινά μαγαζιά, που έχουν μπροστά τους οι μεν τους δε κι όμως ασχολούνται με τις εφαρμογές τους, καυλώνουν περισσότερο με την ψηφιακή μοιρασιά ψευτοκαύλας και υποσχέσεων που μάλλον θα αθετηθούν, από ό, τι με την ενσώματη ζωή τους, με την πιθανότητα ανταλλαγής ενός αληθινά ερωτικού βλέμματος, με την πιθανότητα έκρηξης, μοιράσματος, ακόμα και με την πιθανότητα της απόρριψης που είναι αναπόσπαστο κομμάτι του παιχνιδιού, που είναι υποχρεωτική πίστα για την εξέλιξη, για τη νίκη, για το τερμάτισμα.

Γράφω πορνογραφία, ως κομμάτι, ως σπάραγμα της άκρως πορνογραφικής ζωής μου.

Εύκολη πορνικότητα, καμία πορνογραφία. Μουνιά και κώλοι σαν τρύπες που χάσκουν στο σύμπαν μέχρι να τις καταπιεί ο μαύρος σκώληξ, πούτσες ανέστιες, κρεμάμενες, σαν εκκρεμή της συμφοράς, αντί για κορμιά ρευστά, περιπετειώδη, ελεύθερα στην ένωση και τον αποχωρισμό τους. Κατάθεση ψωλής ξερά και σκέτα, αντί για κατάθεση ψυχής μαζί με την ψωλή, βαθιά μες στο μουνί. Και δεν μιλώ για έρωτες και σχέσεις. Μιλώ για Βλέμμα. Το Βλέμμα μας πάνω στο σεξ, διαστρεβλωμένο από την κακομοιριά της εποχής μας. Δεν είναι χέσιμο, ρε, είναι χύσιμο. Δεν είναι αυτοσκοπός, άντε και γαμήσαμε, είναι πύλη, είναι μέσον, για να πούμε πως ίσως και να ζήσαμε. Φιμωμένες φαντασιώσεις, φοβισμένες υπάρξεις κάθε φύλου και ηλικίας, αδυσώπητες συγκρίσεις σε λίγο-αν όχι ήδη!- με τα AI μοντέλα, στείρες στην εντιμότητά τους απόπειρες πάταξης της χονδροφοβίας μα τα γυμναστήρια είναι τίγκα κι όλες κάνουν διατροφή, διαστροφή πότε θα κάνουν; Πότε θα κάνουμε;

Γράφω πορνογραφία στο Andro, ως κομμάτι, ως σπάραγμα της άκρως πορνογραφικής ζωής μου. Και δεν είμαι πρότυπο γραφιά ή γυναίκας, προς Θεού, ούτε έχω βρει τη λίρα εκατό. Την ελευθερία και ελευθεριότητά μου την έχω πληρώσει ακριβά, έχω κληθεί να απολογηθώ και να εξηγήσω σε άντρες τι είναι αυτό που κάνω, έχω ακούσει την φράση «εμένα τη γυναίκα μου δεν θέλω να τη διαβάζουν και να χύνουν οι μαλάκες», έχω κάνει αναλύσεις και ψυχαναλύσεις, έχω έρθει αντιμέτωπη με τον εαυτό μου.

Όμως, στο τέλος, νικάει η ακατάλυτη αγάπη μου για την ζωή, που θα πει αγάπη για το Ωραίο, τη θάλασσα, την πούτσα, την ποίηση,  το κρασί, την εκδρομή, το φιλί, το είναι και το φαίνεσθαι, την αίσθηση του εαυτού μου ως πλήρως συντονισμένου και κουρδισμένου με την κίνηση του σύμπαντος, στο χάος, στην αρμονία, στο ρυθμικό τρίψιμο της κοιλιάς μου πάνω στη λαχτάρα του άντρα, στο κοίταγμα τοπίων, ταινιών, πινάκων, λουλουδιών, μελισσών, υπονόμων, περιστεριών, των πάντων όλων.

Oνειρεύομαι περισσότερη φαντασία στον έρωτα, στον τρόπο να υπάρχουμε, φαντασιώνομαι το τέλος της ζωής σαν σιωπηλό, ζεστό οργασμό κάτω από βαρύ πάπλωμα. (Εικονογράφηση: Milo Manara).

Ο Ηλίας Πετρόπουλος ήταν άντρας. Εγώ ούτε Πετρόπουλος είμαι, ούτε άντρας. Ούτε πουτάνα στη Φυλής, ούτε καθηγήτρια πανεπιστημίου. Ούτε περιθώριο, ούτε προνομιούχα. Δεν θα μπω φυλακή, δεν θα πάω εξορία, ζω στο 2024, γράφω για γαμήσια εν καιρώ πολεμικών ιαχών, επιζητώ την ποίηση στο κάθε τριμμένο μπατζάκι που βλέπω στα λεωφορεία, κατηγορούμαι ευρέως για απολίτικη, φοβίζω άθελά μου – ποιον, ποια, ποιους, απροσδιόριστο.

Δεν βρίσκομαι σε τραπέζια με κόκες και Belvedere τουρλώνοντας τον κώλο μου και κάνοντας χάσταγκ girlpower με τα μακριά μου ακρυλικά νύχια, δεν ξεπουλώ τον φεμινισμό μου στα social, δεν ξεπλένω τον αντιφεμινισμό μου για να βρω άντρα μαλάκα, αγαπώ τις λούμπεν καταστάσεις χωρίς να τις φετιχοποιώ, γιατί ξέρω πώς είναι ένα ψυγείο ολόαδειο και ένας τραπεζικός λογαριασμός με 4,90 στις 29 του μήνα, γιατί μετά το γράψιμο ενός κειμένου σαν αυτό νιώθω άδεια, κάνω καυτό μπάνιο με κλειστά μάτια, σκέφτομαι το επόμενο κείμενο, το επόμενο γαμήσι, το επόμενο «σ’ αγαπάω», τον επόμενο μισθό ή αμοιβή μου, ονειρεύομαι περισσότερη φαντασία στον έρωτα, στον τρόπο να υπάρχουμε, φαντασιώνομαι το τέλος της ζωής σαν σιωπηλό, ζεστό οργασμό κάτω από βαρύ πάπλωμα κι απ’ έξω να τρυπώνει από μια χαραμάδα ένα παρήγορο φως, είμαι πορνογράφα, είμαι πόρνη στην φαντασία των αγαπημένων εραστών μου, είμαι πόρνη για τον άντρα μου, πόρνη όπως ποίημα, πόρνη όπως μελανοδοχείο που λαχταρά να χιμήξει στο χαρτί, πόρνη όπως θάλασσα, δημόσια, ανοιχτή, αθώα μες στ’ αλάτι της.

Πριν λίγο καιρό, μια δημοσιογράφος με είπε γραφική και κατά βάθος μισογύνισσα που γράφω όλα αυτά τα ανεκδιήγητα στην σεξ στήλη μου και αλλού. Αφού της απάντησα ευγενικά και αφού με διέγραψε, θυμάμαι έστειλα ένα μήνυμα, λαχτάρησα σώμα, χνώτο, αφή. Και το ίδιο βράδυ γαμιόμουν καταπληκτικά μ’ έναν θεογκόμενο στο μικρό, πανάκριβο να συντηρώ σαλονάκι μου, ακούγοντας Μπέλλου. Γυμνή μετά του μίλαγα, τον χάιδευα όπως μ’ αρέσει να κάνω μετά τον έρωτα, για να τον εμπεδώσω καλύτερα, τον καληνύχτισα στην πόρτα μου γλυκά με πολλά φιλιά σε όλο το πρόσωπο, χαμογελούσα. Κάθισα έγραψα με το σπέρμα του και την θεσπέσια μυρωδιά του πάνω μου, πλύθηκα, ήπια ένα ζεστό, άναψα τσιγάρο, κοιμήθηκα. Γραφική, λέει. Προνογραφική λέω εγώ. Στον αιώνα τον άπαντα. Food porn, sky porn, love porn, life porn, me porn, all porn. Oh, yes.

 

Διαβάστε ακόμα: Έτσι θα γυρίσετε ένα καυλωτικό video με τη σύντροφό σας.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top