Οι ωραιότερες ιδέες ξεκινούν συνήθως από μια προσωπική εμμονή. Κάτι σαν οραματική σκέψη ενός νεανία που θέλει να χαράξει το δικό του δρόμο. Μόλις περιγράφηκε, εν ολίγοις, η ζωή του Max Aufricht. Ενός ατρόμητου νεαρού που τη δεκαετία του 1870 έφυγε από τα μέρη του, την Άνω Ουγγαρία, και έφτασε στην Πέστη με σκοπό να πετύχει. Τι θα μπορούσε να περιμένει όμως ένας δασκαλάκος που κουβαλούσε ελάχιστα κέρματα στην τσέπη του;
Κι όμως, κόντρα σε όλες τις πιθανότητες, ο Max άφησε κατά μέρος το δασκαλίκι, αποφάσισε να γίνει δικηγόρος και να διαπρέψει στις αίθουσες των δικαστηρίων. Πολύ γρήγορα ανέλαβε τη διεύθυνση της New York Life Insurance Company. Όμως, ούτε κι αυτό του έφτανε. Φιλοδοξούσε να δημιουργήσει ένα ουγγρικό δίκτυο για την εταιρεία και μια στέγη που σαν κι αυτή δεν θα υπήρχε πουθενά αλλού στον εταιρικό κόσμο. Κάπως έτσι άρχισε να φτιάχνεται το New York Palace. Αφού οι ΗΠΑ έπεφταν κομμάτι μακριά από την Ουγγαρία, ανέθεσε στους καλύτερους αρχιτέκτονες της εποχής να του φέρουν τον αέρα της Νέας Υόρκης στο κτήριο που είχε οραματιστεί.
Τω όντι, οι Alajos Hauszmann, Flóris Korb και Kálmán Giergl (αρχιτέκτονες περιωπής εκείνη την εποχή) έκαναν το όραμά του πραγματικότητα εν έτει 1894. Έφτιαξαν ένα εντυπωσιακό καφέ στο ισόγειο και στους υπόλοιπους ορόφους ανέπτυξαν τα γραφεία της εταιρείας. Μόνο που συν τω χρόνω το καφέ αυτονομήθηκε, απέκτησε ολότελα δική του ζωή και πολύ σύντομα έγινε το στέκι όλων των μποέμ καλλιτεχνών, συγγραφέων και αριστοκρατών. Κάπως έτσι γεννήθηκε ο μύθος του New York Café. Η Βουδαπέστη μόλις είχε αποκτήσει κάτι για το οποίο θα επαιρόταν για πολλά χρόνια.
Το New York Café, με την υπερβολική διακόσμηση και την αριστοκρατική του ατμόσφαιρα έγινε το σημείο συνάντησης της αφρόκρεμας της ουγγρικής πόλης. Πάνω από όλα ήταν ένα δημοκρατικό καφέ που δεχόταν στις αγκάλες του τους πάντες. Λένε πως αυτός ο χαρακτήρας του καφέ συμβολίζεται από τη χειρονομία του συγγραφέα Molnár Ferenc να πετάξει τα κλειδιά του καφέ στον Δούναβη για να το κρατήσει ανοιχτό μέρα και νύχτα. Όπερ και εγένετο: από το πρωί έως το βράδυ το New York Café έγινε το καταφύγιο για διανοούμενους και καλλιτέχνες. Οι αδερφοί Harsányi, που ανέλαβαν το καφέ τη δεκαετία του 1900, εισήγαγαν στο μενού το «írótál» (πιάτο του συγγραφέα), μια οικονομική επιλογή για συγγραφείς, ενισχύοντας τον ρόλο του καφέ ως λογοτεχνικού κόμβου. Για την ιστορία: ήταν μια κρύα πιατέλα με κρέας, τυρί και ψωμί. Λιτό, προσιτό, αλλά ικανό να αναθερμάνει τα στομάχια των φτωχών συγγραφέων.
Ήταν ένα κανονικό στέκι για ανθρώπους όπως οι Ady, Illyés, Babits, Móricz, Gárdonyi, Karinthy, Kosztolányi και Weöres. Όλοι τους συγγραφείς της πρώτης γραμμής. Εκεί μαζεύονταν καθημερινά μετατρέποντας το καφέ σε μια αίθουσα εργασίας, αλλά και κλαμπ για ζωηρές συζητήσεις. Φιλοξένησε ακόμη και το εκδοτικό γραφείο της Pesti Napló και το θρυλικό περιοδικό Nyugat. Οι άνθρωποι του πνεύματος συγκεντρώνονταν γύρω από το τραπέζι τους (ουδείς άλλος μπορούσε να καθίσει σ’ αυτό) και ανέλυαν τις απόψεις τους έως το ξημέρωμα.
Καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα, το New York Café είδε διάφορες μεταμορφώσεις, συμπεριλαμβανομένης μιας σύντομης περιόδου ως εσπρέσο μπαρ και κατάστημα αθλητικού εξοπλισμού μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετονομάστηκε σε Hungária το 1954 (σιγά μην ήθελαν οι κομμουνιστές τη… Νέα Υόρκη στα πόδια τους), διατηρώντας μια όψη της παλιάς της δόξας και συνεχίζοντας να προσελκύει νέες γενιές συγγραφέων και εκδοτών. Σήμερα, γνωστό για άλλη μια φορά ως New York Café, παραμένει σύμβολο της πλούσιας πολιτιστικής κληρονομιάς της Βουδαπέστης, ενσωματώνοντας το πνεύμα του λογοτεχνικού και καλλιτεχνικού λόγου ενός αιώνα.
Η πορεία του New York Café, από τα κεντρικά γραφεία μιας πολυσύχναστης ασφαλιστικής εταιρείας σε ένα πολιτιστικό ορόσημο αντανακλά την εξελισσόμενη δυναμική της κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής της Βουδαπέστης. Καθώς το καφέ μπαίνει στον δεύτερο αιώνα του, αποδεικνύει εν τοις πράγμασι ότι δεν είναι σαν ένα άλλο οποιοδήποτε καφέ. Ναι, προφανώς και συλλέγει τουρίστες (αναπόδραστο), αλλά προσπαθεί με τον τρόπο να μην εκπέσει από το status του προς χάριν των λογής Κινέζων που συρρέουν για να το φωτογραφήσουν.
Οποιαδήποτε μέρα κι αν πας να το επισκεφθείς βλέπεις μια ουρά ανθρώπων να εκτείνεται για πολλά μέτρα. Μια μικρή υποσημείωση: αν δεν έχεις κάνει κράτηση μέρες ή και εβδομάδες πριν, δύσκολα θα καταφέρεις να διαβείς τις πόρτες του. Είπαμε: δεν είναι ένα καφέ που είδες στο δρόμο σου και αποφάσισες να ξαποστάσεις. Εδώ έρχεσαι για το μεγαλείο του χρυσού, του μαρμάρου, του ξύλου και του κρυστάλλου. Επομένως, είσαι υποχρεωμένος να περιμένεις στην ουρά, όπως θα έκανες, ας πούμε, στο Λούβρο.
Διάφοροι διαγωνισμοί κατατάσσουν το New York Café ως το ωραιότερο καφέ του κόσμου. Μια «στάμπα» που προφανώς θα αφιονίσει τους τουρίστες. Το σίγουρο είναι ότι το τετραώροφο θαύμα του Alajos Hauszmann στέκει επιβλητικό επί της οδού Erzsébet krt. 9-11. Κι επειδή, η συγκεκριμένη υπογραφή δεν είναι τυχαία, αξίζει να σημειώσουμε πως ο Hauszmann είναι υπεύθυνος και για άλλα αριστουργήματα της Βουδαπέστης όπως το Βασιλικό Παλάτι και πολυάριθμων άλλων αριστουργημάτων της Αναγέννησης, του Μπαρόκ και της Αρ Νουβό. Όπως και να το κάνουμε όμως, το pièce de résistance του Hauszmann ήταν αναμφίβολα αυτό το καφέ.
Στις μέρες μας, πάντως, κάποια πράγματα έχουν αλλάξει: φτηνά πιάτα για συγγραφείς δεν υπάρχουν. Ούτε κάποια λογοτεχνική ή καλλιτεχνική ιντελιγκέντσια μαζεύεται καθημερινά για να αναπτύξει τις ιδέες της. Φευ, αυτού του είδους οι μαζώξεις έχουν περιοριστεί παγκοσμίως, όχι μόνο στη Βουδαπέστη. Αφήστε που η Ουγγαρία του Ορμπάν δεν είναι το πλέον προνομιακό έδαφος για δημοκρατικές συζητήσεις.
Όσο για τις τιμές, είναι αρκούντως τσιμπημένες, ενώ στο λογαριασμό σου προσθέτουν ένα 15% για την εξυπηρέτηση. Επίσης, το New York café έχει πλέον ζωντανή μουσική, ένα πιανίστα και ένα συγκρότημα βιολιστών, που παίζουν εναλλάξ. Καλό είναι, λοιπόν, να υπολογίσει κανείς και το φιλοδώρημα προς τους μουσικούς.
Το dress code είναι κάπως αυστηρό: όχι δεν θα δείτε να περιφέρονται μέσα στο καφέ αμερικανοί τουρίστες με βερμούδες και σαγιονάρες. Τουλάχιστον, αυτή την παραφωνία την έχει γλιτώσει το New York Café. Προφανώς δεν θα πας με tuxedo να πιεις ένα καφέ, αλλά το ευπρεπές ντύσιμο είναι σχεδόν υποχρεωτικό για να εισέλθεις στα ενδότερα.
Διαβάστε ακόμα: Cafe Iruña. Tο καμάρι του Έρνεστ και της Παμπλόνα.