Όσο περνάνε τα χρόνια, και όσο μελετάω τα βουδιστικά κείμενα (και προσπαθώ να τα εξηγήσω σε φίλους και γνωστούς που ζητούν να μάθουν τι είναι ουσιαστικό και τι μπορεί να μεταφερθεί πάνω από τα πολιτισμικά σύνορα μεταξύ Ανατολής και Δύσης), τείνω να καταλήξω ότι το μεγαλύτερο μέρος του βουδισμού μπορεί να συνοψιστεί σε ένα ανέκδοτο από το γυμνάσιο –τουλάχιστον τότε το έμαθα εγώ–, το «ανέκδοτο με το γρύλο». Είμαι σίγουρος ότι οι περισσότεροι θα το θυμούνται ή θα το αναγνωρίσουν στην πορεία, όμως για τους νεότερους θα το παραθέσω ευθύς αμέσως.
Ο πρωταγωνιστής οδηγεί αργά τη νύχτα στην εξοχή και παθαίνει λάστιχο. Ανοίγει το πορτ-μπαγκάζ, βλέπει ότι έχει ρεζέρβα αλλά δεν έχει γρύλο, το κινητό του δεν έχει σήμα και βλέποντας περίπου ένα χιλιόμετρο πιο κάτω ένα σπίτι, αποφασίζει να πάει και να ζητήσει από τους ενοίκους να του δανείσουν έναν.
Ξεκινάει λοιπόν και καθώς περπατάει αρχίζει να σκέφτεται: «Ωχ, είναι και αργά και θα τους ξυπνήσω. Θα χτυπήσω, δεν θα ανοίγουν, θα ξαναχτυπήσω, κάποια στιγμή θα ανοίξει ένας αλαφιασμένος τύπος και θα μου πει ‘‘Τι είναι άνθρωπέ μου; Τι μου χτυπάς νυχτιάτικα;’’ κι εγώ θα του πω ‘‘Συγνώμη που σας ενοχλώ αλλά έμεινα από λάστιχο και χρειάζομαι ένα γρύλο’’ κι αυτός θα μου πει ‘‘Και επειδή εσύ δεν σκέφτηκες να πάρεις το γρύλο σου πρέπει να έρθεις να μας ξυπνήσεις; ’’ κι εγώ θα του πω ‘‘Μα δεν το έκανα επίτηδες’’ κι αυτός θα μου πει ‘‘Τι με νοιάζει αν το έκανες επίτηδες; Εγώ έχασα τον ύπνο μου! ’’ κι εγώ θα του πω ‘‘Μα κύριέ μου, άνθρωποι είμαστε και όλοι πού και πού χρειαζόμαστε βοήθεια’’ κι αυτός θα μου πει ‘‘Να πας αλλού να ζητήσεις βοήθεια’’ κι εγώ θα του πω ‘‘Μα πού αλλού να πάω τέτοια ώρα; ’’ κι αυτός θα μου πει ‘‘Δεν με νοιάζει –να κόψεις το λαιμό σου! ’’ κι εγώ θα του πω ‘‘Μα εγώ βοήθεια σας ζήτησα, γιατί με βρίζετε; ’’ κι αυτός θα μου πει ‘‘Ρε α σιχτίρ!’’»
Απορροφημένος στις σκέψεις του, φτάνει στο σπίτι, χτυπάει την πόρτα, ανοίγει ένας άνθρωπος, «Καλησπέρα σας. Χρειάζεστε κάτι;», τον ρωτάει κι αυτός του λέει θυμωμένα «Άντε γαμήσου κι εσύ κι ο γρύλος σου», γυρνάει την πλάτη και φεύγει.
Δεν είπα ότι είναι ιδιαίτερα αστείο ανέκδοτο, όμως απεικονίζει ακριβώς το μεγαλύτερο πρόβλημα όλων των ανθρώπων: λόγω των εμπειριών μας, των προκαταλήψεών μας, των βιωμάτων μας, των ανασφαλειών μας, των φοβιών μας, των προτερημάτων, των ελαττωμάτων ή του χαρακτήρα μας (ο οποίος εν πολλοίς είναι το άθροισμα όλων των παραπάνω), όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια κατάσταση (μου έσκασε το λάστιχο-δεν έχω γρύλο-χρειάζομαι γρύλο) βλέπουμε τη λύση (να ένα σπίτι-θα ζητήσω να μου δανείσουν γρύλο), αλλά αντί να πράξουμε (ή ενόσω πράττουμε) ξεκινάμε μια παράλληλη διαδικασία η οποία συχνά υπερκαλύπτει την πράξη ή, κάποτε, την αντικαθιστά εντελώς.
Και εδώ είναι που μπαίνει η μεγάλη ωφέλεια της άσκησης του Ζαζέν: παρατηρώντας ότι ο νους μας παράγει αυτή τη διαδικασία συνειδητοποιούμε ότι δεν είναι πραγματική και μπορούμε να την αγνοήσουμε κρατώντας μόνο την ουσία, δηλαδή την πράξη που ανταποκρίνεται σ’ αυτό που συμβαίνει στ’ αλήθεια. Σε τελική ανάλυση, αν όντως ο ένοικος του σπιτιού είναι εχθρικός, έχουμε πάντα τη δυνατότητα να τον αντιμετωπίσουμε –ας περιμένουμε όμως να αποδειχθεί ότι όντως είναι!
Ο Γρηγόρης Α. Μηλιαρέσης είναι δημοσιογράφος και μεταφραστής, και παρεμπιπτόντως μοναχός Ζεν.
Διαβάστε ακόμα: Άσκηση Ζαζέν: Πώς κοιτάζοντας τον τοίχο βλέπεις την πραγματικότητα.