Ο Άντονι Χόπκινς συγκλονίζει αποτυπώνοντας την ουσία ενός ανθρώπου που καθοδηγείται από την ενσυναίσθηση.

Στο διάβα της ιστορίας δεν ήταν και λίγοι οι τύραννοι, οι δικτάτορες και οι δυνάστες που για μια στιγμή έμοιαζαν άτρωτοι, ανίκητοι και για λίγο φάνταζε η κυριαρχία τους αδιαμφισβήτητη και ότι  θα διατηρούταν στους αιώνες. Στο τέλος όμως όλες οι δικτατορίες, οι φασισμοί και οι ολοκληρωτισμοί, πάντα λύγιζαν, από την ανάγκη του ανθρώπου για ελευθερία και πάντα η πτώση τους ήταν εκκωφαντική, πλήρης και αδυσώπητη.

Η ταινία «Μια Ζωή» ακολουθεί τα βήματα ή μάλλον τις αναμνήσεις του Νίκολας Γουίντον, ο οποίος εργαζόταν στο χρηματιστήριο του Λονδίνου, με δική του πρωτοβουλία κανόνισε να μεταφερθούν με τρένα, παιδιά εβραϊκών οικογενειών από την Τσεχία στη Βρετανία, δίνοντας μάχη με τη γραφειοκρατία, τις αντιξοότητες και την ασφυκτική πίεση του χρόνου.

Η ιστορία εκτυλίσσεται τον Δεκέμβριο του 1938, με φόντο μια Ευρώπη που κατακλύζεται από τις σκιές του ναζισμού. Ο Άντονι Χόπκινς, που υποδύεται έναν Λονδρέζο κτηματομεσίτη, ξεκινά μια αντιναζιστική αποστολή στην Πράγα. Η συνάντησή του με εβραϊκές οικογένειες που έχουν εκτοπιστεί βίαια από τη Γερμανία και την Αυστρία λόγω του ναζιστικού καθεστώτος λειτουργεί ως καταλύτης για τη μεταμόρφωση του πρωταγωνιστή. Η κρισιμότητα της κατάστασης γίνεται εμφανής, καθώς επίκειται το κλείσιμο των συνόρων της Τσεχίας, αφήνοντας αυτές τις οικογένειες αποκλεισμένες και απελπισμένες.

Ο Χόπκινς και ο Φλιν παίρνουν μια μέτρια ταινία με ακαδημαϊκές και μόνο στοχεύσεις και της δίνουν πνοή.

Ο Τζόνι Φλιν υποδύεται με πειστικό και θαυμάσιο τρόπο τον νεαρό Γουίντον.

O Νίκολας Γουίντον ήταν ένας αφανής ήρωας μέχρι το 1988, όταν η γυναίκα του ανακάλυψε έγγραφα και λίστες με τα ονόματα 669 μικρών παιδιών, που δεν οδηγήθηκαν στα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, αλλά έκαναν ένα ταξίδι σωτηρίας στην Αγγλία. Τότε αποκαλύφθηκε ότι αυτός ο συνηθισμένος Βρετανός χρηματιστής, είχε οργανώσει μεθοδικά την διάσωση εκατοντάδων παιδιών από την Τσεχία και την Σλοβακία λίγο πριν το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Φρόντισε να συγκεντρωθούν χρήματα και βρήκε ανάδοχες οικογένειες ώστε τα παιδιά να είναι ασφαλή. Η πρώτη μεταφορά έγινε με αεροπλάνο από Πράγα για Λονδίνο στις 14 Μαρτίου του 1939, μία ημέρα πριν οι Γερμανοί καταλάβουν εδάφη της Τσεχίας.

Στη συνέχεια οργάνωσε άλλες επτά μεταφορές σιδηροδρομικώς για τις ακτές του Ατλαντικού και στη συνέχεια μετέφερε τα παιδιά στη Βρετανία με πλοίο δια της Μάγχης. Στο σιδηροδρομικό σταθμό του Λονδίνου τα περίμεναν οι θετοί γονείς. Συνολικά είχε κανονίσει να πραγματοποιηθούν οκτώ δρομολόγια από την Πράγα ενώ είχε φροντίσει να μεταφερθούν παιδιά και από τη Βιέννη και στη συνέχεια φρόντισε να βρει σπίτια για τα παιδιά αυτά στην πατρίδα του. Όταν δημοσιεύτηκε το κατόρθωμα του ο τύπος τον ονόμασε «Βρετανό Σίντλερ» και  η βασίλισσα έχρισε  τον Γουίντον ιππότη για την προσφορά του στην ανθρωπότητα.

Ο Νίκολας Γουίντον  μας σημαδεύει κατάσαρκα με την φράση του: «Σώζεις μια ζωή, σώζεις τον κόσμο».

Το συναισθηματικό βάθος που προσδίδει στον χαρακτήρα του ο Άντονι Χόπκινς επιτρέπει να συνδεθούμε με τους εσωτερικούς αγώνες και τα διλήμματα του ήρωα.

Στην ταινία αναδεικνύεται η αξία ενός ιστορικά σημαντικού γεγονότος με προσοχή στη λεπτομέρεια αλλά χωρίς την απαραίτητη εμβάθυνση. Η ταινία μας μεταφέρει στην εποχή πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αποτυπώνοντας ικανοποιητικά στην ένταση και την αβεβαιότητα της εποχής. «Έχετε μεγάλη πίστη στους απλούς ανθρώπους» λέει η συνεργάτης του στον ήρωα μας. «Επειδή κι εγώ είμαι απλός άνθρωπος» απαντά ο Νίκολας Γουίντον και παρακάτω μας σημαδεύει κατάσαρκα με την φράση του: «Σώζεις μια ζωή, σώζεις τον κόσμο».

Ο Άντονι Χόπκινς αποδίδει μια ακόμη συγκλονιστική ερμηνεία, αποτυπώνοντας την ουσία ενός ανθρώπου που καθοδηγείται από την ενσυναίσθηση και τη βαθιά αίσθηση του καθήκοντος. Η απεικόνιση της εξέλιξης του Λονδρέζου κτηματομεσίτη από θεατή σε ήρωα είναι λεπτή και πειστική. Το συναισθηματικό βάθος που προσδίδει στον χαρακτήρα του επιτρέπει  να συνδεθούμε με τους εσωτερικούς αγώνες και τα διλήμματα που αντιμετωπίζει ο Νίκολας Γουίντον.

Η ταινία δεν αποφεύγει να αναδείξει την ηθική πολυπλοκότητα της κατάστασης, όμως , δεν εμβαθύνει στα πράγματα και μένει στην εύκολη συγκίνηση και τη ρηχή συναισθηματική επικάλυψη.

Η οπτική αναπαράσταση της Πράγας του 1938 μας μεταφέρει στην εποχή, αποτυπώνοντας αρκετά πειστικά την ένταση και τον φόβο που διαπερνούσε τον αέρα.

Στις σκηνές του μεσοπόλεμου τον Γουίντον υποδύεται με πειστικό και θαυμάσιο τρόπο ο Τζόνι Φλιν. Τον ρόλο μοιράζονται οι δυο σπουδαίοι ηθοποιοί, οι οποίοι παίρνουν μια μέτρια ταινία με ακαδημαϊκές και μόνο στοχεύσεις και της δίνουν πνοή. Η χρήση αυθεντικών τοποθεσιών, κοστουμιών και σκηνικών συμβάλλει στην πειστική αποτύπωση της εποχής. Η κινηματογράφηση περιγράφει την ομορφιά της Πράγας και την γεμάτη ένταση ατμόσφαιρα της εποχής, ενισχύοντας την αφήγηση και προκαλώντας την αίσθηση του χρόνου και του τόπου, όμως η ταινία ποτέ δεν απομακρύνεται από τον μόνιμο σκοπό και στόχο της, που είναι η συναισθηματική ένταση και η εύκολη συγκίνηση.

Την ταινία σκηνοθέτησε ο  Τζέιμς Χόους, σε σενάριο των Λουσίντα Κόξον, Νικ Ντρέικ και φωτωτογραφία του Ζακ Νίκολσον , πρωταγωνιστούν μαζί με τον  Αντονι Χόπκινς και οι Ελενα Μπόναμ Κάρτερ, Τζόνι Φλιν, Λενα Ολιν. Η σκηνοθεσία παίζει καθοριστικό ρόλο στη μεταφορά του ιστορικού σκηνικού και της σοβαρότητας της αποστολής του πρωταγωνιστή. Η οπτική αναπαράσταση της Πράγας του 1938 μας μεταφέρει στην εποχή, αποτυπώνοντας αρκετά πειστικά την ένταση και τον φόβο που διαπερνούσε τον αέρα. Η δουλειά της κάμερας συμπληρώνει  την αφήγηση, ενισχύοντας τον συναισθηματικό αντίκτυπο της ταινίας, αλλά μένει στα ρηχά και ποτέ δεν εμβαθύνει όσο απαιτεί το θέμα κι έχει ανάγκη το συγκλονιστικό γεγονός.

Όταν δημοσιεύτηκε το κατόρθωμα του Γουίντον, ο τύπος τον ονόμασε «Βρετανό Σίντλερ» και  η βασίλισσα τον έχρισε ιππότη για την προσφορά του στην ανθρωπότητα.

Η Έλενα Μπόναμ Κάρτερ υποδύεται την μητέρα του Νίκολας Γουίντον.

Η καρδιά της ταινίας «Μια ζωή» βρίσκεται στην πιστή αναπαράσταση της αληθινής ιστορίας του σερ Νίκολας Γουίντον, ο οποίος, παρά τις αντιξοότητες, έσωσε εκατοντάδες παιδιά από τα νύχια των Ναζί. Το σενάριο προσπαθεί να επιτύχει τη λεπτή ισορροπία μεταξύ της ιστορικής ακρίβειας και της κινηματογραφικής αφήγησης, απεικονίζοντας τις προκλήσεις που αντιμετώπισε ο Γουίντον καθώς περιπλανιόταν στη γραφειοκρατία, τις προκαταλήψεις και την επικείμενη απειλή του πολέμου, αλλά ξεμένει από ευρήματα και ιδέες.  Η ταινία δεν αποφεύγει να αναδείξει την ηθική πολυπλοκότητα της κατάστασης, παρουσιάζοντας τον Γουίντον ταυτόχρονα σαν μια προσωπικότητα με αδυναμίες  αλλά και μια ηρωική φιγούρα, όμως ποτέ δεν εμβαθύνει στα πράγματα, αλλά μένει στην εύκολη συγκίνηση και τη ρηχή συναισθηματική επικάλυψη.

Έχουμε την ψευδαίσθηση ότι εμείς οι μεγάλοι είμαστε που διδάσκουμε τα παιδιά και ξεχνούμε πόσα πράγματα μαθαίνουμε παρατηρώντας τα να δημιουργούν, να χαίρονται και να αγαπούν, απλώς παίζοντας,  χαμογελώντας και συναρμολογώντας τις στιγμές τους με μια μαγική επιδεξιότητα και ταυτόχρονα με μια απρόσμενη ευφυΐα. Ποιος συνάντησε κουτά παιδιά στη ζωή του; Το περιβάλλον που θα ζήσει όμως πολλές φορές είναι καταστροφικό και για την ευφυΐα του και για την ευαισθησία του και για τη ζωή του.

 

Υ/Γ: Η παρούσα κριτική αφιερώνεται στη μνήμη του Νίκου Τσούκαλη, πρώην βουλευτή (ΣΥΡΙΖΑ και ΔΗΜΑΡ) και ιστορικό στέλεχος του Συνασπισμού και της Ανανεωτικής Αριστεράς, ο οποίος έφυγε πρόσφατα από τη ζωή. 

 

Διαβάστε ακόμα: «Ονειρικό Σενάριο». Αν δεις στον ύπνο σου τον Νίκολας Κέιτζ… 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top