Ναι, ο Χάνιμπαλ Λέκτερ είναι ο απόλυτος κακός.

Οι διαβαθμίσεις του τρόμου: στον «Εξορκιστή» βλέπεις το απόλυτο κακό, αυτό που η θρησκεία ονομάζει σατανά, να βγαίνει από το βαθύσκιο λαγούμι του να βουρλίζει τα λογικά των ανθρώπων και να ρηγματώνει την πίστη τους. Η διαβολική ενσάρκωση, πάντα, ενδιέφερε τους ανθρώπους κι ας την αποκρούουν με φόβο. Είναι, όμως, κάτι ολότελα μακρινό, ριγμένο στα βάθη του άγνωστου επέκεινα. Δεν το συναντάς καθημερινά.

Στον «Εφιάλτη στο δρόμο με τις λεύκες», ο αποκρουστικός Φρέντι Κρούγκερ με τη μάσκα που μοιάζει με ανθρώπινο πρόσωπο που έχει εμβαπτιστεί σε οξύ, εν αρχή προκάλεσε τρόμο, ανέβασε την πίεση των θεατών, έκανε το αίμα να μοιάζει με στεκάμενος βάλτος. Εν συνεχεία, έχει pop είδωλο. Κυκλοφορούν μπλούζες, αξεσουάρ, μινιατούρες με το είδωλό του. Έγινε κι αυτός ένας από εμάς. Ο φόβος εξωθήθηκε.

H Tζόντι Φόστερ έκανε το ρόλο της ζωής της.

Το φάσμα του κακού δεν μετριέται μόνο με το χυμένο αίμα και με το πόσο οξύηχες είναι οι κραυγές των επίδοξων θυμάτων. Να γιατί η «Σιωπή των Αμνών» που κλείνει ήδη τριάντα χρόνια ζωής, αποτελεί ένα ξεχωριστό δείγμα ταινίας τρόμου. Ισως διότι σ’ αυτή την ταινία ο τρόμος δεν έχει την οπτική του δριμύτητα άλλων παρόμοιων ταινιών.

Μπορεί να μην λείπουν οι σκηνές που κάνουν την ανάσα σου να σέρνεται, εντούτοις αυτό που σε ρίχνει στα σχοινιά είναι η κορύφωση έως το έγκλημα. Ο Χάνιμπαλ Λέκτερ δεν είναι ένας απλός ψυχοπαθής που βγαίνει στις ρούγες να αφαλοκόψει αθώα θύματα. Είναι ένας μετρ του χειρισμού, ένας επιδέξιος σκακιστής, ένας φιλάρεσκος κακός που παίζει με τα μυαλά των ανθρώπων. Δεν είναι απλώς έξυπνος, είναι ιδιοφυής. Κι αυτό το στοιχείο της υπέρμετρης εξυπνάδας του είναι που ιντριγκάρει περισσότερο.

Το παγωμένο βλέμμα του Χόπκινς μοιάζει σαν να ραντίζει ασφόδελους στα μνημούρια των κατακρεουργημένων θυμάτων του.

Θεωρούμε πως οι serial killers, ακόμη και οι ειδεχθείς, είναι άνθρωποι με στερημένη φαντασία (γι’ αυτό και το modus operandi των εγκλημάτων του είναι πάντα ίδιο), με περιορισμένη ικανότητα στην ανάλυση των πράξεών τους και, εν τέλει, αφημένοι στα άγρια κύματα των ενστίκτων τους. Μπορεί και να ισχύει. Ο Χάνιμπαλ Λέκτερ δεν έχει τίποτα από όλα αυτά. Είναι ένας προφέσορας της κακότητας, ένας Αϊστάιν του κανιβαλισμού.

Η ταινία σε σκηνοθεσία του Τζόναθαν Ντέμι βγήκε στις αίθουσες το 1991 και έκανε αμέσως αίσθηση. Στηρίζεται πάνω σε δύο βασικούς πυλώνες. Το εκπληκτικό Άντονι Χόπκινς που ενσαρκώνει το ευφυές κακό με τον πιο σπάνιο και εύγλωττο τρόπο. Το παγωμένο βλέμμα του Χόπκινς, η αύρα του που μοιάζει σαν να ραντίζει ασφόδελους στα μνημούρια των κατακρεουργημένων θυμάτων του, κάνει τον κάθε Φρέντι Κρούγκερ να μοιάζει με μειράκιο. Και να σκεφτεί κανείς πως η παρουσία του στην ταινία είναι μόλις 16 λεπτά (συνολικά). Κι όμως, είναι πιο σημαντικά λεπτά της ταινία. Ο έρωτάς του για την νεότευκτη πράκτορα του FBI,  Clarice Starling, επιβεβαιώνει πως ο έρωτας έχει πολλά ποδάρια.

Κανίβαλος μεν, ιδιοφυής δε.

Η Τζόντι Φόστερ υποδύεται αυτή τη νεαρή, πλην φιλόδοξη, πράκτορα που βρίσκεται στο κατόπι ενός άλλου serial killer, του Μπάφαλο Μπιλ, αλλά μόνο ο Χάνιμπελ Λέκτερ μπορεί να την οδηγήσει σ’ αυτόν. Και κάπως έτσι ξεκινάει η παράξενη σχέση τους, η ανταλλαγή «πληροφοριών» ή το quid pro quo όπως το λέει ο Λέκτερ («σου λέω, μου λες»). Και να σκεφτεί κανείς πως η Φόστερ δεν ήταν η πρώτη επιλογή του Ντέμι. Χρειάστηκε να πει «όχι» η Μισέλ Πφάιφερ για να στραφεί στη νέα, τότε, Τζόντι. Σαν να λέμε: έπεσε από την Ακρόπολη και βρήκε πορτοφόλι.

Η «Σιωπή των Αμνών» ανήκει σε εκείνη τη σπάνια κατηγορία ταινιών που είναι εμπορικές και πρωτότυπες συνάμα.

Μπορεί να υπήρξαν στη συνέχεια το απαραίτητο sequel και prequel του Χάνιμπαλ, αλλά το πρώτο «αίμα» είναι μακράν το καλύτερο. Τώρα, στις μέρες μας, γυρίζεται η σειρά που φέρει το όνομα της νεαρής πράκτορα και η οποία κάνει βουτιά στα πρώτα χρόνια της ζωής της, δίχως όμως την εμφάνιση του Λέκτερ. Σαν να λέμε: η μήτρα γέννησε πολλά παιδιά. Κάτι που δείχνει πως η «Σιωπή των Αμνών» ανήκει σε εκείνη τη σπάνια κατηγορία ταινιών που είναι εμπορικές και πρωτότυπες συνάμα.

Φοριέται στις μέρες μας αυτή η μάσκα; (Everett Collection/Rex Features)

Εκείνη τη χρονιά είχε την τιμητική της στα Οσκαρ. Αγαλματίδιο για την καλύτερη ταινία, για τη σκηνοθεσία, για το διασκευασμένο σενάριο, για τον Α’ ανδρικό ρόλο (σιγά μην δεν το έπαιρνε ο Χόπκινς) και για τον Α’ γυναικείο ρόλο. Ηταν μια σύζευξη δυνάμεων που έφερε αποτέλεσμα.

Αστείο που ταιριάζει στις μέρες μας: ο Χάνιμπαλ εμφανίζεται κάποια στιγμή να μεταφέρεται από τους αστυνομικούς φορώντας μια ειδική μάσκα υπό το φόβο να αρπάξουν τα σαγόνια του κάποιο τροφαντό μάγουλο αστυνομικού. Άραγε, αυτή η μάσκα θα έκανε στις μέρες μας για να μας προστατεύσει από τον ιό; Μάλλον, όχι. Ακόμη και ο ιδιοφυής Χάνιμπαλ έχει τα όριά του.

 

Διαβάστε ακόμα: «La Grande Bellezza» – Να γιατί παραμένει μια από τις αγαπημένες μας ταινίες.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top