Η Καλένος είχε τον αέρα μιας σταρ, όπως τις ξέρουμε από τις ιταλικές ταινίες της δεκατίας του 1960 (Photo Credit Robert Altman, για τους New York Times).

Σε μια πολύ έντονη μουσική εμπειρία για όσους μπόρεσαν να παραβρεθούν εξελίχτηκε η «πειραματική» παρουσίαση της εμβληματικής όπερας του Τζάκομο Πουτσίνι «Τόσκα» στην παραγωγή της Loft Opera στο πάλαι ποτέ αμαξοστάσιο του Μπρούκλιν με τη διπλή ελληνική παρουσία, του Στέφανου Κορωναίου στο ρόλο του νεωκόρου (Σακριστάν) της εκκλησίας του Σάντ’ Αντρέα ντέλα Βάλε στην οποία διαδραματίζεται η πρώτη πράξη και της Ελένης Καλένος στον πρωταγωνιστικό ρόλο.

Όπερα σε … αμαξοστάσιο

Μπορεί η ιδέα της παράστασης όπερας στο πρώην αμαξοστάσιο λεωφορείων στο Μπρούκλιν κατά μήκος της γκρίζας γραμμής L του νεοϋορκέζικου μετρό  και η έντονη μυρωδιά από βερνίκι κατά την είσοδό μας στο χώρο, στα όχι και πολύ άνετα καθίσματα, αρχικά να μας ξένισαν, ωστόσο αυτά ήταν τα μόνα άβολα βιώματα της βραδιάς. Η τοποθέτηση της, όχι πλήρους αλλά επαρκούς για τον περιορισμένο χώρο, ορχήστρας 30 περίπου ατόμων πίσω (ή δίπλα) στους θεατές ήταν τελικά μια αποφασιστικής σημασίας αλλαγή, αφού έτσι το κοινό ήρθε σε άμεση επαφή με τους τραγουδιστές.

Το αμαξοστάσιο όπου δόθηκε η παράσταση.

Συγκρατημένη … σκηνοθεσία

Η σκηνοθεσία του Raymond Zilberberg και το σκηνικό δεν ήταν τελικά και τόσο ρηξικέλευθα ή πειραματικά όσο αναμένονταν από τη φήμη που συνοδεύει τη Loft Opera και βέβαια από την επιλογή του χώρου.

Στην πρώτη πράξη του έργου ένα εικονοστάσιο επιλέγεται για να δώσει την εντύπωση του εσωτερικού της εκκλησίας, με τον πίνακα που ζωγραφίζει ο Καβαραντόσι με τα έντονα γαλάζια μάτια να βρίσκεται καλυμμένος πίσω από μια σκαλωσιά πάνω στην οποία βρισκόταν εκτός από τα χρώματα του ζωγράφου και μια γαλλική σημαία, δείγμα της προσήλωσής του στα ιδανικά της Γαλλικής Επανάστασης και την υποστήριξή του στα στρατεύματα του Ναπολέοντα.

Η σοπράνο Ελένη Καλένος αποδείχτηκε καθηλωτική ως ηρωίδα (Photo Credit Robert Altman, για τους New York Times).

Το γραφείο του Σκάρπια στη δεύτερη πράξη ήταν ένα μεγάλο μακρόστενο λευκό τραπέζι, με τη φωνή της Τόσκα που τραγουδά θεωρητικά στη διπλανή από το Παλάτσο Φαρνέζε αίθουσα να φτάνει στα αυτιά του Σκάρπια όχι μέσω του ανοιχτού παραθύρου, αλλά μέσω του ραδιοφώνου. Τόσο το γραφείο του φρουρού της φυλακής στο αφαιρετικό σκηνικό της τρίτης πράξης, όσο και τα πιστόλια του Σκάρπια και των συνεργατών του δημιουργούσαν ευθέως την εντύπωση ότι το αυταρχικό καθεστώς, το οποίο υπονοούνταν, ήταν στον εικοστό αιώνα, μάλλον η φασιστική Ιταλία. Ειδικά οι δύο φιγούρες των συνεργατών του Σκάρπια, «φουσκωτοί», με έντονα γυμνασμένους τους μυς, τατουάζ στα μπράτσα παρέπεμπαν στο σήμερα, ενώ το βλέμμα και το γενικότερο στήσιμό τους θύμιζαν αντίστοιχες φιγούρες στελεχών και ακτιβιστών του φασιστικού καθεστώτος στις ταινίες «1900» και «Ο Κονφορμιστής» του Μπερτολούτσι.

Μια από τις πλέον έντονες σκηνές της παράστασης (Photo Credit Robert Altman, για τους New York Times).

100 φορές … νεωκόρος!

Μετά την ορχηστρική εισαγωγή εμφανίστηκε στη σκηνή ο Στέφανος Κορωναίος για να ετοιμάσει, πλένοντάς τα μάλιστα κανονικά στους νηπτήρες του αμαξοστασίου, τα πινάλα του ζωγράφου. Ο Έλληνας βαρύτονος όχι μόνο ανταποκρίθηκε άριστα στα φωνητικά του καθήκοντα, αλλά και έδωσε μια προσωπική διάσταση σε αυτό το μικρό ρόλο. Ο Κορωναίος έχει μια ιδιαίτερη σχέση με αυτόν, αφού με στην τελευταία παράσταση της σειράς τον υποδύθηκε για εκατοστή φορά, και προσπάθησε σε μια πολύ λεπτή ισορροπία να δώσει δύο πολύ ενδιαφέρουσες διαστάσεις στην ερμηνεία του συγκεκριμένου χαρακτήρα.

Από τη μία να τονίσει στο πνεύμα του ρόλου ότι ο Σακριστάν απεχθάνεται τις προοδευτικές ιδέες, ακόμα και τον πίνακα του ζωγράφου που απεικονίζει κατά κάποιο τρόπο τις, κατά τη γνώμη του  αμαρτωλές, σχέσεις του με την Τόσκα και το φλερτ με την Ατταβάντι,  είναι φοβικός και πειθήνιος απέναντι στην εξουσία του Σκάρπια. Σε ένα ενδιαφέρον σκηνοθετικό εύρημα μάλιστα ο νεωκόρος σπάει την γαλλική σημαία στο άκουσμα της, ανακριβούς όπως αποδεικνύεται αργότερα, είδησης για την ήττα των στρατευμάτων του Ναπολέοντα. Από την άλλη ο Κορωναίος επεδίωκε να ειρωνευτεί διακριτικά, με κάποιες προσεκτικά επιλεγμένες κινήσεις και εκφράσεις του, τον υπερσυντηριτισμό του καθολικού νεωκόρου!

Η σκηνοθεσία του Raymond Zilberberg και το σκηνικό δεν ήταν τελικά και τόσο ρηξικέλευθα ή πειραματικά όσο αναμένονταν (Photo Credit Robert Altman, για τους New York Times).

Ταλαντούχοι συντελεστές

Μπορεί σε μερικές στιγμές ο ταλαντούχος νεαρός τενόρος από την Pennsylvania, James Chamberlain στο ρόλο του Καβαραντόσι να εμφάνισε κάποιες τεχνικές δυσκολίες στον έλεγχο της πολύ πλούσιας και εκφραστικής φωνής του, κάτι που έγινε κυρίως διακριτό στην τελευταία άρια (E lucevan le stelle), αυτό όμως δεν πρέπει να μας αποσπά από την έξοχη γενικότερή του επίδοση, η οποία ήταν πολύ πειστική, αφού απέδωσε με ιδιαίτερο δυναμισμό το κρεσέντο-ύμνο προς την ελευθερία της δεύτερης πράξης (Vittoria, Vittoria!) και με ιδιαίτερη στιβαρότητα αλλά και ευαισθησία την άρια για την αρμονία του κόσμου (Recondita Armonia) της πρώτης πράξης.

Εξαιρετική η ερμηνεία του Gustavo Feulien στο ρόλο του Σκάρπια με το νεαρό βαρύτονο από την Αργεντινή να εκπληρώνει χωρίς ενστάσεις τα φωνητικά του καθήκοντα και να είναι ταυτόχρονα πολύ πειστικός στην απόδοση μιας ιδιαίτερα «διαβολικής» και σαδιστικής εκδοχής του ρόλου!

Ο νεαρός μαέστρος από το Ohio Dean Buck με σαφείς κινήσεις και τέμπι που βοήθησαν τους τραγουδιστές συνέβαλε αποφασιστικά στην επιτυχία της παράστασης, με το χώρο και τον περιορισμένο αριθμό των μουσικών να μην προσφέρονται για κάτι περισσότερο, όσον αφορά την ορχηστρική επίδοση.

Θα πρέπει να σημειωθεί η εξαιρετική επίδοση της Καλένος και ο απόλυτος έλεγχός της στις ακόμα πιο υψηλές τονικές περιοχές της πρώτης πράξης (Photo Credit Robert Altman, για τους New York Times).

Φλογερή πρωταγωνίστρια!

Εκείνο πάντως που έκανε την παράσταση αυτή να ξεχωρίσει ήταν η εξαιρετική επίδοση της Ελληνίδας πρωταγωνίστριας. Η Καλένος από την είσοδό της στον χώρο με τη μορφή και τον αέρα μιας σταρ, όπως τις ξέρουμε από τις ιταλικές ταινίες της δεκατίας του 1960, με κόκκινο φόρεμα, καπέλο και μαύρα γυαλιά ηλίου, όπως «έντυσε» η σκηνοθεσία την αρχικά στην πρώτη πράξη «άνετη» καλλιτέχνιδα που επισκέπτεται το φίλο της, κυριάρχησε στη σκηνή, επιδεικνύοντας όχι μόνο την όμορφη φωνή της και τις ερμηνευτικές της αρετές, αλλά και την άριστη, προφανώς επί χρόνια ακούραστα δουλεμένη, τεχνική της. Αυτό ήταν διακριτό σε κάθε τοποθέτηση του σώματος της, κάθε σύσπαση του προσώπου της, κάθε ιδιαίτερα προσεγμένης φράση της, με επίσης άψογη την εκφορά των ιταλικών της. Όλα αυτά ήταν εμφανή, μιας και βρισκόμασταν, όπως προαναφέραμε, σε απόσταση αναπνοής, τόσο κοντά που ακόμα και κάποιες στιγμές αμηχανίας στις σωματικές επαφές μεταξύ των πρωταγωνιστών ήταν ορατές, κάτι που δεν ίσχυε πια ένα μέτρο πιο πίσω.

Η Καλένος ήταν σε θέση να διαφοροποιήσει κάθε άρια και κάθε φράση (Photo Credit Robert Altman, για τους New York Times).

Η Καλένος ήταν σε θέση να διαφοροποιήσει κάθε άρια και κάθε φράση. Ήταν στην πρώτη πράξη ιδιαίτερα τρυφερή και σαγηνευτική, παίζοντας ενίοτε και την «αφελή», όταν προσπαθεί να κάνει το σύντροφό της να αλλάξει το χρώμα των ματιών στον πίνακά του, ενώ αργότερα γίνεται αιχμηρή και απαιτητική καθώς προοδευτικά κορυφώνεται η ζήλεια της και στο τέλος ναζιάρικα συμβιβαστική, λέγοντάς του φεύγοντας ότι όλα είναι εντάξει αλλά ας «αλλάξει και το χρώμα των ματιών στον πίνακα».

Με αμυντική στάση στην αρχή της δεύτερης πράξης εναντίον του Σκάρπια, οι φράσεις της γίνονται ιδιαίτερα κοφτές και επιθετικές καθώς η πρωταγωνίστρια μετατρέπεται στην τίγρη που προσπαθώντας να προστατεύσει την τιμή της και τον φίλο της τελικά θα τον μαχαιρώσει.

Στην τελευταία πράξη οι γλυκές ελπίδες της, κατά τραγική ειρωνεία, αναμενόμενης φυγής μαζί με την ειρωνεία προς τον Καραβαντόσι, ότι εκείνη ξέρει να πέφτει στη σκηνή, θα μετατραπούν στις έντονες κραυγές μετά την εκτέλεση. Το γεγονός ότι ο χώρος δεν προσφερόταν για κάποια πτώση, όπως στη ρεαλιστική εκδοχή της ιστορίας, οδήγησε το σκηνοθέτη στο πιο εντυπωσιακό ίσως εύρημά του στη συγκεκριμένη παράσταση, που όντως ανέδειξε και επέτεινε τη δραματικότητα του τέλους της ιστορίας. Με νεκρό πια το φίλο της και ενώ οι φρουροί, οι οποίοι έχουν ανακαλύψει τη δολοφονία του Σκάρπια την κυνηγούν, η Τόσκα βγάζει από την τσάντα της ένα πιστόλι και αυτοπυροβολείται στο στόμα, με το αίμα να πετιέται πίσω της στο λευκό τοίχο, δίπλα στους υπέρτιτλους παγωμένους στη φράση: «O, Scarpia Avanti a Dio!», του μακάβριου ραντεβού που κλείνει η Τόσκα με τον θανάσιμο αντίπαλό της ενώπιον της θείας δικαιοσύνης!

Εκτός από το θριαμβευτικό Vissi d’ Arte, το οποίο η Ελληνίδα σοπράνο τραγούδησε με δυναμισμό και αυτοπεποίθηση πάνω στο τραπέζι του Σκάρπια, θα θέλαμε επίσης να ξεχωρίσουμε την εξαιρετική επίδοση της Καλένος και τον απόλυτο έλεγχό της στις ακόμα πιο υψηλές τονικές περιοχές της πρώτης πράξης, που φαίνεται να είναι και το πιο δυνατό της σημείο. Αυτές ήταν κατά τη γνώμη μας και οι κορυφαίες στιγμές μιας έξοχης και ολοκληρωμένης ερμηνείας!

Διθύραμβοι του νεοϋορκέζικου τύπου

Η επίδοση της Καλένος τράβηξε αμέσως την προσοχή του ειδικού στην κλασσική μουσική νεοϋορκέζικου τύπου. Μια από αυτές, το εξειδικευμένο μπλογκ είχε γράψει: «Η Καλένος τραγούδησε το Vissi d’ Arte, όρθια πάνω στο τραπέζι, μια άμεμπτη μορφή, όπως η Παναγία την οποία επικαλείται η Τόσκα”!

Σε αυτές τις πρώτες διθυραμβικές κριτικές αναφερόταν και ο τίτλος του Εθνικού Κήρυκα στο άρθρο που παρακινούσε το ενδιαφερόμενο κοινό της ομογένειας να δει την παράσταση (ΕΚ 14/3/2016). Ο τίτλος φαίνεται ότι αποδείχτηκε ένας καλός οιωνός, αφού λίγες μόλις ώρες αργότερα τη σκυτάλη πήραν οι New York Times. Τη λαμπερή φωτογραφία της Καλένος με το κόκκινο φόρεμα από την πρώτη πράξη συνόδευε η φράση: «Από τη στιγμή που εισέβαλε στη σκηνή με καπέλο και γυαλιά η σοπράνο Ελένη Καλένος αποδείχτηκε καθηλωτική ως ηρωίδα που ζηλεύει (το σύντροφό της), η φλογερή φωνή της είχε ένα πολύ ζωντανό αποτέλεσμα στο Vissi d’ Arte»!

Το περιοδικό New Yorker έγραψε πως η Καλένος είναι έτοιμη για πολύ μεγαλύτερη σκηνή.

Ένα τόνο πιο πάνω η άλλη σημαίνουσα εφημερίδα της πόλης, η Wall Street Journal, την επόμενη μέρα: «Σε κάθε περίπτωση εκείνο που πραγματικά ξεχώρισε ήταν η φλογερή ερμηνεία της Ελένης Καλένος στο ρόλο της Τόσκα – παθιασμένη, στιβαρή, εξωστρεφής, με όλο το απαραίτητο φωνητικό εύρος, την απαιτούμενη αντοχή και φλόγα»!

Ακόμα μεγαλύτερης βαρύτητας ίσως το κείμενο του διάσημου περιοδικού New Yorker, εξαιτίας της εγκυρότητας αλλά και της φήμης του επί δεκαετίες συντάκτη του, διακεκριμένου μουσικολόγου και συγγραφέα Alex Ross, ο οποίος έγραψε: «Η Ελληνίδα σοπράνο Ελένη Καλένος είχε την καλύτερη επίδοση. Με σιγουριά στις νότες, πλούτο στις εκφραστικές λεπτομέρειες, αιχμηρή σαν μαχαίρι στις κλιμακώσεις, έδειξε έτοιμη για κάποια πολύ μεγαλύτερη σκηνή»!

Το περιοδικό New Yorker έγραψε πως η Καλένος ήταν αιχμηρή σαν μαχαίρι (Photo Credit Robert Altman, για τους New York Times).

Στο πνεύμα του τελευταίου σχολίου του Alex Ross έχουμε λόγους  να ελπίζουμε ότι μετά από αυτή την ερμηνεία της Τόσκα, την επόμενη φορά που θα δούμε την Ελένη Καλένος σε κάποιο μεγάλο ρόλο στη Νέα Υόρκη θα χρειαστούμε, όχι την γκρίζα, αλλά την κόκκινη γραμμή του μετρό που οδηγεί στις πιο οικείες οπερατικές διευθύνσεις της περιοχής του Λίνκολν Σέντερ!

Επόμενες εμφανίσεις

Η επόμενη παραγωγή της Loft Opera είναι η κωμική όπερα του Τζοακίνο Ροσσίνι: Ο Κόντης Ορί, στις 2, 4, 7, 9 και 11 Ιουνίου.

Λίγο νωρίτερα στα μέσα Μαΐου ο Στέφανος Κορωναίος, ο οποίος ζει και εμφανίζεται τα τελευταία 14 χρόνια στις ΗΠΑ, θα κάνει το ντεμπούτο στη Λυρική Σκηνή Αθηνών στο ρόλο του συνταγματάρχη στη δημοφιλή οπερέτα του Θεόφραστου Σακελλαρίδη: Ο Βαφτιστικός. Η καινούρια παραγωγή θα είναι και η τελευταία στο ιστορικό θέατρο Ολύμπια της οδού Ακαδημίας, πριν από τις καλοκαιρινές παραστάσεις στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού και την πολυαναμενόμενη μετεγκατάσταση της Λυρικής στο νεοαποκτηθέν κόσμημα του Φαλήρου.

Τέλος, η επόμενη εμφάνιση της Ελένης Καλένος στη Νεά Υόρκη είναι προγραμματισμένη για τις 21 Μαΐου στο Kupferberg Center for the Arts του Queens College στο αριστουργηματικό Ρέκβιεμ του Τζουζέπε Βέρντι στο οποίο και θα επανέλθουμε.

//Οι φωτογραφίες της παράστασης από τον φωτογράφο Robert Altman (για τους New York Times) είναι μια ευγενική προσφορά της Loft Opera.

 

Διαβάστε ακόμα: Το νέο «αφεντικό» της ΜΕΤ – ένας Καναδός στη Νέα Υόρκη.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top