Η παραγωγή της «Τόσκα» επιστρέφει στη σκηνή του Comunale Nouveau στη Μπολόνια, σήμερα Παρασκευή 26 Απριλίου για μια σειρά τεσσάρων παραστάσεων. (Φωτογραφίες: Andrea Ranzi)

Όσο και αν οι συμπτώσεις δεν μένουν ανεπηρέαστες από τα ενδιαφέροντα και τις αναζητήσεις μας, η συγκεκριμένη είχε μία δόση καθαρής τύχης: την Τετάρτη αγόραζα από ένα παλαιοβιβλιοπωλείο στην Πιάτσα Σαλβέμινι της Φλωρεντίας το βιβλίο «Puccini in casa Puccini» του Remo Giazotto (εκδόσεις Akademos,  Λούκα 1992)· την Πέμπτη το πρωί επισκεπτόμουν τον Γενέθλιο οίκο – Μουσείο Πουτσίνι στη Λούκα και φωτογραφιζόμουν δίπλα στο άγαλμα του συνθέτη στην πλατεία εμπρός από το οίκημα· και το απόγευμα της ίδιας μέρας το αυτοκίνητο που μας μετέφερε χάλασε για τα καλά στην Μπολόνια· στάση εκτός προγράμματος, αλλά ουδέν κακόν αμιγές καλού: η πόλη είναι υπέροχη και στο πρόγραμμα του Δημοτικού Θεάτρου είχε την Τόσκα του Πουτσίνι. Καταφέραμε να την παρακολουθήσουμε, την Τρίτη 25 Ιουλίου 2023.

Το Δημοτικό Θέατρο της Μπολόνια είναι βεβαίως από τα πιο ιστορικά της Ιταλίας, ένα θαυμάσιο κτίσμα του 18ου αιώνα, το οποίο όμως είναι κλειστόν δια αναβάθμισιν και οι παραστάσεις δίνονται σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο στην εμπορική έκθεση (Fiera), λίγο έξω από την πόλη. Το (όχι χωρίς δόση χιούμορ) όνομα του προσωρινού θεάτρου είναι Κομουνάλε Νουβώ, Νέο Δημοτικό.

Δεν είναι η πρώτη φορά που παρακολουθώ όπερα σε κτίριο εκθέσεων επειδή το κυρίως θέατρο είναι κλειστό για ανακαίνιση. Αλλά εδώ ομολογώ ότι είναι μία ξεχωριστά φροντισμένη κατάσταση. Το φουαγιέ είναι διακοσμημένο με φωτογραφίες από μεγάλες προσωπικότητες που εμφανίστηκαν στο θέατρο (σε πιάνει δέος να τις βλέπεις). Μέσα στην κυρίως αίθουσα τα πλαϊνά ανακλαστικά πετάσματα εκατέροθεν της σκηνής κοσμούνται με το σύγχρονο λογότυπο του θεάτρου, μια δυναμική λεοντοκεφαλή. Και ακουστικά όμως ο χώρος αποδείχθηκε ικανοποιητικός. Νομίζω δεν θα περιμένω μέχρι το 2026 για να το ξαναεπισκεφτώ, όταν (εφόσον έχουν ολοκληρωθεί οι προγραμματισμένες εργασίες) το Θέατρο επιστρέψει στην έδρα του.

Ο βαρύτονος Αmbrosio Μaestri ήταν ένας εξαιρετικός Σκάρπια, ως τραγουδιστἠς και ηθοποιός.

Σε μια τέτοια παράσταση, που δεν στηρίζεται σε διανοητικά ευρήματα, ο τραγουδιστής οφείλει πραγματικά να είναι και ηθοποιός.

Καθώς έφτασε η ώρα της παράστασης, στο πόδιον της ορχήστρας ανέβηκε ένα από τα πιο ενδιαφέροντα διεθνή ονόματα, η ουκρανή Οξάνα Λίνιβ. Μικροκαμωμένη, έχει πραγματικά εντυπωσιακή κίνηση, και αντίστοιχα οδηγεί με πολύ καθαρό και διαυγές χέρι την ορχήστρα. Είναι τόσο πραγματικά εικαστική η κίνηση της, που η μαυροντυμένη σιλουέτα θύμιζε τις καρικατούρες του Gustav Mahler από τον Otto Böhler. Ήταν λίγο νευρική στην αρχή και αυτό έβγαινε στον ήχο, σύντομα όμως το ξεπέρασε και μετά το αρχικό τρακ ο ήχος μαλάκωσε και απολαύσαμε μία εξαιρετική αρχιμουσικό όπερας.

Πράγματι, η πρώτη μας γνωριμία με την ιστορική ορχήστρα και τη διάσημη αρχιμουσικό ήταν από αυτές που μένουν στη μνήμη.  Υπό τη διεύθυνσή της το μουσικό σύνολο έβγαζε εξίσου τις μελωδικές γραμμές όσο και τα ηχοχρώματα και πολλές μικρές λεπτομέρειες, από αυτές που συχνά χάνονται στην ρουτίνα της πρακτικής, αλλά και φρόντιζε με τον καλύτερο τρόπο να συνοδεύει τους τραγουδιστές. Λίγο μετά την αρχή της Γ΄ πράξης, στην ορχηστρική εισαγωγή της άριας «E lucevan le stele», το θέμα ακούστηκε πρώτα σαν ένα τεράστιο ηχητικό φρέσκο από τα πυκνά έγχορδα τις ορχήστρας, με ένα φραζάρισμα σμιλεμένο όλο δράμα και ένταση, και αμέσως μετά η ορχήστρα συρρικνώθηκε σε ένα ελάχιστο ακουστικό μέγεθος για να τραγουδήσει πλέον την ίδια  μελωδία ο τενόρος. Και καθώς ο τενόρος Roberto Aronica ολοκλήρωνε την άρια φτάνοντας στο σπαρακτικό tanto la vita, ήταν και η στιγμή που πλέον κατέρρευσαν και τα τελευταία κριτικά αναχώματα, αυτά που εμπόδιζαν τον ακροατή από την πλήρη συναισθηματική ταύτιση με την παράσταση. Ήταν μία κορύφωση στην οποία είχαν οδηγήσει συνολικά όλες οι ερμηνείες.

Ο βαρύτονος Αmbrosio Μaestri ήταν ένας εξαιρετικός Σκάρπια, ως τραγουδιστἠς και ηθοποιός. Σχεδόν μία μικρή μανιέρα, να δείχνει την εσωτερική ένταση του Σκάρπια πίσω από τη φαινομενική αταραξία με το νευρικό παίξιμό του χεριού, και τρομερά ευκίνητος, σαν πάνθηρας όταν χρειαζόταν να επιτεθεί στο θήραμα του παρά τον στιβαρό του όγκο, ένας αριστοκράτης κακός με εξαιρετικά ευγενική φωνή και εκλέπτυνση, προσεκτικός στη νοηματοδότηση κάθε συλλαβής.

Οι συνολικά εξαιρετικές ερμηνείες πιστεύω ότι βοηθήθηκαν ουσιαστικά από την ρεαλιστική σκηνοθεσία του Giovanni Scandella.

Την Carmen Giannattasio την έχουμε δει και στην Αθήνα, όταν ερμήνευσε στο Ηρώδειο τον επώνυμο ρόλο της «Νόρμα» το 2019.

Η Carmen Giannattasio ήταν μία ιδιαίτερη Τόσκα, μια φωνή που δεν θυμίζει βερίσμο, και δεν είναι τυχαίο ότι έχει συνδεθεί περισσότερο με το μπελκάντο – στην Αθήνα ερμήνευσε στο Ηρώδειο τον επώνυμο ρόλο της «Νόρμα» (2019). Για αυτό ίσως ήταν και τόσο πειστική, όταν σκεφτούμε ότι η Φλόρια Τόσκα ως θεατρικό πρόσωπο είναι βασικά μία τραγουδίστρια στην εποχή της ακμής του belcanto. Η άρια «Vissi d’arte» με την πολύ προσεκτική συνοδεία της ορχήστρας δεν ήταν φωνητικό πυροτέχνημα, αλλά μια απολύτως ειλικρινής αυτοπροσωπογραφία, τραγουδισμένη με εξαιρετική συγκίνηση και μουσικότητα, ακόμα και με λίγη εσωστρέφεια.

Το ίδιο καλοί με τους πρωταγωνιστές ήταν και οι μικρότεροι ρόλοι και οι χορωδία, ενήλικη και παιδική (διδασκαλία Gea Garatti Ansini και Alhambra Superchi αντιστοιχα): Christian Barone (Αντζελότι / Δεσμοφύλακας), Paolo Orecchia (Νεωκόρος), Paolo Antognetti (Σπολέτα), Tong Liu (Σαρρόνε). Δυστυχώς δεν βρήκαμε το όνομα που ερμηνεύει τόσο ωραία το τραγούδι του βοσκού στο άνοιγμα της Γ΄ πράξης. Στη νέα σειρά παραστάσεων ερμηνέυει η Camilla Baravelli Sabena.

Σε μια τέτοια παράσταση αντιλαμβάνεσαι ως θεατής και την απόλυτη θεατρική σύλληψη του Puccini.

Τα ελάχιστα σκηνικά είναι απολύτως στο πνεύμα της εποχής και του έργου, τόσο όσο ώστε να μην καταντάνε παλιομοδίτικα.

Οι συνολικά εξαιρετικές ερμηνείες πιστεύω ότι βοηθήθηκαν ουσιαστικά από την ρεαλιστική σκηνοθεσία του Giovanni Scandella. Είναι από τα λίγα απολύτως πιστά ανεβάσματα που μπορεί να παρακολουθήσει κάνεις σήμερα, με άψογες ενδυμασίες εποχής (Stefania Scaraggi). Τα ελάχιστα σκηνικά (Manuela Gasperoni), με μια ελαφρά αφαίρεση (δεν υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες στο θέατρο) είναι απολύτως στο πνεύμα της εποχής και του έργου, τόσο όσο ώστε να μην καταντάνε παλιομοδίτικα, και είναι καλά φωτισμένα (Daniele Naldi). Κυριαρχεί μία απολύτως ρεαλιστική  σκηνική καθοδήγηση, στην οποία οφείλω να πω ότι όλοι οι ηθοποιοί έδειξαν μεγάλη ικανότητα.

Ευτυχώς, γιατί σε ένα τέτοιο ανέβασμα που δεν στηρίζεται σε διανοητικά ευρήματα, ο τραγουδιστής οφείλει πραγματικά να είναι και ηθοποιός. Και σε μια τέτοια παράσταση αντιλαμβάνεσαι ως θεατής και την απόλυτη θεατρική σύλληψη του Puccini· η μουσική σύνθεση μοιάζει σχεδόν χορογραφημένη, με κάθε μέτρο της μουσικής να έχει προβλέψει τον χρόνο που θα χρειαστούν οι ερμηνευτές για να πραγματοποιήσουν όλες τις (μετα)κινήσεις που προβλέπει το λιμπρέτο. Και λογικό είναι, ειδικά ο βερισμός, που είναι ακριβώς μορφή του καλλιτεχνικού ρεαλισμού, να προβλέπει και να αναδεικνύεται από μία ρεαλιστική σκηνοθεσία.

 

//Η παραγωγή της «Τόσκα» (με ελάχιστες αλλαγές στη διανομή) επιστρέφει στη σκηνή του Comunale Nouveau σήμερα Παρασκευή 26 Απριλίου για μια σειρά τεσσάρων παραστάσεων έως τις 30 του μηνός. Η παράσταση θα μαγνητοσκοπηθεί και θα μεταδοθεί στην περιφερειακή πύλη OperaStreaming από τις 12 Μαΐου στις 15.30 ώρα Ιταλίας. Στις 16 και 17 Μαΐου θα ταξιδέψει ολόκληρη στο Hessisches Staatstheater στο Βισμπάντεν (Γερμανία) για δύο παραστάσεις στο Internationale Maifestspiele.

 

Διαβάστε ακόμα: 2ο Φεστιβάλ Λατρευτικής Μουσικής – Ένα Φεστιβάλ κατάνυξης στο κέντρο της Αθήνας

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top