Ο παραλογισμός που επικρατεί, μετατρέπει τα 200 μόλις μέτρα σε μια οδυνηρή οδύσσεια εκατοντάδων χιλιομέτρων.

Όπως ακριβώς έγινε και με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ανεπιβεβαίωτες ειδήσεις σχετικά με την ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση, βομβαρδίζουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που δεν έχουν κανένα τρόπο και μάλλον ελάχιστη διάθεση να ελέγξουν τη εγκυρότητα τους. Όταν παρακολουθείς από μακριά, χωρίς φανατική διάθεση υπεράσπισης κάποιας πλευράς, προσπαθώντας να διαμορφώσεις μια άποψη που ελπίζεις να είναι ανθρώπινη, φιλελεύθερη και δημοκρατική, τότε αυτή η συνθήκη μπορεί να σε παγιδεύσει.

Στην προσπάθεια να βγάλεις άκρη για να σχηματίσεις γνώμη, όχι τόσο για να την επικοινωνήσεις όσο για να αποκρυσταλλώσεις ό,τι νιώθεις μέσα σου, εγκλωβίζεσαι ανάμεσα σε συνταρακτικά βίντεο με εικόνες διαμελισμένων ανθρώπων, σε εκτενείς αναλύσεις ιστορικών και κραυγές δημοσιογράφων και πολιτικών. Επιτρέπεται το παρελθόν να δικαιολογήσει αποτρόπαιες πράξεις του σήμερα; Οφείλουμε να αποδεχθούμε την παρατεταμένη βιαιότητα σαν αντίποινο της τρομοκρατίας;

Αν τα ερωτήματα φαίνονται επιφανειακά, φταίει που είναι δύσκολο να φτάσεις βαθύτερα αν δεν ξεσκαρτάρεις τον όγκο των πληροφοριών. Αν δε το κάνεις, μπορεί να βρεθείς αδιάβαστος – «δεν είδες το τάδε βομβαρδισμό ή τη δείνα επιδρομή; Πώς μπορείς να παίρνεις θέση;». Ένα σωρό αντιφατικές πληροφορίες μας οδηγούν σα τρενάκι του λούνα παρκ στο χρηματιστήριο συναισθημάτων.

Χθες το βράδυ, είδα στο Cinobo την ταινία «200 μέτρα». Βραβευμένη στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, ήταν η πρώτη ταινία μυθοπλασίας του Παλαιστίνιου Αμίν Ναϊφέ, ενός σκηνοθέτη που είχε στο ενεργητικό του μόνο ντοκιμαντέρ. Βγάζει νόημα, όταν θες να πεις ιστορίες για ένα μέρος που η πραγματικότητα υπερβαίνει τη φαντασία.

Η βαθιά διαίρεση που έχει προκαλέσει το τείχος και ο παραλογισμός που επικρατεί, μετατρέπει τα 200 μόλις μέτρα σε μια οδυνηρή οδύσσεια εκατοντάδων χιλιομέτρων.

Μια ταινία σαφώς και δεν υποκαθιστά τη δημοσιογραφική έρευνα, η συγκεκριμένη πάντως κατάφερε να μου περιγράψει την σκοτεινή πολυπλοκότητα της περιοχής.

Το σενάριο έχει ως εξής: παρακολουθούμε το ταξίδι του Μουσταφά, ενός Παλαιστίνιου μορφωμένου χειρωνάκτη, να περάσει το ισραηλινό φράγμα που βρίσκεται στην καρδιά της Δυτικής Όχθης, για να φτάσει στο νοσοκομείο όπου νοσηλεύεται ο γιος του. Η γυναίκα του εργάζεται στο Ισραήλ και ζει σε εκείνη την πλευρά με τα παιδιά του, μόλις 200 μέτρα από εκείνον.

Ο Μουσταφά, αρνούμενος να πάρει την ισραηλινή ταυτότητα, περνά καθημερινά το συνοριακό έλεγχο για να δουλέψει και να τους συναντήσει. Όταν πληροφορείται τα συγκλονιστικά νέα για το ατύχημα του γιου του, η μόνη σκέψη του είναι να σπεύσει στο πλευρό του. Ωστόσο, στο σημείο ελέγχου, μια γραφειοκρατική περιπλοκή του στερεί το δικαίωμα να εισέλθει.

Η βαθιά διαίρεση που έχει προκαλέσει το τείχος και ο παραλογισμός που επικρατεί, μετατρέπει τα 200 μόλις μέτρα σε μια οδυνηρή οδύσσεια εκατοντάδων χιλιομέτρων, με το βαν ενός παράνομου διακινητή. Σε αυτό το ταξίδι, ο Μουσταφά έρχεται σε επαφή με διαφορετικούς ανθρώπους, όπου ο καθένας διακινδυνεύει για τους προσωπικούς του λόγους. Οπωσδήποτε, η μουσική επένδυση του Faraj Suleiman δίνει ηχητική διάσταση στον παραλογισμό, τον πόνο και τη λύτρωση.

Μια ταινία σαφώς και δεν υποκαθιστά τη δημοσιογραφική έρευνα, ούτε τη διαρκή εγρήγορση που απαιτεί η πραγματικότητα, η συγκεκριμένη πάντως κατάφερε να μου περιγράψει την σκοτεινή πολυπλοκότητα μιας περιοχής που υφίσταται διαρκή καταπίεση και μιας ζωής που καταντά να βιώνεται αφύσικη.

 

Διαβάστε ακόμα: Βίκτωρ Ελιέζερ,«Αν δεν καταστραφεί η Χαμάς, κινδυνεύει το Ισραήλ».

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top