Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε με αφορμή τα Θυρανοίξια του Ιερού Ναού του Αγίου Νικολάου στο λεγόμενο Σημείο Μηδέν του Μανχάταν (Φωτογραφία: Stephanie Berger).

Μια πολύ ιδιαίτερη εκδήλωση είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε με αφορμή τα Θυρανοίξια του Ιερού Ναού του Αγίου Νικολάου στο λεγόμενο Σημείο Μηδέν του Μανχάταν, της ιστορικής για την Ελληνική Ομογένεια των ΗΠΑ εκκλησίας που είχε καταστραφεί ως αποτέλεσμα της πτώσης των γειτονικών της Διδύμων Πύργων και της πυρκαγιάς που προκλήθηκε την 11η Σεπτεμβρίου 2001.

Ο Νεκτάριος Αντωνίου, διευθυντής πολιτισμού της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αμερικής, οραματίστηκε, διοργάνωσε και επιμελήθηκε μιας συναυλίας στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης με έργα του διακεκριμένου Εσθονού συνθέτη Arvo Pärt, ανάμεσά τους και την παγκόσμια πρεμιέρα του έργου «O Holy Father Nicholas», το οποίο γράφτηκε ειδικά για την περίσταση και τη χορωδία Schola Cantorum κατά παραγγελία του Αντωνίου, με την συμμετοχή της βραβευμένης με Grammy New York Experiential Orchestra υπό τη διεύθυνση του επίσης βραβευμένου Μαέστρου James Blachly.

O Pärt είναι ο συνθέτης της υποβλητικής θρησκευτικής ατμόσφαιρας par excellence.

Η εκδήλωση τελούσε επίσης υπό την αιγίδα της πρωτοβουλίας «Greece in USΑ», της οποίας ηγείται η καθηγήτρια του CUNY και επιμελήτρια Σωζήτα Γκουντούνα και του Υπουργείου Πολιτισμού. Οι δύο sold-out συναυλίες πραγματοποιήθηκαν στην επιβλητική αίθουσα του Αιγυπτιακού Ναού του Ντέντουρ. (Temple of Dendur)

Από τις πρώτες νότες του ελεγειακού κομματιού «Fratres» (1977) με την Michelle Ross στο σόλο βιολί να συνοδεύεται διακριτικά από τα υπόλοιπα έγχορδα και τις χαρακτηριστικές για τον Pärt καμπάνες στο υπόβαθρο ήταν σαφές το τι θα ακολουθήσει, αφού ο Pärt είναι ο συνθέτης της υποβλητικής θρησκευτικής ατμόσφαιρας par excellence, παρά το ότι το συγκεκριμένο έργο δεν είναι απαραίτητα θρησκευτικό. Το κομμάτι ολοκληρώθηκε με τις υψηλές τονικές περιοχές της σολίστ και το έντονο βιμπράτο να κορυφώνουν και να επιτείνουν την μυστηριακή αίσθηση.

Στο “Vater Unser”  το οποίο ακολούθησε η θρησκευτική αναφορά ήταν πιο σαφής όχι μόνο λόγω του τίτλου αλλά της φύσης του τραγουδιού που παρέπεμπε στην εκκλησιαστική μουσική της πρό-κλασσικής περιόδου με σολίστ τον έξοχο κόντρα τενόρο Eric Brenner. Το σύντομο έργο, το οποίο είχε γραφτεί το 2005, παρουσιάστηκε το 2011 στο Βατικανό προς τιμήν του Πάπα Βενέδικτου του XVI.

Το επόμενο χορωδιακό έργο, με τον  Benedict Sheehan να παίρνει θέση στο πόντιουμ (διηύθυνε μόνο τα χορωδιακά), «The Deer’s Cry» έχει ως βασικό μέσο δημιουργίας της ατμόσφαιρας προσευχής που αποπνέει την χαρακτηριστική επανάληψη της λέξης Χριστός.

Η μυσταγωγία υποβοηθούνταν και από την διακριτική προβολή στον τοίχο πίσω από την ορχήστρα νερού που κινούνταν ανεπαίσθητα και κάποιες σταγόνες που έπεφταν. (Φωτογραφία: Stephanie Berger).

Το αφιερωμένο στην ιστορία του ομώνυμο Ρώσου μοναχού του Αγίου Όρους έργο: “Silouan’s Song” (2015) ακολούθησε, με τα έγχορδα και πάλι στο ίδιο υποβλητικό ιδίωμα, με κάποιες «μπρουκνερικές» θα λέγαμε κλιμακώσεις και το έντονο βιμπράτο να παραπέμπουν κατά την εντύπωσή μας τουλάχιστον στον Αυστριακό συνθέτη, ο οποίος και αυτός είχε την σχέση της μουσικής με το α-χρονικό και ιερό και βέβαια άντλησε και αυτός έμπνευση από τις μορφές του μπαρόκ τις οποίες ενσωμάτωσε, όπως και ο Pärt στο δικό του εντελώς προσωπικό ιδίωμα.

Στο επίσης μυστηριακό “Salve Regina” η ορχήστρα συνέπραξε με τη χορωδία, με τα λατινικά του κειμένου να παραπέμπουν και αυτά στις εκκλησιαστικές απαρχές της μουσικής αυτής. Το έργο είχε αρχικά γραφτεί το 2001 για τον επίσκοπο του Essen για εκκλησιαστικό όργανο και χορωδία και μεταγράφτηκε το 2011 στην εκδοχή που παρουσιάστηκε, με αφορμή της επέτειο των 150 χρόνων από την ένωση της Ιταλίας.

Αρχικά γραμμένη το 1977 για χορωδία η “Summa” μεταγράφηκε αργότερα για σύνολο εγχόρδων και πάλι ελεγειακών, ενίοτε στα όρια της σιωπής να παραπέμπουν στις καταβολές του χαρακτηριστικού ιδιώματος του συνθέτη.

Το έργο για τον Άγιο Νικόλαο ξεκίνησε ως προσευχή: «Εις το όνομα του Πατρός».

Το έργο για τον Άγιο Νικόλαο ξεκίνησε ως προσευχή: «Εις το όνομα του Πατρός». Στο ίδιο θα λέγαμε μουσικό αφήγημα με τα προηγούμενα χορωδιακά, χρησιμοποιώντας και πάλι την επανάληψη της φράσης: “O Holy Father Nicholas” ο Pärt δημιούργησε μια ακόμα μυστηριακή εμπειρία με το έργο να κλιμακώνεται αργά και σταθερά. Παράλληλα με την κατανυκτική ατμόσφαιρα το έργο είχε μια αίσθηση ψυχικής ανάτασης και μια, ίσως λόγω του θέματός του και της εορταστικής του αφορμής, επική θα λέγαμε διάσταση. Οι μορφές της Αγίας Τριάδας επανήλθαν προς το τέλος για να κλείσουν τον κύκλο στο Gloria, με την κορύφωση της έντασης να βρίσκεται, όπως σε πολλά έργα της Δυτικής παράδοσης, λίγο πριν το τέλος, αφήνοντας για το φινάλε ένα σιγανό Αμήν στην πορεία προς τη σιωπή.

Από τα πιο γνωστά έργα του συνθέτη το “Cantus in Memoriam Benjamin Britten” (1976) και εν είδει προσευχής το «Da Pacem Domine» (2004) οδήγησαν στο τέλος της κατανυκτικής βραδιάς.

Ο χώρος του Μητροπολιτικού Μουσείου είναι άκρως υποβλητικός (Φωτογραφία: Stephanie Berger).

Η μυσταγωγία η οποία υποβοηθούνταν και από την διακριτική προβολή στον τοίχο πίσω από την ορχήστρα νερού που κινούνταν ανεπαίσθητα και κάποιες σταγόνες που έπεφταν, ενώ δύο στοιχεία του ίδιου του χώρου συνέβαλαν στην αίσθηση του α-χρονικού ή της μείξης των επιπέδων του χρόνου. Το ένα ήταν το ίδιο το, πάνω από 2.000 ετών, τέμπλο, το άλλο το καθρέφτισμα του όλου γίγνεσθαι στα τζάμια του βόρειου τοίχου του μουσείου με ένα από το, σαν επίτηδες φωτισμένο στη μέση και στην κορυφή, κτίριο της Πέμπτης λεωφόρου να φαντάζει ως κηροπήγιο.  Για την ακουστική διαμόρφωση της αίθουσας χρησιμοποιήθηκαν ηχεία, κάποια από τα οποία ήταν καλυμμένα ώστε να φαίνονται σαν αιγυπτιακοί οβελίσκοι (διακρίνονται στη φωτογραφία στα αριστερά και δεξιά της ορχήστρας).

Το κοινό του Pärt είναι εξοικειωμένο με την επιθυμία του συνθέτη να μη χειροκροτά παρά μόνο στο τέλος της συναυλίας.

Το κοινό του Pärt είναι εξοικειωμένο με την επιθυμία του συνθέτη να μη χειροκροτά παρά μόνο στο τέλος της συναυλίας και μάλιστα με μια χρονική απόσταση από το τέλος του κομματιού, αφού πεποίθηση του Pärt είναι ότι η σιωπή όχι μόνο μέσα στα έργα με τις παύσεις αλλά και αυτή που ακολουθεί μετά το τέλος τους είναι αναπόσπαστο και σημαντικό μέρος της μουσικής και της μέτα-μουσικής, αν μας επιτρέπεται η λέξη, εμπειρίας. Το κοινό σεβάστηκε αυτή την επιθυμία, ακόμα κι όταν φάνηκε, στο τέλος του πρώτου κομματιού, ότι είχε μια έντονη ανάγκη να χειροκροτήσει, και το χειροκρότημα ξεκίνησε όταν σχεδόν την κατάλληλη ώρα μάλλον ένα τηλέφωνο έδωσε το «σύνθημα», αφού το κοινό θέλησε να το καλύψει και αποθέωσε τους συντελεστές της βραδιάς.

Εκτός από τον Pärt, ο υπογράφων θυμάται τη δεκαετία του 2000 αυτό να συμβαίνει και στις συναυλίες υπό τον Claudio Abbado, ο οποίος έχει εκφράσει την ίδια επιθυμία και να έχει μετατρέψει σε μύστες μέρος των θαυμαστών του, ιδιαίτερα στις συμφωνίες του Μάλερ. Μάλιστα ένα ντοκιμαντέρ για τον σπουδαίο αρχιμουσικό είχε τον τίτλο: “The Silence that follows the Music”! Βέβαια και ο Abbado, όπως κάθε καλλιτέχνης ήθελε, απλώς στο σωστό χρόνο, το θερμό χειροκρότημα, θυμόμαστε την τελευταία του συναυλία ως μουσικού διευθυντή της Φιλαρμονικής του Βερολίνου στη Βιέννη, όταν το χειροκρότημα κράτησε μια ολόκληρη ώρα! Αντίστοιχα, μετά από την πρεμιέρα του έργου του στη μνήμη του Benjamin Britten στο Carnegie Hall όπως αφηγήθηκε ο Μητροπολίτης της Ορθόδοξης Εκκλησίας Αμερικής (OCA) Τύχων, όταν εκείνος γύρισε και είπε στον Pärt, ότι το κοινό χειροκρότησε μάλλον νωρίς, εκείνος με ένα μεγάλο χαμόγελο ικανοποίησης του είπε: «Nαι ήταν νωρίς»!

Ο Pärt, του οποίου ένα από τα σημαντικότερα έργα του είναι το “Credo” που πρωτοπαρουσιάστηκε το 1968 και έγινε αφορμή να λογοκριθεί ο συνθέτης, βαφτίστηκε Ορθόδοξος το 1972 (Φωτογραφία: interlude.hk).

Arvo Pärt

Ο Arvo Pärt ασφαλώς δε χρειάζεται συστάσεις, είναι ένας από τους πιο σημαντικούς σύγχρονούς μας συνθέτες, ήταν για πολλά χρόνια (2011-2018) ο πιο δημοφιλής εν ζωή συνθέτης (η στατιστική αυτή απεικονίζει τον αριθμό των έργων που παρουσιάζονται κάθε χρονιά, και το και το  «ειδικεύεται», αν μας επιτρέπεται ο αδόκιμος για την περίσταση όρος, στη θρησκευτική μουσική και η μυσταγωγική ατμόσφαιρα, την οποία προσπαθήσαμε να περιγράψουμε πιο πάνω ήταν ασφαλώς αναμενόμενη καθώς η ευαισθησία και ο αυτονόητος σεβασμός το συνθέτη προς την παράδοση από την οποία προερχόταν η παραγγελία, αφού και ο ίδιο ο συνθέτης είναι ένας αφοσιωμένος Ορθόδοξος Χριστιανός.

Αν και εκπεφρασμένα θρησκευτική η μουσική του Pärt, δεν απευθύνεται ασφαλώς αποκλειστικά στους πιστούς.

Ο Pärt, του οποίου ένα από τα σημαντικότερα έργα του είναι το “Credo” που πρωτοπαρουσιάστηκε το 1968 και έγινε αφορμή να λογοκριθεί ο συνθέτης, βαφτίστηκε Ορθόδοξος το 1972 όταν παντρεύτηκε (σε δεύτερο γάμο) την Νόρα. Έχει συνθέσει κατά παραγγελία και της Καθολικής εκκλησίας και του Βατικανού ενώ ένα από τα πιο γνωστά του έργα με αναφορές στην Ορθόδοξη Παράδοση είναι η Λιτανεία  (“Litany”, or “Prayers of St John Chrysostom for each Hour of the Day and Night”, 1996).

Αν και εκπεφρασμένα θρησκευτική η μουσική του Pärt, δεν απευθύνεται ασφαλώς αποκλειστικά στους πιστούς, κάτι που τεκμαίρεται εξάλλου και από τη δημοφιλία της , αφού η αναζήτηση του α-χρονικού και η απόπειρα ψηλάφησης των ορίων της ύπαρξης αφορά τους πάντες, σίγουρα και τους φιλόμουσους. Πολλές ιστορικές μελέτες ισχυρίζονται άλλωστε ότι αυτό που συνηθίζουμε να αποκαλούμε κλασσική μουσική αντικατέστησε στις ευρωπαϊκές κοινωνίες του 19ου αιώνα τη θρησκευτικότητα των προηγούμενων αιώνων. Ο ίδιος ο Pärt έχει δηλώσει στο παρελθόν την πεποίθησή του ότι οι θρησκείες επηρεάζουν έστω και ασυνείδητα τις ζωές και των μη θρησκευόμενων. Υποθέτουμε ότι εννοεί ότι θρησκευτικές νόρμες, πολιτιστικές πρακτικές και αισθητικές αντιλήψεις που προέρχονται από τη θρησκεία είναι βαθύτητα εγγεγραμμένες σε κάθε διάσταση του ανθρώπινου βίου. Όσο για την σχέση της θρησκείας με τη συνθετική του δραστηριότητα αυτό είναι κάτι που και ο ίδιος δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει με ακρίβεια, λέγοντας ότι γνωρίζει ότι υπάρχει.

Πέραν από την θρησκευτική ή για την ακρίβεια τις θρησκευτικές παραδόσεις μπορούμε να διακρίνουμε κι άλλες καταβολές στη μουσική του Pärt. Μας φάνηκε ότι ακούσαμε σημεία επηρεασμένα από τις «σκοτεινές» αναζητήσεις της σύγχρονής του σοβιετικής παράδοσης, κάποια σημεία μας έφεραν στο νου έργα του Σοστακόβιτς, ενώ, όπως προαναφέραμε ένα άλλο αργό πέρασμα των εγχόρδων ακούστηκε πολύ «μπρουκνερικό».

Είναι βέβαια δύσκολο να διακρίνει τι έχει την μεγαλύτερη σημασία αφού και η ίδια η σοβιετική παράδοση όμως και αυτή επηρεασμένη από την μεταρομαντική και μοντερνιστική κεντροευρωπαϊκή μουσική, ενώ τα πρώτα έργα του συνθέτη είναι επηρεασμένα από το δωδεκαφθογγικό σύστημα. Ο Pärt έγραψε το πρώτο δωδεκαφθογγικό έργο στην Εσθονία το 1960. Το σοβιετικό καθεστώς δεν έβλεπε με καλό μάτι τη διάδραση των μουσικών ένωσης με τις μεταπολεμικές αναζητήσεις της δυτικοευρωπαϊκής μουσικής αλλά εκείνο που έφερε τον Pärt αντιμέτωπο με τη λογοκρισία δεν ήταν το χαρακτηριστικό για τις δυτικές του αναζητήσεις έργο για τον Benjamin Britten, αλλά το πρώτο του σαφώς θρησκευτικό έργο “Credo” το 1968. Όπως το διατύπωσε ο θεωρητικός της μουσικής Yuri Kholopov: «Ο Θεός και ο Ιησούς ήταν μεγαλύτεροι εχθροί της Σοβιετικής κυβέρνησης από τον Boulez ή τον von Webern». (Αναφέρεται στην εισαγωγή του Wolfgang Sander στις συμφωνίες του Pärt).

Μέσα από τις πολυδαίδαλες αυτές αναζητήσεις αλλά και τις προσωπικές συνθετικές αλλά και θρησκευτικές εμπειρίες ο Pärt διαμόρφωσε και ανέπτυξε το προσωπικό του ιδίωμα αλλά και κάποιες ιδιαίτερες τεχνικές όπως τα χαρακτηριστικά “Tintinnabuli”. Το „Collage über B-A-C-H“ είναι επίσης ενδεικτικό τόσο για την χρήση της ομώνυμης τεχνικής όσο και για την βαθιά και μακροχρόνια διάδραση του Pärt με τις μορφές της εποχής του μπαρόκ.

Ο ίδιος ο Pärt έχει δηλώσει στο παρελθόν την πεποίθησή του ότι οι θρησκείες επηρεάζουν έστω και ασυνείδητα τις ζωές και των μη θρησκευόμενων (Φωτογραφία: easyreadernews.com).

Και μπορεί από τη μία πλευρά τα δομικά στοιχεία των έργων του να αποπνέουν μια δωρική λιτότητα, η οποία έχει χαρακτηριστεί και ως «ιερός μινιμαλισμός», είναι όμως από την άλλη πολύ εκλεπτυσμένα, αποτέλεσμα βαθιάς μελέτης πολλών μουσικών παραδόσεων. Από τη δεκαετία του 1970 ο συνθέτης στρέφεται όλο και περισσότερο στη θρησκευτική μουσική με τη χορωδία να έχει τον πρώτο λόγο. Χαρακτηριστικό για τη στροφή του είναι ότι μετά το 1972 η έμφαση είναι τα χορωδιακά έργα και ενώ ο συνθέτης είχε συνθέσει ως τότε τρεις συμφωνίες η τέταρτη γράφτηκε το 2008 και έχει και χορωδιακό μέρος. Πρόκειται για τη με το πολιτικό μήνυμα συμφωνία αριθμός 4 με τον τίτλο: “Los Angeles”.

Ιδανική επιλογή

Η ιστορία του Arvo Pärt και η θέση του στο διεθνές μουσικό στερέωμα τον καθιστούν ιδανικό για την συγκεκριμένη μουσικής ανάθεσης. Κυρίως για αυτή του την επιλογή αλλά και για την συνεκτικότητα του προγράμματος που καλλιτεχνικά οραματίστηκε και επιμελήθηκε πρέπει να αποδοθούν τα εύσημα στον διευθυντή του τμήματος πολιτισμού της Ελληνορθόδοξης Αρχιεπισκοπής Αμερικής Νεκτάριο Αντωνίου.

Ο Αντωνίου, που υπηρετεί και ως Διευθυντής Πολιτισμού του Ελληνορθόδοξου Αρχιεπισκοπικού Καθεδρικού Ναού της Αγίας Τριάδος όπου στο Μανχάταν και ως Πρωτοψάλτης, δεν είναι ένας «συνηθισμένος» ψάλτης, αφού έχει σπουδάσει στις Σχολές Ιεράς Μουσικής και Εικονικών Τεχνών του Πανεπιστημίου Yale ως υπότροφος, και παρακολουθεί έτσι, ας μας επιτραπεί η έκφραση, με προνομιακή ματιά το μουσικό γίγνεσθαι, τόσο της Νέας Υόρκης όσο και ευρύτερα.

O Iερός Ναός του Αγίου Νικολάου πρέπει να αποτελέσει ένα μνημείο της Ομογένειας.

Στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης έχει συμμετάσχει και επιμεληθεί δεκάδες συναυλίες, συμπεριλαμβανομένων της εναρκτήριας συναυλίας για τους φίλους του Μουσείου και την Έκθεση ‘Ιερουσαλήμ: (Jerusalem 1000–1400: Every People Under Heaven) ως σολίστας με το Tapestry Ensemble, και την κατακλείδα συναυλία αυτής, ως Πρωτοψάλτης στην συναυλία με το Chiara Quartet στην παγκόσμια πρεμιέρα του Philip Glass, στα μνημειώδη Βυζαντινά Απανθίσματα “Pop-Ups” και άλλες επετειακές συναυλίες του Μητροπολιτικού Μουσείου.

Η επιλογή του Pärt πέραν από την πνευματικότητα του έργου του, κάτι που κατά την ταπεινή μας γνώμη θα έπρεπε να είναι και προφανώς ήταν το κριτήριο για μια τέτοια παραγγελία-ανάθεση, αποτελεί ασφαλώς, είτε αυτό ήταν ηθελημένο είτε όχι, και μια κίνηση εξωστρέφειας (κάτι στο οποίο θα τολμούσαμε να πούμε δεν μας έχει συνηθίσει) για την Ελληνορθόδοξη εκκλησία, τόσο προς τις άλλες χριστιανικές κοινότητες, όσο και προς τον χώρο των τεχνών και των μεγάλης εμβέλειας θεσμών που τις εκπροσωπούν στη Νέα Υόρκη.

Όπως μας τόνισε την επομένη της συναυλίας και ο Πατέρας Αλέξιος Καρλούτσος στο περιθώριο της τελετής των Θυρανοιξίων του Αγίου Νικολάου, ο ναός αυτός, στον οποίο μάλιστα συνήθιζε να εκκλησιάζεται ως παιδί, πέραν από τη σημασία του και τους συμβολισμού του, πρέπει να αποτελέσει ένα μνημείο της Ομογένειας, το οποίο αναμένεται να δέχεται επισκέπτες πέραν της ελληνικής και της ορθόδοξης κοινότητας.

Και η παρουσίαση του έργου του Pärt εντός του ναού θα συμβάλλει αποφασιστικά σε κάτι τέτοιο, ενώ θα ήταν ευχής έργον η συναυλία αυτή να φιλοξενηθεί και στην Ελλάδα, όχι μόνο σε αίθουσες συναυλιών αλλά και σε εκκλησίες. Στη συναυλία ήταν ασφαλώς προσκεκλημένος και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος ο οποίος δυστυχώς εν κατάφερε να παραβρεθεί λόγω του βεβαρημένου προγράμματός του, αλλά και της μικρής περιπέτειας της υγείας του, αφού χρειάστηκε να νοσηλευτεί δύο φορές του στο συγκεκριμένο ταξίδι και να αναβάλει την επιστροφή του στην Κωνσταντινούπολη, στην οποία τελικά με καθυστέρηση επέστρεψε την Κυριακή 7 Νοεμβρίου.

Η ιστορία του Arvo Pärt και η θέση του στο διεθνές μουσικό στερέωμα τον καθιστούν ιδανικό για την συγκεκριμένη μουσική ανάθεση (Φωτογραφία: nyt.com).

Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2013 κατά τη διάρκεια της επίσημης επίσκεψής του στην Εσθονία ο Οικουμενικός Πατριάρχης “τῇ εἰσηγήσει τοῦ Σεβ. Ἁγίου Ταλλίνης, ἀπένειμεν εἰς τόν κ. Arvo (Ἀρέθαν) Pärt, διάσημον μουσικοσυνθέτην καί πιστόν μέλος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τό ὀφφίκιον τοῦ Ἄρχοντος Πρωτομαΐστορος” της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας!

Την συναυλία παρακολούθησαν οι Διευθυντές του Μητροπολιτικού Μουσείου Max Hollein (οικογενειακώς) και Alex Poots, (The Shed), o Διευθυντής Προγράμματος του Carnegie Hall, Ab Sengupta, o Βραβευμένος συνθέτης και Επιμελητής Χειρογράφων του Morgan Library and Museum, Robinson McClellan, o Michael Part (γιος του συνθέτη) και μέλη του Κέντρου του Arvo Pärt στην Εσθονία, η Πρόξενος της Εσθονίας στην Νέα Υόρκη και ο Πρέσβης της στα Ηνωμένα Έθνη (με 40 Διπλωμάτες εκλεκτούς προσκεκλημένους και μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Pittsburg κ. Σάββας (Ζεμπιλλάς), μέλος της Επαρχιακής Συνόδου και ο Διευθυντής Τύπου της Αρχιεπισκοπής Αμερικής, κ. Στράτος Σαφιολέας, πλειάδα άλλων αντιπροσώπων καλλιτεχνικών φορέων της Νέας Υόρκης και εκατοντάδες ακροατές στις δύο sold out συναυλίες που έσπευσαν από όλη την Αμερική στην Νέα Υόρκη να παρακολουθήσουν το παγκόσμιας εμβέλειας μουσικό γεγονός.

//Οι φωτογραφίες της Stephanie Berger από τη συναυλία και της αίθουσας του Ναού Ντέντουρ είναι μια ευγενική προσφορά του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης.

 

Διαβάστε ακόμα: 110 χρόνια Νίνο Ρότα. Ο συνθέτης που «έντυσε» με νότες τις αγαπημένες μας ταινίες.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top