Ο Νίκος Ψαράς ως Ιωσήφ Κοέν και η Ελισάβετ Μουτάφη ως μητέρα της οικογένειας αναδεικνύουν με τις ερμηνείες τους όλο το ταλέντο που διαθέτουν.

Ένοχη σιγή; Το αναπόδραστο σκόρπισμα που κάνει το παρόν σε οτιδήποτε έχει από καιρό παρέλθει; Απόκρυψη λόγω αιδημοσύνης; Ποιος μπορεί να απαντήσει -ακόμη και σήμερα- τι ακριβώς υπερίσχυσε στην παρασιώπηση του ιστορικά καταγεγραμμένου διωγμού των σεφαραδιτών Εβραίων από τη Θεσσαλονίκη;

Τι ακριβώς συνέβη στην πυρκαγιά του 1917 με αποτέλεσμα να καταστραφεί ανεπανόρθωτα μεγάλο μέρος της βορειοδυτικής άκρης της Θεσσαλονίκης, αλλάζοντας ριζικά την όψη της πόλης; Περαιτέρω: πριν καν οι ναζί φορτώσουν με απηνή τρόπο τους Εβραίους στα τρένα με προορισμό τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, πώς τους είχε συμπεριφερθεί η ελληνική κοινότητα; Τι συνέβη με τις περιουσίες που άφησαν πίσω;

Η σειρά έχει καταγράψει ήδη 1 εκατ. views στην πλατφόρμα τoυ ERTFLIX με αποτέλεσμα να εκτινάξει την επισκεψιμότητά της κατά 49%.

Ανομολόγητες ιστορίες του παρελθόντος που μας πονούν ακόμη. Άλλωστε, τα εθνικά τραύματα δεν έχουν προκληθεί μόνο από τους «ανίερους» ξένους. Η πρώτη επαφή που είχα με το θέμα δεν ήταν μέσω κάποιου ιστορικού βιβλίου, αλλά μέσω της λογοτεχνίας. Το μυθιστόρημα της Έλενας Χουζούρη Ο θείος Αβραάμ μένει πάντα εδώ (εκδ. Πατάκη) ήταν άκρως αποκαλυπτικό, καθώς στηρίζεται σε εδραία έρευνα και όχι μόνο σε μια μυθοπλασία αιχμής.

Η σειρά είναι η ιστορία της οικογένειας Κοέν στη Θεσσαλονίκη.

Τώρα, λίγα χρόνια μετά, έρχεται το βιβλίο της Βεατρίκης Σαϊας-Μαγρίζου Το βραχιόλι της φωτιάς (εκδ. Καστανιώτη) να σταλάξει στον αναγνώστη όχι μόνο μια κρυφή πτυχή της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, αλλά να δημιουργήσει ένα παλμό συναισθημάτων που ρέουν μέσα σου σαν ποτάμι. Είναι η αφήγηση μιας οικογένειας, αυτή η μικροϊστορία μέσα στη μεγάλη ιστορία, που με τραβάει από όλες τις μεριές.

Η ιστορία της Σαϊας-Μαγρίζου, όμως, είχε την τύχη να μεταφερθεί στην τηλεόραση σε μορφή μίνι σειράς (8 επεισόδια), να οπτικοποιηθεί από τον σκηνοθέτη Γιώργο Γκικαπέππα (σενάριο: Νίκος Απειρανθίτης, Σοφία Σωτηρίου) και να προβληθεί από την ΕΡΤ που τα τελευταία χρόνια με ήσυχο, αλλά ουσιαστικό τρόπο φέρνει στην τηλεοπτική επιφάνεια σειρές που δεν έχουν το άγχος του τηλεβαρόμετρου. Και, τελικά, στην τηλεοπτική ζωή της ημεδαπής δεν είναι όλα… Σασμός. Ας το καταλάβουμε επιτέλους.

Από τα ανέμελα χρόνια στο ατσάλι του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Το ευτύχημα είναι ότι η σειρά έχει καταγράψει ήδη 1 εκατ. views στην πλατφόρμα τoυ ERTFLIX με αποτέλεσμα να εκτινάξει την επισκεψιμότητά της κατά 49%. Ευτυχής συγκυρία; Σαφώς, καθώς τούτο το ένθερμο ενδιαφέρον δεν πέφτει σε «μαύρο» κενό, αλλά συναντιέται με μια σειρά που έχει ιδιαίτερα σπάνιο ίχνος. Τόσο από καλλιτεχνικής πλευράς όσο κι από πλευράς ιστορικής καταγραφής.

Δεν είναι μια εφετζίδικη σειρά. Δεν περιμένει κανείς από μια ελληνική σειρά να παίξει με τους όρους της Λίστας του Σίντλερ.

Σαφώς, μια σειρά ή ένα βιβλίο δεν υποκαθιστούν τη σοβαρή επιστημονική έρευνα, όμως εκθέτουν κρυφές γωνίες μιας ιστορίας που ακόμη βαραίνει το συλλογικό θυμικό και χρήζει πολλαπλών απαντήσεων. Η Σαϊα-Μαγρίζου μεταφέρει στο βιβλίο της την ιστορία της οικογένειάς της και ιδιαιτέρως του πατέρα της, Ιωσήφ, ο οποίος κατάφερε να επιζήσει από το κολαστήριο του Άουσβιτς.

Το Βραχιόλι της φωτιάς είναι η ιστορία του Ιωσήφ Κοέν και της οικογένειάς του. Από τις ειδυλλιακές ημέρες στο αρχοντικό της οικογένειας στη Θεσσαλονίκη έως το ατσάλι και τη φωτιά των ναζιστών ολετήρων. Είναι μια ιστορία που ενώ στον πυρήνα της κρύβει αρκετό συναίσθημα, πώς αλλιώς;, στη σειρά αυτό δεν ανασύρεται με τρόπο χειριστικό. Δεν προσπαθεί να σε χειραγωγήσει ούτε να σε υποβάλει.

Επίσης, δεν είναι μια εφετζίδικη σειρά. Δεν περιμένει κανείς από μια ελληνική σειρά να παίξει με τους όρους της Λίστας του Σίντλερ, αλλά με τα υπάρχοντα μέσα να καταφέρει να μεταδώσει την αίσθηση μιας ιστορίας που καίει και πάλλεται. Σαν το αμόνι της Ιστορίας.

Στη σειρά βλέπουμε τη ζωή του Ιωσήφ από τη γέννησή του την ημέρα της πυρκαγιάς του ’17 έως τη δημιουργία της δικής του οικογένειας. Η αποτύπωση της μεσοπολεμικής Θεσσαλονίκης όπου σφύζει από ζωή και παλμό γίνεται στη σειρά με ρυθμισμένο τόνο, δίχως υπερβολές και αποσιωπήσεις.

Είναι η περίοδος που αρχίζουν οι διαχωρισμοί μεταξύ χριστιανών και Εβραίων. Ένα γεγονός που δεν είναι μονοσήμαντο και δεν χωρούν μανιχαϊσμοί για να εξηγηθεί σε βάθος και δίχως παρωπιδικές απόψεις ή άκαιρους διδακτισμούς. Ο Γιώργος Γκικαπέππας αποφεύγει τον σκόπελο με λεπταίσθητο τρόπο, ο οποίος όμως δεν αφαιρεί τίποτα από τον παλμό των γεγονότων.

Eξαιρετική η ερμηνεία του Χρήστου Λούλη.

Σαφώς, ένα μέρος της σειράς απορροφάται από τα δραματικά γεγονότα των εκτοπισμών στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και πώς αυτά μεταφέρθηκαν με πόνο στις επόμενες γενιές. Στη σειρά, αυτή η σκυταλοδρομία μνήμης περνάει μέσα από το ηλεκτρικό φορτίο που κουβαλάει ο Χρήστος Λούλης που καλείται να μιλήσει στην κόρη του για το τι έζησε.

Η ερμηνεία του Χρήστου Λούλη είναι ισορροπημένη ανάμεσα στην απορία, την απόγνωση και την πληγή της ενθύμησης.

Η ερμηνεία του είναι ισορροπημένη ανάμεσα στην απορία, την απόγνωση και την πληγή της ενθύμησης. Κάθε κίνησή του αποτυπώνεται στο φακό σαν σκίρτημα τρόμου και αγωνίας που μεταφέρει το σώμα του πριν καν η γλώσσα κάνει τη δουλειά της (όπως μπορεί να την κάνει).

Χρόνια μετά, ούτε και ο ίδιος μπορεί να εξηγήσει γιατί χάθηκαν άδικα τόσοι Εβραίοι, γιατί οι Ραβίνοι της εβραϊκής κοινότητας έκλεισαν τα μάτια σε μια πραγματικότητα που ερχόταν κατά πάνω τους και γιατί ανάμεσα στους Έλληνες βρέθηκαν άνθρωποι που φορώντας κουκούλα κατέδιδαν Εβραίους ή τους κάρφωναν στους ναζί.

Ο Νίκος Ψαράς ως Ιωσήφ Κοέν και η Ελισάβετ Μουτάφη ως μητέρα της οικογένειας αναδεικνύουν με τις ερμηνείες τους όλο το ταλέντο που διαθέτουν. Το ίδιο και οι νεαροί του καστ (Δημήτρης Αριανούτσος και Νεφέλη Κουρή).

Οι σκηνές στο στρατόπεδο συγκέντρωσης είναι υποβλητικές.

Δεν ξέρω αν πρέπει να υποδεχόμαστε με σκεπτικισμό ή με στωική απάθεια το hype που προκύπτει κάθε σεζόν για κάποιες σειρές. Πολλές φορές ο άνθρακας που κουβαλούν είναι οφθαλμοφανής. Υπάρχουν, όμως, και ευτυχείς συγκυρίες που το κοινό ένστικτο βρίσκει στόχο.

Το Βραχιόλι της φωτιάς δεν είναι μια εύκολη σειρά. Όχι ως προς την κατανόησή της, αλλά ως προς τα θέματα που εγείρει και τα οποία ξεβολεύουν τους συνήθεις εθνικούς μύθους. Μήπως ήρθε ο καιρός γι’ αυτό το ευκταίο και αναγκαίο ξεβόλεμα;

 

Διαβάστε ακόμα: Ντε Νίρο και Πατσίνο. Οι ταινίες που έπαιξαν μαζί, από την χειρότερη ως την αξεπέραστη.

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top