credit: Hilts UK/Flickr

    Ο 26χρονος Σκοτσέζος ξόρκισε εμφατικά το «κακό»: με ένα εντυπωσιακό 3-0 σετ κόντρα στο Νο1 της παγκόμιας κατάταξης, Νόβακ Τζόκοβιτς. Credit: Hilts UK/Flickr

    Για 77 ολόκληρα χρόνια, το χρυσαφένιο τρόπαιο του Wimbledon –εμφατικό σύμβολο της βρετανικής περηφάνειας– κατέληγε σε τενίστες απ’ όλα τα μήκη και πλάτη της οικουμένης πλην του Μεγάλου Νησιού. Ουδείς Βρετανός κατάφερε να αγγίξει το Ιερό Γκράαλ του τένις για σχεδόν οκτώ δεκαετίες, με αποτέλεσμα η «κατάρα» του βρετανικού γκραν σλαμ να αποκτήσει μυθολογικές διαστάσεις στη συνείδηση της κοινής γνώμης. Μέχρι, που το βράδυ της 7ης Ιουλίου, ένας 26χρονος Σκοτσέζος από το Dunblane κατάφερε να ξορκίσει το «κακό» με τον πλέον κυριαρχικό τρόπο: Με ένα εντυπωσιακό 3-0 σετ κόντρα στο Νο1 της παγκόμιας κατάταξης, τον Σέρβο Νόβακ Τζόκοβιτς. Σήμερα, είναι πρώτο θέμα στα πρωτοσέλιδα του βρετανικού τύπου, ενώ η συζήτηση για να πάρει τον τίτλο του «ιππότη» έχει ανάψει για τα καλά. Το «Νησί» ζητωκραυγάζει για το νέο βασιλιά του παγκόσμιου τένις: τον Άντι Μάρεϊ…

    Ερωτηθείς λίγες ώρες πριν από τον τελικό «Τι πιστεύεις ότι θα συμβούλευε ο θρυλικός Φρεντ Πέρι (τελευταίος Βρετανός νικητής του Wimbledon το μακρινό 1936) για το ματς της ζωής σου;», ο Μάρεϊ απάντησε αστειευόμενος «Μάλλον να φορέσω κάποιο από τα μπλουζάκια του». Στο κορτ, βέβαια, τα αστεία κόπηκαν. Παρότι ο μεγάλος Νόβακ Τζόκοβιτς έπαιξε με το μαχαίρι στα δόντια, ειδικά στο δεύτερο και το τρίτο σετ, ο Βρετανός, που οι δάσκαλοί του κάποτε χαρακτήριζαν ως το πιο ανταγωνιστικό πλάσμα που είχαν δει, ήταν χάρμα οφθαλμών. Ένας πραγματικός μαχητής, που έφερε περήφανα στο παιχνίδι του την βαριά κληρονομιά του Φρεντ Πέρι, προσδίδοντας παράλληλα μια «ποδοσφαρική» αύρα στις ιαχές του κόσμου που έβλεπε την «κατάρα» του Wimbledon να ψυχορραγεί από τα πανίσχυρα χτυπήματά του.

    Tο μακρινό 1996 προσευχόταν για τη ζωή του ‒κρυμμένος σε μια αίθουσα δημοτικού‒, ενώ από τους διαδρόμους άκουγε τις κραυγές των συμμαθητών του καθώς έπεφταν ο ένας μετά τον άλλον από τις σφαίρες του Τόμας Χάμιλτον

    Η Ρώμη, βέβαια, δεν χτίστηκε από τη μια μέρα στην άλλη. Χρειάστηκαν τρεις συνεχόμενοι ημιτελικοί, το 2009, το 2010 και το 2011 και ένας χαμένος τελικός πέρυσι, ελέω Φέντερερ, προκειμένου το αγαπημένο παιδί της Σκοτίας να αποκτήσει το ειδικό «βάρος» που απαιτούσε ο θεσμός. Φέτος, απλώς όλα τα κομμάτια του παζλ μπήκαν στη θέση τους.

    Εν πολλοίς, ο Άντι Μάρεϊ οφείλει πολλά και στον προπονητή του, το θρύλο Ιβάν Λεντλ, αλλά και στη μητέρα του, Τζούντι, η οποία τον μεγάλωσε μόνη της, τόσο αυτόν όσο και τον αδερφό του, Τζέιμι. Ο παππούς του, Ρόι Έρσκιν, έπαιζε ποδόσφαιρο επαγγελματικά στα τέλη των 50’s και θα μπορούσε και ο Άντι να είχε ακολουθήσει τα βήματά του, όταν σε ηλικία 15 ετών τον προσέγγισαν άνθρωποι από τις Ακαδημίες της Ρέιντζερς, δίχως όμως να τον πείσουν να εγκαταλείψει τα αγαπημένα του κορτ.

    Έκτοτε η αφοσίωσή του στο τένις ήταν καθολική, εξελίσσοντας το παιχνίδι του ολοένα και περισσότερο. Σήμερα, η τροπαιοθήκη του περιλαμβάνει δύο Γκραν Σλαμ (USA Open και Wimbledon) και ένα χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο από τους Αγώνες στο Λονδίνο. Η συνέχεια δε, φαντάζει εξόχως πιο ενδιαφέρουσα, αν αναλογιστεί κανείς την ηλικία του.

    Όχι κι άσχημα, για τον άλλοτε λιπόσαρκο πιτσιρικά, που το μακρινό 1996 προσευχόταν για τη ζωή του ‒κρυμμένος σε μια αίθουσα δημοτικού‒, ενώ από τους διαδρόμους άκουγε τις κραυγές των συμμαθητών του καθώς εκείνοι έπεφταν ο ένας μετά τον άλλον από τις σφαίρες του Τόμας Χάμιλτον (ενός άνεργου εργάτη, ο οποίος εισέβαλε οπλισμένος στο σχολείο και σκότωσε 16 μαθητές και έναν δάσκαλο στην πόλη που μεγάλωσε). «Πάνω απ’ όλα ελπίζω να έκανα περήφανους του συμπατριώτες μου στο Dunblane …», ψέλλισε μετά το θρίαμβό του στο Wimbledon, σε μια προσπάθεια να ξορκίσει μαζί με την «κατάρα» του τουρνουά και τη θλίψη της αγαπημένης του πόλης, η οποία 17 χρόνια μετά μοιάζει ανήμπορη να ξεχάσει…

     

     

    x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

    Button to top