Στην  Ελλάδα έγινε μία «βιαιοπραγία» και προσπάθησαν από το 2000 και μετά να μας πείσουν ότι αυτή η χώρα είναι χώρα σκηνοθετών. Θλιβερό (credits: Πηνελόπη Μασούρη).

 

Η συνάντηση μας ορίστηκε στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά όπου παίζει και σκηνοθετεί τον «Θείο Βάνια» του Τσέχοφ. Εκεί στο λιμάνι όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε και που τώρα επιστρέφει για πρώτη φορά «θεατρικά». Ήταν η μέρα της επετείου της δολοφονίας Γρηγορόπουλου. Στο κέντρο της Αθήνας είχαν ήδη ξεκινήσει τα έκτροπα. Αργήσαμε και οι δυο στο ραντεβού μας. Η κουβέντα μας ξεκίνησε με το πρώτο κουδούνι και τέλειωσε με λίγη καθυστέρηση εις βάρος της παράστασης με το τρίτο. Ήταν ήρεμος και σε στιγμές εκρηκτικός. Επιμένοντας στις ιδεολογικές του αρχές και στον σεβασμό του για δύο πράγματα: τον ηθοποιό και το κοινό.

 –Έχει σημασία να μεγαλώνεις στον Πειραιά απ’ ό,τι στην Αθήνα;

Έχει, είναι άλλο πράγμα να μεγαλώνεις δίπλα στην θάλασσα. Δηλαδή η ρυθμολογία σου είναι αλλιώς, η διάθεση σου είναι αλλιώς. Από κει και πέρα επηρεάζεται και η κοινωνική σου συμπεριφορά. Μην ξεχνάμε ότι ζούμε σε ένα ομφαλοκεντρικό κράτος , όλα συμβαίνουν στην Αθήνα οπότε οποιοσδήποτε μένει εκτός νοιώθει ριγμένος. Με αυτή την έννοια μπορεί να πει κανείς η θάλασσα δεν ηρεμεί αυτό το ρίξιμο. Υπάρχει αυτή η αίσθηση, παρόλο που πιστεύω ότι ο Πειραιάς είναι μια πόλη αυτόνομη.  Τα χει σχεδόν όλα. Αλλά έτσι λειτουργεί αυτό το κράτος και κατ’ επέκταση έτσι έχουν διαμορφωθεί και οι συνειδήσεις των πολιτών.

-Πώς την βλέπετε την προσπάθεια που γίνεται εδώ στο Δημοτικό Θέατρο;

Ο οργανισμός είναι κάτι που υπήρχε παλιά, κι έχει ιστορία μεγάλη. Κάποια στιγμή έκλεισε, άρχισε να ρημάζει, τώρα το έφτιαξαν. Οποιαδήποτε παράσταση έχει μία αξία εμπορευματική, δεν λέω καλλιτεχνική γιατί μπορεί να έχει αξία καλλιτεχνική και όχι εμπορευματική, αμέσως ο κόσμος με μεγάλη ευκολία έρχεται και το γεμίζει.

-Πάντως  κάποτε χρειάστηκε κι εσείς να μεταναστεύσετε για να κάνετε θέατρο.

Ναι, μετανάστευσα για να πάω σε μια δραματική σχολή. Υπάρχει βέβαια ο Πειραϊκός Σύνδεσμος και δεν είναι κακιά δραματική σχολή.

«Μαζεύουμε κάποιους ηθοποιούς για να είναι ο σκηνοθέτης ο σταρ. Είναι κατά τη γνώμη μου δήθεν και θλιβερό».

-Δεν λέω αυτό, λέω ότι για μια φιλόδοξη καριέρα έπρεπε να φύγετε.

Πιστεύω ότι είναι περισσότερο στην αντίληψη του νεοέλληνα και στο πώς λειτουργεί το κράτος που από πάνω προσπαθεί να τον πείσει ότι τα πάντα συμβαίνουν στην Αθήνα, στο κέντρο. Εγώ πιστεύω ότι σ’ αυτή την αντίληψη του νεοέλληνα βρίσκεται και η λύση. Δηλαδή, οι διάφορες πόλεις, από τη στιγμή που υπάρχει ένα επίπεδο επιβίωσης, δουλειές, αγορά, σπίτια, θα μπορούσαν κάλλιστα να λειτουργήσουν με ένα πιο αυτόνομο τρόπο. Έχει πειστεί ο νεοέλληνας ότι τα πάντα πρέπει να συμβαίνουν στην Αθήνα. Έχει πειστεί με τη φράση «το παιχνίδι δεν παίζεται εδώ, το παιχνίδι παίζεται στην Αθήνα». Όχι το παιχνίδι παίζεται εκεί που είσαι. Αν έχεις βέβαια την αντίληψη και τη διάθεση να παλέψεις γι αυτό. Κι αυτοί που ασχολούνται με τα καλλιτεχνικά, την ίδια αντίληψη έχουν.

-Δεκάδες απόφοιτοι δραματικών σχολών που δεν διοχετεύονται στην περιφέρεια.

Δεν διαφωνώ αλλά δεν νομίζω ότι δεν λύνεται. Αν είναι να λυθεί η λύση είναι μία. Διαφορετική αντίληψη από τους ίδιους τους ανθρώπους.

-Εσείς ξεκινήσατε με τη Μεταπολίτευση στο Ελεύθερο Θέατρο, μια ομάδα συλλογικότητας.

Και ήταν φυσικό γιατί κοινωνικοπολιτικά τότε όταν έπεσε η χούντα, η έννοια της συλλογικότητας είχε μεγάλη αξία. Οπότε ήταν φυσικό να αντιμετωπίζεται έτσι και από κάποιες ομάδες θεατρικές. Μας άρεσε το συλλογικό, πιστεύαμε στο συλλογικό. Το αγαπούσαμε και το κάναμε πράξη. Τα χρόνια όμως πέρασαν και πολύ γρήγορα αυτή η ανάγκη για συλλογικότητα άρχισε να χάνεται. Αυτό συνέβη και με το Ελεύθερο Θέατρο.

-Στο κέντρο κυριαρχούσε το θέατρο των θιασαρχών. Κι εσείς παίξατε μια εποχή με όλες και όλους τους σημαντικούς θιασάρχες. Τώρα είναι τελείως αλλιώς.

Όχι, δεν είναι καθόλου αλλιώς. Είναι το ίδιο ακριβώς. Θα θέλατε να είναι αλλιώς αλλά δεν είναι αλλιώς.

«Εγώ  είμαι ένας άνθρωπος που όταν δεν δέχονται την ιδιορρυθμία μου, και μάλιστα από τη στιγμή που δεν τους ενοχλεί κιόλας, τότε τσακώνομαι» (credits: Πηνελόπη Μασούρη).

-Πώς το εννοείτε;  Υπάρχουν οι κυρίες πρωταγωνίστριες με θιάσους;

Δεν υπάρχουν αλλά υπάρχουν σκηνοθέτες με την ίδια ακριβώς συμπεριφορά. Και χωρίς την εμπορευματική αξία εκείνων. Επειδή δεν έχουν εμπορευματική αξία θεωρούμε ότι έχει αλλάξει.

-Αντικαταστάθηκαν  οι μεγάλες κυρίες από σκηνοθέτες;

Από το 2000 και έπειτα αν και δεν απέκτησαν ποτέ την εμπορευματική αξία των προηγούμενων. Και με αυτή τη λογική δε, άρχισε να αλλοιώνεται και το θέατρο. Τι πιστεύω για όλο αυτό; Πιστεύω ότι υπάρχουν κάποιες χώρες σκηνοθετών και κάποιες χώρες ηθοποιών. Άμα δούμε όλη τη βεντάλια της θεατρικής πραγματικότητας, οι πιο μεσογειακές χώρες είναι χώρες ηθοποιών. Οι πιο βόρειες χώρες είναι χώρες σκηνοθετών. Αφήνουμε την αγγλοσαξονική ιστορία που μπορεί να είναι κυρίως χώρα παραγωγών και ακολουθούν οι ηθοποιοί και οι σκηνοθέτες.  Μιλάω για τη Μεγάλη Βρετανία ως επί των πλείστων. Αλλά αν δούμε Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία επίσης, είναι χώρες ηθοποιών.

-Λέτε ότι έχει πάψει να ισχύει αυτό για την Ελλάδα.

Στην  Ελλάδα έγινε μία «βιαιοπραγία» και προσπάθησαν από το 2000 και μετά να μας πείσουν ότι αυτή η χώρα είναι χώρα σκηνοθετών. Θλιβερό. Υπήρχαν σκηνοθέτες ενώ παράλληλα οι θιασάρχες απεδείκνυαν ότι αυτή η χώρα ήταν χώρα ηθοποιών. Αυτή η χώρα έχει βγάλει τον Κουν , έχει βγάλει τον Ροντήρη. Εδώ τώρα ξεκίνησε μία δήθεν συλλογική λειτουργία που ουσιαστικά είναι ένα ψέμα αυτό. Μαζεύουμε κάποιους ηθοποιούς για να είναι ο σκηνοθέτης ο σταρ. Είναι κατά τη γνώμη μου δήθεν και θλιβερό. Γιατί το να συμπεριφέρεσαι σαν σταρ όταν η εμπορευματική σου αξία κινείται είτε μέσω κάποιας χρηματοδότησης μέσα από το κράτος είτε μέσα από 3-4 χιλιάδες φίλους που έρχονται να σε δούνε, είναι λίγο θλιβερό. Πιστεύω ότι σιγά σιγά θα αλλάξει αυτό. Η μενταλιτέ αυτού του τόπου κάνει τον τόπο ηθοποιών κι όχι σκηνοθετών.

-Προλάβατε την προηγούμενη κατάσταση, και συνεχίζετε με αυτό το σκεπτικό.  

Έτσι ακριβώς. Αλλά δεν σημαίνει ότι η προηγούμενη κατάσταση ήταν καλύτερη, ότι ήταν  παράδεισος. Δηλαδή την εποχή που πρόλαβα εγώ, την εποχή των παιδιών της Φίνος Φιλμ.

«Εγώ είμαι ένας άνθρωπος που όταν δεν δέχονται την ιδιορρυθμία μου, τότε εγώ τσακώνομαι. Τόσο απλό».

-Γι’ αυτό το λόγο δεν ιδρύσατε το «Σύγχρονο Θέατρο Αθηνών» ;

Αυτό που προσπάθησα να κάνω τότε, ήταν να ανέβει για πρώτη φορά κλασικό ρεπερτόριο στο κέντρο της Αθήνας. Ανέβαινε μόνο στον Κουν και στο Εθνικό. Σε όλα τα υπόλοιπα το πιο δύσκολο που μπορούσε να ανεβεί ήταν ένα μπουλβάρ. Το πρώτο που ανέβηκε ήταν το «Ποιος φοβάται την Βιρτζίνια Γουλφ;» με την Καρέζη και τον Καζάκο. Τότε είχα αναγγείλει τον «Γλάρο» του Τσέχοφ, τον «Άμλετ» του Σαίξπηρ και τον «Ορέστη» του Ευριπίδη. Σε εναλλασσόμενο ρεπερτόριο, κάτι πάλι που δεν υπήρχε ακόμα τότε, και πριν ακόμα μπει η Ελλάδα στην ΟΝΕ εν έτη 1985 εγώ είχα φτιάξει έναν ευρωπαϊκό θίασο με συνεργάτες από την Αγγλία, την Ουαλία, την Ουγγαρία, τη Ρωσία. Αυτό ήταν το «θέλω» μου, να δημιουργηθεί ένα τέτοιου ευρωπαϊκού τύπου ανταλλαγής. Είχα φέρει τον πρώτο light designer στην Ελλάδα,  μέχρι τότε τις παραστάσεις τις φώτιζαν ηλεκτρολόγοι. Ούτε ντίμερ δεν είχαν ακόμα τα θέατρα. Αδιανόητα πράγματα. Όπως επίσης δεν γνώριζαν τι σημαίνει production manager. Κι εγώ φώναξα τον Μισέλ Τζούλιαν που ήταν ο διευθυντής το ITI (International Theatre Institute), που μόλις του το είχε κλείσει η Θάτσερ, και εκδότης του Theatre Quarterly από τα πιο σημαντικά θεατρικά θεωρητικά περιοδικά. Όλοι αυτοί απάρτισαν αυτήν την ομάδα. Ε, αυτό δεν πέρασε, δεν πήγε.

-Έφταιγε η Αθήνα ή οι ιδιορρυθμίες σας που σας χαρακτηρίζουν;

Έχω, έχω. Αλλά και εσύ ρε Χρήστο ιδιόρρυθμος άνθρωπος είσαι. Πολλές φορές κάποιοι άνθρωποι δέχονται την ιδιορρυθμία σου, κι άλλοτε δεν τη δέχονται. Με αυτούς που δεν την δέχονται με κάποιους μπορεί να συγκρουστείς και με κάποιους να επιλέξεις να μην συγκρουστείς. Εγώ είμαι ένας άνθρωπος που όταν δεν δέχονται την ιδιορρυθμία μου, και μάλιστα από τη στιγμή που δεν τους ενοχλεί κιόλας, γιατί αν τους ενοχλεί ευθύνομαι εγώ, αλλά όταν κάποιον δεν τον ενοχλώ και έρχεται και δηλώνει ότι δεν δέχεται την ιδιορρυθμία μου, τότε εγώ τσακώνομαι. Τόσο απλό. Γιατί εκείνη τη στιγμή είναι σαν να θέλει να με αλλάξει.

-Αυτοί οι τσακωμοί όμως σας χρεώνονται.

Έλα τώρα… Άλλοι έχουν κάνει εκατονταπλάσιους. Απλώς γίνεται η τρίχα τριχιά.

-Ίσως έχει να κάνει με τον τρόπο που την επικοινωνείτε προς τα έξω.

Και με άλλα πράγματα για να σου πω τη μαύρη αλήθεια. Μπορεί ο δικός μου τσακωμός να πουλάει. Δεν συγκρούομαι ποτέ με αδύναμους. Συγκρούομαι πάντα με αυτούς που έχουν θώκο εξουσίας και πολλές φορές τον χρησιμοποιούν για δικό τους συμφέρον. Τότε αυτό με θυμώνει και συγκρούομαι μαζί τους. Οι συγκρούσεις με τέτοιους ανθρώπους, ασυζητητί κάνουν μεγαλύτερο θόρυβο από το αν την έκανα με ανθρώπους που δεν έχουν. Δεν έχω τσακωθεί ποτέ με έναν άγνωστο στο δρόμο…

-Ναι, αλλά θώκο εξουσίας έχετε κι εσείς

Όχι πάντα. Οι καυγάδες στους οποίους αναφέρεσαι έχουν να κάνουν με ανθρώπους οι οποίοι γράφουν. Δηλαδή με δημοσιογράφους ή με γύρω από τη δημοσιογραφία ανθρώπους. Αυτοί έχουν μεγαλύτερη εξουσία από εμένα. Εγώ δεν έχω ουσιαστικά μέσον να μιλώ όπως έχουν αυτοί.

-Εσείς έχετε τη δημοφιλία και την τέχνη σας. Αν και στις μέρες μας παλιότεροι χαρακτηρισμοί όπως «μεγάλος» και «ιερό τέρας» έχει εξασθενήσει. Οφείλει κανείς να το αποδεικνύει κάθε φορά εκ νέου.

Ανέκαθεν έτσι ήταν.

«Εγώ παίζω με το κοινό πρώτα απ’ όλα. Και δεν με κατηγορούν πάντα, με κατηγορούν όταν είναι γεμάτο το θέατρο» (credits: Πηνελόπη Μασούρη).

-Όταν μια παράσταση «αποτύχει» κατά τη γνώμη κάποιων, έχει σημασία να επιμείνει ο καλλιτέχνης;

Από μία ηλικία και έπειτα, και ένα διάστημα τριβής με ένα αντικείμενο, ξέρεις τι έχεις κάνει.

-Σωστά. Αλλά μπορεί να έχεις κάνει κάτι παράτολμο.

Ξέρεις ότι έχεις κάνει κάτι παράτολμο. Και ξέρεις ότι έχεις αποτύχει επίσης. Εγώ συνηθίζω να λέω ότι επιτυχία ή αποτυχία είναι ο τρόπος που βλέπουν οι άλλοι τις πράξεις μας. Για κάποιον καλλιτέχνη που κατασκευάζει ένα καλλιτεχνικό έργο, η έννοια της επιτυχίας είναι  στο κατά πόσο αυτό που έχει στο μυαλό του, πριν αρχίσει την κατασκευή, έχει σχέση με το τελικό αποτέλεσμα. Η συνέπεια δηλαδή μεταξύ τελικού προϊόντος και ιδέας. Αυτό το ξέρει αυτός μόνο.

-Συχνά όμως σας κατηγορούν ότι μειώνετε τη αξία σας  «παίζοντας» με το κοινό.

Εγώ παίζω με το κοινό πρώτα απ’ όλα. Και δεν με κατηγορούν πάντα, με κατηγορούν όταν είναι γεμάτο το θέατρο. Κατ’ επέκταση, δεν μπορώ να μπω εγώ μέσα στη λογική της δικής τους ζήλειας. Όταν αυτή η ζήλεια εκφράζεται από δυο τρεις, αρχίζει να πολλαπλασιάζεται ως ιδέα. Πολλές φορές έρχονται να δούνε μια παράσταση έχοντας μια προπαρασκευασμένη ιδέα εντός τους κι έτσι επαναλαμβάνεται αυτό ως φράση: «Ο Κιμούλης παίζει με το κοινό». Ε, ναι, παίζω με το κοινό. Με ποιόν να παίξω; Αφού το κοινό κάνει το θέατρο.

«Είμαστε μια κοινωνία όπου η τέχνη κατέχει τη χαμηλότερη αξία. Ένα παιδί ξεκινάει από το δημοτικό με απαξιωμένη την τέχνη».

-Θα μπορούσε να σας πει κανείς να «παίξετε» με τον συγγραφέα ή ένα όραμα.

Παίζω και με τον συγγραφέα και με το όραμα επίσης. Αλλά παίζω και με το κοινό. Όλο αυτό γίνεται μπροστά στο κοινό.

-Οι σκηνοθέτες της μόδας όμως αρνούνται να υποταχθούν στα γούστα του κοινού.

Εγώ γιατί τα βάζω μαζί τους; Γιατί δεν επιτρέπουν να αναπτυχθεί το δημιουργικό «εγώ» των ηθοποιών. Υπάρχουν ασφαλώς εξαιρέσεις μέσα σε αυτόν τον κανόνα αλλά μέσα σε αυτήν την δεκαπενταετία οι εξαιρέσεις ήταν λίγες. Άρα υπάρχει μια προσπάθεια φίμωσης. Μια προσπάθεια καταπίεσης δίνοντας τους ένα ψευδές όνειρο συλλογικότητας.

-Δεν συνέβαινε και στο Τέχνης αυτό; Δεν φημιζόταν για τους σπουδαίους ηθοποιούς.

Ούτε οι σημερινοί σκηνοθέτες έχουν ανάγκη καλούς ηθοποιούς. Δυστυχώς. Γενικά όμως η υποκριτική στην Ελλάδα ενώ πιστεύουμε και βαυκαλιζόμαστε με διάφορα πράγματα περί ελληνικής υποκριτικής, δεν είναι και στα καλύτερα της. Συμπεριλαμβανομένου και του ομιλούντος.

-Γιατί συμβαίνει αυτό;

Καταρχήν η παιδεία μας. Είμαστε μια κοινωνία όπου η τέχνη κατέχει τη χαμηλότερη αξία. Ένα παιδί ξεκινάει από το δημοτικό με απαξιωμένη την τέχνη. Μόνο σε σχολικές γιορτές έρχονται σε επαφή με καλλιτεχνική δημιουργία για να χάσουν μάθημα. Αυτό συνεχίζει και στο γυμνάσιο και φτάνει ίσως και μέχρι το πανεπιστήμιο. Μέσα σε αυτή την απαξίωση, ένας νέος λέει,  θα ασχοληθώ με αυτόν τον απαξιωμένο χώρο. Και μπαίνει σε μια δραματική σχολή όπου οι καθηγητές απαξιώνουν την τέχνη που διδάσκουν. Βγαίνει αυτός ο άνθρωπος σε έναν δημιουργικό χώρο και έχει έναν σκηνοθέτη που απαξιώνει την υποκριτική – τις περισσότερες φορές.

-Αυτό εξηγεί βέβαια το λόγο ότι οι περισσότεροι ηθοποιοί των σημαντικών σκηνών, προέρχονταν από μεγαλοαστικά περιβάλλοντα με καλή παιδεία.

Θίγεις ένα μεγάλο πρόβλημα που αυτή τη στιγμή έχει δημιουργήσει ένα πολύ μεγάλο θέμα στην Αγγλία. Μια σημαντική ομάδα γνωστών ηθοποιών έχει ξεσηκωθεί και κατηγορεί τις δραματικές σχολές ότι λειτουργούν με καθοδήγηση των  ατζέντηδων για τις μελλοντικές ανάγκες του χώρου. Παράλληλα το κόστος σπουδών έχει εκτιναχθεί πάρα πολύ ψηλά με αποτέλεσμα να είναι απαγορευτικό για τα παιδιά των λαϊκών τάξεων. Έχει ξεσπάσει κίνημα. Εδώ αυτό δεν έφτασε ακόμα.

-Εσείς έχετε επίσης αστική προέλευση και από πολύ νωρίς συνταχτήκατε με την αριστερά.

Η ανάγκη να πείσεις τους ανθρώπους ότι έχουν δικαίωμα να ξεκινούνε όλοι από την ίδια βάση, δεν είναι μόνο μία ανάγκη σε θεωρητικό επίπεδο λαϊκού ανθρώπου. Είναι και ανάγκη ενός ανθρώπου αστικής προέλευσης με ευαισθησία.

-Βέβαια τα καλά γούστα ενός καλλιεργημένου ανθρώπου κοστίζουν.

Αναφέρεσαι σε αυτό που λέμε ρεαλισμός, πραγματικότητα. Μιλάς με έναν άνθρωπο που αυτή τη στιγμή αυτού του είδους τον ρεαλισμό τον μισεί, αυτού του είδους την ανάγνωση της πραγματικότητας τη μισεί. Μισεί επίσης την έννοια του εφικτού της πολιτικής. Γιατί είναι κάτι που προσπαθούν οι πάντες να μας βάλουν με το ζόρι μέσα στο μυαλό. Ώστε να αποδεχτούμε ένα συγκεκριμένο μονόδρομο. Δικαίωμα τους, αλλά σκοπός είναι πως αντιστέκεται κανείς σε αυτό. Το να αντιμετωπίσεις, παραδείγματος χάρη, ανεκδοτολογικά την έννοια της ουτοπίας, γιατί έτσι αντιμετωπίζεται τα τελευταία χρόνια, σχεδόν γελάνε με την έννοια αυτή. Ξεχνούνε όμως ότι μη αποδεχόμενοι το όνειρο της ουτοπίας, επιβιώνουν μέσα σε μία δυστοπία. Τρίτη ιστορία δεν υπάρχει. Αυτό όλο που βιώνει κάποιος είναι δυστοπικό, και ανεκδοτολογεί πάνω στην ουτοπία προσπαθώντας να προσαρμοστεί στην δυστοπία.

-Δυστοπία δεν αποδείχτηκε και το μεγάλο πείραμα της επανάστασης ;

Ήταν αποτυχία ως προς το όνειρο, το όνειρο απέτυχε, και δημιουργήθηκε η δυστοπία. Αυτό όμως δεν μπορεί να πει ότι το όνειρο ήταν λάθος.

«Η αριστερά ήταν ανέκαθεν αμήχανη απέναντι σε αυτό που λεγόταν αυτοχθονία και ενσυναίσθηση εντοπιότητας» (credits: Πηνελόπη Μασούρη).

-Δεν κρίνεται εκ του αποτελέσματος;

Δεν είχε αποτέλεσμα τότε.

-Νομίζετε ότι ο άνθρωπος θα ωριμάσει στον 21ο αιώνα και θα αντιδράσει αλλιώς;

Έτσι είναι όλη η ανθρωπότητα ρε Χρήστο. Κάποτε δεν είχαν και φως, τι σημαίνει; Απέκτησαν περισσότερη ωριμότητα, ήρθε ο Τέσλα και έγινε όλο αυτό που έχουμε τώρα.

-Είναι σαν να ακούω λόγια του Τσέχοφ εκεί στο τέλος του 19ου αι.

Τον αγαπάω…

-Ναι αλλά ήταν λόγια μιας γενναιόδωρης ευγενικής ψυχής. Δεν είναι αυτό η πλειονότητα.

Είναι τα λόγια ενός γενναιόδωρου ευγενικού και ευαίσθητου ανθρώπου αλλά και κάποιου που σέβεται την ιστορία του τόπου του και της οικογένειας του.

-Μιας και το λέτε αυτό, πως σας φαίνεται η απόλυτη σχεδόν απόρριψη της έννοιας της πατρίδας άρα και κανέναν σεβασμό στην ιστορία του τόπου;

Η αριστερά ήταν ανέκαθεν αμήχανη απέναντι σε αυτό που λεγόταν αυτοχθονία και ενσυναίσθηση εντοπιότητας. Με αυτήν την έννοια χαρίσαμε αυτές τις αξίες στους άλλους. Είναι άλλο πράγμα αν λες «το χωριό μου» και να συγκίνησε με τη λέξη, αλλά και με την εικόνα, τη μυρωδιά, με τη σχέση που είχε ο πατέρας σου, ο παππούς σου, και άλλο να πεις «το χωριό είναι μόνο δικό μου». Υπάρχει ειδοποιός διαφορά. Πιστεύω ότι ένα αριστερό πνεύμα έτσι πρέπει να σκέφτεται. Να σέβεται την έννοια της εντοπιότητας αλλά να μην θεωρεί ότι αυτός ο τόπος είναι μόνο δικός του ενώ είναι και άλλων. Έτσι, απαγορεύουν σε οποιονδήποτε διερχόμενο να εγκατασταθεί στον τόπο τους. Ξεχνώντας κάτι βασικό, ότι όλα τα έθνη μέσω μεταναστεύσεως δημιουργήθηκαν.

«Εγώ στήριξα μια ομάδα ανθρώπων που ήθελε να αναλάβει την εξουσία για να λειτουργήσει υπέρ των αδυνάμων, όπως δήλωνε».

-Ζούμε έναν ακήρυχτο εμφύλιο;

Ζούμε ένα virtual reality. Όπως όλη μας η ζωή έχει καταντήσει ένα virtual reality.

-Σας ικανοποιεί το ήθος της κυβέρνησης;

Γενικά εμένα δεν με ικανοποιεί το ήθος καμίας εξουσίας. Εγώ στήριξα μια ομάδα ανθρώπων που ήθελε να αναλάβει την εξουσία για να λειτουργήσει υπέρ των αδυνάμων, όπως δήλωνε. Όφειλα να είμαι δίπλα.

-Λέτε ότι οι άλλες κυβερνήσεις δεν ήταν δίπλα στους αδύναμους;

Είχαν αποδείξει το ακριβώς ανάποδο.

-Να σας πάω σε κάτι της τρέχουσας επικαιρότητας.  Είχαμε την κόντρα μεταξύ Ακρίτα και Σεφερλή. Όσο χοντροκομμένο και αν είναι το θέατρο του τελευταίου, η επιθεώρηση βασιζόταν πάντα στο λαϊκό αγοραίο καλαμπούρι. Η πολιτική ορθότητα απειλεί την ελευθερία της έκφρασης;

Όλος ο κοινωνικός μας χώρος στην Ελλάδα και στο εξωτερικό έχει μια ροπή προς την συντήρηση. Το βλέπεις αυτό παντού. Δες τι συνέβη με τον Κέβιν Σπέισι. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια αναπτύσσεται και η έννοια της πολιτικής ορθότητας.  Η οποία είναι θλιβερή. Που στηρίζεται αυτή η συντήρηση; Στο να διατηρήσει βασικά και ουσιαστικά την ασέβεια στην διαφορετικότητα.

-Οπότε εν κατακλείδι;

Όσο υπάρχει η φαντασίωση της ελεύθερης οικονομίας τόσο θα υπάρχουν δυστυχισμένοι άνθρωποι.

 

Διαβάστε ακόμα, η Μία Κόλλια συναντά τη Σμαράγδα Καρύδη: «Τώρα μιλάνε όλοι και ο καθένας λέει ό,τι του κατέβει».

 

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top