Ο Σταύρος Ξαρχάκος έθελξε το κοινό της Νέας Υόρκης με άκρως ελληνικά και εμβληματικά ακούσματα.

Οκτώβριος 2014, Νέα Υόρκη.

Η συναυλία «Greece for a Lifetime» στο Carnegie Hall ξεκίνησε απλά με δύο νοσταλγικά δημοτικά, τον «Αμάραντο» και το «Τζιβαέρι» και ένα τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκι με τη φωνή της Ηρώς Σαΐα και την αρμόζουσα λιτή συνοδεία από την πλευρά της ορχήστρας.

Αμέσως μετά ο ιδιαίτερα συγκινημένος (και στη συνέντευξη τύπου), Σταμάτης Κόκοτας πήρε τη σκυτάλη για να τραγουδήσει μια σειρά προσωπικών επιτυχιών. Ο δημοφιλής τραγουδιστής  διατηρεί για δεκαετίες στενές σχέσεις με τους Ελληνοαμερικανούς και ήταν φανερό ότι ένα μέρος των θεατών ήταν και προσωπικό του κοινό που είχε έρθει κυρίως για να τον ακούσουν και να θυμηθούν προηγούμενες εμφανίσεις του στις ΗΠΑ. Έτσι η ατμόσφαιρα ζεστάθηκε όταν εισήλθε στη σκηνή κάτι που επέτεινε και ο ίδιος με την οικειότητα που εκπέμπει αλλά και δέχεται από το κοινό.

Όταν ανέβηκε στο πόντιουμ του Carnegie Hall ο Σταύρος Ξαρχάκος μας θύμισε με εμφατικό τρόπο ότι ακόμα και στη λαϊκή μουσική, η σημασία του μαέστρου είναι αποφασιστική.

Μαζί με το Σταμάτη Κόκοτα εισήλθαν στη σκηνή και τα δύο μπουζούκια της ορχήστρας, τα οποία δεν χρειάζονταν στα δημοτικά τραγούδια και αμέσως έγινε αισθητό ότι η ορχήστρα απέκτησε την ολοκληρωμένη μορφή της, αφού ο αχανής χώρος «γέμισε» με τους ήχους τους. Ακολούθησαν πολλές μεγάλες επιτυχίες του τραγουδιστή με έργα πολλών από τους συνθέτες με τους οποίους έχει συνεργαστεί, όπως οι Ζαμπέτας, Σπανός, Μούτσης, Χατζηνάσιος και Καλδάρας, ενώ δεν θα μπορούσε να λείπει και από μια αναφορά στους Βασίλη Τσιτσάνη και Μίκη Θεοδωράκη.

Ο Σταύρος Ξαρχάκος διευθύνει με τον χαρακτηριστικό του τρόπο και η Ηρω Σαϊα ερμηνεύει.

 

«Αρχηγού παρόντος…»

Αν και κανένας δεν αισθάνθηκε στο πρώτο μέρος κάποια έλλειψη στην επίδοση των μουσικών που αποτελούσαν μια έξοχη 9μελή λαϊκή ορχήστρα όπως την έχουμε συνηθίσει στο ελληνικό τραγούδι και εκ πρώτης όψεως δεν χρειάζεται μαέστρο, η συνοχή, η ποιότητα, η εν γένει απόδοση της και κυρίως το εύρος των ερμηνευτικών της δυνατοτήτων, ανέβηκαν κατακόρυφα, όταν στο δεύτερο μέρος ανέβηκε στο πόντιουμ του Carnegie Hall ο Σταύρος Ξαρχάκος.

Αυτή η πολύ αισθητή από όλους διαφοροποίηση μας θύμισε με εμφατικό τρόπο ότι ακόμα και στη λαϊκή μουσική, η σημασία του μαέστρου είναι αποφασιστική.

Ο Ξαρχάκος διακρίνεται για τις ενορχηστρωτικές του ικανότητες και έχει κάνει μια παράλληλη καριέρα με εξαιρετικές, ενίοτε «δραματικές» και πάντα αναγνωρίσιμες ενορχηστρώσεις.

Ο Ξαρχάκος διηύθυνε με τις χαρακτηριστικές του κοφτές και «λακωνικές» (Μανιάτης γαρ), αλλά πολύ εκφραστικές και έντονα παθιασμένες κινήσεις του τους μουσικούς, που πιο συγκεντρωμένοι πια, έδειχναν να ανταποκρίνονται με αφοσίωση στις οδηγίες του, ενίοτε δε να τον κοιτούν και με ένα εύλογο δέος, όπως στην περίπτωση του ταλαντούχου νεαρού Δημήτρη Ρέππα στο μπουζούκι. Με τις εναλλαγές στα τέμπι, το βιμπράτο, το υποβλητικό χαμήλωμα της έντασης, και άλλες ερμηνευτικές στρατηγικές που συνήθως συναντάμε στις κλασσικές ορχήστρες, οι αγαπημένες μελωδίες με αβίαστη ροή και πλούσια χρώματα ξετύλιξαν άγνωστες πτυχές τους και αναδείχτηκαν με μοναδικό τρόπο.

Η Ηρώ Σαϊα δέχεται το ένθερμο χειροκρότημα του κοινού.

Έξοχοι Μουσικοί

Ο πιανίστας Νεοκλής Νεοφυτίδης στο δεύτερο μέρος που απαλλάχτηκε, λόγω της παρουσίας του μαέστρου από τα επιπλέον καθήκοντα του συγχρονισμού, αφοσιώθηκε πλήρως στο πιάνο – κόσμημα της αίθουσας και ενίοτε έκανε τη δεύτερη φωνή στους άλλους ερμηνευτές, μαζί με τον Δημήτρη Λιβανό (στο μπουζούκι) κάτι που ίσως,  να έπρεπε να χρησιμοποιηθεί λίγο περισσότερο.

Τα δύο μπουζούκια στα αριστερά του μαέστρου έδειχναν να έχουν πάρει τη θέση αλλά και τη λειτουργία των βιολών, όχι μόνο ως φορείς των μελωδιών αλλά και, με υποδείξεις του μαέστρου σε ρόλους που προσομοίαζαν στα υποβλητικά πιανίσιμι, στα πιτσικάτι και στα τρέμολι των μη-νυκτών εγχόρδων της κλασσικής ορχήστρας. Ίσως γι’ αυτό δεν υπήρχε βιολί ούτε βιολοντσέλο και τα έγχορδα συμπληρώνονταν μόνο από τις κιθάρες του Νικόλαου Σαμπαζιώτη και Δημήτρη Σιάμπου. Όταν τα μπουζούκια αναλάμβαναν κάποια «συνοδευτική» αποστολή τον πρώτο μελωδικό ρόλο είχαν στα δεξιά του μαέστρου ο Βασίλης Δρογκάρης στο ακορντεόν και ο Αθανάσιος Ζέρβας στα πνευστά. Τις «βασικές» λειτουργίες της ορχήστρας εκπλήρωναν ο Χαρίλαος Μέρμηγκας στο μπάσο.

Σταμάτης Κόκκοτας, Σταύρος Ξαρχάκος και Ηρω Σαϊα επί σκηνής. Οι θεατές τους προσφέρουν ένα ανεπανάληπτο standing ovation.

Ενορχηστρωτής

Και βέβαια μέρος αυτών που υποδείκνυε ο μαέστρος στους μουσικούς ήταν η τήρηση όχι μόνο αυτών που είχαν σχεδιαστεί στις πρόβες, αλλά κυρίως αυτών που ο ίδιος είχε γράψει στα μουσικά κείμενα, αφού είναι γνωστό ότι ο Ξαρχάκος διακρίνεται για τις ενορχηστρωτικές του ικανότητες και έχει κάνει μια παράλληλη καριέρα με εξαιρετικές, ενίοτε «δραματικές» και πάντα αναγνωρίσιμες ενορχηστρώσεις όχι μόνο της δικής του μουσικής, αλλά και πολλών άλλων συνθετών με αποτέλεσμα να έχουμε στα αυτιά μας πολύ περισσότερο “Ξαρχάκο” απ’ όσο φανταζόμαστε.

Ο Σταύρος Ξαρχάκος είναι ένας μουσικός που δεν σταμάτησε ποτέ να εξελίσσεται και να εμβαθύνει.

Αυτές οι ενορχηστρώσεις χρησιμοποιούν ενίοτε αφηγηματικές στρατηγικές, αν μας επιτρέπεται η αναλογία, από τη δυτική μουσική, όπως, δύο μόνο παραδείγματα, η κλιμάκωση και η επιτάχυνση από ένα σχετικά αργό και χαμηλό ξεκίνημα ή η απότομα χαμηλή ένταση (subito piano) ή και απόλυτη παύση μετά από ένα πολύ δραματικό και έντονο μέρος, και αυτό είναι ένας από τους λόγους που η, επίσης από τη δυτική μουσική, και μάλιστα από προχωρημένο σημείο της εξέλιξής της, διεύθυνση ορχήστρας έχει τόσο καταλυτική επίδραση στο αποτέλεσμα, πολλώ δε μάλλον όταν ο ενορχηστρωτής, ο μαέστρος και στα περισσότερα σημεία ο συνθέτης είναι το ίδιο πρόσωπο. Αυτή άλλωστε η βαθιά γνώση και των δύο παραδόσεων και το επιτυχές «πάντρεμά» τους με όρους ισοτιμίας και χωρίς τον επικίνδυνο «οριενταλισμό» είναι κάτι που καθιστά μοναδικό το έργο του Ξαρχάκου.

Είναι άλλωστε ένας μουσικός που δεν σταμάτησε ποτέ να εξελίσσεται και να εμβαθύνει και στις δύο παραδόσεις. Οι τριετείς σπουδές του στη φημισμένη ακαδημία Julliard School of Music της Νέας Υόρκης έγινε όταν είχε ήδη πίσω του δυο ολόκληρες δεκαετίες μιας εξαιρετικά επιτυχημένης καριέρας από το 1978 ως το 1981, όπως με νοσταλγία για την πόλη ανέφερε στη συνέντευξη τύπου, ενώ η πιο σημαντική προσέγγισή του στο Ρεμπέτικο έγινε ακόμα αργότερα της δεκαετία του ’80 με αφορμή την ομώνυμη ταινία.

H συναυλία του Σταύρου Ξαρχάκου στη Νέα Υόρκη έμεινε έντονα χαραγμένη στη θύμηση όσων βρέθηκαν εκείνο το βράδυ στο Carnegie Hall.

 «Σ’ όλον τον κόσμο ν’ ακουστεί»

Σε αυτή τη σύντομη αλλά και συγκινητική για όλους τους παρευρισκόμενους παρουσία του στο γραφείο τύπου της Μόνιμης Αντιπροσωπείας της Ελλάδας στα Ηνωμένη Έθνη ο Ξαρχάκος προτίμησε να εκθειάσει τις μουσικές και ανθρώπινες πλευρές των συνεργατών του και απέφυγε να κάνει μη-μουσικές αναφορές. Σε μία μόνο περίπτωση ο φύσει και θέσει κοσμοπολίτης συνθέτης, φρόντισε να κάνει μια σαφή διάκριση μεταξύ της οικουμενικότητας και της ισοπεδωτικής παγκοσμιοποίησης.

Μετά την κοινή εμφάνιση των Ξαρχάκου-Κόκοτα σε τραγούδια της πολύχρονης συνεργασίας τους, αλλά και άλλων συνθετών όπως οι Σπανός και Μούτσης, και πάντα υπό την διεύθυνση του πρώτου, η Ηρώ Σαία επανήλθε στη σκηνή για μια σειρά πολύ γνωστών και αγαπημένων τραγουδιών του Ξαρχάκου με μερικά από αυτά να παραπέμπουν και στους μεγάλους «απόντες» που τα ερμήνευσαν για πρώτη φορά: το «Νυν και Αεί» στην αξέχαστη Βίκυ Μοσχολιού τα «Ήτανε μια φορά»  και «Γειά σου Χαρά σου Βενετιά» στο μοναδικό Νίκο Ξυλούρη.

Εκτός προγράμματος  προστέθηκαν, σαν πρόωρα ανκόρ, τραγούδια από την ταινία Ρεμπέτικο, το «Το Δίχτυ» ακολουθώντας και την εκπεφρασμένη στην παραπάνω συνέντευξη επιθυμία των ελληνικών διπλωματικών αρχών και το «Μάνα μου Ελλάς», που από τα πρώτα μέτρα, αγκαλιάστηκε από το κοινό, αφού το φορτισμένο θέμα των δεσμών με την πατρίδα είναι κεντρικό στον ψυχισμό των μεταναστών

 

Ηρώ Σαΐα

Και ενώ βέβαια για το χαρακτηριστικό και οικείο χρώμα της φωνής του Σταμάτη Κόκοτα που φαίνεται ότι δεν αλλοιώνεται από τα χρόνια, και την πολύπλευρη μουσικότητα του χαρισματικού Σταύρου Ξαρχάκου, δεν υπήρχε καμιά αμφιβολία, την παράσταση έκλεψε η Ηρώ Σαΐα, η οποία με την όμορφη φωνή και τη φρεσκάδα της καθώς και την έντονη  ερμηνεία των τραγουδιών του Ρεμπέτικου με ιδιαίτερο σεβασμό και ευαισθησία, σε μια χωρίς υπερβολές, μεστή,  «δωρική», θα λέγαμε, παρουσία.

Μετά την επιστροφή του Σταμάτη Κόκοτα στη σκηνή και το τραγούδι «Στου Όθωνα τα χρόνια» ως ανκόρ για να τονιστεί η διάρκεια της συνεργασίας του με τον Ξαρχάκο, το κοινό χειροκρότησε θερμά τους πρωταγωνιστές του μελωδικού ελληνικού Σαββατόβραδου στο Carnegie Hall.

 

Διαβάστε ακόμα: Ο Σταύρος Ξαρχάκος στο Ηρώδειο. Θέλει Αρετή και Τόλμη…το τραγούδι.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top