Μετά από μια δεκαετία, η Emmanuelle Bertrand επιστρέφει στην Αθήνα για μια συναυλία, αυτή τη φορά στο θέατρο Ολύμπια.

Η πολυσχιδής γαλλίδα βιολοντσελίστα Emmanuelle Bertrand (Εμανυέλ Μπερτράν) ερμηνεύει σήμερα στο Θέατρο Ολύμπια το υπέροχο Κοντσέρτο για βιολοντσέλο και ορχήστρα σε μι ελάσσονα του Edward Elgar, με τη Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Αθηναίων σε διεύθυνση Αντρέα Τσελίκα. Στο ίδιο πρόγραμμα θα ακούσουμε τα «Τέσσερα Θαλασσινά Ιντερλούδια» από την όπερα «Peter Grimes» του Benjamin Britten και την Τρίτη Συμφωνία του Jean Sibelius. Λἰγο πριν τη συναυλία η διακεκριμένη ερμηνεύτρια μίλησε για τη ζωἠ και την τέχνη, και πώς αυτά συνδέονται μεταξύ τους.

– Έχει περάσει σχεδόν μία δεκαετία από την προηγούμενη (πολύ επιτυχημένη) συναυλιακή εμφάνισή σας στην Αθήνα (Henri Dutilleux 2016). Πόσο διαφορετική καλλιτεχνικά αισθάνεστε σήμερα;

Το «Tout un monde lointain…» που μοιράστηκα με τους μουσικούς της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών το 2016 παραμένει για μένα μια υπέροχη ανάμνηση! Από τότε, πράγματι, τα χρόνια πέρασαν, και όχι τα ευκολότερα, καθώς ο κόσμος μας χτυπήθηκε από μια πανδημία. Σε ό,τι με αφορά, νιώθω ότι η «μουσική μου» συνδέεται όλο και περισσότερο με τη ζωή· οι δοκιμασίες που πέρασα, η εμπειρία νέων γνωριμιών, αλλά και το γεγονός ότι διδάσκω, όλα αυτά είναι στοιχεία που τρέφουν τη δουλειά και την έμπνευσή μου. Οπότε ναι, χωρίς αμφιβολία, σήμερα αισθάνομαι λίγο διαφορετική.

Δεν αισθάνθηκα ποτέ ότι ως γυναίκα εμποδίστηκα στο επάγγελμά μου, πιστεύω όμως ότι είναι ζωτικής σημασίας η κοινωνία μας να αναζητάει διαρκώς τρόπους προώθησης των ίσων ευκαιριών.

– Το Κοντσέρτο για Βιολοντσέλο του Έντουαρντ Έλγκαρ που θα ερμηνεύσετε είναι ίσως το πιο δημοφιλές του ρεπερτορίου. Το έργο θεωρείται από πολλούς ότι συνοψίζει τη μελαγχολία του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Πιστεύετε ότι το μουσικό έργο τέχνης μπορεί να μας μεταφέρει τέτοιες εμπειρίες;

Περισσότερο κι από μελαγχολία, θα έλεγα ότι αυτό το Κοντσέρτο μεταφέρει ένα συναίσθημα απολύτως τραγικό! Όταν το παίζω, αισθάνομαι σαν να περνάω μέσα από μια τρομερή καταιγίδα. Κατά τη γνώμη μου, υπάρχουν δύο είδη έργων στη μουσική: αυτά που αφηγούνται και αυτά που είναι. Σίγουρα, στο Κοντσέρτο του Έλγκαρ, το βιολοντσέλο «είναι» ο ήρωας και είναι μια περιπέτεια εξαιρετικής έντασης να τον ενσαρκώνεις, μαζί με τον μαέστρο και τους μουσικούς της ορχήστρας.

– Έχετε κάνει και μία πολύ επιτυχημένη ηχογράφηση με τις Σουίτες του Μπαχ. Θα μπορούσαμε να πούμε το ίδιο πράγμα και για την μουσική πριν τον ρομαντισμό;

Επακριβέστατα, η μουσική του Μπαχ μοιάζει περισσότερο με μουσικό λόγο. Όταν παίζω Μπαχ, έχω την εντύπωση ότι εξαφανίζομαι, ή τουλάχιστον αυτός είναι ο στόχος μου, να χάσω κάθε συνείδηση της υλικότητας και να αφήσω τη μουσική να υψωθεί. Κατά μία έννοια, αυτό είναι μια μορφή πνευματικότητας, αν και στην περίπτωση των Σουιτών για βιολοντσέλο υπάρχει και η διάσταση του χορού, η οποία μας επαναφέρει σε ένα είδος ριζοβολήματος, σε μια προσκόλληση στη γη μέσω της ρυθμικής ζωής που ξεδιπλώνεται μέσα τους.

Από το 2008 διδάσκει μουσική δωματίου στο Ωδείο του Παρισιού, όπου το 2022 ανέλαβε καθήκοντα ως καθηγήτρια τσέλου και έγινε έτσι η πρώτη γυναίκα στην ιστορία του ιδρύματος που διορίζεται στη θέση αυτή από την ίδρυση του Ωδείου το 1795.

– Έχετε μία αγάπη για το θέατρο και για την performance που συνδυάζει μουσική και θέατρο.  Αυτό πώς σας επηρεάζει σαν μουσική ερμηνεύτρια;

Έχω έντονη την αίσθηση ότι η τέχνη σε όλες της τις μορφές προσφέρει διαφορετικούς τρόπους για να εκφράσουμε κάτι. Το συναίσθημα που βρίσκω σε ένα κείμενο είναι το ίδιο με αυτό που βιώνω στη μουσική, μόνο το υλικό διαφέρει. Από τα πρώτα μου βήματα, αισθάνθηκα ένα είδος ενστίκτου που μάχεται κατά της υπερεξειδίκευσης· εννοώ με αυτό, ότι η εργασία του μουσικού πάνω στο όργανο είναι τόσο απαιτητική, που μερικές φορές μπορεί να τον απομακρύνει από αυτό το πιο ουσιώδες που έχει να εκφράσει. Η ενασχόληση με άλλες μορφές τέχνης και με άλλες οικογένειες καλλιτεχνών με επαναφέρει διαρκώς σε αυτό το «ουσιώδες»: στο να διατηρώ πάντα τη ζωή και το μοίρασμα των συναισθημάτων στο προσκήνιο. Μου φαίνεται επίσης ότι αυτό είναι που μας επιτρέπει να συνεχίσουμε να μοιραζόμαστε και να ανανεώνουμε την εμπειρία μας με το κοινό, χωρίς ποτέ να μπαίνουμε σε μια μορφή συνήθειας, αλλά διαρκώς να διερωτώμαστε επάνω στη μορφή και το περιεχόμενο.

– Έχετε δώσει μεγάλη προσοχή στην σύγχρονη μουσική. Πιστεύετε ότι αφορά το ίδιο κοινό με αυτό του ρεπερτορίου; Οι νέοι μουσικοί θα έπρεπε να ασχολούνται με αυτή;

Το να ζωντανεύει τη μουσική της εποχής του ήταν πάντα μέρος της αποστολής του μουσικού. Πολλά από τα έργα που σήμερα θεωρούνται «μεγάλα κλασικά», την εποχή της δημιουργίας τους σόκαραν τον ακροατή. Τα έργα ενηλικιώνονται επίσης μέσα από τις ερμηνείες, περνώντας διαδοχικά από τα χέρια μουσικών που τα φωτίζουν με την ευαισθησία τους. Επιπλέον, είναι συναρπαστικό να συνεργάζεσαι με συνθέτες, να συζητάς μαζί τους σχετικά με το πώς κατανοείς μια ένδειξη, μια αναπνοή… αυτές οι εμπειρίες με έχουν διδάξει τόσα πολλά για τα έργα του παρόντος, όσο και για εκείνα του παρελθόντος. Ειδικότερα, ήταν μεγάλο προνόμιο για μένα να συνεργαστώ με τον Henri Dutilleux – τα φώτα που μου έδωσε για τη σχέση του με τη σημειογραφία με απελευθέρωσαν για να παίξω συνθέτες πολύ παλαιότερους! Οπότε ναι, πιστεύω ότι οι νέοι μουσικοί πρέπει να επενδύουν στο να παίζουν τη μουσική της εποχής τους, όσο και το ρεπερτόριο που έχει ήδη επωφεληθεί από το φίλτρο του χρόνου.

– Είστε η πρώτη γυναίκα που ανέλαβε τη θέση Καθηγητή στη διδασκαλία του βιολοντσέλου στο Ωδείο των Παρισίων από την ίδρυση του θεσμού το 1795. Υπάρχουν σήμερα εμπόδια στον χώρο της κλασικής μουσικής;

Διδάσκω μουσική δωματίου στο Conservatoire National Supérieur de Musique et de Danse de Paris εδώ και περίπου δεκαπέντε χρόνια, αλλά το 2022 διορίστηκα Καθηγήτρια του βιολοντσέλου. Εξεπλάγην πολύ όταν έμαθα τότε ότι ήμουν η πρώτη γυναίκα που διορίστηκε για να διδάξει αυτό το όργανο. Προσωπικά, δεν αισθάνθηκα ποτέ ότι ως γυναίκα εμποδίστηκα στο επάγγελμά μου, πιστεύω όμως ότι είναι ζωτικής σημασίας η κοινωνία μας να αναζητάει διαρκώς τρόπους προώθησης των ίσων ευκαιριών, είτε αυτό αφορά την ηλικία, το φύλο, ή την κοινωνική και πολιτισμική προέλευση του κάθε ανθρώπου.

Το 2022 ψηφίστηκε ως σολίστ της χρονιάς («Instrumental Soloist of the Year») στα γαλλικά βραβεία Victoires de la Musique.

Βιογραφικό σημείωμα

H Emmanuelle Bertrand πρωταγωνιστεί στην ευρωπαϊκή σκηνή του τσέλου. Εμφανίζεται στις σπουδαιότερες αίθουσες συναυλιών ως σολίστ και ως ερμηνεύτρια έργων μουσικής δωματίου. Το 2022 ψηφίστηκε ως σολίστ της χρονιάς («Instrumental Soloist of the Year») στα γαλλικά βραβεία Victoires de la Musique. Σπούδασε στα Ωδεία της Λυών και του Παρισιού (Conservatoires Supérieurs). Έχει κερδίσει πολυάριθμους διεθνείς διαγωνισμούς και βραβεία. Έχει ψηφιστεί ως καλλιτέχνης της χρονιάς («Artist of the Year») από το περιοδικό Diapason και τους ακροατές του France Musique το 2011. Έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό για πρώτη φορά όταν βραβεύτηκε στα Victoires de la musique 2002. Σε ηλικία 25 ετών γνώρισε τον συνθέτη Henri Dutilleux, ο οποίος την χαρακτήρισε «πραγματική αποκάλυψη». Έκτοτε, πολλοί συνθέτες τής έχουν αφιερώσει τα έργα τους.

Έχει πραγματοποιήσει την παγκόσμια πρεμιέρα του έργου «Chanson pour Pierre Boulez» του Luciano Berio. Κατά την ίδια περίοδο, δημιούργησε ένα ντουέτο με τον πιανίστα Pascal Amoyel, σύντροφό της στη σκηνή και τη ζωή. Εκτός από τα κορυφαία έργα του ρεπερτορίου, οι δυο τους παρουσιάζουν έργα που έχουν ξεχαστεί. Από το 2012 έχει την καλλιτεχνική διεύθυνση του διεθνούς φεστιβάλ τσέλου του Μποβέ (Festival International de Violoncelle de Beauvais). Από το 2008 διδάσκει μουσική δωματίου στο Ωδείο του Παρισιού (Conservatoire National Supérieur de Musique et de Danse de Paris), όπου το 2022 ανέλαβε καθήκοντα ως καθηγήτρια τσέλου και έγινε έτσι η πρώτη γυναίκα στην ιστορία του ιδρύματος που διορίζεται στη θέση αυτή από την ίδρυση του Ωδείου το 1795.

 

Διαβάστε ακόμα: Francesco Lotoro – «Ακόμα και στο Άουσβιτς γράφτηκε σπουδαία μουσική

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top