Το μαύρο, το λευκό, το σκούρο μπλε και το γκρίζο είναι οι τέσσερις αποχρώσεις που προτιμούν οι άντρες. Η πλειονότητα επιλέγει σκοτωμένα χρώματα, τα οποία θέλει να ονομάζει «κλασικά».
Σε αντίθεση με τη γυναίκα, η οποία διαθέτει ασυμμάζευτη στυλιστική ελευθερία, στους άνδρες επικρατεί ο φορμαλισμός. Και μπορεί οι σχεδιαστές ν’ αφήνουν πια τη φαντασία τους αχαλίνωτη, αλλά οι καταναλωτές εμφανίζονται πολύ διστακτικοί.
Όμως, καθώς το μπουρδούκλωμα όσο πάει κι ενισχύεται, οι διαχωριστικές γραμμές απαλύνονται. Αλλά θα πάρει κάποιο χρόνο. Σήμερα, το χρώμα -που μάθαμε να μας φοβίζει- περιορίζεται κυρίως στα T-shirts, τα εσώρουχα και τις αθλητικές φόρμες, άντε και στις κάλτσες.
Η μνήμη μας θέλουμε να είναι ασθενής. Από την περίοδο της Αναγέννησης ώς τα τέλη του 18ου αι., άνδρες και γυναίκες ντυνόντουσαν με μια ενθουσιώδη επιπολαιότητα, αλλά η πουριτανική προσέγγιση του 19ου αι. έβαλε φρένο σ’ όλα αυτά, ασχέτως του τι καιρό θα κάνει.
Στις διαλέξεις του για το Ουδέτερο, ο Ρολάν Μπαρτ εξηγούσε: «Στην καπιταλιστική, αστική Δύση, η κατανομή των ενδυματολογικών ρόλων ακολουθεί ιδεολογικο-οικονομικούς περιορισμούς: ο άνδρας βάζει ένα ρούχο αυστηρό, απρόσωπο, χλωμό. Μέσω αυτού, υπογραμμίζει την αξία της εργασίας με στολή εργασίας. Απλή, που δεν θα εμποδίζει τις κινήσεις του, που λερώνει δύσκολα. Το αρσενικό θυσιάζει το μοστράρισμά του, ενώ η γυναικάρα με τα κόκκινα (σ.σ.: επιτρέψτε μου την ελευθερία) είναι εκείνη που επιφορτίζεται με την ανάδειξη του standing του: γούνες, κοσμήματα, χρώματα, υψηλή ραπτική, άρα χρήμα».
Η άλλη πλευρά του νομίσματος. Απλώς μια κόκκινη γραβάτα. Λυπηρές έρευνες μιλούν για δείγμα θράσους ή επιθετικότητας, ένα χαρακτήρα χολερικό και κυριαρχικό, θυμωμένο. Οι έρευνες καταλήγουν ότι το χρώμα αυτό γαργαλάει το υποσυνείδητο, ότι εκπέμπει ένα μήνυμα ισχύος. Δεν ενδείκνυται για την καθιέρωση μιας σχέσης εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας.
Αλλά… Κι αξίζει να το σκεφτούμε. Το κόκκινο δεν είναι μόνον ένα από τα πρωτογενή χρώματα, είναι επίσης ένα από τα πρώτα που χρησιμοποιούν οι καλλιτέχνες και χρονολογούνται από την προϊστορία. Από το χρώμα των πορτοκαλιών μέχρι τις μεθυστικές αποχρώσεις του κρασιού.
Σε πολλούς πολιτισμούς, το κόκκινο συμβολίζει τη χαρά και την καλή τύχη. Σε πολλές ασιατικές χώρες, οι νύφες φορούν κόκκινο χρώμα ως σύμβολο γονιμότητας και τύχης. Στην Ευρώπη, το κόκκινο εξισώθηκε με τους αριστοκράτες και τους κληρικούς. Η συσχέτισή του με το αίμα του Χριστού το κατέστησε ιδιαίτερα σημαντικό για την Καθολική Εκκλησία και απεικονίζεται στη φιγούρα του καρδινάλιου.
Οι ψυχολόγοι ξέραν καλά ότι τα χρώματα δεν είναι ανώδυνα: το μπλε είναι το πιο δημοφιλές, το μαύρο παραπέμπει στην κομψότητα, τον πλούτο, την εξουσία, το πράσινο καθησυχάζει, ενώ το κόκκινο είναι το χρώμα του έρωτα και του ρομαντισμού.
Έχουμε δύο υποθέσεις. Εκ των οποίων, η μία είναι πιο πειστική. Λέμε ότι το κόκκινο είναι το χρώμα της καρδιάς, του πάθους, του ρόδου, των χειλιών και της πομάδας στα μαγουλάκια. Των «ύποπτων συνοικιών» και των μοιραίων γυναικών. Κι εκείνο της μοιχείας στο Άλικο γράμμα του Χόθορν.
Αλλά πώς διάολο προκύπτει ένας τέτοιος συνειρμός; Γιατί το κίτρινο, το μαύρο, το μπλε ή το πράσινο να μη συνταιριάζουν με τον έρωτα; Εδώ σκάει μύτη η δεύτερη υπόθεση –και πιο πιθανή. Όλα τα ζωντόβολα, από τον μπαμπουίνο ώς την αφεντιά μου, τα βάφουν κόκκινα έτσι και πρόκειται να ζευγαρώσουν. Η γυναικεία επιδερμίδα ροδίζει στις μέρες της ωορρηξίας. Ως και το πασχαλινό αβγό είναι κόκκινο.
Το ίδιο και σε μας τα αγοράκια. Γι’ αυτό και τις σπάνιες φορές που το μοστράρουμε μάς κάνει πιο ελκυστικούς. Παντού, σε Ευρώπη, ΗΠΑ, Κίνα. Είναι θέμα βιολογίας, οπότε κάντε μόκο.
Το όλο θέμα δεν είναι άλλο από ένα είδος αυτολογοκρισίας. Λίγο-πολύ ενσυνείδητης. Πώς μας προέκυψε; Ο θαυμάσιος Μισέλ Παστουρώ, ο συγγραφέας του Ρούχου του διαβόλου (εκδ. Μελάνι, 2003), υπενθυμίζει πως παλιότερα ήταν κοινός τόπος για έναν άντρα να φορά χρώματα έντονα και φωτεινά: κόκκινο, κίτρινο, πράσινο. Ο Μεσαίωνας ήταν πολύχρωμος. Από τον Παρθενώνα ώς τους γοτθικούς καθεδρικούς το χρώμα και το παιχνίδι με το φως έχουν την τιμητική τους. Το μαύρο παρέπεμπε στο θάνατο και την κόλαση, αποτρόπαιο για τη φεουδαλική κοινωνία.
Αν στη συνέχεια επικράτησε, οφείλεται σ’ ένα μεγάλο του προσόν: την αυστηρότητα. Προσφιλή στα μοναστικά τάγματα απανταχού. Και στους κρατικούς λειτουργούς υποκριτικά και κατ’ επέκταση. «Το δικαστικό σώμα αποτελούνταν από ανθρώπους στα κόκκινα προτού συγκροτηθεί από ανθρώπους στα μαύρα», γράφει ο Παστουρώ. Πώς αλλιώς μπορείς να δείχνεις σοβαρός και σικ αν δεν είσαι ντυμένος με πεθαμενατζίδικα χρώματα;
Τούτη τη μαυρίλα την έχουν υιοθετήσει ακόμα κι οι μεγάλοι μόδιστροι, οι πρέσβεις τους συρμού, από τον Λάγκερφελντ ώς τον YSL. Μέχρι κι ο Γκοτιέ εγκατέλειψε τη μαρινιέρα του για χάρη της.
Και μπορεί αρχικά να καθιερώθηκε στην Αυλή της Ισπανίας ως σύμβολο ενάρετης ζωής και ταπεινότητας, αλλά το θανατηφόρο χτύπημα δόθηκε με τη Μεταρρύθμιση, όπου παιανίζεται μια ηθικολογία του χρώματος. Οι έντονοι τόνοι είναι δηλωτικοί ανεντιμότητας, ατιμίας.
Στο στόχαστρο μπαίνει κατά κύριο λόγο το άλικο, «το εμβληματικό χρώμα της παπικής Ρώμης, σκανδαλωδώς φτιασιδωμένης στα κόκκινα, σαν τη μεγάλη πόρνη της Βαβυλώνας», λέει ο Παστουρώ. Στη Γενεύη του Καλβίνου, σε οδηγούσε σούμπιτο στην πυρά. Το μαύρο, το λευκό και το σκούρο μπλε υμνούνται από τους προτεστάντες. Σας θυμίζει κάτι η παλέτα;
Ο Χένρι Φορντ αρνείται να πουλήσει αυτοκίνητα που δεν είναι μαύρα και η Δημοκρατία καμουφλάρει τις κοινωνικές ανισότητες μεταξύ αστών και υπηρετικού προσωπικού πίσω από μελανά χρώματα. Που εξοργίζουν τον Όσκαρ Ουάιλντ, παθιασμένου με τα κόκκινα και βιολετιά, και τα καταγγέλλει το 1891 στην Daily Telegraph. Το πολύχρωμο κίνημα των χίπις ήταν μια παρένθεση. Η οριστική ταφόπλακα μπήκε με τη μόδα των blue jeans. Βέβαια, τα πράγματα αλλάζουν. Αλλά με παλαιοντολογική ταχύτητα.
Και φτάνουμε στον Τζόκερ, το σύμβολο του εξωτερικού και εσωτερικού χάους, της απόλυτης αναρχίας. Η προβολή της νέας ταινίας του Φίλιπς, με έναν εξαιρετικό στο ρόλο Γιοακίν Φίνιξ, «γιορτάζει» τα 80 παρά ένα έτη από τη δημιουργία του χαρακτήρα. Την έσχατη εικόνα του Διαβόλου στο ρυθμό της οποίας χορεύει ο Μπάτμαν στο σύμπαν της Γκόθαμ Σίτι και της DC Comics.
Τα εγκλήματα και το μοναδικό look του τον ανέδειξαν σε εμβληματική φυσιογνωμία της ποπ κουλτούρας που δεν λέει να ξεφτίσει. Κι ενώ η καλή μας Νυχτερίδα φοράει μαύρη στολή και μάσκα και κινείται στη σκιά, το Κακό που είναι ο αιώνιος εχθρός του μοστράρει αρχικά ένα μοβ κοστούμι και τώρα τρομακτικά κόκκινο, στα όρια της σηψαιμίας, σετάκι με το αιμοβόρο στόμα. Το χρώμα του αποσυνάγωγου. Που φτάνει ώς την κάπα της Ζυλιέτ Μπινός (και κόρης) στη Σοκολάτα.
Μπορεί ο Joker να εκλαμβάνεται ως ο πρώτος punk, πολύ πριν από την εμφάνιση του κινήματος, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι παρά η παλιά μανιχαϊστική ανάγνωση του κόσμου που απλώς αλλάζει χρώματα ανάλογα με την εποχή, υπακούοντας στις προσλαμβάνουσες του καιρού της. Δεν τρέχει τίποτα. Μέσα μας βρίσκεται. Το βερνίκι δεν έχει και τόση σημασία τελικά. «We are all clowns».
Διαβάστε ακόμα: Eίδαμε το «Joker» – Η ερμηνεία του Φίνιξ αγγίζει τα όρια του υποκριτικού θαύματος.