Ο σερ John Eliot Gardiner διευθύνει την Orchestre Révolutionnaire et Romantique με σολίστ την Lucy Crowe στο Carnegie Hall (Chris Lee).

Πριν από τις συναυλίες ο Βρετανός αρχιμουσικός με τους συνεργάτες του παρουσίασαν στο Weill Recital Hall του Carnegie Hall την προσέγγισή τους στο έργο του Μπετόβεν. Συντονιστής της εκδήλωσης ήταν ο μουσικός αλλά και πανεπιστημιακός, William Kinderman, τον οποίο ο σπουδαίος ερμηνευτής του έργου του Μπετόβεν Alfred Brendel έχει χαρακτηρίσει “a very rare bird”, εξαιτίας του συνδυασμού των ιδιοτήτων του ερμηνευτή του έργου του Μπετόβεν. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι ο Kinderman έχει εκδώσει τόσο ένα βιβλίο για τις Παραλλαγές Diabelli όσο και μια ηχογράφηση του έργου!

Η προσέγγιση και των δύο εστιάζει στην προσπάθεια εξερεύνησης των πολιτικών απόψεων του Μπετόβεν καθώς και της εξέλιξής τους και την προσπάθεια να «αποκρυπτογραφηθούν» υπό το αυτό το πρίσμα τα έργα του. Το πιο πρόσφατο βιβλίο του Kinderman έχει τον τίτλο: “Beethoven: A Political Artist in Revolutionary Times”.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της οπτικής είναι η σαφής προτίμηση του Eliot-Gardiner για την πρώιμη εκδοχή της μοναδικής όπερας του Μπετόβεν, την “Leonore” από το 1805 και όχι τον ολοκληρωμένο μετά από πολλά χρόνια και πολλές επεξεργασίες “Fidelio”, αφού εκτός από την υπόθεση και τις σαφείς αναφορές σε ριζοσπαστικές, διαφωτιστικές και επαναστατικές ιδέες ο Gardiner «βλέπει» και στη μουσική της όπερας,  καθώς και σε άλλα σημεία του έργου του, την κατά τη γνώμη του συντηρητικοποίηση των ιδεών του συνθέτη και την μετακίνησή του προς πιο πατριωτικές θέσεις στην, ας μας επιτραπεί η έκφραση, διελκυστίνδα μεταξύ εθνικισμού και διεθνισμού ή ίσως καλύτερα για την γερμανόφωνη διανόηση της εποχής, κοσμοπολιτισμού, με σημαντικό σταθμό αυτής της πορείας την αλλαγή της στάσης του απέναντι στο Μέγα Ναπολέοντα, κάτι το οποίο τόνισε ιδιαίτερα και ο Kinderman, επιλέγοντας μάλιστα τις πιο αιχμηρές από τις αναφορές που αποδίδονται στο Μπετόβεν.

Σε κάθε περίπτωση η σχέση του έργου του Μπετόβεν με τα πολιτικά δρώμενα της εποχής, όσο κι αν καμιά φορά η απευθείας σύνδεσή του με τις μουσικές μορφές φαντάζει παρακινδυνευμένη, είναι υπαρκτή. Για παράδειγμα ο φυλακισμένος ήρωας της όπερας Φλόρεσταν που σώζεται χάρη στον ηρωισμό και την αφοσίωση της συζύγου του, έχει ως πρότυπο τον Marquis de La Fayette (1757-1834), τον αριστοκρατικής καταγωγής Γάλλο που έγινε πρώτα ήρωας της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας, αργότερα της Γαλλικής Επανάστασης και τη δεκαετία του 1790 είχε παραμείνει πέντε χρόνια στις αυστριακές φυλακές, ιστορία που ήταν γνωστή στο Μπετόβεν, αφού υπήρχαν αρκετές παρεμβάσεις για την απελευθέρωσή του, μεταξύ αυτών και του ίδιου του George Washington στον Αυστριακό αυτοκράτορα.

Ο σερ John Eliot Gardiner αναζητά την πολιτική διάσταση του Μπετόβεν (Chris Lee).

Η μορφή και η πρώιμη δράση του Λαφαγιέτ είχε, κάποια χρόνια πριν, επηρεάσει και τη δημιουργία του χαρακτήρα του Marquis de Posa στο αριστούργημα του Friedrich (von) Schiller: Don Carlo), το οποίο ασφαλώς και γνώριζε επίσης ο Μπετόβεν. (Ακολούθησε δεκαετίες αργότερα και το ομώνυμο οπερατικό αριστούργημα του Βέρντι, στο οποίο επίσης γοητεύει ο χαρακτήρας του Ντε Πόζα μουσικά και δραματικά).

Αν η πολιτική διάσταση του Μπετόβεν γινόταν σαφής, θα τον έστελνε στη φυλακή στη συντηρητική Βιέννη, όπου ζούσε.

Ένα άλλο αγαπημένο στον Gardiner παράδειγμα που αναφέρθηκε και στην παρουσίασή του είναι το γνωστό αρχικό μοτίβο της Πέμπτης συμφωνίας, με τις διάφορες ερμηνείες του μεταξύ ως μοτίβου του πεπρωμένου, τη σύνδεσή αργότερα με τη νίκη, ενώ κατά τον Γκάρντινερ είναι ένα απόσπασμα από τον επαναστατικό ύμνο του Cherubini: “Hymn du Panthéon”, το κείμενο του οποίου στη συνέχεια περιλαμβάνει τη φράση: «Ορκιζόμαστε να υπερασπιστούμε πολεμώντας τη δημοκρατία και τα δικαιώματα του ανθρώπου».  Η κατά τον μαέστρο επαναστατική, με την πολιτική και όχι τη μουσική σημασία του όρου, λειτουργία της συμφωνίας απευθυνόταν σε αυτούς που ήταν σε θέση να την αντιληφθούν, αφού το περιβάλλον της εποχής δεν επέτρεπε κάτι πιο σαφές και θα έστελνε τον Μπετόβεν στη φυλακή στη συντηρητική Βιέννη, όπου ζούσε. Σε αυτό το σημείο ο Gardiner έκανε έναν παραλληλισμό με την επίσης συγκεκαλυμμένη πολιτική κριτική, όπως συνηθίζεται να ερμηνεύεται, στο έργο του Σοστακόβιτς.

Περνώντας από τις πολιτικές αναφορές στην καθαυτή ερμηνεία των συμφωνιών με τον λεγόμενο «ιστορικό» τρόπο ο Γκάρντινερ αναφέρθηκε κυρίως σε αυτό που ο ίδιος και η ορχήστρα του προσπαθούν να αναβιώσουν. Πρόκειται για τον κόσμο του Παρισιού από το 1828 ως το 1831. Σύμφωνα με το Γκάρντινερ μια από τις πρώτες πραγματικά αξιόλογες προσπάθειες να ερμηνευτούν οι συμφωνίες του συνθέτη έγινε στο Παρίσι από τους καθηγητές του Κονσερβατορίου και τους μαθητές του. Για πρώτη φορά έγιναν πραγματικές πρόβες και εισήχθησαν πρακτικές στην ορχήστρα που αργότερα έγιναν αυτονόητες.

Οι προσπάθειες των μουσικών, τα όργανα της εποχής, οι συζητήσεις για τις ερμηνείες καθώς και η πρόσληψη από το κοινό αυτών των παραστάσεων και η επιρροή τους σε σπουδαίους συνθέτες, όπως οι Wagner, Berlioz και Chopin, και μουσικούς, οι οποίοι αργότερα θα επηρεάσουν με τη σειρά τους τις ερμηνείες του Μπετόβεν καθιστούν αυτές τις πρώτες συναυλίες σημείο αναφοράς και είναι αυτός ο ερμηνευτικός ορίζοντας, αυτός ο κόσμος που ο συνθέτης θέλησε να αναβιώσει με την ίδρυση της ορχήστρας αυτής πριν από τριάντα χρόνια και την ολοκληρωμένη ηχογράφηση των συμφωνιών που ακολούθησε αργότερα και κατέστησε τον Γκάρντινερ έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του «ιστορικού» ήχου.

Η εξάρχουσα των κόρνων της ορχήστρας Anneke Scott ανέλαβε στο σημείο αυτό να μας εισαγάγει μέσω του οργάνου της στις διαφορές των δύο προσεγγίσεων, τονίζοντας το διαφορετικά «χρώματα» τα οποία αναδεικνύονται από την παλαιότερη και απλούστερη μορφή του κόρνου κάτι που με γοητευτικό τρόπο η έξοχη μουσικός ανέδειξε στην παρουσίαση αλλά και μας παρότρυνε να εστιάσουμε κατά τις συναυλίες. Εκτός από την ORR η Scott έχει μια σημαντική πορεία ως σολίστ συνεργάζεται και με άλλα διακεκριμένα σύνολα όπως μεταξύ άλλων: English Barock Soloists, Pygmalion κ.α.

Η σχέση του έργου του Μπετόβεν με τα πολιτικά δρώμενα της εποχής (Chris Lee).

Στο βιολοντσέλο αλλά και γενικότερα στο ρόλο των εγχόρδων στην ιστορική ερμηνεία αναφέρθηκε ο εξάρχων των τσέλι της ορχήστρας Robin Michael. Στην εύλογη ερώτηση τι είναι αυτό που έχει αλλάξει ή αναμένεται διαφορετικό στις συναυλίες αυτές, ο Βρετανός αρχιμουσικός εστίασε σε τρία σημεία. Το ότι η ορχήστρα όλα αυτά τα χρόνια μέσα έχει εξελιχθεί και έχει γίνει όχι μόνο τεχνικά καλύτερη αλλά και ερμηνευτικά πιο ώριμη και βέβαια διαφορετική, συνεχίζοντας να μαθαίνει από την εμπειρίας της αλλά και από το συνεχιζόμενο διάλογο με την παράδοση.

Άλλωστε στο διάστημα που μεσολάβησε ο Γκάρντινερ ηχογράφησε τις συμφωνίες του Μπετόβεν με το δικό του πνεύμα αλλά με μια παραδοσιακή ορχήστρα, τη σπουδαία Συμφωνική του Λονδίνου, την συνεργασία με την οποία εκθείασε τόσο ο αρχιμουσικός όσο και η Scott, η οποία συμμετείχε στην ανταλλαγή εμπειριών των δύο συνόλων που έγινε στο περιθώριο της συνεργασίας αυτής. Μάλιστα οι συναυλίες αυτές έγιναν αμέσως μετά την ηχογράφηση των έργων από τη Συμφωνική υπό τον «παραδοσιακό» Bernard Haitink.

Επίσης, τόνισε ο Γκάρντινερ, ο κόσμος στον οποίο παρουσιάζονται οι ερμηνείες είναι πια διαφορετικός. Στο σημείο αυτό, όπως και σε αρκετά άλλα, η συζήτηση έφτασε και στο σήμερα με τον Γκάρντινερ να διατυπώνει σαφώς τις ανησυχίες του για το σήμερα, την κατάσταση στην Αμερική και κυρίως το Brexit, στο οποίο αντιτάσσεται ο αρχιμουσικός. Η Scott αναφέρθηκε μάλιστα σε μια πρωτοβουλία εκατοντάδων χάλκινων πνευστών που έπαιξαν εναντίον του Brexit.  Μάλιστα σε κάποια σημεία μας δόθηκε η εντύπωση ότι, χωρίς αυτό να μειώνει την αξία των ιδεών των συμμετεχόντων στο πάνελ, οι συγκρίσεις και οι αναλογίες, ή καλύτερα οι προβολές κάποιον ιδεών στην εποχή του Μπετόβεν ήταν μάλλον λίγο πιο ευθείς από όσο, στην αντίληψη του υπογράφοντος για την ιστορία επιτρέπεται και κατά συνέπεια παρακινδυνευμένες.

Μέχρι τη στιγμή που γράφονταν αυτές οι γραμμές δεν είχαν ανασταλεί οι συναυλίες στη Νέα Υόρκη λόγω κορονοϊού.

Και στο επίσης πολυσυζητημένο θέμα του τέμπο στο Μπετόβεν, ο Γκάρντινερ φάνηκε να διαφοροποιείται από τον άλλο Sir, της ιστορικής ερμηνείας, τον συμπατριώτη του Roger Norrighton και την απόλυτη πίστη στις μετρονομικές ενδείξεις του Μπετόβεν. Αρχικά υπάρχουν ενστάσεις για το αν πράγματι ανταποκρίνονται στις πραγματικές προθέσεις του Μπετόβεν. Ο Γκάρντινερ ξεπέρασε τη συζήτηση για το αν είχε κάποιο πρόβλημα ο μετρονόμος το συνθέτη και εστίασε στο γεγονός ότι μελέτες έχουν δείξει ότι αυτές συνδέονται με το πώς αντιλαμβάνεται το μουσικό χρόνο κάποιος που, όπως ο συνθέτης έχει προβλήματα ακοής. Αλλά πέραν από αυτό ο Γκάρντινερ, κάτι που κατεξοχήν κάνει και η άλλη παράδοση, φάνηκε να κρατάει για τον εαυτό του ερμηνευτικά δικαιώματα ελευθερίας στα τέμπι.

Ο σερ John Eliot Gardiner κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου στο Weill Recital Hall (Stephanie Berger). 

Και ενώ εμείς θα επανέλθουμε για να αναφερθούμε στις συναυλίες του κύκλου και στις εμφανίσεις του «μαγικού Τρίο» Καβάκου-Μα-Αξ , στο Carnegie Hall, θα αρχίσουν την Παρασκευή το βράδυ οι συναυλίες του επόμενου κύκλου της παραδοσιακής αυτή τη φορά προσέγγισης στον Μπετόβεν με την ορχήστρα της Philadelphia υπό τον Yannick Nézet-Séguin.

Σε αυτή την περίπτωση δε θα ακολουθηθεί η σειρά της δημιουργίας των έργων, κάτι στο οποίο ο Γκάρντινερ επέμεινε ευλαβικά, μια και το θεωρεί κατά κάποιο τρόπο μέρος της προσέγγισής του, και η σειρά θα αρχίσει με την Πέμπτη και την Έκτη συμφωνία του συνθέτη.

Όλα αυτά, βέβαια, κορωνοϊού επιτρέποντος. Πάντως μέχρι τη στιγμή που γράφονταν αυτές οι γραμμές δεν είχαν ανασταλεί οι συναυλίες στη Νέα Υόρκη, αν και όλα δείχνουν ότι και εδώ δε θα αποφευχθούν μέτρα σαν και αυτά που ήδη έχουν τεθεί σε ισχύ στην Ελλάδα και τον υπόλοιπο κόσμο.

 

Διαβάστε ακόμα: Γιώργος Χατζηνίκος, ο εμβληματικός δάσκαλος της κλασικής μουσικής που λείπει.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top