Κατά τη βράβευσή του στην 8η ημερίδα ΕΣΩ (φωτο: Spyros Hound). Δεξιά: πισίνα στη Γλυφάδα.

Σπάνια μια εξ αποστάσεως συνέντευξη, ενταγμένη κι αυτή στο δεσμευτικό πλαίσιο της κοινωνικής απομάκρυνσης λόγω του ιού, προκαλεί τόση οικειότητα. Είναι σαν να είχα δίπλα μου τον Κωνσταντίνο Δεκαβάλλα να μου εξιστορεί ένα μέρος της πολυκύμαντης και άκρως δημιουργικής ζωής του.

Φτάνει, άραγε, αυτή η μικρή χαρτογράφηση για να σχηματοποιήσει το εύρος του ανδρός; Πολύ δύσκολα. Ο Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας ανήκει στην κατηγορία των ζωντανών θρύλων της αρχιτεκτονικής. Μαθητής του Πικιώνη, του Μιχελή και του Δοξιάδη, κατάφερε να δημιουργήσει τη δική του ταυτότητα, μέσα από τα νάματα ενός εύκρατου μοντερνισμού, και να προσφέρει στην πρωτεύουσα (κι όχι μόνο) κάποια ζηλευτά κτίρια που σε κάποια άλλη χώρα θα διατηρούνταν ακόμη ως σηματωροί καλαισθησίας.

Έχοντας φτάσει αισίως τα 95 εξακολουθεί να είναι ακμαίος, να ασχολείται με την αρχιτεκτονική, να συγγράφει τα απομνημονεύματά του, να μεταφράζει αγαπημένους του συγγραφείς, να διαβάζει ανελλιπώς, να κάνει βόλτες στο κέντρο (προ επιδημίας, φυσικά) και να στοχάζεται για πράγματα που εμείς, είτε από αδιαφορία είτε από φόβο, αποκλείουμε από την καθημερινή μας τύρβη.

Ο Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας φιλοξενείται στο Andro γι’ αυτό ακριβώς που είναι: μια σπάνια περίπτωση Έλληνα που χρησιμοποίησε την τέχνη του (εν προκειμένω την αρχιτεκτονική) για να προσφέρει, στο μέτρο του δυνατού, την ωραιότητα σ’ ένα μικρό κομμάτι αυτού του κόσμου. Τυπικά, μια συνέντευξη περιλαμβάνει την ερώτηση του δημοσιογράφου και την απάντηση του συνεντευξιαζόμενου. Ήταν τόσο χειμαρρώδης και πηγαίος ο λόγος του Κωνσταντίνου Δεκαβάλλα που αποφάσισα να αφαιρέσω τις ερωτήσεις και να προκρίνω τους δικούς του στοχασμούς με την ατόφια δυναμική τους.

To Ηilton Ρόδου.

Εγκλεισμός

Δεν είμαι έγκλειστος σε έναν δυσάρεστο χώρο. Κατοικώ σε ένα ισόγειο διαμέρισμα που βλέπει στον ακάλυπτο μιας πολυκατοικίας που σχεδιάσαμε με τον αείμνηστο και αγαπητό μου συνάδελφο και δάσκαλο Πάνο Τσολάκη το 1949, όπου διαθέτω ιδιόκτητο μικροσκοπικό κήπο με ανατολικό μεσημβρινό προσανατολισμό, κατάφυτο και ανθισμένο. Η αναρριχώμενη μπουκαμβίλια που φύτεψα προ 60 περίπου ετών, έχει φθάσει στον πέμπτο όροφο και είναι ήδη ανθισμένη.

Παρ’όλον τούτο δεν περνώ τις μέρες μου στο διαμέρισμά μου καθώς διαθέτω έναν δικό μου χώρο εργασίας, στον δεύτερο όροφο της ίδιας πολυκατοικίας, στο αρχιτεκτονικό μου γραφείο, που τώρα το έχει η εγγονή μου Δέσπω Βουτέρη, με άλλες δύο αρχιτεκτόνισσες την Θάλεια Νινιού και την Γεωργία Πουλοπούλου (4Κ Αρχιτέκτονες), που μου κάνουν την τιμή να με έχουν σύμβουλο.

«Εγώ προσωπικά στα νιάτα μου έμαθα αγγλικά δίχως δάσκαλο αρκετά καλά, ώστε να μπορέσω να ξεσκαλώσω δύο υποτροφίες».

Πέραν αυτού ασχολούμαι με την ολοκλήρωση των απομνημονευμάτων μου και με μεταφράσεις, κυρίως από Γάλλους συγγραφείς. Όπως αντιλαμβάνεστε, όλα αυτά δεν μου δίνουν την ευκαιρία να αισθανθώ έγκλειστος. Αυτό όμως που μου λείπει είναι ο περίπατός μου δύο φορές την εβδομάδα στον Εθνικό Κήπο, όπου χαζεύω τις νεροχελώνες – που μου θυμίζουν τους καλούς μου συμπατριώτες, καθώς σκαρφαλώνουν η μία πάνω στην άλλη έως ότου όλες μαζί πέφτουν στο νερό και ούτω εξ αρχής. Επίσης, μου λείπει η επίσκεψή μου, δύο φορές τον μήνα στην, κάποτε συνεργάτρια μου στο γραφείο μου, κυρία Τερέζα Καψάλη, καθώς και οι εβδομαδιαίες μου συναντήσεις κάθε Τρίτη μεσημέρι με τον Παντιά Σκαραμαγκά και τον Κώστα Ιορδανίδη στην πλατεία Κολωνακίου.

Η εμπειρία της απομόνωσης 

Δεν έχω άλλη τέτοια εμπειρία απομόνωσης στο παρελθόν. Η άποψη μου είναι ότι αν είσαι κλεισμένος μέσα δεν πρέπει αναγκαστικά να σου δίνει την εντύπωση πώς είσαι εγκάθειρκτος. Υπάρχει πληθώρα πραγμάτων που μπορείς να κάνεις όταν είσαι κλεισμένος μέσα. Προ ημερών άκουγα στο ραδιόφωνο που συνιστούσε την εκμάθηση ξένων γλωσσών. Εγώ προσωπικά στα νιάτα μου έμαθα αγγλικά δίχως δάσκαλο αρκετά καλά, ώστε να μπορέσω να ξεσκαλώσω δύο υποτροφίες, μία Αμερικάνικη για το Columbia της Νέας Υόρκης και μία του British Council για το London University.

Σ’ αυτό μπορώ να προσθέσω ένα σωρό άλλες ενασχολήσεις όπως πχ η σύνταξη απομνημονευμάτων ή η μετάφραση ξένων βιβλίων – βλέπε Παύλος Ζάννας που μετέφρασε το τετράτομο έργο του Μαρσέλ Προυστ «A la Recherche du temps perdu» όταν ήταν εγκάθειρκτος την εποχή της Χούντας – το σταυρόλεξο, η πασιέντζα ή ανάγνωση σημαντικών βιβλίων και ούτω καθεξής. Όλες αυτές οι ενασχολήσεις οξύνουν το πνεύμα, πράγμα που δεν προσφέρει η έξοδος με το Ι.Χ. και το καφενείο.

«Φοβάμαι πώς οι Νεοέλληνες προτιμούν τα καυσαέρια» (Spyros Hound).

Τα μπαλκόνια 

Η πλειοψηφία των σημερινών διαμερισμάτων διαθέτουν εξώστες, κοινώς μπαλκόνια, όπως αυτό στο οποίο κάθομαι αυτή τη στιγμή και σας γράφω.
Συνήθως δεν βγαίνουμε στο μπαλκόνι στο γραφείο επί της οδού Κανάρη λόγω των καυσαερίων. Τώρα λόγω του κορωνοϊού έχω την ευκαιρία να το επισκέπτομαι, όχι μόνο για να απαντώ στα ερωτήματά σας, αλλά και για να κάνω τον περίπατό μου.

Αυτό όμως που μου κάνει εντύπωση είναι ότι παρ’όλο που και οι γείτονές μου μπορούν να κάνουν το ίδιο, μόνο ένας το κάνει. Φοβάμαι πώς οι Νεοέλληνες προτιμούν τα καυσαέρια. Για τις άλλες πόλεις του κόσμου δεν ξέρω τι να σας πω. Όσον αφορά στην εγγύτητα μεταξύ των ανθρώπων, αυτή σήμερα έχει εξασφαλιστεί με την χρήση των ηλεκτρονικών μέσων που έχουμε στη διάθεσή μας.

«Πιστεύω πως ήμουν πάντα τυχερός, οι άνθρωποι μου φέρθηκαν, κατά το πλείστον, με αγάπη και κατανόηση».

Η εγγονή μου, Δέσπω Βουτέρη με τις συνεργάτριες της και τους πελάτες τους πραγματοποιούν τηλεδιασκέψεις. Αυτό μου θυμίζει ένα συνέδριο που έλαβε χώρα στην Αθήνα στη δεκαετία του 1960 με θέμα τις πόλεις του μέλλοντος, όπου μεταξύ των άλλων, ο εξαίρετος αρχιτέκτων πολεοδόμος, Τάκης Ζεννέτος, ανέπτυξε τη θεωρία πώς οι πόλεις του μέλλοντος δε θα είναι ανάγκη να εδράζονται επί του εδάφους, εφόσον οι κάτοικοι με τα ηλεκτρονικά μέσα που θα διαθέτων θα επικοινωνούν εξ αποστάσεως. Έτσι, τα κτήρια θα μπορούν να είναι αναρτημένα από πυλώνες και η γη να είναι ελεύθερη για καλλιέργειες. Σ’ αυτό το σημείο ο διεθνούς φήμης αρχιτέκτονας πολεοδόμος Ντίνος Δοξιάδης, δεν άντεξε και αναφώνησε προξενώντας γενικό ενθουσιασμό «και η συνουσία κύριε Ζεννέκο; Και η συνουσία;».

Τα διδάγματα της ζωής

Ρωτάτε τι μου έμαθε η ζωή, αν θα άλλαζα κάτι σ’ αυτά που έκανα και αν έχει νόημα να αναθεωρούμε. Η απάντηση είναι πολύ απλή. Πιστεύω πως ήμουν πάντα τυχερός, οι άνθρωποι μου φέρθηκαν, κατά το πλείστον, με αγάπη και κατανόηση και οι σημαντικές αποφάσεις που πήρα δεν μου βγήκαν σε κακό.

Το 1954 είχα να διαλέξω μεταξύ του να μείνω στις ΗΠΑ ή να επιστρέψω στην Ελλάδα. Αποφάσισα να επιστρέψω. Δεν μου βγήκε σε κακό. Εάν έμενα στις ΗΠΑ θα ήμουν ίσως άλλος ένας επιτυχημένος αρχιτέκτων. Στην Ελλάδα είχα την ευκαιρία να αγωνιστώ ενάντια σε όλα τα στραβά που γίνονται, άσχετα αν συνήθως αποτύγχανα παταγωδώς.

Ένας τέτοιος αγώνας που κατέληξε σε αποτυχία ήταν οι προσπάθειες που κάναμε εμείς οι αρχιτέκτονες στις αρχές του 1960, με τον Σύλλογο Αρχιτεκτόνων (ΣΑΔΑΣ) και το Τεχνικό Επιμελητήριο (ΤΕΕ) για την υποχρεωτική κατασκευή υπόγειων χώρων στάθμευσης σε όλες τις νεοανεγειρόμενες πολυκατοικίες. Την εποχή εκείνη η Αθήνα είχε λιγότερο από το ¼ των πολυκατοικιών που έχει σήμερα, τα δε αυτοκίνητα ήσαν ελάχιστα. Φευ, επικράτησε η άποψη των εμποροσπιτάδων και πολλά από αυτά τα υπόγεια είναι σήμερα εμπορικά καταστήματα με την ευλογία της Νεοελληνικής Πολιτείας.

Η Αθήνα

Οι Αθηναϊκοί δρόμοι έχουν μετατραπεί σε χώρους στάθμευσης οχημάτων, με την αντίστοιχη μείωση του εύρους των πεζοδρομίων. Είναι απορίας άξιο σε μία χώρα με υπέροχο κλίμα, φιλικό προς τον άνθρωπο, να ευδοκιμεί το Ι.Χ. αντί της πεζοπορίας και του ποδηλάτου. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε πώς στην Στοκχόλμη, με τα χιόνια τον βαρύ χειμώνα το 40% των μετακινήσεων πραγματοποιείται με ποδήλατο, σε άνετους ποδηλατόδρομους, μεταξύ των πεζοδρομίων και των αυτοκινητόδρομων. Στην Αθήνα, ο χώρος αυτός καταλαμβάνεται από τα σταθμευμένα Ι.Χ. που μολύνουν την ατμόσφαιρα προς αιώνια δόξα της Νεοελληνικής Πολιτείας. Και εδώ τίθεται το ερώτημα: γιατί στην Ελλάδα σήμερα να υπάρχουν άνω των πέντε εκατομμυρίων Ι.Χ. αυτοκινήτων ένα ανά δύο κατοίκους στην Μεγάλη Βρετανία είναι ένα ανά τέσσερις;

Σπίτι στην Αίγινα.

Η αρχιτεκτονική

Ρωτήσατε τι ήταν η αρχιτεκτονική για εμένα. Σαφώς δεν ήταν επάγγελμα. Η αρχιτεκτονική για μένα ήταν και είναι πάθος. Είναι ο μεγάλος μου έρωτας. Όσον αφορά στη σημερινή Αθήνα, από άποψη αρχιτεκτονική και πολεοδομική: είναι τρομερό να βλέπει κανείς που κατάντησε αυτή η πόλη που ήταν από τις κομψότερες της Ευρώπης στο τέλος του 19ου αιώνα.

Στα μέσα του 20ου αιώνα, η Ελληνική Πολιτεία αποφάσισε να σώσει όσα είχαν απομείνει από τα νεοκλασικά κτίρια του κέντρου της Αθήνας στην περιοχή των Εξαρχείων ανακηρύσσοντας τα διατηρητέα. Κατόπιν αυτού τα κτίρια αυτά, πολλά από τα οποία ήσαν ακατοίκητα, δεν κατεδαφίστηκαν αλλά άρχισαν να καταρρέουν ελλείψει συντήρησης.

H πρόσοψη και η αίθουσα του θεάτρου Εξαρχείων.

Κάποια στιγμή προ 30 ετών η κόρη μου η Αννίτα, αποφάσισε να σώσει ένα από αυτά στην οδό Θεμιστοκλέους και να το μετατρέψει εσωτερικά σε θέατρο. Εγώ ανέλαβα φυσικά την αρχιτεκτονική διεκπεραίωση του έργου. Τότε διαπίστωσα πώς η Ελληνική Πολιτεία εν τη πανσοφία της, όχι μόνον δεν έδωσε κίνητρα για την διάσωση των κτιρίων αυτών αλλά αντιθέτως δημιούργησε σωρεία εμποδίων σε όποιον επιθυμούσε να το κάνει. Έτσι αναγκάστηκα να ζητήσω την συμπαράσταση του φίλου μου Ηλία Σκαλαίου που ήταν τότε Αντιδήμαρχος Αθηναίων.

Οι δάσκαλοι και η νέα γενιά

Κατά τη διάρκεια των σπουδών μου στο ΕΜΠ είχα πολλούς και σημαντικούς δασκάλους όπως τον Τάκη Μιχελή, τον Δημήτρη Πικιώνη, τον Γιάννη Δεσποτόπουλο, τον Θουκιδίδη Βοτευτή, στον Γιώργο Κανδίλη, τον Ντίνο Δοξιάδη και πολλούς άλλους, Τελικά όμως ο σημαντικότερος όλων ήταν ο Πέρσυ Γκουντμαν, καθηγητής των αρχιτεκτονικών συνθέσεων στο πανεπιστήμιο Columbia στις ΗΠΑ. Όχι γιατί ήταν καλύτερος από τους άλλους, αλλά γιατί μας φερόταν σαν να ήταν ένας από εμάς, με τρόπο οικείο και φιλικό.

«Χάσαμε την αρμονική σχέση που πρέπει να έχει ένα δομημένο περιβάλλον με το φυσικό».

Στη νέα γενιά αρχιτεκτόνων, μεταξύ των οποίων υπάρχουν πολλοί ικανοί και άξιοι, η συμβουλή μου είναι να μην το βάζουν κάτω. Να αγωνισθούν και αυτοί για ένα καλύτερο περιβάλλον, φυσικό και ανθρωπογενές. Άσχετα με τις δυσκολίες που παρουσιάζει η Νεοελληνική διακυβέρνηση και διοίκηση με την ελπίδα ότι κάποτε αυτός ο αγώνας τους θα δικαιωθεί.Το ότι χάσαμε την αρμονική σχέση που πρέπει να έχει ένα δομημένο περιβάλλον με το φυσικό, είναι νομίζω σαφές και δεν πιστεύω ότι απαιτεί και ειδική οξυδέρκεια για να το αντιληφθεί κανείς. Το θέμα όμως είναι πως δεν διακρίνει κανείς καμία πρόθεση να αλλάξει αυτό.

Κατοικία στο Πόρτο Ράφτη.

Θαυμάζουμε τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και είμαστε υπερήφανοι ως απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων. Ο πολιτισμός όμως αυτός εκφράστηκε και με αρχιτεκτονικά μνημεία και πολεοδομικά σύνολα. Στην Ελλάδα όμως, την αρχιτεκτονική σήμερα την μαθαίνουν μόνο όσοι τη διδάσκονται στις Ανώτερες Αρχιτεκτονικές Σχολές. Απουσιάζει τελείως από τη Δημόσια Παιδεία, Δημοτικό και Λύκειο. Ως εκ τούτου δεν υπάρχει ζήτηση.

Αλλά και η πολιτεία εχθρεύεται την αρχιτεκτονική που μπορούν να πραγματοποιήσουν μόνο διπλωματούχοι αρχιτέκτονες. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο σχεδιασμός των πόλεων και των κτιρίων στον τόπο μας είναι έργο πολιτικών μηχανικών, υπομηχανικών και κάθε είδους εργολάβων και εμποροσπιτάδων, οι δε επιτροπές αρχιτεκτονικού ελέγχου απαρτίζονται από δημοσίους υπαλλήλους, ακατάλληλους για αυτό το έργο και όχι από αρχιτέκτονες αναγνωρισμένου κύρους ως θα όφειλαν.

Όταν ασχολούμουν με την στέγαση των σεισμόπληκτων κατοίκων της νήσου Θήρας ή Σαντορίνης αν προτιμάτε, ότι σχεδιάζαμε για να κατασκευαστεί έπρεπε να εγκριθεί από αρχιτεκτονική επιτροπή που αποτελείτο από τους καθηγητές του ΕΜΠ Τάκη Μιχελή και Δημήτρη Πικιώνη, τον ελεύθερο επαγγελματία Εμανουήλ Βουρέκα – που ήταν φίλος, του αντιπολιτευόμενου Μαρκεζίνη – και τον επιθεωρητή Δημοσίων έργων Κωνσταντινίδη, άσχετο προς τον Άρη Κωνσταντινίδη.

Οι αρχιτέκτονες στην Ελλάδα και το εξωτερικό 

Αυτό δεν εμπόδισε την νεοελληνική πολιτεία, τις κατοικίες των σεισμόπληκτων που κατασκευάστηκαν σε γη που είχε απαλοτριωθεί προς τούτο με χρήματα που εισέπραξε από τους Έλληνες φορολογούμενους, να επιτρέψει στη συνέχεια να μετατραπούν σε αντικείμενο κερδοσκοπίας, με την πώλησή τους και την ακαλαίσθητη προσθήκη ορόφων χωρίς κανέναν αρχιτεκτονικό έλεγχο. Πέραν αυτού όταν ένας αρχιτέκτων υποβάλει αίτηση για την έκδοση άδειας οικοδομής μπορούν να παρέλθουν και έτη ακόμα έως ότου την αποκτήσει.

Συγκρότημα κατοικιών στη Σαντορίνη.

Αυτό δεν ισχύει όταν την αίτηση την υποβάλει πολιτικός μηχανικός ή υπομηχανικός. Εγώ προσωπικά για να επιτύχω ταχεία έκδοση άδειας οικοδομής για να κατασκευάσω την εξοχική μου κατοικία στην Αίγινα, ανέθεσα το έργο στον υπομηχανικό Περιστέρη που την εποχή εκείνη ενέμετο τον Αργοσαρωνικό αμείβοντάς τον με την ελάχιστη νόμιμη. Έτσι την άδεια την είχα σε ελάχιστο χρόνο. Την ίδια ώρα που οι αρχιτέκτονες στην Ελλάδα βρίσκονται υπό διωγμό, εκείνοι εξ αυτών που αποφασίζουν να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό, όχι μόνο διαπρέπουν, αλλά καλούνται να διδάξουν στις ανώτατες αρχιτεκτονικές σχολές.

«Ο πόθος μου στα νιάτα μου ήταν να γίνω ναυπηγός».

Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν ο Γιώργος Κανδύλης που ήταν επιμελητής του ΕΜΠ στην έδρα της ειδικής κτιριολογίας την εποχη που σπούδαζα κατά τη δεκαετία του 1940, που αναφέρεται σε Γαλλικό εγκυκλοπαιδικό λεξικό «Petit Larousse Illustré» ως Γάλλος γεννημένος στο Μπατούμ της Γεωργίας του Πόντου. Παρ’ολο που υπήρχε προτομή του στο κηπάριο του Ευαγγελισμού στην Αθήνα, το μόνο έργο που έχω υπόψη μου να του είχε αναθέσει η Ελληνική πολιτεία ήταν τα προσχέδια για την ελληνική πρεσβεία στη νέα πρωτεύουσα της Βραζιλίας η Μπραζίλια. Η οριστική μελέτη και τα σχέδια εκτελέσεως εκπονήθηκαν από τον Βραζιλιάνο εργολάβο που ανέλαβε την κατασκευή του έργου με την μέθοδο της μελετοκατασκευής που η αρχιτεκτονική αποτελεί το 9%. Γι’ αυτό το σύστημα, το τόσο αγαπητό στην ελληνική πολιτεία, προέχουν η ταχύτητα αποπεράτωσης του έργου και το κόστος κατασκευής. Προφανώς η αρχιτεκτονική δεν την απασχολεί.

Παιδικά όνειρα και μεταφυσική 

Ρωτάτε τι ήθελα να γίνω όταν ήμουν μικρός. Ο πόθος μου στα νιάτα μου ήταν να γίνω ναυπηγός, κάτω όμως από τη σκιά ενός εξαίρετου αρχιτέκτονα αρχαιολόγου, σύζυγο της αδελφής της γιαγιάς μου, με τον οποίον συγκατοικούσαμε, μεταπήδησα στην αρχιτεκτονική. Αυτός με μύησε στα αρχιτεκτονικά επιτεύγματα των αρχαίων μας προγόνων. Από εκεί και πέρα η αρχιτεκτονική με κατέκτησε.

Τέλος ομολογώ ότι η μεταφυσική σκέψη δεν με απασχόλησε ποτέ, ούτε το τι θα αφήσω πίσω μου και αν θέλω να με θυμούνται. Αυτό που μπορώ να σας διαβεβαιώσω είναι ότι με την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στην Ελλάδα, το μεγαλύτερο και σημαντικότερο τμήμα του αρχιτεκτονικού μου έργου έχει ήδη καταστραφεί ή παραποιηθεί. Τα μόνα έργα μου που εξακολουθούν να είναι ατόφια είναι οι ιδιωτικές κατοικίες μεγάλες και μικρές.

 

//Η συνέντευξη δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί δίχως την αμέριστη βοήθεια της Δέσποινας Βουτέρη, εγγονής του Κωνσταντίνου Δεκαβάλλα που ακολουθεί τα βήματά του στην αρχιτεκτονική στο αρχιτεκτονικό γραφείο «4Κ Αρχιτέκτονες»

 

Διαβάστε ακόμα: Ιωάννης Βικέλας – «Θα ξαναβγούμε στην πόλη και θα είναι πολύ έντονο αυτό που θα ζήσουμε».

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top