Ως τουρκοφάγοι παλαιστές μνημονεύονται από τον Δημήτρη Καρακίτσο ο Διάκος από τη Φαρκαδώνα και ο ξακουστός Αντώναρος ο Γίγας από τα Σπάτα. «Οι παλαιστές που τάχα έρχονταν από την Ανατολή ήταν Έλληνες μασκαρεμένοι με σαρίκια και φέσια», ξεκαθαρίζει εξαρχής ο συγγραφέας.

Οι παλαιστές που τάχα έρχονταν από την Ανατολή (λόγου χάρη ο Τρομάρας από την Περσία) ήταν Έλληνες μασκαρεμένοι με σαρίκια και φέσια. Αντίβαρο στη μόδα των εξωτικών παλαιστών αποτέλεσαν οι διάφοροι τουρκοφάγοι, όπως ο Διάκος από τη Φαρκαδώνα ή ο ξακουστός Αντώναρος ο Γίγας από τα Σπάτα.

Οι εξωτικοί παλαιστές (που ’χαν γίνει της μόδας γύρω στο ’30) προκαλούσαν τους θεατές με λογής λογής φανφάρες και ελαφριές βρισιές – ίσα ίσα ώστε να αρχίσει η πλάκα. Χρησιμοποιώντας κουτσουρεμένα (αλά Βεληγκέκα) ελληνικά βρίζανε τον τουρκοφάγο παλαιστή (π.χ. θα το φάω το Έλληνα, θα το πατήσω χάμω). Τις ανοησίες αυτές οι εξωτικοί μασίστες τις ξεφούρνιζαν για να ερεθίσουν τον πατριωτισμό των θεατών. Έτσι, όταν άρχιζε ο αγώνας, ο Έλλην έτρωγε αμέσως κάμποσες γερές. Κατόπιν έπεφτε χάμω. Τα πιτσιρίκια αγανακτούσαν και φώναζαν στον Έλληνα παλαιστή (σή!-κω!-πά!νω!) ή απειλούσαν τον Τούρκο (πανάθεμα τη γενιά σου τουρκαλά!). Ο λαβωμένος Έλλην έκλεινε το μάτι στους πιτσιρικάδες και σηκωνόταν.

Αριστερά: Ο Σωτήρης Σπαθάρης στα απομνημονεύματά του μιλά για έναν αγροφύλακα που «ή στ’ αστεία ή στ’ αλήθεια σκοπεύει με την κουμπούρα του το πανί και λέει: ‘‘να ρε παλιότουρκα’’». Δεξιά: «Δυστυχώς (τη εξαιρέσει των –μάλλον– χαμένων απομνημονευμάτων του Παναγή Κουταλιανού –εδώ δια χειρός Θεόφιλου το 1884) δεν διαθέτουμε αυτοβιογραφία παλαιστή της εν λόγω γενιάς».

Πρέπει εδώ να προσθέσω ότι με τον τρόπο των πιτσιρικάδων αντιδρούσαν και οι ενήλικες. Ο καραγκιοζοπαίκτης Σωτήρης Σπαθάρης στα απομνημονεύματά του μιλά για έναν αγροφύλακα που

ή στ’ αστεία ή στ’ αλήθεια σκοπεύει με την κουμπούρα του το πανί και λέει: «να ρε παλιότουρκα». Ο γαμπρός μου, που υπηρετούσε στο Ναυτικό αλλά ερχότανε συχνά να με βλέπει, του πιάνει το χέρι και του λέει: «μη, θα σκοτώσεις τον αδερφό μου». Αμέσως έγινε ένας μεγάλος καβγάς, οι μισοί θεατές να υπερασπίζονται τον ναύτη και οι άλλοι μισοί τον πατριώτη τους τον αγροφύλακα. Σπάσανε πολλές καρέκλες και τραπέζια κι ο Καραγκιόζης έγινε κομμάτια. Πολλοί θεατές φύγανε με ανοιγμένα κεφάλια.

Ο κόσμος τα πίστευε αυτά τότε. Όπως επίσης έπαιρνε τα καραγκιοζάκια στο πανί για αληθινά. Κι επειδή η Ελλάς δεν πεθαίνει ποτέ, ο Τούρκος έτρωγε από τον αναστημένο Έλληνα μερικές φάπες και έπεφτε πανηγυρικώς υπό των γελώτων του κοινού. Τα πιτσιρίκια κάγχαζαν τότε (φά!-τες! παλιό!- του-ρκά!) κι ο παλιότουρκας έσπευδε για την είσπραξη του μερομισθίου (και φυσικά για το καθιερωμένο ποτηράκι ρετσίνα με τους χασομέρηδες φίλους του).

«Θα ήθελα να είχε διαβάσει το βιβλίο μου ο Ηλίας Πετρόπουλος. Ίσως το εκτιμούσε. Το έγραψα χρησιμοποιώντας πολλά από το ιδιαίτερο ύφος του», έχει πει στο efsyn.gr ο Δημήτρης Καρακίτσος.

Θα το πω πολλές φορές: δυστυχώς (τη εξαιρέσει των –μάλλον– χαμένων απομνημονευμάτων του Παναγή Κουταλιανού) δεν διαθέτουμε αυτοβιογραφία παλαιστή της εν λόγω γενιάς. Ο Αποστολάρας ήταν ο μοναδικός εγγράματος παλαιστής αλλά δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να καταγράψει τις περιπέτειές του παρά σε μια χούφτα από πολύτιμες επιστολές.

 

//Από το βιβλίο του Δημήτρη Καρακίτσου, «Παλαιστές», εκδ. Ποταμός, 2016 (το κεφάλαιο με τίτλο «Εξωτικοί παλαιστές και τουρκοφάγοι», σελ. 26). Το τελευταίο βιβλίου του Καρακίτσου με τίτλο «Ιστορίες του Βαρθολομαίου Ολίβιε, ρεσεψιονίστ και διηγηματογράφου» κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2017 από τις ίδιες εκδόσεις.

 

Διαβάστε ακόμα: Οι ποιητές μας για τον Καραϊσκάκη

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top