Οι Stones 60 χρόνια μετά την πρώτη τους εμφάνιση (φωτό: Mark Seliger)

Τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 μας είχαν πρήξει (για να το πω ευγενικά) με το πως θα είναι η ζωή τον 21ο αιώνα. Πέρα από τις επιστημονικές τοποθετήσεις (ιπτάμενα αυτοκίνητα, αποικίες στο διάστημα, εξάλειψη ασθενειών, παγκόσμια ειρήνη κλπ), στο ίδιο μήκος κύματος ήταν και οι προσδοκίες του κόσμου. Συν μια πιο ταπεινή wish list που περιλάμβανε πρωταθλήματα για την αγαπημένη τους ομάδα και περισσότερες θέσεις πάρκινγκ (για ιπτάμενα και μη αυτοκίνητα).

Η αλήθεια είναι ότι ελάχιστοι είχαν τοποθετηθεί σε κάποιο πιο αυστηρά πολιτιστικό / καλλιτεχνικό επίπεδο αλλά και πάλι η φαντασία έφτανε μέχρι ας πούμε το 3D (η τεχνητή νοημοσύνη ήταν κάτι πολύ πολύ μακρινό και ακαταλαβίστικο). Όπως και να’ χει – και για να μην μακρηγορούμε – ουδείς σκέφτηκε τότε, έστω και ως πλάκα, να ξεστομίσει πως υπάρχει έστω και μια απειροελάχιστη πιθανότητα, την τρίτη δεκαετία του επόμενου αιώνα να κυκλοφορήσει ένας νέος δίσκος των Rolling Stones.

«Είναι βρικόλακες οι Rolling Stones!» ωρυόταν από σκηνής ο αείμνηστος Τζίμης Πανούσης πριν από δύο δεκαετίες και βάλε. Μολονότι ο Τζιμάκος εννοούσε πως ενέργεια τους on stage (και ειδικά του Mick Jagger) είναι αφύσικη για 60ρηδες (τότε), κάτι τέτοιο εξακολουθούν να υποστηρίζουν κάποιοι και σήμερα, αλλά σε άλλο επίπεδο.

Κατ’αρχάς να πούμε πως πριν από λίγες ημέρες κυκλοφόρησε ο 24ος δίσκος (μιλάμε για studio άλμπουμ) των Rolling Stones με τίτλο «Hackney Diamonds» ο οποίος είναι και ο δεύτερος μέσα σε αυτόν τον αιώνα (εξαιρουμένου του «Blue & Lonesome» του 2016 που αποτελούταν από διασκευές μπλουζ).

Το «Hackney Diamonds» λοιπόν – ένας ομολογουμένως καλός δίσκος – βρίσκει τους Stones περίπου στα 80 τους, με τον ντράμερ Charlie Watts (πολύτιμος συνδετικός κρίκος της μπάντας) να έχει φύγει σχετικά πρόσφατα από τη ζωή (ακούγεται πάντως σε κάποια κομμάτια του δίσκου που πρόλαβε να ηχογραφήσει) και με τον Bill Wyman να επιστρέφει στην παρέα μετά από πολλά χρόνια.

Ο δίσκος έχει δυνατές στιγμές και σε κάποια κομμάτια δυσκολεύεσαι να αναγνωρίσεις τους Stones – και το λέμε για καλό.

Ο ήχος στο “Hackney Diamonds” είναι απόλυτα σύγχρονος, εδώ προφανώς έπαιξε ρόλο η παραγωγή του νεαρού αλλά πολυπράγμονος Andrew Watt

Ο ήχος είναι απόλυτα σύγχρονος, εδώ προφανώς έπαιξε ρόλο η παραγωγή του νεαρού αλλά πολυπράγμονος Andrew Watt αλλά ίσως και η αρθρίτιδα (κάπου πρέπει να εισχωρήσουν και τα γεράματα πια!) του Keith Richards που προσάρμοσε το παίξιμο του σε πιο δωρικές φόρμες. Επίσης οι guest του άλμπουμ, Paul McCartney, Elton John και Lady Gaga, λειτουργούν εξαιρετικά μέσα στο σύνολο. Εν ολίγοις, τα τραγούδια είναι καλά αν και οι στίχοι θα μπορούσαν να είναι καλύτεροι. Μην τα θέλουμε κι όλα.

Η υποδοχή που επεφύλαξαν οι απανταχού μουσικοκριτικοί είναι μάλλον πιο θερμή απ΄ ό,τι θα φανταζόμασταν. Τέτοια εγχειρήματα συνήθως όλοι τα περιμένουν στη γωνία με το φτυάρι ανά χείρας. Όμως οι περισσότεροι τόνισαν το ότι η μπάντα δούλεψε σοβαρά και όχι σαν δισεκατομμυριούχοι ρόκερς που πάνε με αυτόματο πιλότο.

Τη σούπα χάλασε ο κριτικός του Pitchfork Grayson Haver Currin, ο οποίος κάτω από τον μάλλον ταπεινωτικό βαθμό 4,5 στα 10 ξεδίπλωσε μια σειρά από βαριές κατηγορίες που πηγαίνουν πίσω στο παρελθόν («Οι Stones βοήθησαν να προσδιοριστεί το ήθος των ροκ σταρς και μετέτρεψαν το είδος σε μια μεγάλη γ@μημένη μπίζνα») και καταλήγει στο νέο πόνημα γράφοντας πως «είναι μια ευκαιρία να κερδίσουν παραπάνω λεφτά», πως «είναι το άλμπουμ που χαρίζεις στον μεσήλικα μπαμπά σου για να το ακούει μέσα στο σπορ αμάξι του κολλημένος στην κίνηση» και τέλος πως «ακούγονται σαν τους Eagles σε φάση χαλάρωσης» (!). Εδώ κολλάει κάπως το βρικόλακες που λέγαμε πριν.

Όπως και να’ χει, ο δίσκος θα είναι αυτός που –δικαίως ή αδίκως – θα κλέψει την παράσταση για τους σωστούς ή τους λάθος λόγους. Η δική μας άποψη είναι πως ο δίσκος έχει δυνατές στιγμές μέσα σε μια καλοδουλεμένη παραγωγή (σε κάποια κομμάτια δυσκολεύεσαι να αναγνωρίσεις τους Stones – και το λέμε για καλό) από μια μπάντα που είναι απορίας άξιο το πώς έχει καταφέρει να διατηρείται ως σύνολο μετά από 60 χρόνια συνεχής παρουσίας.

Το άλμπουμ κλείνει με μια διασκευή του «Rolling Stones Blues» του Μάντι Γουότερς, το τραγούδι που χάρισε στην μπάντα το όνομα της. Ένας συμβολικός τρόπος ίσως για να κλείσει ένας κύκλος και να υπονοηθεί έξυπνα ένα κύκνειο άσμα. Αλλά με τους Stones ποτέ μη λες ποτέ. Έχουν θάψει πολύ κόσμο.

 

Διαβάστε ακόμα: Rolling Stones και Beatles μαζί; Κι όμως, δεν είναι fake news.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top