Ο Κώστας Πουλόπουλος αποφάσισε να ανοίξει τα φτερά του στη Δανία και δεν έκανε λάθος.

Ιn vino veritas. Γνωστό: μέσω του κρασιού μπορείς να βρεις την αλήθεια των πραγμάτων. Από την άλλη, κάτι ήξεραν και οι αρχαίοι Δειπνοσοφιστές που ουδέποτε διανοήθηκαν να καταναλώσουν σοβαρές ποσότητες οίνου κατά μόνας.  Χρειάζεται πάντα μια καλή παρέα.

Και δεν εννοούμε μια τυπική συνάθροιση σωμάτων τα οποία θα λειτουργούν ωσάν κενά ηλεκτρικά φορτία, το ένα ασύμβατο προς το άλλο, αλλά συνάντηση ανθρώπων που έχουν αποφασίσει, έστω για λίγες ώρες, να ορίσουν με διαφορετικό τρόπο τη συνάφεια, την έλξη και το παραγόμενο αποτέλεσμα της συνύπαρξής του.

Κάπως έτσι δημιουργούνται οι παρέες. Ειδικά αν έχει προηγηθεί μια κουραστική μέρα στη δουλειά με τις ευθύνες και τις σκοτούρες να έχουν προκαλέσει ουκ ολίγες αμυχές στον ψυχισμό μας. Εμείς το κάναμε μια φορά, έχοντας παρέα μας την εμπνευσμένη σχεδιάστρια του οίκου Zeus & Dione, Λυδία Βουσβούνη, μας άρεσε ως ιδέα, και είπαμε να το επαναλάβουμε.

Στην πραγματικότητα από εδώ ξεκίνησαν όλα. Μόλις άνοιξε το πρώτο μπουκάλι L’ Ésprit du Lac.

Αυτή τη φορά το απεριτίφ μετά το γραφείο έγινε προς τιμήν του Κώστα Πουλόπουλου, ενός σοφιστικέ έλληνα αρχιτέκτονα που αποφάσισε να ανοίξει τα πανιά του εκτός συνόρων και να αναζητήσει την έμπνευση και την επαγγελματική καταξίωση στη Δανία.

Είναι ξεχωριστή περίπτωση ο Πουλόπουλος. Πριν από δέκα χρόνια, έχοντας προηγουμένως εμπειρία από την Ιαπωνία, κατευθύνθηκε στην Κοπεγχάγη και κατάφερε να δημιουργήσει το δικό του αρχιτεκτονικό γραφείο, το SquareOne, να γίνει οικογενειάρχης και να δομήσει τη ζωή του πάνω σε σκανδιναβικές βάσεις. Τι καλύτερο, λοιπόν, με την ευκαιρία ενός σύντομου ταξιδιού του στην Αθήνα να τον συναντήσουμε μαζί με μια παρέα εκλεκτών φίλων στη νεότευκτη «Χελώνα» στην Ερμού – ένα wine bar που φέρει το όνομα και τη slow food  χάρη. Eίχαμε την τύχη να αφεθούμε στις υπηρεσίες του βραβευμένου σομελιέ, Άρη Σκλαβενίτη. Άλλωστε, είναι ο άνθρωπος που επιμελείται τις οινικές προτάσεις της Χελώνας. Για την περίσταση άνοιξε για εμάς ένα magnum L’ Ésprit du Lac κι αμέσως τα χαμόγελα όλων μας τανύστηκαν στο έπακρο.

«Όταν ρίχνεις κάποιους σπόρους και βλέπεις ότι φτιάχνουν κάτι, είναι πολύ δύσκολο να τα αφήσεις όλα και να αρχίσεις πάλι από την αρχή».

Τώρα που το κέντρο της Αθήνας αναδιατάσσεται και αποκτάει νέα ορμή και σφρίγος, ολοένα και περισσότερο ανοίγουν μαγαζιά που έχουν μια πολλαπλή λειτουργικότητα. Η Χελώνα στο ισόγειο κρύβει μια εξαιρετική κάβα που φέρει το εύγλωττο όνομα «Νέκταρ», όπου μπορείς να αγοράσεις τα ποτά της αρεσκείας σου. Ανεβαίνοντας τη στριφογυριστή σκάλα, θα βρεθείς σε έναν άλλο κόσμο. Εκεί το κρασί είναι καλά φυλαγμένο σε μια walk in κάβα που γεμίζει το μάτι. Υπό κατάλληλη θερμοκρασία και σε ξύλινες προθήκες αναπαύονται ορισμένα από τα καλύτερα ελληνικά κρασιά, τα οποία παντρεύονται με πιάτα απλά στη συνθετότητά τους, ανάλαφρα και καλοδουλεμένα.

Η γλώσσες λύθηκαν αφού «βαφτίστηκαν» στο εκλεκτό νέκταρ του νέου ροζέ L’ Ésprit du Lac του Κυρ Γιάννη.

Χαλαρή διάθεση, εκλεκτά πιάτα που έδωσαν χρώμα στο μακρύ τραπέζι της παρέας, άπλετο φως και δροσιστικός αέρας στη βεράντα του μαγαζιού και κάπως έτσι όλα ξεκίνησαν. Η γλώσσες λύθηκαν αφού «βαφτίστηκαν» στο εκλεκτό νέκταρ του νέου ροζέ L’ Ésprit du Lac του Κυρ Γιάννη. Σαν να λέμε σε ένα κρασί που ομνύει στη μόδα των χλωμών ροζέ, με ξινόμαυρο όμως σταφύλι. Επομένως, έχουμε να κάνουμε με ένα πραγματικό κρασί με χαρακτήρα και όχι… αναψυκτικό, που συνδυάζεται άριστα με κάθε μεσογειακό γεύμα.

Να το στρατηγικό πλεονέκτημα ενός σοβαρού ροζέ. Χτίζει γέφυρες, σπάει τοίχους, διαμορφώνει ζεστή ατμόσφαιρα. Κάθε γουλιά δημιουργεί μια αύρα ευφορίας μέσα σου και γύρω σου.

«Στη Δανία προσγειώθηκα λίγο τυχαία για να δω έναν φίλο και αποφάσισα να μείνω. Δεν ήξερα πόσο, αλλά άρχισα να αναζητώ δουλειά», λέει ο Κώστας Πουλόπουλος.

Αν το γευτήκαμε το κατάλληλο ροζέ στη Χελώνα; Ναι, και μάλιστα σε γενναίες δόσεις. Πρώτα τσουγκρίσαμε τα ποτήρια μας (για το καλό της συνάντησης) κι ύστερα ξεκινήσαμε να μιλάμε με τον Κώστα Πουλόπουλο. Και μας είπε πολλά και ενδιαφέροντα.

– Πώς προέκυψε το εξωτερικό στη ζωή σου;
Προέκυψε από περιέργεια και ενδιαφέρον για το τι κάνει ο υπόλοιπος κόσμος. Το 2004, οπότε και τελείωσα το Πολυτεχνείο είχα μπροστά μου πάρα πολλές επιλογές και όπως συμβαίνει πάντα, όταν έχεις πολλές επιλογές παραλύεις λίγο. Ηταν και ο στρατός στη μέση, όμως, αυτό που με ενδιέφερε ήταν να φύγω από την Ελλάδα και να βλέπω λίγο τον κόσμο. Κι επειδή είχα πάντα ενδιαφέρον με τις γλώσσες, εκείνη την περίοδο ξεκίνησα να μαθαίνω ιαπωνικά. Ύστερα προέκυψε μια υποτροφία που μπορούσα να την κυνηγήσω κι, όντως, αυτό έκανα.

– Και έτσι ξεκινάς με την Ιαπωνία. Ούτε καν Ευρώπη.
Ναι, έμεινα εκεί δύο χρόνια. Ύστερα ήταν δύσκολο να γυρίσω στην Ελλάδα. Έζησα μια εντελώς άλλη κουλτούρα και συνάντησα πολύ κόσμο που έφεραν τα σημάδια από πολλές και διαφορετικές κουλτούρες.

H έμπνευση της στιγμής: μια ιδέα, ένα σκίτσο και η συζήτηση ανάβει. Να τι μπορεί να κάνει ένα ποτήρι κρασί.

– Δεν έμεινες, όμως, εκεί. Γύρισες τελικά στην Ευρώπη.
Όχι, δεν έμεινα. Μου φάνηκε πολύ διαφορετική η κουλτούρα της Ιαπωνίας. Ισως και να προστάτευσα λίγο και τον εαυτό μου. Θα ήμουν πολύ μακριά από την οικογένειά και τους φίλους μου. Είπα να μαζευτώ πιο κοντά κι έτσι προέκυψε η Σκανδιναβία. Στη Δανία προσγειώθηκα λίγο τυχαία για να δω έναν φίλο και αποφάσισα να μείνω. Δεν ήξερα πόσο, αλλά άρχισα να αναζητώ δουλειά. Όταν τη βρήκα, το ένα έφερε το άλλο. Έκανα οικογένεια, δύο παιδιά…

– Πόσα χρόνια είσαι στη Δανία;
Είμαι 10 χρόνια πλέον.

– Σου έχει περάσει η ιδέα, έστω ως θραύσμα σκέψης, να επιστρέψεις στην Ελλάδα;
Ναι, έχει προκύψει ως θραύσμα, αλλά οι συνθήκες είναι πλέον πολύ καλές και φίλους έχουν κάνει στη Δανία. Ξέρεις, όταν ρίχνεις κάποιους σπόρους και βλέπεις ότι φτιάχνουν κάτι, είναι πολύ δύσκολο να τα αφήσεις όλα και να αρχίσεις πάλι από την αρχή.

«Στην Κοπεγχάγη όπου ζω, οι εβδομάδες είναι αριθμημένες – έχουμε 52 εβδομάδες. Επομένως, μπορεί κάποιος να σου δώσει ραντεβού το Σαββατοκύριακο της εβδομάδας 42 (!)».

– Σ’ αυτά τα 10 χρόνια έχεις «δανοποιηθεί» (sic); Εχει αλλάξει ο τρόπος που σκέφτεσαι ή ενεργείς;
Ναι, πάρα πολύ. Βασικά προσαρμόζεσαι. Ένα καλό παράδειγμα για να καταλάβεις τι εννοώ είναι το να κάνεις ραντεβού στη Δανία. Η κουλτούρα του ραντεβού στην Ελλάδα είναι τελείως διαφορετική. Λες «θα τα πούμε την Τετάρτη;» και σου απαντάει ο άλλος «θα σε πάρω την Τετάρτη να το κανονίσουμε». Αυτό δεν μπορεί να γίνει στη Δανία. Ολοι λειτουργούν βάσει της ατζέντας που έχει ο καθένας.

Ο Βασίλης Μπουρτσάλας του Bespoke Athens ήταν μαζί μας και μοιράστηκε τις σκέψεις και τα χαμόγελά του. Τα ραφινάτα εδέσματα και το  L’ Ésprit du Lac έδεσαν ακόμη περισσότερο την μάζωξη.

– Είναι προκαθορισμένο εννοείς…
Ναι, φυσικά. Ακόμη και τα νέα παιδιά έτσι λειτουργούν. Αν λοιπόν θέλεις να δεις κάποιον για επαγγελματικούς ή κοινωνικούς λόγους θα πρέπει να έχεις πολλή υπομονή. Θα χρειαστεί να τον ρωτήσεις πότε μπορεί να σε δει ή να τον δεις. Εκεί οι εβδομάδες είναι αριθμημένες – έχουμε 52 εβδομάδες. Επομένως, μπορεί να σου πει «μπορώ το Σαββατοκύριακο της εβδομάδας 42» (!).

– Συγγνώμη, έτσι το λένε; Σαν κωδικός ακούγεται.
Ναι, έτσι ακριβώς. Ακούγεται, όντως, σαν κωδικός, αλλά έχεις κι εσύ τη δική σου ατζέντα και βλέπεις πού αντιστοιχεί αυτή η εβδομάδα. Μπορεί να περάσει και ένας μήνας αναμονής, αλλά είναι μέρος της κουλτούρας και το συνηθίζεις. Αυτό που μετράει στη Δανία είναι η πρωτοβουλία. Θέλεις να δεις κάποιον και το βάζεις στο πρόγραμμα. Δεν το αφήνει για όποτε.

– Υποθέτω ότι στη δουλειά αυτό πρέπει να λειτουργεί θετικά. Είσαι πιο οργανωμένος έτσι. Αλλά στα προσωπικά;
Ακόμη κι εκεί πρέπει να κάνεις έναν προγραμματισμό. Κοίτα, αυτό δεν μου αρέσει κι εμένα γιατί έχω μάθει αλλιώς. Μπορεί να το έχω μάθει για να λειτουργώ στην καθημερινότητά μου, αλλά δεν σημαίνει ότι μου αρέσει κιόλας.

– Οι παρέες σου στη Δανία είναι Δανοί κυρίως ή προέρχονται κι από άλλες χώρες;
Η γυναίκα μου είναι Δανή επομένως οι φίλοι της είναι και δικοί μου. Πολλοί από τους δικούς μου φίλους, πάντως, δεν είναι Δανοί. Να ξέρεις κάτι, οι Δανοί δεν κάνουν εύκολα φίλους. Είναι ευγενείς και καλοί άνθρωποι, ωστόσο το δέσιμο που εμείς καταλαβαίνουμε θέλει χρόνο για να γίνει βαθύ.

Είναι ο ήχος, το χρώμα, η μυρωδιά, η υφή του L’ Ésprit du Lac . Τι άλλο να ζητήσεις από ένα κρασί;

– Υποθέτω θα σε ρωτούν για το πώς είναι η Ελλάδα και οι Έλληνες.
Φυσικά! Σήμερα συνάντησα στο αεροπλάνο προς Αθήνα συνάντησα έναν πελάτη που γνώρισα πριν από δύο ημέρες για ένα ενδεχόμενο project και συμπέσαμε στην ίδια πτήση. Δώσαμε αμέσως ραντεβού στην Αθήνα και ήταν η πρώτη φορά που συνάντησα έναν Δανό που είναι πιο αυθόρμητος. Αυτό δεν θα μπορούσε να συμβεί ποτέ στη Δανία.

– Έχουν δεδομένες απόψεις για εμάς;
Έχουν κάποιες απόψεις, αλλά γενικά αυτές ποικίλουν. Υπάρχουν Δανοί που έχουν γνωρίσει Έλληνες που είναι επιχειρηματίες του τουρισμού και τους θεωρούν φιλόξενους και καλούς στη δουλειά τους ή Έλληνες που είναι φορείς πολιτισμού σε βάθος χρόνου. Ο καθένας έχει την άποψή του που είναι υποκειμενική και εντελώς αποσπασματική. Εγώ δεν νομίζω πως λειτουργώ ως role model γι’ αυτούς. Άλλωστε, έπειτα από τόσο καιρό που λείπω από την Ελλάδα δεν ξέρω κι εγώ πόσο αντιπροσωπευτικός είμαι.

«Η δουλειά είναι μια ακόμη έκφραση της δημιουργίας μας που ο καθένας κυνηγάει», λέει ο Κώστας Πουλόπουλος.

– Εργασιακή εμπειρία στην Ελλάδα έχεις;
Ναι, δούλεψα περίπου τρία χρόνια στην Ελλάδα. Εχω εμπειρία από καλές εποχές.

– Σύγκριση υπάρχει στα εργασιακά περιβάλλοντα; Ας πούμε σε ανθρώπινο επίπεδο: δημιουργούνται σχέσεις σε μια δουλειά στη Δανία;
Φυσικά και μάλιστα πολύ στενές. Εμένα οι πολύ καλοί μου φίλοι είναι από τη δουλειά. Εκεί τεστάρεις τι είδους άνθρωπος είναι ο άλλος. Οι φίλοι που κάνουμε σε επαγγελματικό περιβάλλον είναι εξαιρετικές περιπτώσεις φίλων.

– Μοιράζεσαι μαζί τους πράγματα…
Βέβαια, κόπο, δουλειά, απογοητεύσεις, επιτυχίες, όνειρα, ιδέες, διαμάχες.

Χαλαρή διάθεση, φίνο κρασί, εκλεκτά πιάτα που έδωσαν χρώμα στο μακρύ τραπέζι της παρέας, άπλετο φως και δροσιστικός αέρας στη βεράντα της Χελώνας.

– Από την άλλη δεν είναι κουραστικό να περικλείεσαι συνέχεια από ένα οικείο περιβάλλον;
Κοίτα, μπορεί να γίνει εμμονικό και κουραστικό όλο αυτό. Όμως θα πρέπει να σκεφτούμε πως έτσι είμαστε οι άνθρωποι. Κυκλοφορούμε σε κοπάδια.

«Μεγαλώνοντας έχω αποφασίσει να σταματήσω να μιλάω για τη δουλειά στο σπίτι».

– Μετά τη δουλειά βγαίνετε για ένα ποτό ή για φαγητό;
Νομίζω πως όσοι έχουν άνεση και χρόνο όλο και κάτι κάνουν. Την περίοδο που δεν είχα παιδιά, θυμάμαι τον εαυτό μου να μην επιστρέφω σπίτι και να βγαίνω με φίλους. Εκ των πραγμάτων, το πρόγραμμά μου πλέον εξαρτάται άμεσα από το πρόγραμμα των παιδιών. Στη Σκανδιναβία οι παιδικοί σταθμοί κλείνουν το πολύ έως τις 5. Οπότε ένας γονιός πρέπει να πάει να πάρει τα παιδιά. Πότε το κάνω εγώ, πότε η γυναίκα μου. Αν θέλεις να βγαίνεις θα πρέπει να το κάνεις μετά τις 8 οπότε και τα παιδιά έχουν πέσει για ύπνο. Οι Δάνοι, πάντως, είναι λιγότεροι εξωστρεφείς από εμάς. Καταρχάς είναι λιγότεροι και ο χειμώνας δεν βοηθάει και πολύ. Γι’ αυτό και καταλήγεις να δεις κάτι στο Netflix.

Το να μοιράζεσαι με τον άλλον. Το φαγητό, τις σκέψεις, τους προβληματισμούς σου. Γι’ αυτό δεν είναι οι παρέες;

– Ή μπορείς να καλέσεις φίλους στο σπίτι…
Ναι, αυτό το κάνουμε. Έτσι μπορείς να φας, να πιεις και να κάτσεις να συζητήσεις έως αργά.

– Και αυτοί οι φίλοι είναι συνήθως από τη δουλειά;
Κάποιοι ναι, κάποιοι όχι.

– Άρα, δεν συζητάτε μόνο για τα της εργασίας.
Μεγαλώνοντας έχω αποφασίσει να σταματήσω να μιλάω για τη δουλειά στο σπίτι. Πρώτον γιατί έτσι κινδυνεύεις να γίνεις βαρετός και δεύτερον έτσι χάνεις όλα τα σημαντικά που συμβαίνουν στην υπόλοιπη σφαίρα της καθημερινότητας. Άσε που κι αυτά έχουν, τελικά, σχέση με τη δουλειά. Σε όλα τα πράγματα υπάρχουν συσχετίσεις. Μου αρέσει αυτό και προσπαθώ να το διατηρήσω.

Η εκλεκτή παέγια μάς κράτησε για ελάχιστα λεπτά σιωπηλούς.

– Υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν ότι είναι χάσιμο χρόνου να σπαταλάς ώρες εκτός γραφείου και ότι όλα τα σημαντικά συμβαίνουν μόνο εκεί.
Όχι, αυτό είναι πολύ κρίμα για τους ανθρώπους. Δεν ζούμε για να δουλεύουμε, αλλά για ένα σωρό άλλους λόγους. Η δουλειά είναι μια ακόμη έκφραση της δημιουργίας μας που ο καθένας κυνηγάει. Νομίζω πως αυτός είναι ο μόνος λόγος για να δουλεύεις. Οποτεδήποτε είδα ότι η ζωή μου πάει προς την διεκπεραίωση, έκανα αμέσως αλλαγή.

– Θα παντρευόσουν γυναίκα που κάνει το ίδιο επάγγελμα μ’ εσένα;
Η γυναίκα μου δεν κάνει την ίδια δουλειά μ’ εμένα, αλλά όλοι τσαλαβουτάμε στα ίδια θολά νερά. Με την έννοια και οι δύο συζητάμε για concept, ο καθένας στον τομέα του. Προσωπικά με ενδιαφέρει το πώς σκέφτονται οι άνθρωποι για να λύνουν προβλήματα. Το πώς συνθέτουν ιδέες και αναζητούν εκδοχές από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Η γυναίκα μου το κάνει αυτό στη δική της δουλειά.

Το απαραίτητο τσούγκρισμα για να πάνε όλα καλά. Το συγκεκριμένο απόγευμα πήγε περίφημα.

– Θα μπορούσε να υπάρξει ερωτική σχέση που να φουντώσει μέσα σε ένα εργασιακό περιβάλλον;
Εχεις συμβεί σε όλους, αλλά δεν είναι το καλύτερο που μπορεί να τύχει. Θα έλεγα πως πρέπει να το αποφεύγει κανείς. Χάνεις την αντικειμενικότητα στη δουλειά σου και δημιουργούνται εύνοιες που δεν θα έπρεπε να υπάρχουν. Αυτό μπορεί και να συμβεί και με έναν φίλο.

– Ποια ώρα της ημέρα είναι η αγαπημένη σου;
Δεν είναι ώρα, αλλά στιγμή. Όταν μπορώ να συγκεντρωθώ απόλυτα σε ένα θέμα με τέτοιο τρόπο που δεν σκέφτομαι πώς περνάει ο χρόνος. Βρίσκεσαι σε μια ροή όπου το ένα πράγμα οδηγεί στο άλλο και όλα μαζί κάπου πηγαίνουν κι εσύ τα ακολουθείς. Αυτή είναι η πιο δημιουργική στιγμή.

– Και η πιο βαρετή;
Υπάρχουν τόσες πολλές βαρετές στιγμές. Ορισμένες φορές είναι αποθαρρυντικό να σπουδάσεις αρχιτεκτονική. Φαντάσου να πρέπει να σχεδιάσεις τουαλέτες. Είναι μια αδιάφορη δουλειά που όμως πρέπει να γίνει σωστά. Δεν έχει πλάκα γι΄ αυτό και δεν μπορείς να το κάνεις για πολλά χρόνια. Πρέπει να το αναλάβουν κάποιοι νέοι που θα το μάθουν και θα το κάνουν.

Γευστικά πιάτα, ένα ποτήρι κρασί L’ Ésprit du Lac -εντάξει όχι μόνο ένα- και καλή διάθεση για κουβέντα. Δεν χρειάζονται πολλά για να περάσεις καλά ένα απόγευμα.

– Έχεις περισπασμούς εκείνες τις δύσκολες, βαρετές ώρες;
Ακούω μουσική. Τώρα τελευταία ανακάλυψα τους Arctic Monkeys και δεν σταματήσει να τους ακούω. Το άλλο που κάνω είναι να βάζω επεισόδια από το South Park. Δεν τα βλέπω, αλλά τα ακούω σαν background. Μπαίνω στο Facebook. Tέτοια πράγματα.

– Δουλεύεις μόνος σου ή με ένα γκρουπ ανθρώπων;
Εχω ένα γραφείο που αριθμεί 4-6 άτομα, κυμαίνεται ο αριθμός. Δεν είναι εύκολο να δουλέψεις αρχιτεκτονική μόνος σου, ειδικά στις κλίμακες που προσπαθούμε να δουλέψουμε εμείς. Χρειάζονται χέρια και μάλιστα καλά.

«Για μένα είναι σημαντικό να υπάρχουν σωστές ηλικιακές αποστάσεις σε μια δουλειά. Να υπάρχει μια φυσική ιεραρχία».

– Ο επικεφαλής είσαι εσύ…
Το γραφείο είναι δικό μου, το ξεκίνησα πριν από τέσσερα χρόνια. Προηγουμένως δούλευα σε μεγάλα αρχιτεκτονικά γραφεία της Δανίας (φαντάσου με 200-300 άτομα). Φυσικά δεν μπορώ να ανταγωνιστώ τέτοια γραφεία, αλλά δεν το παίρνω κατάκαρδα γιατί θέλω να δοκιμάσω κάτι δικό μου.

Αν το φαγητό είναι το καύσιμο και το κρασί η προωθητική ενέργεια, τότε διανύσαμε μεγάλη απόσταση (φιλίας) το συγκεκριμένο απόγευμα.

– Τι είναι πιο εύκολο, να είσαι leader ή να ακολουθείς οδηγίες άλλων;
Υπάρχουν διαφορετικές και αντίθετες χαρές. Στο ένα έχεις την άνεση να κάνεις τη δουλειά σου χωρίς να σκέφτεσαι τι θα γίνει αύριο. Και στο άλλο έχεις όλο το πράγμα πάνω σου και να έχεις και τον άλλον ικανοποιημένο.

– Την πιθανή ένταση μέσα στο γραφείο πώς την σβήνεις;
Αν υπάρξει μπορεί να πούμε «πάμε να πιούμε κάτι να το συζητήσουμε». Αυτό έχει συμβεί.

– Οι άλλοι σε αντιμετωπίζουν ως αφεντικό;
Δεν έχουμε τέτοια σχέση. Προφανώς κάποιος έχει περισσότερη εμπειρία. Ως εκ τούτου έχει μια θέση leader. Για μένα είναι σημαντικό να υπάρχουν σωστές ηλικιακές αποστάσεις σε μια δουλειά. Να υπάρχει μια φυσική ιεραρχία. Δημιουργείται εκ των πραγμάτων. Αυτό είναι το πιο σημαντικό στη λειτουργία μιας ομάδας: οι σωστές αποστάσεις.

«Η αγαπημένη μου ώρα είναι όταν μπορώ να συγκεντρωθώ απόλυτα σε ένα θέμα με τέτοιο τρόπο που δεν σκέφτομαι πώς περνάει ο χρόνος».

– Ποιο project έχεις αυτή τη στιγμή;
Κοιτάζουμε και προς την Ελλάδα, ενώ παράλληλα δουλεύουμε στο εξωτερικό με έμφαση σε ξενοδοχειακά project, ανακαινίσεις και γραφεία. Ακόμη το πεδίο δεν είναι εμφανές, αλλά προβλέπω θα υπάρξει έκρηξη στην παραγωγή γραφείων στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Για την Αθήνα είμαι απόλυτα βέβαιος και συμβαίνει ήδη. Η Αθήνα είναι μια φανταστική πόλη για τις διεθνείς εταιρείες.

»Υπάρχει οικονομική βάση, φανταστικό κλίμα, ευκαιρίες για να περνάει καλά ο κόσμος. Και το Ντουμπάι είναι ένας σημαντικός κόμβος, αλλά η ζωή είναι αβίωτη. Αντίθετα, η Ελλάδα είναι ένας παράδεισος. Αυτό που χρειάζεται είναι να υπάρχουν εργασιακά περιβάλλοντα πρώτης κατηγορίας και ένα φορολογικό πλαίσιο που να ευνοεί τις επιχειρήσεις να έρθουν στην Ελλάδα. Εμείς δουλεύουμε αυτό το project και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε. Θέλουμε να ακουστεί αυτό το μήνυμα. Να δουν όλοι τα πλεονεκτήματα που έχει η Ελλάδα. Εχω κάνει τα γραφεία της Siemens στο Μόναχο ή κτίρια τραπεζών στη Δανία, άρα έχω εμπειρία σ’ αυτό και λέω πως μπορεί να γίνει και στη χώρα μας!

 

//Ευχαριστούμε για τη φιλοξενία τη Χελώνα Wine Bar (Ερμού 121, Κέντρο). 

 

Διαβάστε ακόμα: Οδηγούμε την Mercedes X-Class στο Κτήμα Κυρ-Γιάννη.

 

 

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top