Το τρίτο άρθρο στη σειρά «Με τη Mercedes-Benz στους δρόμους του κρασιού» του Andro περιλάμβανε την επίσκεψη στο Κτήμα Κυρ-Γιάννη με την έκδοση “The Rock” της X 250d και ξεναγό τον Στέλλιο Μπουτάρη. (photo Μιχαήλ Ανδρουλιδάκης για το Andro).

Πολλοί κατασκευαστές έχουν κατά καιρούς σκεφτεί την εμπλοκή τους με την κατηγορία των «αγροτικών», αλλά οι περισσότεροι δεν αργούν να την απορρίψουν ως τεράστιο μπελά. Η δημιουργία και η εξέλιξη μιας νέας ουσιαστικά πλατφόρμας είναι, βλέπετε, πανάκριβη, η κατηγορία συγκριτικά περιορισμένη, ενώ ήδη υπάρχουν σε αυτήν πολλά τέτοια αυτοκίνητα.

Τότε πώς και το αποφάσισε η Mercedes-Benz; Διότι το έκανε έξυπνα (και οικονομικά), έχοντας βέβαια τη δυνατότητα. Ποια δυνατότητα; Μα, αυτήν της συνεργίας με τη Renault και τη Nissan. Έτσι, έγινε η πρώτη premium μάρκα που μπήκε στην κατηγορία των pick-up, κατηγορία που σύμφωνα με την ίδια την εταιρεία, αναμένεται να αυξηθεί παγκοσμίως κατά 43% μέσα στα επόμενα 10 χρόνια. [Δεν είναι συναρπαστικό αυτό το 43%; Όχι «πάνω από 40%», όχι «περίπου 40%», αλλά 43% ακριβώς, διότι έτσι λειτουργούν οι σοβαρές εταιρείες].

Δεν είναι λοιπόν μυστικό ότι η X-Class βασίζεται εν μέρει στο σημερινό Nissan Navara. Μη κάνετε όμως το λάθος να σκεφτείτε πως η X-Class είναι απλώς ένα Navara με τριάκτινο αστέρι, διότι δεν είναι. H X-Class, αν όχι οπτικά, σίγουρα μηχανικά είναι ανασχεδιασμένη, με τους τεχνικούς μιας μάρκας που δικαιολογημένα υπερηφανεύεται για την τεχνολογική της τελειότητα και την σχολαστική της προσοχή στη λεπτομέρεια, να καταπιάνονται με το να κάνουν το καλύτερο pick-up της αγοράς πολύ καλύτερο. Εξοικονομώντας στην πορεία και δυο-τρία χρόνια εξέλιξης.

Η Mercedes δικαιολογημένα υπερηφανεύεται για την τεχνολογική τελειότητά της και τη σχολαστική προσοχή στη λεπτομέρεια.

Περιληπτικά, και για όσους δεν είχαν την ευκαιρία να διαβάσουν το προηγούμενο άρθρο με την πρώτη μας επαφή με την X-Class προς τον Πύργο Μελά, οι μηχανικοί της Mercedes-Benz πήραν ένα Navara, του αφαίρεσαν αμάξωμα, μηχανικά μέρη, αναρτήσεις κ.λπ., ενίσχυσαν το πλαίσιο και αύξησαν τα μετατρόχια μπρος-πίσω κατά περίπου 6 εκ. Αντικατέστησαν τα ταμπούρα, στους πίσω τροχούς με δισκόφρενα και πρόσθεσαν κι ένα σύστημα αυτόνομου φρεναρίσματος.

Το συναπάντημα της παράδοσης με την τεχνολογία. (photo Μιχαήλ Ανδρουλιδάκης για το Andro).

Επιπλέον, ανασχεδίασαν την ανάρτηση με άλλα ελατήρια και αμορτισέρ και τοποθέτησαν κι ένα νέο, λίγο ταχύτερο σύστημα διεύθυνσης. Και όταν τελείωσαν με όλα αυτά, επανατοποθέτησαν τον «αλεξίσφαιρο», 4κύλινδρο, twin-turbo πετρελαιοκινητήρα 2.3, με ισχύ 190 ίππους και ροπή 450 Nm για τη συγκεκριμένη X 250d 4MATIC – στην X 220d 4MATIC ο ίδιος κινητήρας αποδίδει 160 ίππους και 403 Nm. Συν το 7άρι αυτόματο κιβώτιο, στο δικό μας αυτοκίνητο. Με αποτέλεσμα, η X-Class να είναι πολύ περισσότερο από μια ακόμη έκφανση αυτού που οι περί τα αυτοκινητικά ονομάζουμε “badge engineering”, ένα ίδιο δηλαδή αυτοκίνητο με διαφορετικό σήμα, αλλά ένα τρανό παράδειγμα “re-engineering”.

Στο δρόμο για το Γιαννακοχώρι

Αυτά συζητούσαμε με τον φωτογράφο Μιχαήλ Ανδρουλιδάκη στον μακρύ δρόμο για τη Νάουσα, το Γιαννακοχώρι και τον τελικό μας προορισμό, το Κτήμα Κυρ-Γιάννη και τη συνάντησή μας με τον Στέλλιο (με δυο “λ”, «γιατί έτσι το έγραφε ο παππούς») Μπουτάρη. Με 150-160 km/h και χωρίς καν να χρειαστεί να μιλάμε δυνατότερα, μιας και εκεί που οι τεχνικοί της Mercedes-Benz έχουν πραγματικά υπερβεί εαυτούς είναι στον τομέα της ηχομόνωσης, κάτι που ενισχύει βέβαια την αίσθηση του premium. Και πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά για ένα αυτοκίνητο με αυτό το σήμα.

Σήμερα, το Κτήμα Κυρ-Γιάννη εκτείνεται σε 580 στρέμματα, σε υψόμετρο μεταξύ 280 μ. και 330 μ. – το υψηλότερο σημείο της ζώνης ΠΟΠ Νάουσα. Η διάσχισή του με την X 250d ήταν διαφωτιστική και απολαυστική (photo Μιχαήλ Ανδρουλιδάκης για το Andro).

Βέβαια, με την ως άνω ταχύτητα, η κατανάλωση δύσκολα κρατιέται σε μονοψήφια νούμερα, πόσο μάλλον όταν βρέχει, οπότε, ανάγκη νομιμότητα ποιησάμενοι, «πέσαμε» στα λογικότερα 130-140 km/h. Ταχύτητα στην οποία η, παρά το 4MATIC, βασικά πισωκίνητη και κατ’ επιλογή τετρακίνητη Χ 250d διόλου διαφέρει απ’ οποιοδήποτε μεγάλο, πολιτισμένο SUV. Όχι μόνο στον θόρυβο, κινητήρα ή αεροδυναμικό, που (δεν) περνάει στην καμπίνα, αλλά και στην εξαιρετική, για ξεφόρτωτο pick-up, ποιότητα κύλισης.

Και επειδή παραπάνω έγραψα «βρέχει», επιτρέψτε μου μια παρένθεση. Οι περισσότεροι αισθητήρες βροχής είτε που, παρά την εμφανή βροχή, θα κρατάνε τους καθαριστήρες προσκολλημένους στις θέσεις τους σαν παλαιοημερολογίτες κομουνιστές, είτε που θα διαισθανθούν σπουργίτι με διάρροια και θα τους βάλουν να ξύνουν το στεγνό παρμπρίζ πιο ανατριχιαστικά κι από σπασμένη κιμωλία σε μαυροπίνακα. Αυτοί όμως της X-Class λειτουργούν υποδειγματικά, τόσο που δεν χρειάστηκε να παρέμβω στον αυτοματισμό ούτε μια στιγμή.

Το εσωτερικό είναι αναμφίβολα Mercedes-Benz, παραπέμποντας σε C-Class. Κάτω από το καπό της X 250d υπάρχει ο γνωστός, «αλεξίσφαιρος» 4κύλινδρος diesel 2.3 με 190 άλογα (photo Μιχαήλ Ανδρουλιδάκης για το Andro).

Το εσωτερικό είναι αναμφίβολα Mercedes-Benz, παραπέμποντας σε C-Class. Ψηλά στο ταμπλό, και πάνω από τους καλαίσθητους αγωγούς για τον κλιματισμό, βρίσκεται η οθόνη για το infotainment, που δεν είναι αφής και στην έκδοση “The Rock” περιλαμβάνει σύστημα πλοήγησης Garmin Map Pilot.
Στην κεντρική κονσόλα ξεχωρίζει το γνώριμο περιστροφικό χειριστήριο για το σύστημα COMAND (με ένα Μ, από το Cockpit Management and Data) της Mercedes-Benz και ο δερμάτινος λεβιές του αυτόματου κιβωτίου που διαθέτει και χειροκίνητη λειτουργία στην οποία βέβαια σπανίως καταφεύγεις μια και το 7G-Tronic λειτουργεί σωστά.

Η X 250d με φόντο τους αμπελώνες του Κυρ-Γιάννη. H πλούσια έκδοση “The Rock” βγαίνει σε δυο χρώματα: μαύρο και λευκό. (photo Μιχαήλ Ανδρουλιδάκης για το Andro).

Ναι, θα μπορούσαν να υπάρχουν περισσότεροι αποθηκευτικοί χώροι και κάποιο μέρος για να βολέψεις το smartphone –γι αυτά υπάρχει το ντουλάπι κάτω από το κεντρικό υποβραχιόνιο– και ναι, το επίσης δερμάτινο τιμόνι θα μπορούσε να ρυθμίζεται και ως προς την απόσταση, αντί μόνο καθ’ ύψος, αλλά στην πράξη αυτά τελικά λίγο ενοχλούν και τα χιλιόμετρα, χάρη και στα καλοσχεδιασμένα καθίσματα, που η εταιρεία ονομάζει Artico/Dynamica, φεύγουν και γρήγορα και ξεκούραστα.
Έτσι, από την αναγεννημένη και ασφαλή εθνική οδό (πληρώνεις κάτι παραπάνω, αλλά εξυπηρετείσαι, που λένε) φτάσαμε στην περιοχή της Νάουσας και στο Κτήμα Κυρ-Γιάννη πώς είναι το κλισέ; χωρίς να το καταλάβουμε.

Στη Νάουσα

Η Νάουσα Ημαθίας, χτισμένη αμφιθεατρικά στις ανατολικές υπώρειες του Βερμίου, υπήρξε το μεγαλύτερο κέντρο κλωστοϋφαντουργίας της χώρας για πολλά χρόνια. Πολλά εργοστάσια χτίστηκαν στις όχθες του ποταμού Αράπιτσα για να αντλούν το νερό που χρειάζονταν για τις τουρμπίνες τους – που ήταν βέβαια δωρεάν.
Το πρώτο, σύμφωνα με το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Νάουσας, ήταν το κλωστήριο Λόγγου-Κύρτση-Τουρπάλη που αποτέλεσε την πρώτη βιομηχανία της Μακεδονίας και πιθανότατα των Βαλκανίων. Λειτούργησε μέχρι το 1936, ενώ το 1986 κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο. Σήμερα στεγάζει τα Εικαστικά Εργαστήρια του Πολιτιστικού Οργανισμού Νάουσας και τμήμα του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.

Ψηλότερα, στη γέφυρα των Στουμπάνων, βρίσκεται το Εριουργείον Λαναρά–Κύρτση. Ιδρύθηκε το 1922, τη δεκαετία του ‘80 μετονομάστηκε σε Πέλλα-Όλυμπος και σταμάτησε να λειτουργεί το 1990. Διασώζεται όλος ο μηχανολογικός του εξοπλισμός και το σύστημα υδροκίνησης. Ακριβώς απέναντι, ήταν/είναι το Εριοκλωστήριον Αδελφών Χρ. Λαναρά που επεξεργαζόταν έρια από την Αγγλία και την Αυστραλία και παρήγαγε μάλλινα νήματα υψηλής ποιότητας.

Στα crash-test του Euro NCAP, η Χ-Class πήρε πέντε αστέρια – επίδοση εξαιρετικά σπάνια για την κατηγορία.

Το πιο φημισμένο εργοστάσιο ωστόσο ήταν η Βέτλανς Νάουσα, της οικογένειας των Λαναράδων, που ξεκίνησε να κατασκευάζει μάλλινο ύφασμα για τις ανάγκες του στρατού. Ιδρύθηκε το 1907, λειτούργησε μέχρι το 1938 και οι εγκαταστάσεις του καταστράφηκαν το 1949. Γενεές Ναουσαίων μεγάλωσαν εργαζόμενοι σε αυτό, στο Πέλλα-Όλυμπος, στα Κλωστήρια Ναούσης και στις άλλες βιομηχανικές μονάδες της οικογένειας.
Καμιά λοιπόν άλλη περιοχή δεν έχει δέσει τόσο πολύ την τύχη της με μια οικογένεια, όσο αυτή της Νάουσας με τους Λαναράδες – όνομα που προέρχεται βέβαια από το λανάρι. Για δεκαετίες, οι κάτοικοι της Νάουσας, η οποία απέκτησε τη φήμη του «Manchester των Βαλκανίων», έμαθαν να είναι εργάτες «στου Λαναρά» που τους εξασφάλιζε σταθερό και, τις καλές εποχές, πλούσιο εισόδημα, με αποτέλεσμα, στα εργοστάσια της οικογένειας και στις εγκαταστάσεις της στην Αθήνα να απασχολούνται πάνω από 7.000 άνθρωποι.

Η Mercedes-Benz είναι η πρώτη premium μάρκα που μπαίνει στην κατηγορία των pick-up. Με αποτέλεσμα, η X-Class, η οποία μάλιστα κατέκτησε πέντε αστέρια στα crash-test του Euro NCAP, να είναι ένα pick-up που δικαιολογεί τη διαφορά τιμής από τα «αγροτικά» του συρμού. (photo Μιχαήλ Ανδρουλιδάκης για το Andro).

Στις αρχές όμως της δεκαετίας του ’90, λόγω της παγκόσμιας ύφεσης στην κλωστοϋφαντουργία, έκλεισαν η Βέτλανς Νάουσα και η Πέλλα-Όλυμπος, με συνέπεια να χαθούν περί τις 2.500 θέσεις εργασίας, αφού το λουκέτο στα δύο μεγάλα εργοστάσια παρέσυρε και δεκάδες άλλες μικρότερες, συμπληρωματικές τοπικές επιχειρήσεις.

Σήμερα, τα κάποτε φημισμένα εργοστάσια είναι θλιβερά κουφάρια, κατάλοιπα της τοπικής βιομηχανικής επανάστασης. Όμως, ένα, η Βέτλανς Νάουσα, έχει μετατραπεί σε Κέντρο Τεκμηρίωσης της βιομηχανικής ιστορίας του τόπου και της συμβολής της κλωστοϋφαντουργίας στη Νάουσα για έναν και πλέον αιώνα.
Άλλα αξιοθέατα της περιοχής είναι ο Πύργος του Ρολογιού, απέναντι από το Δημαρχείο, με το ρολόι που χτυπά αδιάκοπα από το 1896, το πανέμορφο άλσος του Αγίου Νικολάου, τρία χιλιόμετρα πάνω από την πόλη, η Σχολή του Αριστοτέλη, στα Ισβόρια, το Σεφέρτζιο Δημοτικό σχολείο, που λειτουργεί από το 1897, το χιονοδρομικό κέντρο Τρία-Πέντε Πηγάδια (που ονομάστηκε έτσι από τις τρεις βρύσες/πηγές που βρίσκονται στη βάση του και τις άλλες πέντε, υποθέτω, που θα βρίσκονται κάπου ψηλότερα) κ.ά.

Πάντως, όταν πάτε στη Νάουσα, φροντίστε οπωσδήποτε να μείνετε στην «Παλαιά Πόλη». Σ’ ένα κτίσμα που χρονολογείται από το 1900, και που στο παρελθόν φιλοξενούσε εργοστάσιο επεξεργασίας μεταξιού, το deluxe boutique hotel της οικογένειας Ταμπούρη διαθέτει εννέα πολυτελή δωμάτια και, σημαντικότερα, εξαιρετική κουζίνα. Δείτε περισσότερα εδώ.
Σήμερα, η άλλοτε προσκολλημένη στο άρμα της κλωστοϋφαντουργίας τοπική κοινωνία έχει επιστρέψει στις καλλιέργειες του μήλου, του ροδάκινου και του ακτινίδιου. Και του αμπελιού φυσικά. Διότι σε όλη την περίοδο της Τουρκοκρατίας και μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα, το κρασί της Νάουσας ταξίδευε από την Ευρώπη μέχρι την Αίγυπτο. Το αμπέλι, με σημαντικότερη ποικιλία το Ξινόμαυρο, ήταν η κύρια καλλιέργεια της περιοχής, οι εξαγωγές ανθούσαν και οι άνθρωποι ευημερούσαν.

Η οινοπαραγωγική ζώνη της Νάουσας καλύπτει έκταση 5.000 στρεμμάτων, σε υψόμετρο από 80 έως 350 μ., ενώ στην περιοχή λειτουργούν σήμερα περισσότερα από 20 οινοποιεία. Με το σημαντικότερο απ’ αυτά να είναι το Κτήμα κυρ-Γιάννη.

Στου Κυρ-Γιάννη

Το 1970, ο Γιάννης Μπουτάρης, εμβληματική μορφή του ελληνικού κρασιού και δήμαρχος βέβαια της Θεσσαλονίκης, φύτεψε 400 στρέμματα Ξινόμαυρου στο Γιαννακοχώρι, ανατολικά της Νάουσας. Ο αμπελώνας αυτός, σχεδόν τρεις δεκαετίες μετά, το 1997, έγινε το Κτήμα Κυρ-Γιάννη, όταν ο Γιάννης Μπουτάρης αποχώρησε από τον Όμιλο Μπουτάρη, την οικογενειακή επιχείρηση που είχε ιδρύσει ο παππούς Γιάννης το 1879.
Το 2009, 100 ακόμη στρέμματα προστέθηκαν από τον γιο Στέλλιο, κάνοντας το Κτήμα Κυρ-Γιάννη έναν από τους μεγαλύτερους αμπελώνες στην Ελλάδα. Σήμερα, με μια συνολική επιφάνεια που καλύπτει 580 στρέμματα και εκτείνεται σε υψόμετρο μεταξύ 280 και 330 μέτρων –το υψηλότερο σημείο της ζώνης ΠΟΠ Νάουσα–, το Κτήμα Κυρ-Γιάννη είναι φυτεμένο με 50% Ξινόμαυρο, 20% Merlot, 15% Syrah και 10% Cabernet Sauvignon, ενώ η υπόλοιπη έκταση καλύπτεται από διάφορες πειραματικές ποικιλίες.

Το 2009, ο γιος του Γιάννη Μπουτάρη, Στέλλιος, πρόσθεσε 100 ακόμη στρέμματα, κάνοντας το Κτήμα Κυρ-Γιάννη έναν από τους μεγαλύτερους αμπελώνες στην Ελλάδα (photo Μιχαήλ Ανδρουλιδάκης για το Andro).

Μεταξύ 1985 και 1990, ο Γιάννης Μπουτάρης φύτεψε 200 στρέμματα λευκών ποικιλιών στα υψίπεδα του βορείου τμήματος του όρους Βέρμιο, στην περιοχή του Αμυνταίου, ενώ το 1996, ένα παλαιό οινοποιείο, η «Παράγκα», στο χωριό Άγιος Παντελεήμονας, μετατράπηκε στο οινοποιείο του Κτήματος Κυρ-Γιάννη στο Αμύνταιο. Ο αμπελώνας στο Αμύνταιο έχει σήμερα συνολική έκταση 280 στρεμμάτων. Στα φτωχά, αμμώδη εδάφη του αμπελώνα, και σε υψόμετρο 750 μέτρων, καλλιεργούνται ποικιλίες όπως Ξινόμαυρο, Ροδίτης, Μαλαγουζιά, Chardonnay, Sauvignon Blanc, Gewurztraminer και Ασύρτικο.

Ο Στέλλιος (με δυο “λ” «γιατί έτσι το έγραφε και ο παππούς») Μπουτάρης, γιος του δήμαρχου Γιάννη, ετοιμάζει την επόμενη φάση της εξελικτικής πορείας του Κτήματος, αξιοποιώντας τους βασικούς πυλώνες της φιλοσοφίας του: καινοτομία, σεβασμό στην παράδοση και γνώση για το κρασί, από το αμπέλι ως τον τελικό καταναλωτή. (photo Μιχαήλ Ανδρουλιδάκης για το Andro).

Το τελευταίο, νέο κρασί του Κτήματος είναι το «Μπλε Τρακτέρ», ένα κόκκινο από χαρμάνι τριών γαλλικών ποικιλιών (Cabernet Sauvignon, Syrah, Merlot) που προέρχονται από επιλεγμένους αμπελώνες συνεργαζόμενων παραγωγών της Μακεδονίας. Πολύ χαριτωμένα, πήρε το όνομά του από το μικρό, αμπελουργικό, μπλε τρακτέρ που είχε ο Γιάννης Μπουτάρης όταν φύτεψε το Κτήμα Κυρ-Γιάννη.
Το Κτήμα Κυρ-Γιάννη παράγει σήμερα 20 «ετικέτες» (οκτώ κόκκινα κρασιά, οκτώ λευκά και τέσσερα ροζέ), με ετήσια παραγωγή 1.200.000 φιάλες, και με το «μεγάλο» του κρασί να είναι η Διάπορος (ερυθρός ξηρός, ΠΓΕ Ημαθία, Ξινόμαυρο). Τα κρασιά του εξάγονται σε 35 χώρες, όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και στις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Αυστραλία, τη Ν. Κορέα και αλλού. Τέλος, το Κτήμα Κυρ-Γιάννη απασχολεί σήμερα 55 ανθρώπους –πολλούς περισσότερους βέβαια την εποχή του τρύγου–, ενώ το 2017 επισκέφθηκαν το Κτήμα 6.000 άτομα από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Δείτε περισσότερα για το Κτήμα εδώ.

Φεύγοντας, φορτώσαμε και δυο βαρελάκια Διάπορο, το «μεγάλο» κρασί του Κυρ-Γιάννη. Για τις γιορτές, αντιλαμβάνεσθε… (photo Μιχαήλ Ανδρουλιδάκης για το Andro).

Επιστρέφοντας

Στον μακρύ δρόμο της επιστροφής, με μια ευχάριστη παράκαμψη για να απολαύσουμε την έρημη πλέον «παλιά εθνική» της κοιλάδας των Τεμπών, επιβεβαίωσα τα λεγόμενα της Mercedes-Benz: ότι δηλαδή η εταιρεία, κατασκευάζοντας το δικό της pick-up, έχει αλλάξει οτιδήποτε με το οποίο έρχεται σε επαφή ο αγοραστής του. Βελτιώνοντας στην πορεία τα πάντα, από την ποιότητα κύλισης μέχρι το φόβητρο NVH (Noise, Vibration, Harshness – Θόρυβος, Κραδασμοί, Τραχύτητα).

Ναι, μια X-Class σε χωματόδρομο μπορεί να είναι και γρήγορη και διασκεδαστική. Αν χρειαστεί, η τετρακίνηση 4Η επιλέγεται εν κινήσει. Η 4L, «τα κοντά» δηλαδή, και το κλείδωμα του πίσω διαφορικού απαιτούν στάση. (photo Μιχαήλ Ανδρουλιδάκης για το Andro).

Εκτός του ότι η X-Class είναι ήσυχη στο ταξίδι –αναφέρθηκα ήδη σε αυτό–, σε λιγότερο καλούς δρόμους με αδιάκοπες στροφές, όπως αυτοί προς, από και γύρω στα Τρία-Πέντε Πηγάδια, στα 1.450 μ., το αυτοκίνητο κινείται περισσότερο σαν μεγάλο SUV και (πολύ) λιγότερο σαν pick-up, ακόμα και σε δασικούς, παραμελημένους χωματόδρομους.

Προφανώς, σε μια, ας πούμε, πιο σβέλτη οδήγηση, που δεν συνάδει βέβαια με την εικόνα της αρχοντικής, επιβλητικής συμπεριφοράς μιας Χ-Class, ο πιο υποψιασμένος οδηγός ίσως διαπιστώσει μια σχετική υστέρηση στις εντολές του τιμονιού, κάτι που βέβαια απαντάται σε κάθε ψηλό, βαρύ αυτοκίνητο με «ψηλοπρόφιλα» και για κάθε περίσταση ελαστικά, αλλά αυτή, όπως και η λόγω βάρους αναμενόμενη αδράνεια, εύκολα συνηθίζεται και γρήγορα ξεχνιέται. Όσο για την τετρακίνηση, μόνο σε μια ιδιαίτερα επικλινή, εκτός δρόμου φυσικά, πλαγιά χρειάστηκε να καταφύγουμε στην τετρακίνηση 4Η, η οποία επιλέγεται εν κινήσει – η 4L, «τα κοντά» δηλαδή, και το κλείδωμα του πίσω διαφορικού απαιτούν στάση.

Η Mercedes-Benz X 250d λοιπόν είναι στην ουσία ένα pick-up που δεν δυσκολεύεται να δικαιολογήσει τη διαφορά τιμής από τα «αγροτικά» του συρμού (photo Μιχαήλ Ανδρουλιδάκης για το Andro).

Με την αφορμή, επιτρέψτε μου και πάλι να επισημάνω πως, αν η διαδρομή που κάνετε περιλαμβάνει κλειστές στροφές, καλό είναι η τετρακίνηση να απεμπλέκεται με την πρώτη ευκαιρία αφού, όπως όλα τα παρόμοια συστήματα με μηχανική εμπλοκή τετρακίνησης και χωρίς κεντρικό διαφορικό, σε τέτοιες συνθήκες «κουρδίζει» – ένα κόλπο για να «ξεκουρδίζει» ταχύτερα είναι, έχοντας επιλέξει και πάλι 2Η, να κάνεις όπισθεν για λίγα μέτρα και σε ευθεία γραμμή.

Συνεχίζοντας, ένα «αγροτικό» είναι, κατά κανόνα, σχεδιασμένο, όσον αφορά την ανάρτησή του ειδικά, έτσι ώστε να συμπεριφέρεται καλά όταν καλείται να κάνει τη δουλειά για την οποία αγοράστηκε, για να φορτώνεται δηλαδή – με την ευκαιρία, η X 250d μπορεί να κουβαλήσει ενάμιση τόνο και να ρυμουλκήσει τρεισήμισι. Που σημαίνει ότι με άδεια καρότσα, στο επαρχιακό δίκτυο και σε χωματόδρομους, το τυπικό pick-up τρέμει, αναπηδάει και γενικά συμπεριφέρεται σαν «αγροτικό».

Όχι όμως η X-Class. Εντάξει, δεν είναι μαγικό χαλί –κανένα τέτοιο αυτοκίνητο δεν θα μπορούσε να είναι–, ενώ είναι φορές που νιώθεις κι ένα μικρό τρέμουλο από το πλαίσιο σε νεροφαγώματα και αρμούς διαστολής. Το οποίο, έχοντας όμως εμπειρία από άλλα pick-up, περιμένεις να είναι πολύ εντονότερο. Αλλά ποτέ δεν είναι.

Η X-Class είναι ένα από τα ασφαλέστερα pick-up εκεί έξω. Στα crash-test του Euro NCAP πήρε πέντε αστέρια.

Η Mercedes-Benz X 250d λοιπόν είναι στην ουσία ένα pick-up που δεν δυσκολεύεται να δικαιολογήσει τη διαφορά τιμής από τα «αγροτικά» του συρμού, κάτι που είμαι σίγουρος πως θα γίνει προφανές και όταν έρθει η στιγμή να την αλλάξεις – με μια 3λιτρη X 350d, λόγου χάρη.

Και δεν είναι μόνον αυτό. Η X-Class είναι ένα από τα ασφαλέστερα pick-up εκεί έξω. Στα crash-test του Euro NCAP πήρε πέντε αστέρια –επίδοση εξαιρετικά σπάνια για την κατηγορία– πετυχαίνοντας εντυπωσιακά αποτελέσματα στον τομέα της ασφαλείας των επιβατών, χάρη φυσικά και στον στάνταρ εξοπλισμό ασφαλείας όπως, π.χ., τους εφτά αερόσακους, τα Active Brake Assist και ESP, το σύστημα διατήρησης λωρίδας, την περιμετρική ορατότητα 360° κ.ά.

Μια X-Class μπορεί να ταξινομηθεί ως επαγγελματικό αυτοκίνητο, για αγρότες, ελεύθερους επαγγελματίες με επιτήδευμα που να δικαιολογεί τη χρήση pick-up (photo Μιχαήλ Ανδρουλιδάκης για το Andro).

Χρειάζεστε λοιπόν –και μπορείτε βέβαια να αποκτήσετε (περισσότερα γι αυτό παρακάτω)– ένα τέτοιο pick-up; Τότε η X-Class, ειδικά σε αυτή την έκδοση “The Rock”, που βγαίνει σε όλα τα χρώματα, αρκεί αυτά να είναι δυο, μαύρο ή λευκό, προσθέτει στο «εργαλείο» σας την άνεση, τον εξοπλισμό, την ασφάλεια και βέβαια το «λούστρο» της Mercedes-Benz.

Τέλος, και επειδή έγραψα «μπορείτε», σύμφωνα με την εταιρεία, το λεγόμενο «πιστοποιητικό συμμόρφωσης» της X-Class, όπως επίσης και η έγκριση τύπου της, είναι κατηγορίας Ν1, επαγγελματικού δηλαδή οχήματος μικτού βάρους έως 3,5 τόνων. Συνεπώς, μια X-Class μπορεί να ταξινομηθεί ως επαγγελματικό αυτοκίνητο (για αγρότες, ελεύθερους επαγγελματίες με επιτήδευμα που να δικαιολογεί τη χρήση pick-up κ.λπ.). Έτσι, το Ειδικό Τέλος Ταξινόμησης (ΕΤΤ) ανέρχεται στο 8% της λιανικής τιμής προ φόρων, ενώ εκπίπτει ο Φ.Π.Α., ενώ τα τέλη κυκλοφορίας (της X 250d) είναι €105.

Και λέω να κλείσω αυτό το άρθρο γράφοντας πως αν ποτέ αλλάξει το «νομικό πλαίσιο» το οποίο διέπει την αγορά διπλοκάμπινων pick-up στην Ελλάδα, το όνομά μου θα βρεθεί ψηλά στη λίστα.

 

//Δείτε περισσότερα για την X-Class “The Rock Edition” εδώ.

 

Διαβάστε ακόμα: Με τη Mercedes-Benz στους δρόμους του κρασιού: στο Κτήμα Σκούρα με τη νέα E-Class Coupé.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top