Echoes of Life: Το διαμεσικό μουσικό project της Alice Sara Ott με video του αρχιτέκτονα Hakan Demirel (Φωτογραφία: Patrick Hürlimann).

Φεστιβάλ σημαίνει «ημέρα γιορτής» και η Συμφωνική Ορχήστρα της Λουκέρνης έχει κάθε λόγο να γιορτάζει. Η επιστροφή στις αίθουσες τη βρήκε ακμαία και πολλαπλά ανανεωμένη, έτοιμη να διεκδικήσει μια νέα θέση στο διεθνές μουσικό γίγνεσθαι χάρις σε όσα σπουδαία κυοφορήθηκαν στη διάρκεια της πανδημίας:  έναρξη της συνεργασίας με τον νέο μόνιμο αρχιμουσικό Michael Sanderling, νέες εγκαταστάσεις στο Kriens, και ένα ολοκαίνουργιο φεστιβάλ – Le piano symphonique«Tο συμφωνικό πιάνο», το οποίο παρακολουθήσαμε με ενθουσιώδες ενδιαφέρον από τις 11 ως τις 14 Φεβρουαρίου 2022. Το φετινό πρώτο φεστιβάλ ήταν αφιερωμένο στη μουσική του Johannes Brahms (1833 – 1897).

Το «Συμφωνικό Πιάνο» εξερευνά όλες τις δυνατές πτυχές του οργάνου, κυρίως όμως σηματοδότησε το τέλος δύο ετών πανδημίας.

Ο τίτλος είναι γαλλικός – έμμεση ίσως υπενθύμιση ότι η Συμφωνική της Λουκέρνης ιδρύθηκε κατά τη ναπολεόντειο εποχή, το 1805, γεγονός που την καθιστά την αρχαιότερη εν λειτουργία ορχήστρα της Ελβετίας. Από το 2004 με την ανάληψη καθηκόντων Γενικού Διευθυντή (Ιntendant) από τον Νουμά Μπίσοφ Ούλμαν, η ορχήστρα έχει εισέλθει σε μια δυναμική πορεία εξωστρέφειας και ανάπτυξης: αύξηση των μελών από 50 σε 70, νέα project, ηχογραφήσεις. Και ασφαλώς το νέο Φεστιβάλ.

Οι πιο εκλεκτοί από τους τυχερούς επισκέπτες έρχονται με το πλοιάριο από τα αριστοκρατικά ξενοδοχεία που βρίσκονται στην αντικριστή όχθη.

Το «Συμφωνικό Πιάνο» εξερευνά όλες τις δυνατές πτυχές του οργάνου, κυρίως όμως σηματοδότησε το τέλος δύο ετών πανδημίας. Ίσως αυτός είναι ο λόγος που ακούσαμε σχεδόν αποκλειστικά δεύτερα έργα: δεύτερο κονσέρτο, δεύτερη συμφωνία, δεύτερη σονάτα, δεύτερο τρίο, δεύτερο κουαρτέτο, και ούτω κάθε δεύτερον του Μπραμς εξής. Μια πραγματική μουσική μέθεξη που μέσα από ένα πυκνό και συνεκτικό πρόγραμμα πέντε ημέρων κυριολεκτικά μας μέθυσε με μερικούς από τους πιο ενδιαφέροντες ερμηνευτές της υφηλίου και μας άφησε ένα διαρκές καλλιτεχνικό αποτύπωμα.

Ο Καναδός δεξιοτέχνης Marc- André Hamelin (Φωτογραφία: SimCannety-Clarke).

Η εναρκτήρια συναυλία δόθηκε την Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου και επαναλήφθηκε την επομένη, Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2022, οπότε και παρακολουθήσαμε.

Η εναρκτήρια συναυλία στο Κέντρο Πολιτισμού: Marc-André Hamelin και Michael Sanderling

Η Συμφωνική Ορχήστρα της Λουκέρνης εγκαινίασε το Φεστιβάλ ως εδρεύουσα ορχήστρα (resident) στο Κέντρο Πολιτισμού και Συνεδρίων της Λουκέρνης, κοινώς Κα – Κα – Ελ, (KKL : Kultur– und Kongresszentrum Luzern). Το εμβληματικό κτίριο επάνω στην προκυμαία της Λίμνης των Τεσσάρων Καντονιών του Δάσους (Vierwaldstättersee) εγκαινιάστηκε το 1998 και είναι έργο του διάσημου αρχιτέκτονα Ζαν Νουβέλ. Αναγνωρίζεται από το περίφημο στέγαστρο, ενώ η μεγάλη αίθουσα συναυλιών συχνά παρομοιάζεται με υπερωκεάνειο. Εισέρχεσαι αφού πρώτα ατενίσεις τις χιονισμένες κορυφές πέρα από τη λίμνη. Δύσκολα μπορείς να περιγράψεις το συναίσθημα. Οι πιο εκλεκτοί από τους τυχερούς επισκέπτες έρχονται με το πλοιάριο από τα αριστοκρατικά ξενοδοχεία που βρίσκονται στην αντικριστή όχθη.

Ο Michael Sanderling και ο Marc-André Hamelin (piano) συμπράτουν στην εναρκτήρια συναυλία (Φωτογραφία: Patrick Hürlimann).

Η εναρκτήρια συναυλία δόθηκε την Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου και επαναλήφθηκε την επομένη, Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2022, οπότε και παρακολουθήσαμε. Στο πρώτο μέρος ακούσαμε το Δεύτερο Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα σε ρε μείζονα, έργο 83, του Μπραμς. Ερμήνευσε ο σπουδαίος Καναδός βιρτουόζος Marc-André Hamelin (Μαρκ Αντρέ Αμελέν). Δεξιοτέχνης με μοναδική προσωπικότητα, έχει σπάνια ακρίβεια στο άγγιγμα που ποτέ όμως δεν γίνεται μηχανικός δακτυλισμός. Αποδείχτηκε ιδανικός ερμηνευτής για να αποδώσει στη μεγάλη αίθουσα το σύνθετο αυτό κοντσέρτο, όπου πρώτα από όλα πρέπει να ακουστεί η μουσική σκέψη του Μπραμς. Το πετυχαίνει με διαύγεια και έναν ιδιότυπο – ας μου επιτραπεί να το πω έτσι – αντικειμενικό λυρισμό.

Εκτός προγράμματος ο Hamelin έπαιξε το Graceful Ghost (1970), το πρώτο από τα τρία Ghost Rags του αμερικανού William Bolcom (γεν. 1938). Ταιριαστή επιλογή που συνδυάζει το συγκεκομμένο αμερικάνικο ρυθμό της ραγκ με τη ρομαντική γραφή για πιάνο του 19ου αιώνα.

Ο αρχιμουσικός Michael Sanderling (Φωτογραφία: Patrick Hürlimann).

Η ορχήστρα και ο Μίχαελ Ζάντερλινγκ συνέπραξαν με αξιοπρόσεκτη ισορροπία: αν συνήθως αποκαλούμε αυτό το κονστέρτο «συμφωνία με obligato πιάνο», εδώ ο αρχιμουσικός το έκανε να ακουστεί σαν μια συμφωνία για πιάνο με obligato ορχήστρα! Ο Michael Sanderling (gen. 1967) είναι πράγματι ένας πολύ ιδιαίτερος αρχιμουσικός.

Γιος του σπουδαίου αρχιμουσικού Kurt Sanderling (1912-2011), δεν είναι ακριβώς το μήλο που έπεσε κάτω από την μηλιά, αφού δεν ξεκίνησε σαν άλλος υιός Κάρλος να μελετά τις παρτιτούρες του μπαμπά Έριχ, αλλά είχε μία εντελώς διαφορετική πορεία, ξεκινώντας ως βιολοντσελίστας, εξελισσόμενος έπειτα σε διευθυντή ορχήστρας δωματίου, και σιγά-σιγά ανεβαίνοντας στο πόντιουμ της συμφωνικής. Αυτή η προσέγγιση δωματίου νομίζω ότι χαρακτηρίζει ακόμα τη συνολική του φιλοσοφία: υπό την καθοδήγησή του, η ορχήστρα δεν γίνεται ποτέ μία μάζα ισχύος. Περισσότερο μοιάζει με έναν ανθισμένο κήπο, όπου κάθε όργανο έχει τη διακριτή του φωνή και κάθε μουσικό θέμα βλασταίνει σε πληρότητα, και όλα μαζί περιπλέκονται σε μία θαυμαστή ισορροπία.

Μετά από κάθε συναυλία ακολούθησε ένα ωραίο after με μια πραγματική σπανιότητα, τη μουσική του Μπραμς για εκκλησιαστικό όργανο.

Οι αρετές αυτές ήταν ακόμα πιο εμφανείς στο επόμενο έργο της βραδιάς, τη Δεύτερη Συμφωνία, σε ρε μείζονα, έργο 73. Μαλακή ροή και ήπιοι τόνοι με ήχους που απλώνονται και κατακτούν αβίαστα την αίθουσα και tempi συγκρατημένα, τα οποία επιτρέπουν την κατανόηση πολλών λεπτομερειών. Ειδικά στο τέταρτο μέρος allegro con spirito προβάλλεται το μουσικό μοτίβο που ο Μάλερ θα χρησιμοποιήσει μόλις δέκα χρόνια αργότερα στην εισαγωγή της δικής του Πρώτης Συμφωνίας. Αναδεικνύεται λοιπόν όχι τόσο ο Μπραμς ο ακαδημαϊκός επίγονος του Μπετόβεν, αλλά ο συνθέτης με ευρηματικότητα και διάθεση πειραματισμού που ανοίγει μια οδό προς το μέλλον.

Καθώς παράλληλα με τις συναυλίες oι εμπλεκόμενοι τα πρωινά ηχογραφούσαν τη συμφωνία στις νέες εγκαταστάσεις της Ορχήστρας στο Kriens (βλ. παρακάτω), αναμένεται με ενδιαφέρον το ηχητικό αποτύπωμα που σύντομα θα κυκλοφορήσει.

Συναυλιακό after για εκκλησιαστικό όργανο

Μετά από κάθε συναυλία ακολούθησε ένα ωραίο after με μια πραγματική σπανιότητα, τη μουσική του Μπραμς για εκκλησιαστικό όργανο. Ναι, κι όμως υπάρχει, και μάλιστα είναι τα τελευταία κομμάτια που έγραψε ο συνθέτης τον προτελευταίο χρόνο της ζωής του. Είναι η καταληκτική εγγραφή στον κατάλογο των έργων του, τα Ένδεκα πρελούδια κοράλ (Elf Choralvorspiele), έργο 122. Επιστροφή στην παράδοση του Μπαχ και τη λουθηρανική μουσική, το τελευταίο φέρει τον χαρακτηριστικό τίτλο «Ω κόσμε, πρέπει να σε αφήσω».

Η Anna Tsybuleva στο ατομικό της ρεσιτάλ. Το andante από την Τρίτη Σονάτα του Βrahms ήταν ανάλαφρο όσο το τούλι από το φόρεμα της (Φωτογραφία: Patrick Hürlimann).

Τα ερμήνευσε σε δύο διαδοχικές βραδιές (ακούσαμε προφανώς τη δεύτερη με τα κομμάτια 7 ως 11) η Suzanne Z’Graggen, Ελβετή οργανίστα και εκκλησιαστική μουσικός στην κοντινή Εκκλησία των Ιησουιτών, ένα μπαρόκ κόσμημα της Λουκέρνης. Η ερμηνεία της ήταν γεμάτη κατάνυξη· καθώς μάλιστα το όργανο είναι τοποθετημένο σε αρκετό ύψος, πραγματικά έμοιαζε με μουσική από τον ουρανό.

Όπως μας ενημέρωσε ο Intendant, η πρόθεση είναι το εκκλησιαστικό όργανο από δω και στο εξής να χρησιμοποιείται τακτικότερα. Πρόκειται για μία σοφή απόφαση, που ελπίζω να βρει και στα καθ’ ημάς μιμητές.

Το ρεσιτάλ πιάνου της  Άννα Τσιμπούλεβα

Το μεσημέρι της Παρασκευής η μεγάλη αίθουσα φιλοξενούσε μόνο το πιάνο για το ατομικό ρεσιτάλ της  Anna Tsybuleva. Γεννημένη το 1990 σε μια πολίχνη της Κιργιζίας και νικήτρια του διεθνούς διαφωνισμού πιάνου του Leeds το 2015, η μουσικός ανέβηκε στη σκηνή φορώντας ένα εντυπωσιακό αέρινο φόρεμα και έπαιξε τη Δεύτερη Σονάτα για πιάνο σε φα δίεση ελάσσονα, έργο 2, μαζί με σύντομα κομμάτια από το έργο 76. Εντυπωσίασε με τις ικανότητές της σε μια προσέγγιση κατά γενική ομολογία  μνημειακή· οριακά θύμιζε παλιό σοβιετικό ακαδημαϊσμό, οπωσδήποτε συμβατό με την πρώιμη σονάτα, αλλά όχι με τα «εξομολογητικά» έργα της ωριμότητας.

Μας κέρδισε όμως με το εκτός προγράμματος αργό μέρος, το εκφραστικότατο andante, από την επόμενη, Τρίτη Σονάτα του Βrahms, σε μία προσέγγιση γεμάτη λυρισμό και ελευθερία, ανάλαφρη όσο το τούλινο φόρεμα της, που άφηνε να διαφανεί ότι η προηγούμενη ακαμψία δεν ήταν ερμηνευτικός μονόδρομος. Μια προσδοκία που επιβεβαιώθηκε περίτρανα δύο μέρες μετά, στις συναυλίες μουσικής δωματίου στις νέες εγκαταστάσεις της ορχήστρας στο Kriens.

To νέο Σπίτι της ορχήστρας στο Kriens είναι μία αίθουσα απολύτως σύγχρονων προδιαγραφών και ακουστικής, με καλαίσθητη επένδυση ξύλου σε όλες τις επιφάνειες.

Η αίθουσα δοκιμών και ηχογραφήσεων στο νεότευκτο Orchesterhaus στο Kriens έχει θέα στο όρος Pilatus και άπλετο φυσικό φως (Φωτογραφία: Patrick Hürlimann).

Οι εγκαταστάσεις στο Kriens και η μουσική δωματίου

Με ένα μικρό άλμα στον χρόνο και μια μικρή διαδρομή με το λεωφορείο την Κυριακή το πρωί επισκεφθήκαμε το Orchesterhaus το νέο Σπίτι της ορχήστρας στον «Νότιο Πόλο» αλλιώς Südpol, όπως ονομάζεται το νέο πολιτιστικό σύμπλεγμα στο Kriens, προάστιο νότια της πόλης. Εκεί συνυπάρχουν σε στενή συνάφεια το Ωδείο (Musikschule), η Μουσική Ακαδημία (Musikhochschule) και το νέο κτίριο που στεγάζει τη διοίκηση της ορχήστρας και την αίθουσα  δοκιμών και ηχογραφήσεων.

Η αίθουσα έχει ύψος σχεδόν δέκα μέτρα και όγκο περίπου 4000 κυβικά. Πρόκειται για μία αίθουσα απολύτως σύγχρονων προδιαγραφών και ακουστικής, με καλαίσθητη επένδυση ξύλου σε όλες τις επιφάνειες και ένα μεγάλο παράθυρο που παρέχει θέα στο όρος Pilatus και αφήνει να μπει άπλετο φυσικό φως. Τα καθίσματα, στα οποία συνήθως παίζουν οι μουσικοί, είχαν τώρα παραταχθεί σε σειρές για τους ακροατές που έρχονταν να ακούσουν μια ακόμα πλευρά του Μπραμς, αυτή του συνθέτη μουσικής δωματίου. Η τοποθέτηση όλων στο ίδιο επίπεδο μέσα σε αυτήν την αίθουσα που έχει φτιαχτεί ώστε οι μουσικοί να ακούν ο ένας τον άλλον είναι φυσικά μία πραγματικά ιδανική συνθήκη ακρόασης για τη μουσική δωματίου.

Η πρωινή συναυλία ανοίγει με τη Δεύτερη σονάτα για βιόλα, σε μι ύφεση μείζονα, έργο 120 αρ. 2. Ο Γάλλος βιολίστας Adrien La Marca αποσπά από τη σπάνια βιόλα Nicola Bergonzi της Cremona (κατασκευή περ. 1780) ήχους λεπτών αποχρώσεων με γήινο λυρισμό, ενώ η γνωστή μας Άννα Τσιμπούλεβα αναδεικνύεται σε μία μουσικό με εξαιρετική ευαισθησία, με ένα πολύ μαλακό παίξιμο, πραγματικά μία μουσικός για την οποία σύντομα θα ακούσουμε περισσότερο.  Ακολούθως η πιανίστα συμπράττει στη Δεύτερη Σονάτα για βιολί σε λα μείζονα, έργο 100, με τη Γαλλίδα konzertmeisterin (πρώτο βιολί) της Ορχήστρας Lisa Schatzman, η οποία παίζει σε βιολί Niccolo Amati σε μια λεπτή, ισορροπημένη ερμηνεία.

Είναι πάντα προνόμιο να ακούς αυτά τα όργανα σε χέρια καλών μουσικών. Και οι τρεις  θα ενώσουν τις δυνάμεις του με την βιολοντσελίστα Marie-Elisabeth Hecker στο Δεύτερο κουαρτέτο με πιάνο, σε λα μείζονα, έργο 26. Ένα υπέροχο έργο, κάπως  αδικημένο ανάμεσα στο πιο δημοφιλές πρώτο και το ώριμο τρίτο, που εδώ ακούσαμε παιγμένο εξαιρετικά.

Οι Gregory Ahss, Martin Helmchen, Anna Tsybuleva, Adrien La Marca, Marie-Elisabeth Hecker, Maciej Burdzy  στην απογευματινή δεύτερη συναυλία (μουσική δωματίου) στο Κριενς (Φωτογραφία: Patrick Hürlimann)

Το απόγευμα επιστρέψαμε για μια δεύτερη και ισχυρότερη δόση, όπου ξαναβρίσκουμε τη Marie-Elisabeth Hecker και τον Adrien La Marca και συναντούμε έναν από τους πιο ταλαντούχους Γερμανούς πιανίστες, τον Martin Helmchen, για το Δεύτερο τρίο με πιάνο σε ντο μείζονα, έργο 87, και το μοναδικό Κουιντέτο με πιάνο, σε φα ελάσσονα, έργο 34. Συμπράττουν ο Α΄ konzertmeister, ο γεννημένος στη Μόσχα Ισραηλινός Gregory Ahss και ο πολωνικής καταγωγής Β΄ konzertmeister Maciej Burdzy. Μας χαρίζουν δύο υπέροχες ερμηνείες που στηρίχτηκαν στην ουσιαστική επικοινωνία μεταξύ  μουσικών που συνδυάζουν τη μουσική αντίληψη και τη δεξιοτεχνία με τον ενθουσιασμό.

Πέρα από την ίδια την ομορφιά της μουσικής γραφής, η μουσική δωματίου είναι μια υπέροχη ευκαιρία για να συμμετάσχεις έστω και ως ακροατής σε αυτή τη διαδικασία σύμπραξης και επικοινωνίας μεταξύ των ισότιμων ερμηνευτών. Δεν είναι ζητούμενο να ακούσεις κάποια νέα προσέγγισηˑ αρκεί ό,τι υπάρχουν νέοι ή ώριμοι άνθρωποι που μπορούν να γεμίσουν με νέα ζωή τις παρτιτούρες: τότε αυτές θα ακούγονται πάντα σαν να παίζονται για πρώτη φορά.

Τα προσκεκλημένα σχήματα: Εchoes of life και Η Ωραία Μαγγελόνη

Εκτός από τις δυνάμεις του τόπου, στο Φεστιβάλ Le piano symphonique 2022 είχαμε την ευκαιρία να ακούσουμε και δύο πολύ διάσημα μουσικά project, τα οποία οι ενημερωμένοι φιλόμουσοι πιθανόν να  γνωρίζουν ήδη από τις δημοσιεύσεις και τους επαίνους που έχουν λάβει από τον διεθνή τύπο.  Η ευκαιρία να τα παρακολουθήσουμε σε δύο συνεχόμενες βραδιές ήταν ιδιαιτέρως επωφελής.

Echoes of Life: το βράδυ της Παρασκευής είχα μια σπάνια προοπτική του πιάνου.

Εchoes of life: Hakan Demirel και Alice Sara Ott

Λόγω της φύσης  της παράστασης, οι θέσεις που μας δόθηκαν το βράδυ της Παρασκευής 12 Φεβρουαρίου 2022 ήταν στον εξώστη και ακριβώς στο κέντρο με θέα στο πληκτρολόγιο του πιάνου. Είχα μια σπάνια προοπτική του οργάνου, καθώς το βλέμμα μου ήταν ακριβώς ευθυγραμμισμένο με το ανοιχτό καπάκι, έτσι ώστε από ολόκληρο το ογκώδες κάλυμμα να βλέπω μονάχα τα λίγα εκατοστά της στενής πλευράς του. Φυσικά έτσι αισθανόμουν ότι ο ήχος έρχεται κατευθείαν σε μένα. Ψευδαίσθηση ή αυθυποβολή, μερικές φορές πραγματικά θα ήθελα ο ήχος να είναι ορατός για να τον παρακολουθείς καθώς κινείται σε έναν χώρο.

Σε κάθε περίπτωση, το Εchoes of life έχει και οπτικό μέρος, καθώς είναι κοινό project της γερμανοϊαπωνέζας πιανίστας Alice Sara Ott και του Τούρκου αρχιτέκτονα  Hakan Demirel. Το μουσικό πρόγραμμα είναι τα 24 πρελούδια του Frédéric Chopin, ανάμεσα στα οποία παρεμβάλλονται σύντομα κομμάτια σύγχρονων συνθετών: Francesco Tristano, György Ligeti, Nino Rota, Chilly Gonzales, Toru Takemitsu, Arvo Pärt, και το Lullaby to Eternity που έχει συνθέσει η ίδια η πιανίστα με αποσπάσματα από το ομώνυμο κομμάτι του Mozart. Τα βίντεο έχουν διάφορες θεματικές σαν μια αφηρημένη οπτική αφήγηση και στην εξέλιξή τους είναι αρκετά καλά συγχρονισμένα με την πορεία της μουσικής, η οποία είναι ομολογουμένως πολύ ενδιαφέρουσα.

Η Οττ παίζει ξυπόλητη και αφότου βγάλει ένα συγκινητικό λογύδριο κατορθώνει κάτι εξαιρετικά δύσκολο, δηλαδή στα 70 λεπτά της συναυλίας να παίξει απανωτά περίπου 30 μικροέργα και αυτά να μη μοιάζουν μεταξύ τους. Το κάθε πρελούδιο και το κάθε κομμάτι έχει τον χαρακτήρα του, τον ρυθμό του και την ιδιοσυστασία του, και πάντοτε παιγμένα καθαρά, με συναίσθημα και ροή. Τα εμβόλιμα κομμάτια  είναι πολύ καλά ενταγμένα σε βαθμό που καμιά φορά να αρχίσεις να μπερδεύεσαι με τι είναι Σοπέν και τι όχι. Συνολικά είναι μία σπουδαία εμπειρία και ας μην περιλαμβάνει ούτε ένα έργο του Μπραμς! – ούτε στο encore, που είναι η Κνωσσιανή (Gnossienne) του Ερίκ Σατί, σε μια έξοχα μυστικιστική ερμηνεία.

Οι Sveinung Bjeiland (πιάνο), Daniel Behle (τενόρος), Hans – Jürgen Schatz (ηθοποιός). Τρεις κύριοι αναπολούν την Ωραία Μαγγελόνη (Φωτογραφία: Dominik Wunderlin).

Η Ωραία Μαγγελόνη

Tο επόμενο βράδυ ακούσαμε ένα project που πρωτοπαρουσίασαν μετά πολλών επαίνων το 2013 ο ηθοποιός Hans – Jürgen Schatz, ο  τενόρος Daniel Behle και ο πιανίστας Sveinung Bjeiland: τον κύκλο τραγουδιών Die schöne Magelone – Η Ωραία Μαγγελόνη σε ποίηση Johann Ludwig Tieck (1773-1853), με τις περιπέτειες του ιππότη Πέτρου της Προβηγκίας και της όμορφης κόρης του Βασιλιά της Νάπολης. Ο Μπραμς μελοποίησε τα 15 από τα 16 τραγούδια, που ερμήνευσαν οι μουσικοί, ενώ ο ηθοποιός απήγγειλε το αφηγηματικό κείμενο που τα συνδέει καθώς και το ένα ποίημα που δεν μελοποιήθηκε.

Η αφήγηση δίνει μία νέα διάσταση κατανόησης στον λυρικό λόγο των τραγουδιών, που πλέον επανεντάσσεται στο αυθεντικό αφηγηματικό πλαίσιο της αρχικής έμπνευσης. Αλλά ακόμα και αν δεν καταλαβαίνει κανείς τη γλώσσα, και πάλι απολάμβανε το ζεστό και τέλεια αρθωμένο τραγούδι και την συνολικά άριστη σύμπραξη. Σημειωτεόν ότι και ο ηθοποιός απαγγέλλει χωρίς ενίσχυση, στήνοντας τη φωνή αρκετά ψηλά, με την παραδοσιακή τέχνη της απαγγελίας που σχεδόν έχει πλέον εγκαταλειφθεί χάριν του μικροφώνου.

Με καλή μουσική και σωστή απαγγελία, η εμπειρία έμοιαζε σαν μία κοινωνική συγκέντρωση γύρω από τη μουσική και την ποίηση, όπου κάθε ερμηνευτής είχε την αμεσότητα ενός ανθρώπου που δεν δίνει παράσταση, αλλά τραγουδά και απαγγέλλει για τους φίλους του σε μία βραδιά αφιερωμένη στον μελοποιημένο λόγο.

Η ανάδειξη του δεσίματος και της συνέργειας του ζευγαριού των σφετεριστών είναι η πιο ανθρώπινη πλευρά αυτής της σκηνοθεσίας (Φωτογραφία: Ingo Hoehn).

Στην Α΄ πράξη ο Μακμπέθ σπάει το γυάλινο φέρετρο του Ντάνκαν για να οικειοποιηθεί τα σύμβολα της βασιλικής εξουσίας.

Στην Όπερα της Λουκέρνης: Macbeth του Giuseppe Verdi

Όπως συμβαίνει συχνά στις γερμανόφωνες χώρες, το τοπικό Θέατρο αρκετών πόλεων υπηρετεί παράλληλα τον πεζό και τον μελοποιημένο λόγο, για τον οποίο συνεπικουρείται από την τοπική συμφωνική ορχήστρα. Το απόγευμα της Κυριακής 14 Φεβρουαρίου 2022, μεταξύ πρωινής και απογευματινής συναυλίας μουσικής δωματίου, ξανακούσαμε τη Συμφωνική Ορχήστρα της Λουκέρνης, αυτή τη φορά ως ορχήστρα της όπερας, να ερμηνεύει τον Macbeth του Giuseppe Verdi σε μουσική διεύθυνση του άξιου μαθητή του Ρικάρντο Μούτι, Ιρανού Hossein Pishkar, και σκηνοθεσία του νέου ανερχόμενου Γερμανού Wolfgang Nägele (Βόλφγκανγκ Ναίγκελε), παλαιότερα βοηθό του Hans Neuenfels.

Αφού μιλάμε για Γερμανό σκηνοθέτη, φυσικά μιλάμε και για θέατρο του σκηνοθέτη (regitheater), δηλαδή μια πλήρη επανερμηνεία του έργου. Έτσι, στο άνοιγμα της αυλαίας δεν υπάρχει καζάνι, αλλά μια ομάδα από κυρίες με ταγιέρ σε παλ χρώματα που σέρνουν έναν συρφετό από μεγάλους της ιστορίας: ηγεμόνες, αυτοκράτορες, στρατηγοί, μεσήλικες και ηλικιωμένοι άνδρες με ερμίνες, παράσημα, τρίκωχα καπέλα, κυκλοφορούν με τα σώβρακα σε ένα ελεεινό θέαμα. Αν και ο σκηνοθέτης απομακρύνεται συχνά από το γράμμα του λιμπρέτου, μας αποζημιώνει με μερικές ενδιαφέρουσες δηλώσεις που δεν αντιβαίνουν καθόλου στο πνεύμα του.

Στην Α΄ πράξη ο Μακμπέθ σπάει το γυάλινο φέρετρο του Ντάνκαν για να οικειοποιηθεί τα σύμβολα της βασιλικής εξουσίας. Στο συμπόσιο της Β΄ πράξης κάνει έρωτα με τη Λαίδη επάνω στο τραπέζι και εμπρός στα μάτια των αηδιασμένων υπηκόων του. Αν τα παιδιά που δεν έχει ο ίδιος αλλά έχει ο Μπάνκο είναι για αυτόν ένας εφιάλτης, στην αρχή της Γ΄ πράξης το ίδιο τραπέζι του συμποσίου φιλοξενεί ένα παιδικό πάρτι που επιμελούνται οι μάγισσες. Ο Μακπέθ για να πάρει χρησμό θα πρέπει να σπάσει την πινιάτα, και τότε κάποια από τα παιδιά θα αφήσουν το παιχνίδι τους για να του προλέξουν τις νέες αμφίσημες προφητείες.

Στη Δ΄ πράξη οι Σκωτσέζοι κυκλοφορούν με φωτογραφίες αγνοουμένων, όπως έχουμε συχνά δει σε δικτατορίες. Στο τέλος της παράστασης, που ακολουθεί κυρίως την εκδοχή του 1865 (κριτική έκδοση του David Lawton) αλλά ενσωματώνει την τελική άρια του Μακμπέθ, αυτή μοιάζει να λειτουργεί ως ηθικό επιμύθιο μετά τη φυσική εκτέλεση του ήρωα. Αφότου την τραγουδήσει, μια μάγισσα έρχεται για να τον παραλάβει. Το μέλλον του είναι να ενσωματωθεί στον άθλιο συρφετό των εξαθλιωμένων ηγετών, μακριά από την αγαπημένη αλλά νεκρή συζυγό του. Η ανάδειξη του δεσίματος και της συνέργειας του ζευγαριού των σφετεριστών είναι η πιο ανθρώπινη πλευρά αυτής της σκηνοθεσίας.

Ηγεμόνες, αυτοκράτορες, στρατηγοί και ἀλλοι μεγάλοι της ιστορίας κυκλοφορούν με τα σώβρακα σε ένα ελεεινό θέαμα (Φωτογραφία: Ingo Hoehn).

Στα επιπλέον θετικά καταγράφεται η καλή ροή της δράσης και η αποφυγή καταπόνησης των τραγουδιστών με ακραίες σκηνικές απαιτήσεις. Αντίθετα, διαφαίνεται η φροντισμένη διδασκαλία που οδηγεί σε πειστικές ερμηνείες, με κορυφαία αυτή της Σουζάνε Έλμαρκ. Η επιτυχημένη Τσερμπινέτα και Βασίλισσα της Νύχτας δεν είναι μια φωνητικά προφανής Λαίδη, και αναμενόμενα η φωνή λάμπει πάνω από όλα στην υπέροχη υψηλή περιοχή της. Σίγουρα μια Λαίδη μη ιταλίδα, η οποία όμως ενσωματώνει πλήρως το τραγούδι σε μια ολοκληρωμένη μουσικοδραματική ερμηνεία που αποδεικνύει ότι η όπερα είναι πραγματικό μουσικό θέατρο: είναι συναρπαστική.

Ο ισλανδός Hrólfur Saemundsson ερμηνεύει τον επώνυμο ρόλο επίσης εξαιρετικά με ακμαία φωνητική και ωραία υποκριτική, όπως και Christian Tschelebiew (Banco), μέλος του ensemble. Ο μεξικανός τενόρος Diego Silva (Macduff) έχει φυσικά συγκινητική φωνή και καταχειροκροτείται στη σπαρακτική του άρια. Καλές ερμηνείες και από τους υπόλοιπους συντελεστές, Eyrún Unnarsdóttir (υπηρέτρια της Λαίδης Macbeth), Robert Maszl (Malcolm) και σε τέσσερις ρόλους ο Sebastià Peris (Ιατρός, Υπηρέτης, Δολοφόνος, Κήρυκας). Πολύ καλές ερμηνείες από τους Luzerner Kantorei και το Chor und Extrachor του Θεάτρου της Λουκέρνης (διδασκαλία χορωδίας Mark Daver), με ειδική μνεία στα παιδιά που ερμήνευσαν το δεύτερο και τρίτο πνεύμα.

Την σκοτεινή αντίληψη του σκηνοθέτη συμπληρώνουν οι πολύ επιμελημένες εργασίες των Johanna Mangold και Christine Cyris (δραματουργία),  Valentin Köhler (σκηνικά και ενδυμασίες) και  David Hedinger-Wohnlich (φώτα). Από το πόντιουμ ο Hossein Pishkar καθοδηγεί την παράσταση με εξαιρετική επιτυχία και πραγματικά εξηγεί γιατί ο Βέρντι είναι ένας σπουδαίος δραματικός συνθέτης, δίνοντας αξία στα θέματα και την ενορχήστρωση. Η Συμφωνική Ορχήστρα της Λουκέρνης ανταποκρίνεται θαυμάσια υποδειγματικά προσαρμοσμένη στην εντελώς διαφορετική ακουστική αυτού του μικροσκοπικού θεάτρου (μόλις 480 θέσεις).

To όργανο είναι τοποθετημένο σε αρκετό ύψος, η μουσική μοιάζει να έρχεται από τον ουρανό.

Η μουσική Λουκέρνη και τα cd της Ορχήστρας

Το πρωί του Σαββάτου ήταν το μόνο χωρίς μουσικό πρόγραμμα και ήταν αφιερωμένο στη περιήγηση της Λουκέρνης, μιας πόλης που φιλοξένησε πολλούς και σπουδαίους μουσικούς. Ανάμεσά συγκαταλέγονται δύο μεγάλοι συνθέτες που κατοίκησαν επι μακρόν τις όχθες της, ο Richard Wagner και ο Sergei Rachmaninov.

Αποτίοντας τιμή στον τελευταίο, η Συμφωνική Ορχήστρα της Λουκέρνης ηχογράφησε με τον προηγούμενο μόνιμο αρχιμουσικό James Gaffigan δύο έργα που γράφτηκαν στην εκεί κατοικία του, τη Βίλα Σενάρ: τη σπάνια παιζόμενη Τρίτη Συμφωνία στην τελική εκδοχή του 1939 και την Ραψωδία σε ένα θέμα του Παγκανίνι, με τον πιανίστα Behzod Abduraimov να παίζει το πιάνο που χρησιμοποίησε ο Ραχμάνινοφ όταν συνέθεσε το έργο, ένα Steinway του 1934, το οποίο του δώρισε η εταιρεία και έκτοτε παρέμεινε εκεί. Πραγματικά αξιόλογη ηχογράφηση με πολύ καλές ερμηνείες, στη Ραψωδία ξεχωρίζει ασφαλώς η εκπληκτική ερμηνεία του πιανίστα αλλά και για ο διαφορετικό ήχος του οργάνου, λιγότερο μεταλλικός και λαμπερός από ό,τι τα σημερινά πιάνα κοντσέρτου. Το cd συνοδεύει πλούσιο υλικό τεκμηρίωσης.

Εξαιρετικά ενδιαφέρoν επίσης είναι το ηχογράφημα Transmission που κυκλοφόρησε πιο πρόσφατα, με τον Michael Sanderling και τον χαρισματικό νέο Γάλλο τσελίστα Edgar Moreau σε έργα εβραϊκής έμπνευσης, τα περισσότερα πολύ σπάνια: Από την Εβραϊκή Ζωή και Schelomo: Rhapsodie Hébraïque του Ernest Bloch, το Κοντσέρτο για Βιολοντσέλο του Erich Wolfgang Korngold, το Kol Nidrei του Max Bruch και μια ωραία μεταγραφή από τις Δύο εβραϊκές μελωδίες του Maurice Ravel. Ένα πολύ ωραίο και πρωτότυπο πρόγραμμα, ερμηνευμένο από όλους με πραγματική ευαισθησία σε μια πολύ καλή ηχογράφηση.

Στη Λουκέρνη τον Μάιο και τον Ιούνιο.  Το επόμενο Φεστιβάλ τον Φεβρουάριο του 2023

Το επόμενο συναυλιακό πρόγραμμα της Συμφωνικής Ορχήστρας της Λουκέρνης περιλαμβάνει τις συμφωνικές συναυλίες υπό τη διεύθυνση του Μίχαελ Ζάντερλινγκ και τη μουσική δωματίου τον Μάιο και τον Ιούνιο, ενώ το επόμενο Φεστιβάλ Le Piano Symphonique έχει προγραμματιστεί για τις 7-11 Φεβρουαρίου 2023. Ο τιμώμενος συνθέτης παραμένει ακόμα μυστικό.

 

Διαβάστε ακόμα: Αρχαϊκή και μυστηριώδης. Είδαμε τη «Βληχή» του Λάνθιμου.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top