Στα σκαριφήματά του, αναγνωρίζεις την προτίμησή του για την παλέτα των γκρίζων και μπλε ελεκτρίκ χρωμάτων.

    «Enki» είναι το χαϊδευτικό του «Enes». Kαι «Bilal» ένα όνομα οθωμανικής προέλευσης, Έτσι λεγόταν ο πρώτος μουεζίνης του Ισλάμ, ένας μαύρος σκλάβος με ωραία φωνή. Δεν είναι ένα ανώδυνο πατρώνυμο…

    Το πρωί, για να λειτουργήσει, πρέπει πρώτα να χτυπήσει 3-4 καφεδάκια. Δεκάδες ανολοκλήρωτα σχέδια ξεχειλίζουν μπροστά του πάνω σ’ ένα τραπέζι σχεδίασης, λίγο πριν από την κυκλοφορία του τελευταίου του διπλού άλμπουμ BUG. Απολαμβάνει αυτήν την οργανωμένη μπουρδελοκατάσταση. Ωστόσο, τα πενάκια και τα πινέλα του είναι πεντακάθαρα και καθένα βρίσκεται στη θέση του.

    Στα σκαριφήματά του, αναγνωρίζεις την προτίμησή του για την παλέτα των γκρίζων και μπλε ελεκτρίκ χρωμάτων. Μαζί με το μαύρο, είναι οι αποχρώσεις που περιγράφουν το πώς βλέπει τον κόσμο. Ενίοτε, στρέφεται στο κόκκινο και το πράσινο, εξόχως συμβολικά μέσα σ’ ένα δραματικά φαιό σύμπαν. Αδύνατον να αποχωριστεί αυτήν τη χρωματομετρία, χρόνια τώρα.

    Ο Ενκί αυτό που έκανε σ’ όλη τη ζωή του είναι να απεικονίζει την πορεία του κόσμου ένα βήμα μπροστά (AFP).

    Στο BUG, καταπιάνεται με μια ανθρωπότητα που επιχειρεί να συνέλθει μετά από το σβήσιμο όλων των ψηφιακών αρχείων του πλανήτη. Είναι το 2041, δηλαδή αύριο πρωί. Είναι φορές που ο Μπιλάλ νομίζεις πως κάθεται μπροστά σε μια κρυστάλλινη σφαίρα.

    Αφού πρώτα ενδιαφέρθηκε για την ιταλική ακροαριστερά, τα κομουνιστικά ιδεώδη της Ανατολικής Ευρώπης, το θρησκευτικό σκοταδισμό ή την περιβαλλοντική κρίση, ο Μπιλάλ καταλήγει προσφυώς στο επίκαιρο θέμα της ψηφιακής κουλτούρας, μητέρας πια όλων των μαχών.

    Δεν γουστάρει να μιλάει για τον εαυτό του. Πίσω από το ωραίο του παράστημα, ντυμένο πάντα στα μαύρα, κρύβεται μια περσόνα εύθραυστη.

    Το έργο του μπορεί να χαρακτηριστεί πολιτική fiction. Όχι επιστημονική φαντασία, γιατί στον κόσμο μας ένας τέτοιος χαρακτηρισμός στερείται νοήματος. Ο Ενκί αυτό που έκανε σ’ όλη τη ζωή του είναι να απεικονίζει την πορεία του κόσμου ένα βήμα μπροστά. Στα μάτια του, η ψηφιακή επανάσταση –φρενήρης, αταξική- είναι η μεγαλύτερη που γνώρισε ο άνθρωπος.

    Έχει βρει το στυλ του: γραμμή αμίμητη, γυναίκες όμορφες, δυνατές κι απόμακρες, κόσμος παράξενος, οικείος και ονειρικός ταυτόχρονα.

    Δεν γουστάρει να μιλάει για τον εαυτό του. Πίσω από το ωραίο του παράστημα, ντυμένο πάντα στα μαύρα, κρύβεται μια περσόνα εύθραυστη. Η διαδρομή του μυθιστορηματική. Γεννήθηκε το 1951 στο Βελιγράδι. Μητέρα του μια καθολική Τσέχα και πατέρας του ένας Βόσνιος μουσουλμάνος, επίσημος ράφτης του Τίτο. Την κάνει για Παρίσι, αφήνοντας πίσω γυναίκα και παιδιά. Ο Ενκί είναι πια 9 ετών, όταν καταφέρνουν να σμίξουν και πάλι. Εξακολουθεί να θυμάται τη μυρωδιά του τσιγάρου που πότιζε τα ρούχα του πατέρα του.

    Δεν ξέρει λέξη γαλλικά, αλλά μέσα σε ενάμιση χρόνο τα μιλάει φαρσί, ερωτευμένος με τον Ρεμπώ και τον Μπωντλαίρ, τον Περέκ και τον Λόβερκραφτ. Και σχεδιάζει. Υπό την μπαγκέτα του René Goscinny. Αλλά σύντομα αποφασίζει ν’ ανοίξει τα φτερά του, γοητεύοντας άπαντες με την τριλογία του Νικοπόλ (δανείζοντας στον ήρωά του τα χαρακτηριστικά του Γερμανού ηθοποιού Μπρούνο Γκανζ). Αναμεταξύ δουλεύει για το μυθικό περιοδικό Pilote, ενώ είναι ο πρώτος κομίστας που εντάσσεται στο παλμαρές του Lire του Μπερνάρ Πιβό.

    Για τον Μπιλάλ, ο πλανήτης είναι ζων οργανισμός – η θεωρία της Γαίας (cambiaste.com).

    Έχει βρει το στυλ του: γραμμή αμίμητη, γυναίκες όμορφες, δυνατές κι απόμακρες, κόσμος παράξενος, οικείος και ονειρικός ταυτόχρονα, ένα ενάλιο ουέστερν, μια γκριζάδα ολότελα δική του. Αδύνατο να μην αναγνωρίσεις με την πρώτη ματιά το στυλ του. Φτιάχνει τα σκηνικά για το «La Vie est un roman» και την αφίσα για τη μυθική ταινία «Ο θείος μου από την Αμερική» του Αλέν Ρενέ.

    Κάποιοι τον κατηγορούν για πεσιμισμό, άλλοι για ερμητισμό. Ανταπαντά, επικαλούμενος διαύγεια πνεύματος.

    Αλλά το σύμπαν του δεν περιορίζεται στο σχέδιο: μαζί κινηματογράφος, όπερα, μπαλέτο, σκηνοθεσία, ζωγραφική… Χρησιμοποιεί όλα τα μέσα για να το αφηγηθεί, ξανά και ξανά. «Κάθε δημιουργία είναι γέννημα θρέμμα μια συνάντησης ή μιας ανάγκης».

    Όμως, τα κόμιξ είναι η γλώσσα του: « Ένα πεδίο εξερεύνησης και ευφυΐας, μια τέχνη ευγενής, λόγω της οικονομίας των μέσων της». «Η κεντρική ιδέα των άλμπουμ μου είναι η επιβίωση του είδους». Η ιδέα της μετάλλαξης τον στοιχειώνει. Για τον Μπιλάλ, ο πλανήτης είναι ζων οργανισμός – η θεωρία της Γαίας.

    Είναι φορές που ο Μπιλάλ νομίζεις πως κάθεται μπροστά σε μια κρυστάλλινη σφαίρα.

    Κάποιοι τον κατηγορούν για πεσιμισμό, άλλοι για ερμητισμό. Ανταπαντά, επικαλούμενος διαύγεια πνεύματος. Αναλύει, αποδεχόμενος μια πραγματικότητα. Γαληνεύει έτσι. Κι έχει χιούμορ. Η δουλειά του δεν είναι όσο μαύρη φαίνεται. Δεν είναι προφανές, αλλά ξέρει να παίρνει τα ρίσκα του. Δεν μπορείς να του κολλήσεις ετικέτες. Είναι ένας μονήρης. Πάντοτε ήταν.

    Μια περσόνα που η επιτυχία τον αφήνει αδιάφορο. Άσχετα αν το 2013 εξέθεσε στο Λούβρο, μετά στο Μουσείο des Arts et Métiers. Μπορεί οι τιμές που πιάνουν τα έργα του στην αγορά της τέχνης να είναι μυθώδεις, ωστόσο, εκείνος το μόνο που βρίσκει να σχολιάσει είναι πως «Το βρίσκω ευχάριστο και ιλιγγιώδες. Από την άλλη ξέρω πως δεν θα πάρω σύνταξη, πως πρέπει να δουλεύω ώς το τέλος. Προσπαθώ να κάνω πράγματα που να είναι όσο πιο ειλικρινή γίνεται, στρατευμένα. Άλλοι γουστάρουν, άλλοι σιχαίνονται. Αλλά ποτέ δεν θα πω “είμαι κι ο πρώτος”».

    Μετά χάνεται ήρεμα μέσα στην γκριζάδα της μεγαλούπολης. Υποτονθορίζοντας την ατάκα του Paul Virilio: « Όταν ο άνθρωπος επινοεί κάτι, επινοεί μαζί και την καταστροφή που το συνοδεύει». Στο μεταξύ, η βροχή συνεχίζει να πέφτει. Όξινη.

     

    Διαβάστε ακόμα: Οι πιο αχόρταγες γυναίκες των κόμιξ είναι εκείνες του Σερπιέρι.

     

     

    x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

    Button to top