Ο γνωστός οινοποιός Stefano Ferrante επισκέφθηκε το Οινόραμα 2024 στο πλαίσιο μιας νέας συνεργασίας του στην Κρήτη. (Φωτογραφία: Meininger’s International)

Στον κόσμο της ιταλικής οινοποιίας (και κατ’ επέκταση σε όσον μέρος του οινοφιλικού πλανήτη έχει το βλέμμα στραμμένο στην αμπελουργό χερσόνησο) προκλήθηκε μια μικρή αίσθηση το 2011, όταν ο τότε 38χρονος Stefano Ferrante ανέλαβε τεχνικός διευθυντής της Zonin, της μεγαλύτερης οινοποιίας της χώρας.

Έκτοτε, ο χαμηλών τόνων οινολόγος – που θεωρεί το κρασί πολιτιστικό αγαθό και αρπάζει κάθε ευκαιρία για να συνδέσει το σύγχρονο κρασί με την αρχαία κληρονομιά της Μεσογείου –  ανεξαρτητοποιήθηκε, δραστηριοποιήθηκε κυρίως στην Ιταλία αλλά και σε αρκετά project στην υπόλοιπη υφήλιο, και επισκέφτηκε το Οινόραμα 2024 στο πλαίσιο μιας νέας συνεργασίας στην Κρήτη.

Η επίσκεψή του ήταν και η αφορμή για τη συνάντησή μας και για μία συνέντευξη που ελπίζω να ευχαριστηθείτε όσο ευχαριστήθηκα τη γνωριμία και τη συνομιλία μας.

«Το ότι βρίσκομαι στην Αθήνα κάτω από τον Παρθενώνα και  τρώω πρωινό κοιτάζοντας την Ακρόπολη, και είναι πάντα κάτι που με κάνει να νιώθω σαν στο σπίτι μου, με κάνει να νιώθω καλά».

– Έχετε μια ιδιαίτερη σχέση με τον κλασικό ελληνικό πολιτισμό λόγω των πρώτων σπουδών σας.

Ναι, σπούδασα ελληνική και λατινική γλώσσα και πολιτισμό στο λύκειο. Στην Ιταλία ονομάζεται Κλασικό Λύκειο και τα δύο πρώτα χρόνια του κλασικού λυκείου ονομάζονται Γυμνάσιο. Σπούδασα αρχαία ελληνικά, αρχαία λατινικά και όλη την κουλτούρα του αρχαίου έπους, της κλασικής τραγωδίας κλπ. Είμαι βυθισμένος σε αυτόν τον κλασικό κόσμο, προέρχομαι από αυτόν ακριβώς τον μεσογειακό κλασικό κόσμο.

– Ίσως ήταν οι Βάκχες που σας έσπρωξαν στο κρασί…

Ίσως ήταν οι θεοί και οι μαινάδες… Για μένα, για παράδειγμα, το γεγονός ότι βρίσκομαι εδώ για να κάνω αυτή τη συνέντευξη στην Αθήνα κάτω από τον Παρθενώνα είναι πολύ συναρπαστικό. Σήμερα το πρωί πήρα πρωινό κοιτάζοντας την Ακρόπολη, και είναι πάντα κάτι που με κάνει να νιώθω σαν στο σπίτι μου, με κάνει να νιώθω καλά, είναι ένα φυσικό μέρος για μένα.

– Και μετά στη Βερόνα όπου ζείτε υπάρχει και ο ποδοσφαιρικός σύλλογος Hellas Verona.

Ακριβώς! Η δεύτερη κόρη μου, που γεννήθηκε στη Βερόνα είναι οπαδός της ομάδας και επομένως γνωρίζει την ιστορία και γιατί ο ποδοσφαιρικός σύλλογος ονομάζεται Ελλάς· είναι ο πολιτισμός μας.

Συνέντευξή του στο περιοδικό Decanter το 2015.

– Και τι άλλο σας ώθησε να ασχοληθείτε με το κρασί (εκτός θεϊκής παρέμβασης);

Όταν τελείωσα τις κλασικές μου σπουδές και καθώς είμαι από το Μιλάνο, μια μεγάλη πόλη και δεν έχω αμπέλια – στο σπίτι μου δεν πίναμε κρασί – αποφάσισα να σπουδάσω γεωπόνος, μου άρεσε πολύ ως αντικείμενο, και γράφτηκα στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο του Μιλάνου, που είναι ως σήμερα ένα σημαντικό εκπαιδευτικό ίδρυμα στην Ιταλία. Τότε άρχισα να βγαίνω το βράδυ με τους φίλους μου από το πανεπιστήμιο, όπως κάνουν οι φοιτητές, άρχισα να πίνω κρασί και το ερωτεύτηκα. Είχα τύχη γιατί στο Μιλάνο υπήρχε μια πολύ σημαντική σχολή αμπελουργίας, με επικεφαλής τον καθηγητή Attilio Scienza, που εξακολουθεί να είναι ένας από τους μεγάλους της ιταλικής αμπελοκαλλιέργειας, και από εκεί έπαθα πάθος, ήταν περισσότερο ένας έρωτας παρά μια επιλογή σπουδών.

– Ποιες είναι οι αρχές αυτού του μεγάλου οινοποιού, που σας τις μετέδωσε;

Είχα την τύχη να σπουδάσω με τον καθηγητή Scienza και αργότερα να δουλέψω πολύ με τον καθηγητή Denis Dubourdieu στο Μπορντό, και μου δίδαξαν πολλά διαφορετικά πράγματα. O Scienza με δίδαξε την προσοχή στην αμπελοκαλλιέργεια, δηλαδή ότι το κρασί φτιάχνεται στην ύπαιθρο, ξεκινάει από τον αμπελώνα, το terroir, το κλίμα και την ποικιλία, και την αλληλεπίδραση όλων αυτών των πραγμάτων, οπότε μου έμαθε πραγματικά την προσοχή στη γεωργία, στην καλλιέργεια της αμπέλου και στη διατήρηση των παραδοσιακών μορφών αμπελοκαλλιέργειας. Με τον Dubourdieu έμαθα μια πιο γαλλική, πιο «διαφωτιστική» προσέγγιση, πιο στοχευμένη στην τελική γεύση, και ο Dubourdieu με έμαθε να δουλεύω πάντα για να έχω μια γεύση από το κρασί – είτε αυτή που μου αρέσει, είτε αυτή που δεν μου αρέσει, αλλά πάντα να είναι ένα κρασί που να έχει κάτι να πει, που έχει μια γεύση να παρουσιάσει. Και αυτό ήταν το δεύτερο μέρος της εκπαίδευσής μου και ήταν πολύ ενδιαφέρον.

«Στην Κρήτη ήρθα πρώτη φορά για διακοπές, νομίζω το 2018-19 κι ήταν ένα νησί που μου άρεσε πολύ από την αρχή, γιατί έχει τα πάντα: θάλασσα, βουνό, διαφορετικά κλίματα, διαφορετικές εκθέσεις…».

– Από τις δύο διαφορετικές φιλοσοφίες, σύμφωνα με την εμπειρία σας, ποια πιστεύετε ότι επικρατεί διεθνώς, ή υπάρχουν και οι δύο; Εσείς ποια προτιμάτε;

Νομίζω ότι υπάρχουν και οι δύο αυτές προσεγγίσεις στον κόσμο. Είναι αυτό που ο ίδιος βρήκα πολύ ενδιαφέρον, για παράδειγμα, ερχόμενος εδώ να δουλέψω στην Κρήτη.  Στην Κρήτη μπορείς να δουλέψεις πολύ καλά, γιατί υπάρχει μια πολύ τοπική, πολύ παραδοσιακή αμπελοκαλλιέργεια, πολύ κατάλληλη για το ξηρό και ζεστό κλίμα που επικρατεί. Και ταυτόχρονα υπάρχουν τοπικές ποικιλίες που έχουν κάτι να πουν: το Μοσχάτο Σπίνας, το Βιδιανό, η Βιλάνα, είναι όλες ποικιλίες που έχουν γεύση και δουλεύοντας τις σωστά, μπορείτε να φτιάξετε κρασιά που είναι πολύ αναγνωρίσιμα, πολύ ενδιαφέροντα και πολύ μοντέρνα. Έχουν αυτό που στα ιταλικά λέμε saporito, που έχουν έντονη γεύση και άρωμα.

– Και από τις ερυθρές ποικιλίες;

Στο επίπεδο των κόκκινων ειδικά, το Κοτσιφάλι είναι αυτό το είδος κρασιού με δυνατότητες, και αυτό είναι πολύ πολύ ενδιαφέρον, γιατί νομίζω ότι τώρα στην αγορά υπάρχει μεγάλη επιστροφή στην προέλευση του κρασιού, στα εδάφη, στο terroir. Αλλά στο τέλος πρέπει πάντα να υπάρχει κάτι σύγχρονο, μοντέρνο στο μπουκάλι, που να ανταποκρίνεται στο γούστο του καταναλωτή, και δεν θα βρείτε παντού αυτού του είδους την ποικιλία που να έχει αυτή τη δυνατότητα. Αυτός είναι ένας όμορφος πλούτος, είναι κάτι που με έκανε να ερωτευτώ το νησί της Κρήτης.

Εδώ και ο λίγο καιρό, ο Stefano Ferrante έχει ξεκινήσει συνεργασία με το Κτήμα Μιχαλάκη στην Κρήτη.

– Πώς ξεκίνησε αυτή η συνεργασία στην Κρήτη;

Ήταν η τύχη, με την έννοια ότι ήρθα διακοπές στην Κρήτη πριν από τον Covid, νομίζω ήταν το 2018-19, είναι ένα νησί που μου άρεσε πολύ γιατί έχει τα πάντα: θάλασσα, βουνό, διαφορετικά κλίματα, διαφορετικές εκθέσεις… Είναι ένα νησί που έχει τόσα πράγματα, και όπως πάντα όταν πηγαίνω κάπου  διακοπές, ψάχνω και πάω να επισκεφτώ κάποια οινοποιεία, Έτσι κατέληξα στο κελάρι του Μιχαλάκη, όπου πήγα γιατί είδα τα κρασιά στα μαγαζιά. Εκεί γνώρισα τον Γιώργο και μείναμε σε επαφή για αρκετά χρόνια, μέχρι που ξεκινήσαμε να δουλεύουμε μαζί, πριν από 2 χρόνια.

– Εχετε φτιάξει ήδη κρασί μαζί;

Κάναμε μαζί τη συγκομιδή του ‘22 και του ‘23. Η συγκομιδή του ‘22 ήταν η συγκομιδή μελέτης, αλλά τα πρώτα κρασιά που φτιάξαμε σωστά μαζί από την αρχή, είναι τα κρασιά του 2023.  Έχουμε φτιάξει όλα τα ποικιλιακά κρασιά με την επωνυμία Μιχαλάκης, τα οποία είναι κατά τη γνώμη μου πολύ ενδιαφέροντα, και σχεδιάζουμε νέα κρασιά για μια νέα σειρά που θα λέγεται Κύρος και θα κυκλοφορήσει από φέτος το καλοκαίρι, πάντα με τοπικές ποικιλίες.

– Θα είναι μια πιο premium σειρά;

Ναι, για υψηλή γαστρονομία.

«Στο Οινόραμα δοκίμασα διαφορετικά κρασιά, διαφορετικές ποικιλίες, και νομίζω ότι τα ελληνικά κρασιά έχουν μεγάλες δυνατότητες, θα πάνε μπροστά στο μέλλον, είναι πολύ καλές ποικιλίες».

– Για χρόνια ήσασταν τεχνικός διεθυντής της Zonin. Θα φτιάξετε και αφρώδη κρασιά;

Χμ, δεν ξέρω…  Είναι δύσκολο να φτιάξεις αφρώδη κρασιά, δεν είναι μόνο να ξέρεις να τα φτιάξεις,  θέλει και μηχανήματα, κλπ, και δεν είναι εύκολο, ειδικά σε ένα νησί που είναι λίγο πιο απομακρυσμένο, πρέπει να ξεπρεράσεις αρκετά υλικοτεχνικά προβλήματα. Θα δούμε, νομίζω ότι η αγορά κινείται προς τα λευκά, τα ροζέ και τα αφρώδη κρασιά γενικότερα. Νομίζω ότι στην Ελλάδα με κάποιες ποικιλίες, όπως το Ασύρτικο, τη Βιλάνα, και άλλα, θα μπορούσαν να γίνουν ωραία αφρώδη κρασιά, αλλά δεν ξέρω. Θα δούμε στο μέλλον, οπότε δεν ξέρω την απάντηση.

– Δουλεύετε ήδη με τον Μιχαλάκη, πριν με την Zonin… άρα κυρίως οικογενειακές επιχειρήσεις.

Ναι, δούλεψα πολλά χρόνια με τους Zonin, τώρα δεν συνεργάζομαι πια μαζί τους, εργάζομαι ως σύμβουλος σε όλη την Ιταλία και πλέον και στην Κρήτη, και ναι, τελικά, το ωραίο με την παραγωγή κρασιού και τη δουλειά αυτή γενικά είναι ότι δουλεύω με τους ανθρώπους και με τις οικογένειες. Αν θέλετε έχει να κάνει και με το ανθρωπιστικό κομμάτι από τις σπουδές μου, συνεργάζομαι με πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους σε πολλά διαφορετικά μέρη, και κάθε ένας έχει τον δικό του τρόπο να αισθάνεται το κρασί, να κατανοεί την επιχείρησή του και τη δουλειά του κρασιού, και εγώ προσπαθώ να τους βοηθήσω, όχι φτιάχνοντας το δικό μου κρασί, αλλά προσπαθώντας να φτιάξουμε το κρασί που εκείνοι θέλουν να φτιάξουν.

– Επισκεφθήκατε το Οινόραμα – πώς ήταν η εμπειρία; Ήταν η πρώτη φορά;

Ναι, ήταν η πρώτη φορά που πήγα και παρατήρησα 2-3 πράγματα. Υπήρχε πολύς κόσμος, και πολλοί νέοι, και έτσι ήταν πολύ ενδιαφέρον. Δοκίμασα διαφορετικά κρασιά, διαφορετικές ποικιλίες, και νομίζω ότι τα ελληνικά κρασιά έχουν μεγάλες δυνατότητες, θα πάνε μπροστά στο μέλλον, είναι πολύ καλές ποικιλίες. Για μένα το Ασύρτικο είναι μια από τις μεγάλες ευρωπαϊκές ποικιλίες, το Αγιωργίτικο είναι μεγάλη ποικιλία, στην Κρήτη υπάρχουν εξαιρετικές ποικιλίες όπως είπα και πριν, μια από αυτές είναι η το Βιδιανό, το Ξινόμαυρο είναι μια ενδιαφέρουσα ποικιλία. Η Ελλάδα έχει πολλές διαφορετικές περιοχές, ο βορράς είναι τελείως διαφορετικός από τα νησιά και μπορείς να κάνεις πολλά πράγματα, και νομίζω ότι η μέση ποιότητα είναι πολύ καλή. Και παρατήρησα ότι έχει δοθεί πολλή προσοχή στα ροζέ.

– Το συμπέρασμα λοιπόν είναι θετικό.

Κατά τη γνώμη μου, το σημαντικό είναι να θυμόμαστε -αυτό ισχύει και για τους Ιταλούς- να διατηρήσουμε τη μεσογειακή μας ψυχή, δηλαδή να παράγουμε καλά σύγχρονα κρασιά που να μπορούν να είναι ευχάριστα – προσβάσιμα για τον πολύ κόσμο, διατηρώντας τον μεσογειακό μας χαρακτήρα χωρίς να ψάχνουμε πολύ για βόρεια κρασιά, σαν να ήμασταν στη Γαλλία και τη Γερμανία ή σε αυτήν την περιοχή, οπότε πιστεύω ότι είναι πολύ σημαντικό να εργαστούμε για τις τοπικές ποικιλίες και να εργαστούμε για τον μεσογειακό μας πολιτισμό – επομένως ελαφρώς πιο «ζεστά» κρασιά, τα οποία αντικατοπτρίζουν λίγο περισσότερο το κλίμα προέλευσης. Υπάρχει μια τάση κατά τη γνώμη μου -αλλά και στην Ιταλία- να κάνουν το κρασί λίγο πολύ βόρειο. Πρέπει να βρούμε τη σωστή διαμεσολάβηση ανάμεσα στα τρέχοντα γεγονότα και την ιστορία, χωρίς να πηγαίνουμε πολύ προς τη μία κατεύθυνση ή πολύ προς την άλλη.

«Στον πολιτισμό μας το κρασί είναι πολύ ανθρώπινο, ανθρωπιστικό: είναι συζήτηση, είναι συνομιλία, είναι ιστορία, δεν είναι απλώς ένα αγροτικό προϊόν ή ένα διατροφικό προϊόν».

Αριστερά: Με την ομάδα της οινοποιίας Radici Erranti. Δεξιά: Πλέον ο δρόμος τον βγάζει και στο οινοποιείο του Κτήματος Μιχαλάκη.

– Αλλά με την αλλαγή του κλίματος, ίσως ο βορράς να ταιριάζει περισσότερο στη νότια ποικιλία.

Ίσως ναι και ίσως όχι, γιατί το κλίμα είναι πολύ σημαντικό για να γίνουν καλά κρασιά, αλλά είναι πολύ σημαντικό και το πώς καλλιεργείται το αμπέλι. Για παράδειγμα, βρίσκω ότι στην Κρήτη έχουν διατηρηθεί οι μορφές της παραδοσιακής αμπελουργίας με το δενδρύλλιο, κάποιες μορφές που καλύπτουν καλά το τσαμπί, το φύλλο το σκιάζει καλά, που είναι πολύ παραδοσιακά και πολύ μεσογειακά σχήματα. Επιπλέον χρειάζεστε κατάλληλα εδάφη, και δεν είμαι σίγουρος ότι πηγαίνοντας τόσο βόρεια η γη είναι εξίσου κατάλληλη για αμπελοκαλλιέργεια υψηλής ποιότητας. Πρέπει να συνδυάσετε πολλά πράγματα μαζί, και ο ανθρώπινος παράγοντας είναι επίσης απαραίτητος· και τον ανθρώπινο και πολιτισμικό παράγοντα κατά τη γνώμη μου δεν μπορείς να τον κάνεις εξαγωγή σε 5 λεπτά.

– Μιλώντας για τον ανθρώπινο παράγοντα, στην Ελλάδα υπάρχουν πολλοί παραγωγοί που είναι εξαιρετικά υπερήφανοι που προσαρμόζουν ξένες ποικιλίες στο ελληνικό έδαφος και δίνουν κάτι ενδιαφέρον.  Εσείς τι γνώμη έχετε για αυτό;

Νομίζω ότι σε κάποιο βαθμό είναι αναπόφευκτο. Όλοι το έχουμε κάνει τα τελευταία σαράντα χρόνια, έχουμε φυτέψει 7 ποικιλίες σε όλο τον κόσμο: Chardonnay, Sauvignon, Cabernet Sauvignon, Merlot, Syrah, Cabernet Franc και κάποιες άλλες ακόμα, όλοι έχουμε συγκρίνει τους εαυτούς μας με ένα σημείο αναφοράς που ήταν το γαλλικό, γενικά  την ικανότητά μας να παράγουμε αυτές τις ποικιλίες στο ίδιο επίπεδο ποιότητας. Τώρα όλα αυτά είναι μάλλον λίγο βαρετά για την αγορά και το σωστό είναι να ανακτήσουμε τις παλαιότερες και πιο ιδιαίτερες ποικιλίες μας και να τις προσφέρουμε στον καταναλωτή. Είναι πιο δύσκολο, πολύ δύσκολο, αλλά ίσως είναι ο μόνος τρόπος μακροπρόθεσμα να ξεχωρίσεις.

– Γιατί υπήρξε τόσο έντονη αυτή η τάση;

Διότι είναι ωραίο να κάνεις ένα υπέροχο cabernet, αρέσει σε όλους, και είναι ωραίο να δείξουμε ότι είμαστε ικανοί να το φτιάξουμε. Αλλιώς δεν μπορώ να συγκρίνω – ένα cabernet συγκρίνεται με ένα cabernet, δεν συγκρίνεται με ένα ξινόμαυρο ή ένα nebbiolo, και είναι ωραίο να κάνετε ένα υπέροχο cabernet και να το συγκρίνετε με αυτούς που το κάνουν εδώ και διακόσια ή τριακόσια χρόνια. Ωστόσο, η εστίασή μας θα πρέπει να είναι στην παραγωγή των σπουδαίων κρασιών της ιστορίας μας, γιατί έχουμε ιστορία.

Και τα Super Tuscany;

Ναι, τα Super Tuscany είναι υπέροχα κρασιά. Είναι επίσης κρασιά που γεννήθηκαν σε μια πολύ ιδιαίτερη, πολύ υποβλητική, πολύ όμορφη περιοχή, και γεννήθηκαν πριν από σαράντα χρόνια, σε μια εντελώς διαφορετική ιστορική στιγμή και έχουν πλέον γίνει μια κατηγορία από μόνα τους, ένα σημείο αναφοράς. Δεν ξέρω αν σήμερα σε αυτή την ιστορική συγκυρία μπορεί να ξαναδημιουργηθεί το ίδιο φαινόμενο, γιατί είναι κάτι που επαναλαμβάνεται πάρα πολύ σε πάρα πολλά μέρη στον κόσμο, επομένως γίνεται δύσκολο τώρα κάτι αντίστοιχο καινούργιο να αναδειχθεί και να ξεχωρίσει.

«Το σημαντικό είναι να διατηρήσουμε τη μεσογειακή μας ψυχή, δηλαδή να παράγουμε καλά σύγχρονα κρασιά που να μπορούν να είναι ευχάριστα και προσβάσιμα για τον πολύ κόσμο, διατηρώντας τον μεσογειακό μας χαρακτήρα».

– Ποιες ιταλικές ποικιλίες προτείνετετε στους Έλληνες; Υπάρχουν ποικιλίες που είναι ίσως ενδιαφέρουσες, αλλά όχι τόσο γνωστές. Μου έρχεται στο νου το Nero d’Αvola, το Cannonau…

Το Nero d’ Αvola είναι σίγουρα πολύ ενδιαφέρον, δεν είναι εύκολο να βρεις καλό, αλλά τα καλά είναι πολύ ενδιαφέροντα. Το Vermentino είναι επίσης μια ενδιαφέρουσα, λευκή ποικιλία. Υπάρχουν πολλές ποικιλίες από το βορρά που είναι ενδιαφέρουσες, το Friulianο για φίνα λευκά, ή και το ίδιο το Nebbiolo, δεν ξέρω πόσο γνωστό είναι στην Έλλάδα.

Το φτιάχνουν και στην Ελλάδα, δεν το δοκιμάσατε;

Όχι. Το Primitivo di Manduria είναι επίσης μια ενδιαφέρουσα ποικιλία.

– Με αφορμή το  Nebbiolo, που πλέον τείνει να γίνει μια διεθνής ποικιλία, θα μπορούσε να συμβεί το ίδιο με μια ελληνική ποικιλία; Να δούμε Ασύρτικο από την Κίνα ή την Αργεντινή.

Ναι, το Nebbiolo είναι ήδη εκεί σιγά σιγά, το Ασύρτικο είναι σίγουρα μια ποικιλία κατάλληλη για να καλλιεργηθεί σε όλο τον κόσμο, και θα το κάνουν, στη Χιλή για παράδειγμα, όπου κάνουν και συνεχίζουν να κάνουν υπέροχα κρασιά – γιατί τα κρασιά της Χιλής είναι πολύ καλά. Παρόλα αυτά, κατά τη γνώμη μου, έχουν διαφορετικό ρόλο να παίξουν στην αγορά από τον δικό μας.

Δηλαδή;

Θα ήθελα να βρω διαφορετικά κρασιά στη Χιλή και στην Ιταλία, θα ήταν πιο ενδιαφέρον για μένα να βρω διαφορετικά κρασιά στον λεγόμενο Νέο Κόσμο και στον λεγόμενο Παλαιό Κόσμο. Έχουμε έναν μεγάλο πλούτο που πρέπει να τον διατηρήσουμε, δεδομένου ότι στις παραδοσιακές περιοχές, μόνο εμείς μπορούμε να διατηρήσουμε αυτό τον πλούτο. Από την άλλη, είναι πιο δύσκολο να πουλήσουμε τοπικές ποικιλίες, αλλά είναι ένας τρόπος να πουλήσουμε ολόκληρη την ιστορία μας μαζί με το κρασί.  Πιστεύω ότι μπορούμε να το κάνουμε και ότι είναι το μέλλον για εμάς. Εμείς μπορούμε να το κάνουμε, πολλοί άλλοι δεν μπορούν.

– Τελικά ποια θα είναι η επόμενη πρόκληση;

Τελικά βλέπω μια μεγάλη σχέση με την κλασική μας ιστορία. Στον πολιτισμό μας το κρασί είναι πολύ ανθρώπινο, ανθρωπιστικό: είναι συζήτηση, είναι συνομιλία, είναι ιστορία, δεν είναι απλώς ένα αγροτικό προϊόν ή ένα διατροφικό προϊόν. Οπότε η διατήρηση αυτής της ιστορίας είναι πολύ σημαντική για εμάς εδώ, στην καρδιά της Μεσογείου. Είναι δύσκολο να το επικοινωνήσουμε, αλλά τώρα έχουμε πολλά μέσα, έχουμε ανθρώπους που έχουν σπουδάσει επικοινωνία, μάρκετινγκ, που ξέρουν πώς να χρησιμοποιούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα μέσα ενημέρωσης. Θα πρέπει λοιπόν να συνεργαστούμε μαζί τους για να επικοινωνήσουμε σε όλο τον κόσμο τη μοναδικότητά μας.

 

Διαβάστε ακόμα: Στο Οινόραμα ανακαλύψαμε τα διαμαντάκια που θα πίνουμε όλη τη χρονιά

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top