Immanuel-Kant

«Το μέτωπό του, φτιαγμένο για τη σκέψη, ήταν μια εστία ακατάλυτης ευθυμίας και χαράς, η πιο βαθύνους ομιλία έρρεε από τα χείλη του, αστείο, πνεύμα και φαιδρότητα ήταν κτήματά του, και η διδακτική του παράδοση ήταν η πιο διασκεδαστική συναναστροφή…», έγραψε για τον Καντ ένας συγκαιρινός, μέγας νους και άνθρωπος επίσης, ο Herder.

Χριστουγεννιάτικος Μποναμάς

Είμαι πασχαλινός τύπος αλλά πολύ τα χαίρομαι τα Χριστούγεννα, με τα φώτα, το κρύο, τις μπάντες στην Πανεπιστημίου, τους ανθρώπους με τα παλτό και τα κασκόλ και τα γάντια να ξερογλείφονται στις βιτρίνες (κι ας μην υπάρχει σάλιο για ψώνια), τα απολαμβάνω όλα αυτά με το ίδιο παιδιάστικο δέος όπως χάζευα τις καρικατούρες τους στο χωριό μου.

Η γιορτή (κάθε γιορτή, από το γαμήλιο γλέντι μέχρι την ωραία κηδεία) συνιστά μια ρήξη ενάντια στην τελεολογία του ημερολογίου, διευρύνει τον χρόνο μας, και μας επιτρέπει λίγο να πλατύνουμε, και να αντιληφθούμε πόσους ανθρώπους αντέχουμε μέσα μας, πόσους χρειαζόμαστε για να υπάρξουμε στ’ αλήθεια.

Γι’ αυτό, κοντά στ’ άλλα ωραία των Χριστουγέννων (ένα κρασί και λίγο κρέας μετά τη νηστεία, ή ένα ξεφάντωμα στο Ρεντ Λάιον ή στο Καφεκούτι, μια σύναξη στο σπίτι, μια βόλτα, δεν μιλάω ντε και σώνει για ρεβεγιόν στο Μεγάλη Βρετανία) προτείνω ένα μικρό μποναμά από βιβλία, με κριτήριο το γεγονός ότι τα διάβασα όλα χειμώνα, νύχτα, με βροχή, ενίοτε στο κρεβατάκι μου, χωρίς καν να καπνίζω, και το γεγονός ότι όλα μου έδωσαν την ίδια αίσθηση επιστροφής στη χρονική ευρύτητα της παιδικής ηλικίας, όταν ελευθερωνόμασταν από τη δικτατορία του σχολείου, και διαβάζαμε τον Ιβανόη, τους Τρεις Σωματοφύλακες, τον Ρομπέν των Δασών, μετά από τα ουέστερν με τον Τζων Γουέιν και τον Τζέημς Γκάρνερ, ή τις βιντεοκασέτες της Τσινετσιτά.

Τι μποναμάδες ήταν αυτοί, τι προτυπώσεις κοινού πεπρωμένου. Και συνεχίζονται. Ευτυχώς.

Για αρχή, το εμβληματικό βιβλίο του Λι Στρίνγκερ, βιογραφικό μέχρι κεραίας, από τη μεγάλη και άστεγη περιπέτειά του στη Νέα Υόρκη, και τα ντράβαλα με τη ντρόγκα, που τον μεταμόρφωσαν σε συγγραφέα μεγάλου βεληνεκούς –κι ας ήταν για ένα μόνο βιβλίο. «Ο Ρίτσαρντ καταντάει να ξοδεύει τουλάχιστον διακόσια δολάρια την ημέρα για τα καπρίτσια της Σούζι. Όμως ακόμα και τότε, στην ανάπαυλα των σπασμών, των στερητικών συνδρόμων και της αφασίας, εκείνη δεν του κάθεται».

Κατόπιν, ένα αστυνομικό περιωπής, ένα λογοτεχνικό επίτευγμα από τον Ντέηβιντ Πης, πρώτο μέρος μιας επικής τετραλογίας που, αν δεν κάνω λάθος, μένει ακόμα να ολοκληρωθεί η έκδοσή της στην Ελλάδα, γύρω από τη δράση του Στραγγαλιστή του Γιόρκσαϊρ.

«ΑΥΤΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΟΝ ΓΚΡΑΧΑΜ ΚΑΙ ΣΤΗ ΜΑΙΡΗ ΓΚΟΛΝΤΘΟΡΠ. ΜΗΝ ΤΟ ΚΛΕΨΕΤΕ ΕΙΔΑΛΛΩΣ ΘΑ ΚΑΤΑΔΙΩΧΘΕΙΤΕ ΚΑΙ ΘΑ ΣΚΟΤΩΘΕΙΤΕ. Διάβολε. Έπιασα άλλο βιβλίο από το ράφι και βρήκα το ίδιο μήνυμα, στη συνέχεια κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο. Αναθεματισμένα εκκεντρικό».

Κι επειδή τα Νόμπελ μπορεί να μην τα παίρνουν πάντα οι καλύτεροι (αλλά όλοι όσοι τα παίρνουν είναι τουλάχιστον καλοί) προτείνω, εδώ, έναν από τους άξιους νικητές, κατά τη γνώμη μου, έναν Εβραίο ολκής (ο Εβραίος είναι και οντολογική κατηγορία) ο οποίος, αν δεν κάνω λάθος, είναι κομμάτι παραγνωρισμένος στον τόπο μας –ο Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ.

Ένα υποβλητικό, μυστηριώδες, καταγωγικής διάστασης μυθιστόρημα. Ένα μαύρο παραμύθι. «Τότε ο Ρεμπ Γκενταλίγια τυλιγόταν στο μακρύ πανωφόρι του και πήγαινε στα σφαγεία, κρατώντας μια πατερίτσα και ένα φανάρι, επειδή φοβόταν τους ανθρώπους και τον εμπαιγμό που διέβλεπε στα μάτια τους».

147987

Με κείμενα, μεταξύ άλλων, του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη, του Διονύση Σαββόπουλου, του Φοίβου Δεληβοριά…

Τέλος, για να μην ξεχνιόμαστε, και επειδή τα Χριστούγεννα, εκτός από όλα τα παραπάνω (φώτα, γλέντι, μεζές, τσάρκες) σηματοδοτούν, πρώτα και κύρια, το Λόγο που γίνεται Σάρκα, μια συναγωγή εκλεκτών κειμένων από ανθρώπους που αγαπάμε, για να ακούσουμε την καινή ευχή, «Χριστός γεννάται, καλή ανάσταση», και τον όμορφο ψίθυρο του Φοίβου Δεληβοριά: «Νομίζω, λοιπόν, πώς η αρρώστια τού να είμαστε ασώματοι είναι γενική. Πρέπει όμως σιγά σιγά να γίνουμε σώμα, όπως έγινε και ο Χριστός».

Καλές γιορτές, καλή διασκέδαση και, πρώτα και πάντα, καλή ανάσταση.

 

Lee Stringer, Ένας Χειμώνας Στη Νέα Υόρκη, μτφρ. Πέτρος Παπαπετρόπουλος, Πατάκης / David Peace, Χίλια Εννιακόσια Εβδομήντα Τέσσερα, μτφρ. Νίκος Κουφάκης, Ίνδικτος / Isaak Bashevis Singer, Ο Σατανάς Στο Γκόραϋ, μτφρ. Άννα Περιστέρη, Ίνδικτος / Χριστού ΓένναΣυλλογικό [Βασίλης Αργυριάδης, Φοίβος Δεληβοριάς, Δημήτρης Καραγιάννης, Ηλίας Λιαμής, Βασιλική Νευροκοπλή, Θανάσης Παπαθανασίου, Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, π. Αντώνιος Πινακούλας, Διονύσης Σαββόπουλος, π. Σταμάτης Σκλήρης, Διονύσιος Σκλήρης], Ακρίτας.

KM

* * *

2013-12-08 18.26.46

«Η νύχτα είναι υψηλή, η μέρα ωραία», αποφαίνεται ο Καντ στις ”Παρατηρήσεις” για το συναίσθημα του ωραίου και του υψηλού.

Η Επιστροφή της Ταξιαρχίας Immanuel Kant, Μέρος ΙΙ

«Αρκετά»! Sufficit! Ιδού τα τελευταία λόγια, εν προκειμένω η τελευταία λέξη, και μετά η τελευταία πνοή. Πριν από 210 χρόνια, μια Κυριακή του 1804, στις 12 Φεβρουαρίου. Ο Χέγκελ είναι πανκ, ο Ιμμάνουελ Καντ είναι beatnik και ροκ-εντ-ρολ. Ο Χέγκελ μάς βγάζει στους δρόμους, ο Καντ είναι ο δρόμος, και όχι μόνον ο έξω δρόμος, αλλά και ο μέσα, το μύχιο σοκάκι, η έσω λεωφόρος. «Η νύχτα είναι υψηλή, η μέρα ωραία», αποφαίνεται στις Παρατηρήσεις για το συναίσθημα του ωραίου και του υψηλού.

Είναι πασίγνωστη η ωρολογιακή ακρίβειά του, ένα τέχνασμα ενδεχομένως άρσης της φθοράς, αποδυνάμωσης του Μέγιστου Τελετάρχη, του Χρόνου. Διά της υπερβολής καταργείς έναν δυνάστη. Οι κάτοικοι του Κένιγκσμπεργκ διόρθωναν τα ρολόγια τους όταν έβλεπαν τον φιλόσοφο να βγαίνει για τον απογευματινό περίπατό του, τόση και τέτοια ακρίβεια.

Στο τέλος της ζωής του εξηγούσε τα πάντα με τον ηλεκτρισμό. Μας πληροφορεί ο εξαίσιος Thomas de Quincey ότι μιαν αλλόκοτη θνησιμότητα που έπληξε «τις γάτες της Βιέννης, της Βασιλείας, της Κοπεγχάγης, και άλλων, πολύ απομακρυσμένων μεταξύ τους τόπων» την απέδωσε στον ηλεκτρισμό. Ομοίως, κάποιους έντονους πονοκεφάλους του.

Είχε γράψει, λένε, στο σημειωματάριό του: «Όχι άλλη υποταγή στον πανικό του σκότους», ενώ δεν δίστασε να χρηματοδοτήσει τις σπουδές του παραδίδοντας ιδιωτικά μαθήματα και κερδίζοντας στοιχήματα στο μπιλιάρδο.

Για τον άνθρωπο με αιματώδη ψυχική ιδιοσυγκρασία επισημαίνει ότι έχει κυρίαρχο το αίσθημα του ωραίου. «Όταν δεν είναι χαρούμενος, είναι δύσθυμος και δεν γνωρίζει καλά την ευχαριστημένη ησυχία. Η ποικιλία είναι ωραία και αυτός αγαπά τη μεταβολή. Αναζητεί τη χαρά μέσα του και γύρω του, ευθυμεί με τους άλλους και είναι καλός στη συντροφιά».

Ένας συγκαιρινός, μέγας νους και άνθρωπος επίσης, ο Herder, έγραψε για τον Καντ: «Το μέτωπό του, φτιαγμένο για τη σκέψη, ήταν μια εστία ακατάλυτης ευθυμίας και χαράς, η πιο βαθύνους ομιλία έρρεε από τα χείλη του, αστείο, πνεύμα και φαιδρότητα ήταν κτήματά του, και η διδακτική του παράδοση ήταν η πιο διασκεδαστική συναναστροφή […] Ενθάρρυνε και πίεζε με ευχάριστο τρόπο τους άλλους να σκέφτονται μόνοι τους, ο δεσποτισμός ήταν ξένος στο πνεύμα του. Αυτός ο άνθρωπος, του οποίου το όνομα καλώ με τη μέγιστη ευγνωμοσύνη και εκτίμηση είναι ο Ιμμάνουελ Καντ».

Εμένα, από την αρχή μου έκανε έντονη εντύπωση, και λίαν γόνιμη, η φράση «μία άλγεβρα της χρήσης του λόγου», που ναι μεν μου θύμιζε William S. Burroughs, αλλά που είχε να κάνει με το πώς έβλεπαν το καντιανό σύστημα οι μελετητές στις αρχές του 20ού αιώνα.

 

Immanuel Kant, Παρατηρήσεις για το συναίσθημα του ωραίου και του υψηλού, μτφρ. Χρ. Τασάκος, εκδ. Printa / Thomas de Quincey, Οι τελευταίες ημέρες του Ιμμάνουελ Καντ, μτφρ. Σεραφείμ Βελέντζας, εκδ. Άγρα / Ιμμάνουελ Καντ, Επιλογή από το έργο του, μτφρ. Κώστας Ανδρουλιδάκης, εκδ. Στιγμή / Ernst Cassirer, Καντ – Η Ζωή και το Έργο του, μτφρ. Σταμάτης Γερογιωργάκης, εκδ. Ίνδικτος.

ΓΙΜ

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top