Η εισπρακτική αποτυχία του “The Marvels” δεν αποτελεί πρωτοφανές φαινόμενο.

Πριν από μερικές μέρες, κυκλοφόρησε στους κινηματογράφους η 33η  προσθήκη στο κινηματογραφικό σύμπαν υπερηρώων της Marvel, με τον – όχι και τόσο – ευφάνταστο τίτλο The Marvels. Κάποτε, μια τέτοια κινηματογραφική κυκλοφορία θα αποτελούσε ίσως γεγονός για τους λάτρεις της σειράς, αλλά σήμερα οι αντιδράσεις του κοινού στο The Marvels ποικίλουν από σιωπηλή αδιαφορία στην καλύτερη, ή ανοιχτή κατακραυγή στη χειρότερη, κάτι που σίγουρα αντικατοπτρίζεται και στις απογοητευτικές εισπράξεις της ταινίας.

Πράγματι, στο πρώτο της Σαββατοκύριακο, εισέπραξε μόλις 47 εκατομμύρια δολάρια στη Βόρεια Αμερική, και συνολικά 63 εκατομμύρια παγκοσμίως, κατοχυρώνοντας έτσι επάξια τον τίτλο της ταινίας με το χειρότερο εισπρακτικό opening σε όλη την ιστορία της Marvel, γεγονός που μάλλον θα κλονίσει το στούντιο, αλλά και την ιδιοκτήτρια Disney, η οποία υπολόγιζε ενάντια στα στοιχεία, ή τουλάχιστον ήλπιζε σε 140 εκατομμύρια δολάρια.

Τα υψηλόβαθμα στελέχη της εταιρείας έχουν αναμφίβολα ήδη αρχίσει να ιδρώνουν, και οι καρχαρίες των μέσων ενημέρωσης μυρίζουν ήδη αίμα στο νερό, αλλά το ερώτημα παραμένει: Πως φτάσαμε ως εδώ; Μια φορά και έναν καιρό και μόνο η στάμπα της Marvel επαρκούσε για να βγάλει μια ταινία δισεκατομμύρια, όπως αποδεικνύει και ο εντελώς αδιάφορος προκάτοχος του The Marvels, το Captain Marvel του 2018, οπότε πως εξηγείται η πτώση; Και κυριότερα, μπορούμε πλέον να μιλάμε για το θάνατο του κινηματογραφικού superhero genre;

Πόσες φορές να δει κανείς ήρωες σε spandex να παλεύουν ενάντια σε κάποιο μονοδιάστατο κακό ψηφιακής καταγωγής;

Στην αποτυχία έπαιξε καθοριστικό ρόλο ο λεγόμενος «υπερκορεσμός της αγοράς» (φωτό: “Ant Man: Quantomania”)

Αρχικά, πρέπει να σημειωθεί ότι η εισπρακτική αποτυχία του The Marvels δεν αποτελεί πρωτοφανές φαινόμενο. Για την ακρίβεια, είναι απλά η πιο πρόσφατη εμπορική απογοήτευση της Marvel, ακολουθώντας στα χνάρια του The Eternals (2021) και του Ant Man: Quantomania  (2023), καθώς και της σειράς Secret Invasion (2023). Ούτε αποτελεί φαινόμενο που περιορίζεται στις ταινίες της Marvel.

Η ανταγωνίστριά της, DC, φαίνεται να ακολουθεί τον ίδιο δρόμο, έχοντας βγάλει ήδη 3 εμπορικές αποτυχίες στη σειρά (Shazam: Fury of the Gods, The Flash, Blue Beetle) μέσα στο 2023. Γενικά, μοιάζει να γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο ότι το όλο είδος των ταινιών με υπερήρωες οδεύει πλέον προς τη δύση του, τόσο για τη Marvel όσοι και για την DC, με την τελευταία να έχει τουλάχιστον την «παρηγοριά» ότι πέρασε από το ξεκίνημά της στην παρακμή, χωρίς να βιώσει ποτέ επιτυχία στο ενδιάμεσο, οπότε τι είχε, τι χάνει.

Τώρα, όσον αφορά την αιτία για αυτή την παρακμή, η απάντηση, είναι κάπως σύνθετη. Σίγουρα έπαιξε καθοριστικό ρόλο ο λεγόμενος «υπερκορεσμός της αγοράς», και πιο συγκεκριμένα η άνευ προηγουμένου προσφορά σειρών και ταινιών με υπερήρωες. Όπως κάποτε οι στρατηγοί του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου διέταζαν επανειλημμένα κύματα στρατιωτών να επιτεθούν στις τάφρους του εχθρού με την ελπίδα ότι κάποιοι θα κατάφερναν να περάσουν, έτσι και το Hollywood, με πρωταγωνιστές τη Marvel και την DC, κατέκλυσαν την αγορά με ταινίες και σειρές σε υπηρεσίες streaming, με την ελπίδα ότι κάποιο από τα προϊόντα τους θα βρει πέραση στο κοινό.

O αυξημένος αριθμός ταινιών και σειρών οδήγησε σε βιαστικά γραμμένα σενάρια και βιαστικά επεξεργασμένα ειδικά εφέ, αποτελέσματα εξουθενωτικών ωραρίων και άθλιων συνθηκών εργασίας.

Η ανταγωνίστριά της Marvel, DC, φαίνεται να ακολουθεί τον ίδιο δρόμο, έχοντας βγάλει ήδη 3 εμπορικές αποτυχίες στη σειρά ( φωτό: “Shazam: Fury of the Gods”)

Στη θεωρία αυτό φάνταζε καλή ιδέα, ιδιαίτερα πριν την πανδημία, όπου οι ταινίες με υπερήρωες, και κατ’ εξοχήν της Marvel βρίσκονταν στο ζενίθ τους, με την τελευταία να αποτελεί ένα είδος κότας με τα χρυσά αυγά, που παρήγαγε αυτόματα επιτυχίες. Άρα περισσότερο content με υπερήρωες  ισοδυναμούσε με περισσότερα λεφτά. Σωστά;

Τέσσερα χρόνια μετά, και με μια πτώση στα έσοδα που αγγίζει το ποσοστό του 65% από το 2019, η απάντηση μοιάζει να είναι ένα καθαρό «όχι». Η ατελείωτη έλευση νέων ταινιών και σειρών, τώρα πιο διασυνδεδεμένες από ποτέ, κατέληξε απλά να εξουθενώνει τους θεατές, που, με το δίκιο τους, άρχισαν να δυσανασχετούν καθώς χρειαζόταν πλέον να παρακολουθούν δεκάδες διαφορετικές ταινίες ή σειρές μόνο και μόνο για να καταλαβαίνουν κάπως την γενικότερη αφήγηση, με την ψυχαγωγία να μετατρέπεται σταδιακά σε αγγαρεία.

Στη δυσαρέσκεια αυτή ήρθε να προστεθεί το ότι οι η αύξηση αυτή της ποσότητας έγινε φαινομενικά σε βάρος της ποιότητας, αφού ο αυξημένος αριθμός ταινιών και σειρών οδήγησε αναπόφευκτα σε βιαστικά γραμμένα σενάρια και βιαστικά επεξεργασμένα ειδικά εφέ, αποτελέσματα εξουθενωτικών και συχνά άθλιων ωραρίων και συνθηκών εργασίας για τα οποία έχει ασκηθεί ήδη εντονότατη κριτική.

Ίσως η “εποχή των υπερηρώων” να είχε κρατήσει περισσότερο, αν οι μεγαλοπαραγωγοί του Hollywood ήταν λιγότερο άπληστοι.

Μια φορά και έναν καιρό και μόνο η στάμπα της Marvel επαρκούσε για να βγάλει μια ταινία δισεκατομμύρια (φωτό: “The Marvels”)

Αυτό το δόγμα «ποσότητας έναντι ποιότητας», σε συνδυασμό με την παντελή απροθυμία των μεγάλων στούντιο να πάρουν οποιοδήποτε σεναριακό ρίσκο, και αντί αυτού να προσκολληθούν απελπισμένα στην ίδια φόρμουλα που επαναλαμβάνεται εδώ και δύο τουλάχιστον δεκαετίες, και που κάποτε αρκούσε για να τα κάνει πλούσια, οδήγησε τελικά το κοινό σε αυτό που θα αποκαλούσαμε «genre fatigue», ή αλλιώς, την κόπωση που νιώθει ο θεατής να παρακολουθεί ένα είδος ταινιών που απλά επαναλαμβάνει το ίδιο θέμα.

Όπως συνέβη με τα μεγάλα ιστορικά έπη των 60s, τις μάτσο ταινίες δράσης των 80s, και τόσα άλλα είδη ταινιών που κυριάρχησαν για κάποιο διάστημα και χάθηκαν στη συνέχεια, έτσι και το superhero genre θα έφτανε αναπόφευκτα στο τέλος του (πόσες φορές άλλωστε να δει κανείς ήρωες σε spandex να παλεύουν ενάντια σε κάποιο μονοδιάστατο κακό ψηφιακής καταγωγής με σκοπό να κλείσουν κάποια διαστρική τρύπα στον ουρανό;)

Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πάψει να υπάρχει. Χαρακτήρες όπως ο Batman ή ο Spiderman είναι αρκετά δημοφιλείς και αναγνωρίσιμοι ώστε να συνεχίζουν να κόβουν εισιτήρια ή να έχουν υψηλή τηλεθέαση. Αλλά η εποχή που οι ταινίες με υπερήρωες κυριαρχούσαν στο box office είναι αναμφίβολα νεκρή. Σε καμία περίπτωση δεν κράτησε λίγο, και ίσως να είχε κρατήσει και περισσότερο, αν οι μεγαλοπαραγωγοί του Hollywood ήταν λιγότερο άπληστοι, λιγότερο άτολμοι και πιο πρόθυμοι να πάρουν ρίσκα, αν δεν είχαν προσκολληθεί τόσο τυφλά στο να αναπαράγουν διαρκώς αυτό που θεωρούσαν ότι είναι η κότα με τα χρυσά αυγά τους.

Στην πρωτότυπη εκδοχή του παραμυθιού αυτού, η κότα έπαψε τελικά να βγάζει χρυσάφι από την ταλαιπωρία,  στην περίπτωσή αυτή, το τέλος είναι μάλλον πιο ειρωνικό, αφού  η «κότα» συνέχισε να γεννά ασταμάτητα, μέχρι που ο πληθωρισμός έκανε το χρυσάφι άχρηστο.

 

Διαβάστε ακόμα: Τι να περιμένουμε από τον «Ναπολέοντα» του Ρίντλεϊ Σκοτ; 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top