Clos Rougeard: Ένα χαρακτηριστικό Chenin Blanc από τον Λίγηρα.

Αν διαβάζετε αυτή τη στήλη συστηματικά (που ελπίζω να το κάνετε) θα έχετε διαπιστώσει πως είμαι στο μαραθώνιο που λέγεται Master of Wine. Αυτός είναι ο λόγος που πιθανά να απουσιάζω από το ραντεβού μας κατά καιρούς αλλά παράλληλα είναι η ευκαιρία να μοιράζομαι μαζί σας τόσες διαφορετικές οινικές εμπειρίες. Σήμερα λοιπόν θα σας μιλήσω για το Chenin Blanc ή αλλιώς το σταφύλι που με στέλνει συχνά αδιάβαστη. Έχω μια μακρά ιστορία, που ξεκινά από το diploma, αποτυχίας ταυτοποίησης της ποικιλίας τυφλά, για αυτό έχω σπαταλήσει μέρες, ώρες, χρήμα και πολλή σκέψη για να ανακαλύψω τις αρετές και τα χαρακτηριστικά αυτού του σταφυλιού και να το αποκωδικοποιήσω στο μυαλό μου.

To Chenin Blanc είναι μια λευκή ποικιλία του Λίγηρα που μπορεί να κάνει πολλά και διαφορετικά στυλ κρασιών από φίνα ήσυχα, μέχρι mineral και στιβαρά, γλυκά με βοτρύτη ή ακόμα και αφρώδη. Παράλληλα είναι μια ποικιλία που έχει τα φόντα να παλαιώσει για αρκετά χρόνια (κάποια στυλ μέχρι και 50 χρόνια). Έχει το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ανόμοιας ωρίμασης των σταφυλιών, οπότε χρειάζονται διαφορετικά περάσματα από το αμπέλι για να πάρουν σταφύλια εξαιρετικής ωριμότητας.

Τη συναντάμε στο Λίγηρα όπου ανάλογα με το μέρος και το έδαφος δίνει κρασιά με ελαφρώς διαφορετικό προφίλ, όμως διαπρέπει και στη Νότιο Αφρική (όπου παίζουν πολλά γηραιά αμπέλια). Στη Νότιο Αφρική ακούει και στο όνομα Steen ενώ στο Λίγηρα στο Pineau de la Loire (εκτός από Chenin Blanc φυσικά). Φυτεύσεις παίζουν και σε Καλιφόρνια, Αργεντινή, Καναδά αλλά συμμετέχει κυρίως σε blend και δε δίνει τα ρέστα του όπως στο Λίγηρα και την Αφρική.

Οι ξηρές επιλογές από Vouvray και Saumur είναι ωραίοι παρτενέρ για ελαφριά πιάτα θαλασσινών.

 

Το νοτιοαφρικάνικο Fire By Night (Alheit Vineyards) ανάμεσα σε δυο γαλλικά Chenin, από τα οινοποιεία Domaine aux Moines και Domaine De La Taille Aux Loups.

Πάμε στο αρωματικό προφίλ του τώρα που είναι αυτό που με καίει. Δεν είναι αρωματικό σταφύλι και τα αρώματα του παίζουν από πράσινο μήλο, αχλάδι, λευκά άνθη και κανένα πυρηνόκαρπο ή guava στα πιο ζεστά κλίματα. Με την παλαίωση αποκτά καπνιστά και γήινα αρώματα αλλά και νότες κερήθρας. Με απλά λόγια, μπορεί να μοιάζει με τόσες άλλες ποικιλίες, όπως το Chardonnay για παράδειγμα. Που διαφέρει; Στο στόμα! Μη νομίζετε και εγώ τώρα το πιάνω το κόλπο.

Το Chenin έχει υψηλή οξύτητα, αυτή είναι η ραχοκοκαλιά του, η οποία χτίζεται στο στόμα όσο το ανακινούμε στον ουρανίσκο μας και γίνεται πιο έντονη (οξύτητα crescendo, έτσι τη χαρακτηρίζει ο Nick Jackson στο Beyond Flavour, φοβερό βιβλίο). Ενώ ας πούμε του Chardonnay είναι πιο γραμμική και την αισθάνεται κανείς από την πρώτη στιγμή, χώρια που παίζει σε χαμηλότερα επίπεδα, εκτός αν μιλάμε για Chablis (το ρημάδι). Αν σας έκαψα τον εγκέφαλο join the club. Στο στυλ οινοποίησης τώρα αγαπά και τη δεξαμενή και το βαρέλι, την παραμονή με τις οινολάσπες και την παραδοσιακή μέθοδο της Σαμπάνιας (για τα αφρώδη). Σπανίως όμως το βλέπουμε να έχει περάσει μηλογαλακτική.

Στο Λίγηρα υπάρχουν πολλά appellations που να το αφορούν με σημαντικότερα τα Vouvray, Savennieres, Saumur, Bonnezeaux και Quarts de Chaume. Στο Vouvray παίζουν συνήθως κάποια υπολειμματικά σάκχαρα ακόμα κι αν λέει sec στην ετικέτα. Παίζουν και αφρώδη και ήσυχα και γλυκά (moelleux). Τα αρώματα είναι πιο φλοράλ, αχλαδένια και μελένια. Στο Savennieres έχουμε περισσότερο σώμα, υψηλότερο αλκοόλ, mineral χαρακτήρα και χρήση βαρελιού κατά περίπτωση. Τα κρασιά είναι πιο στιβαρά και έχουν μεγάλο περιθώριο παλαίωσης ενώ η σχέση ποιότητας τιμής που έχουν είναι πραγματικά ασύλληπτη (στοκάρετε πριν το πάρουν χαμπάρι).

Στη Νότιο Αφρική το Chenin Blanc ακούει και στο όνομα Steen ενώ στο Λίγηρα θα το βρούμε και ως Pineau de la Loire.

To Brandnetel από τους Thistle & Weed, Νότιος Αφρική. (Photo: wineimpala.com / Robyn Davie).

Στο Saumur παίζουν με ξηρά και αφρώδη (Cremant de Loire) που είναι πιο φίνα και ελαφριά, με κοφτερή οξύτητα και διακριτικά αρώματα πράσινων φρούτων και λουλουδιών. Στο Bonnezeaux και το Quarts de Chaume (προσφάτως grand cru) έχουμε γλυκά κρασιά με βοτρύτη, με πικάντικα αρώματα  και νότες μήλου ψητού, πορτοκαλιού, κυδωνιού και κομπόστας ροδάκινο. Παραγωγοί που αξίζει να δοκιμάσετε: Huet, Nicolas Joly, Damien Laureau, Clos Rougeard, Domaine aux Moines, Domaine De La Taille Aux Loups, Domaine Jo Pithon, Thibaud Boudignon, Belargus, Breton και Marc Bredif.

Στη Νότιο Αφρική τώρα το πράγμα αλλάζει ελαφρώς και τα κρασιά είναι πιο πλούσια και με περισσότερο φρούτο (ενίοτε και τροπικό). To βαρέλι εδώ παίζει πιο δυνατά και τα κρασιά είναι ξηρά, με νότες μελιού, μοσχοκάρυδου, toast (στις βαρελάτες εκδοχές) και αρώματα όπως ροδάκινο, ανανά, μοσχολέμονο και guava. Έχουν πλουσιότερο σώμα και πιο ισορροπημένη οξύτητα. Προσοχή, η οξύτητα παραμένει σε υψηλά επίπεδα αλλά λόγω του πλουσιότερου και πιο ώριμου φρούτου και του πιο γεμάτου σώματος δείχνει πιο στρογγυλή στο στόμα. Οι σπουδαιότερες περιοχές είναι το Swartland και το Stellenbosch και οι παραγωγοί που αξίζει να αναζητήσετε είναι οι Leeu Pessant, A.A Badenhorst, Thistle & Weed, Reyneke, Kleine Zalze, Alheit Vineyards, Sadie Family, David and Nadia και Mullineux.

Το Chenin έχει υψηλή οξύτητα, η οποία χτίζεται στο στόμα όσο το ανακινούμε στον ουρανίσκο μας και γίνεται πιο έντονη.

Ένα Kleine Zalze από τη Νότια Αφρική και δύο γαλλικά από το Domaine Huet και το Thibaud Boudignon.

Και αφού είπαμε τα βασικά, ας φάμε και κάτι. Με τι συνδυάζουμε το Chenin; Αρχικά ξεκινάμε με τα αφρώδη που αποτελούν εξαιρετική επιλογή για απεριτίφ αλλά ταιριάζουν εξαιρετικά και με φρέσκα τυράκια όπως μανούρι και βολάκι συνοδεία φρούτων όπως αχλάδι και σταφύλι. Οι ξηρές επιλογές από Vouvray και Saumur είναι ωραίοι παρτενέρ για ελαφριά πιάτα θαλασσινών όπως linguine με κυδώνια και λεμόνι, μύδια αχνιστά με λευκό κρασί και μυρωδικά, καλαμάρι σωτέ με λαδολέμονο μουστάρδας και ταμπουλέ. Τους πάνε και πιάτα λαχανικών όμως  όπως κολοκυθολούλουδα τηγανητά σε κουρκούτι με σως γιαουρτιού και σαλάτα με ωμά κολοκυθάκια, ξινόμυλο και παλαιωμένο ανθότυρο. Μετά στις πιο στιβαρές επιλογές όπως το Savennieres θα έβαζα δίπλα ψητό κοτόπουλο με φασκόμηλο, γλώσσα σωτέ σε βούτυρο και λαχανικά αλλά και πιο πολύπλοκα τυριά όπως Compte και Gruyere.

Στις βαρελάτες και πιο πλούσιες εκδοχές θα έβαζα μια πέστροφα με σάλτσα Hollandaise, μια πατατοσαλάτα με καπνιστό τόνο, πένες με σολομό, ξύσμα λεμονιού και κρέμα αλλά και χοιρινό λαιμό σιγοψημένο στο φούρνο με baby πατατούλες, παστινάκι και πορτοκάλι. Οι ημίξηρες  επιλογές αγαπούν το sushi αλλά και τα Thai πιάτα ή γιατί όχι ένα χοιρινό φιλέτο με σάλτσα μήλου και πουρέ πατάτας. Για τα moelleux βάλτε δίπλα τάρτες φρούτων ή πάβλοβα με passion fruit. Ενώ για τα βοτρυτιζέ αλμυρά τυριά (δοκίμασα πρόσφατα ένα μπλε με limoncello και λευκή σοκολάτα) ή φωλιές με stilton, καρύδι και αποξηραμένο βερίκοκο. Ντάξει άμα θέλετε να βάλετε και μια λεμονόπιτα με παχιά μαρέγκα ή μια βαριά σιροπιαστή μανταρινόπιτα, δε θα τσακωθούμε.

 

Διαβάστε ακόμα: Η Wine Vixen για το Grenache, τη «γνωστή – άγνωστη» ποικιλία. 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top