Οι ένδοξες ημέρες του Νουρέγιεφ στη Νέα Υόρκη. Στη φωτογραφία μαζί με τον Αριστοτέλη Ωνάση (Photo by Ron Galella/Ron Galella Collection via Getty Images/Idealimage).

Πρόκειται για καλλιτέχνες. Ή ερμηνευτές, αν προτιμάτε. Δανδήδες. Άτομα με ποιητικό οίστρο τρελό. Μουσικούς, χορευτές κι επαγγελματίες καλοζωιστές. Αυτοί οι εκκεντρικοί τύποι διατρέχουν τις ιστορικές περιόδους, με την αδιαπραγμάτευτη επιθυμία να είναι ο εαυτός τους και σημαδεύοντας ανεξίτηλα το ανδρικό στυλ των τελευταίων δύο αιώνων.

Πολύ προτού η μόδα εστιάσει στη διάκριση των φύλων, οι κύριοι αυτοί αντάλλασσαν τα κοστούμια με τις παγιέτες και τυλιγόντουσαν με ρούχα που έμοιαζαν με περσικά χαλιά, κατευθείαν βγαλμένα από τη σπηλιά του Αλαντίν. Μια ιστορία που μας ταξιδεύει από τα τακούνια της επαναστατικής Γαλλίας στο διαγαλαξιακό τοπίο του Αφρο-φουτουρισμού.

Με την υψηλόκορμη και λυγερή φιγούρα του ντυμένη στα πολύτιμα υφάσματα και τα πετράδια, έμοιαζε λίγο με κείνα τα μυθικά πρόσωπα που συναντάς στις μεσαιωνικές ταπισερί (deviantart.com).

Henry Cyril Paget. Ένας κοσμικός μυθικά εφήμερος

Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένας νεαρός Βρετανός που διέθετε 30 ζευγάρια πιτζάμες από φίνο μετάξι, 100 robes de chambre και ένα αυτοκίνητο με εξατμίσεις τιγκαρισμένες στο άρωμα. Το όνομα αυτού Henry Cyril «Toppy» Paget, 5ος μαρκήσιος του Anglesey. Το 1898, ο τύπος κληρονόμησε $ 70 εκατ. από τα ανθρακωρυχεία της οικογένειάς του. Με τα χρήματα αυτά είχε όλη την άνεση να ζήσει ονειρεμένα.

Άλλαξε το όνομα του οικογενειακού κτήματος στην Ουαλία σε «Anglesey Castle», και το μετέτρεψε σε μια θεατρική Χώρα των Θαυμάτων. Το παρεκκλήσι έγινε μια αίθουσα των 150 θέσεων, το «Gaiety Theatre», με ηλεκτροφωτισμένη σκηνή. Ο Paget ξόδεψε τεράστια ποσά για να φέρει τους καλύτερους ηθοποιούς να παίξουν μαζί του στις παραγωγές του. Ασχέτως του τι είχε το πρόγραμμα της βραδιάς, έπρεπε πάντα να υπάρχει θέση για να εκτελέσει το νούμερό του, το «Χορό της Πεταλούδας».

Ο Paget ήταν ήδη παντρεμένος όταν κληρονόμησε την περιουσία του, αλλά εντέλει χώρισε με τη σύζυγό του. Βεβαίωσαν ότι ο γάμος τους ήταν λευκός κι εκείνη δήλωσε πως το μόνο που θύμιζε σωματική επαφή ήταν να τη βάζει να του ποζάρει σκεπασμένη αποκλειστικά με διαμαντένια κολιέ. Μετά το διαζύγιο, ο Paget ξεπέρασε κάθε όριο σε δανδισμό, αγοράζοντας το βάρος του σε γούνες και μαργαριτάρια. Με την υψηλόκορμη και λυγερή φιγούρα του ντυμένη στα πολύτιμα υφάσματα και τα πετράδια, έμοιαζε λίγο με κείνα τα μυθικά πρόσωπα που συναντάς στις μεσαιωνικές ταπισερί.

Το υπόλοιπο της ιστορίας είναι μια κλασική και τραγική αφήγηση της κατάληξης που γνωρίζουν όλοι οι άνθρωποι με τρύπιες τσέπες. Όταν πέθανε στο Μόντε Κάρλο στην ηλικία των 29 ετών, τα χρέη του υπερέβαιναν τα $ 75 εκατ. Τα υπάρχοντά του και ιδίως τα ρούχα του ήταν τόσα πολλά που χρειάστηκαν σαράντα μέρες για να δημοπρατηθούν. Είχε μείνει στην ψάθα με την καρδιά ματωμένη όχι μόνον εξαιτίας των αλόγιστων δαπανών του αλλά και της ιδιαίτερης ταυτότητάς του. Ένας τεράστιος ναρκισσιστής που είχε στην κατοχή του 260 ζευγάρια λευκά γάντια, λικνιζόταν σε φιδίσιους χορούς πάνω σε εκθαμβωτικά μπαρόκ τακούνια και ντυνόταν γυναικεία ή ανδρόγυνα. Στις μέρες μας, οι κάτοικοι της παλιάς κομητείας του τον αποκαλούν χαϊδευτικά «Λόρδο Γκάγκα».

Είτε τό ‘παιζε casual είτε σένιος, υπήρχε πάντα κάτι το απίστευτα αισθησιακό στον τρόπο του (Getty Images/Idealimage).

Ρούντολφ Νουρέγιεφ, ο Μικ Τζάγκερ του μπαλέτου

Ο Rudolf Noureev γεννήθηκε το 1938 εν κινήσει, μέσα σε μια καμπίνα του Υπερσιβηρικού, κι από τότε δεν σταμάτησε ποτέ. Υπήρξε αναμφίβολα ένας από τους μεγαλύτερους χορευτές και χορογράφους της γενιάς του. Από ενδυματολογική άποψη, ήξερε να θολώνει τα νερά συνδυάζοντας κοστούμια, ντεκοντρακτέ στυλ και κορμάκια μπαλέτου α λα μπρατσέτα με τη Lee, την αδελφή της Jackie O, για το ξεκάρφωμα.

«Έδειξε στους χορευτές πώς να πηδάνε πιο ψηλά και να μη φοβούνται τις θεατρικές κινήσεις», έγραφε ένας κριτικός στους New York Times. «Το κοινό συνέρρεε για να τον δει και συχνά τον συγκρίνουν με τους ροκ σταρ». Είχε το ύφος, τη συμπεριφορά μιας ντίβας και ζυγωματικά που μπορούσαν να κόψουν φιλέτο στη μέση. Ένας ποπ χορευτής.

Ο εκλεκτικισμός τού στυλ του στο χορό αντικατοπτριζόταν και στην γκάμα των αισθητικών του επιλογών. Είτε τό ‘παιζε casual είτε σένιος, υπήρχε πάντα κάτι το απίστευτα αισθησιακό στον τρόπο του. Αρκούσε ένα χοντρό πλεκτό πουλόβερ ριγμένο πάνω του, ένα κολάν και γυμνόστηθος ή ένας δερμάτινος μπερές κι ένα στενό παντελόνι. Ήταν ένας Μικ Τζάγκερ σε πουέντ συν μια τζούρα πρόκλησης α λα Μάπλεθορπ.

Κι όποτε τού ‘κανε κέφι, επιδιδόταν σε μια έκρηξη χρωμάτων μαζί με γούνες και έθνικ υφάσματα που μεταμόρφωναν τη φιγούρα του και υπενθύμιζαν τις ανατολικοευρωπαϊκές ρίζες του. Ένα τεύχος του Architectural Digest έχει απαθανατίσει την ουσία του Νουρέγιεφ, φωτογραφίζοντάς τον στο παρισινό του διαμέρισμα, τυλιγμένο σε μια πανδαισία μεταξωτών υφασμάτων κεντημένων με χρυσή κλωστή.

Ο Νουρέγιεφ πέθανε από AIDS το 1993, σε ηλικία 54 ετών, έχοντας κάνει τη ζωή του τέχνη και την τέχνη του ζωή. Είναι ωραίο να τον σκέφτεσαι κάπου στον παράδεισο να ανεβάζει τη Λίμνη των Κύκνων μαζί με τον Paget.

Ο Ρα άντλησε έμπνευση από την ιστορία των Αφρο-αμερικανών, τον αιγυπτιακό μυστικισμό και την Καββάλα (sunramusic.bandcamp.com).

Σαν Ρα, ο Βασιλιάς του Αφρο-φουτουρισμού

Γι’ αυτόν, το διάστημα ήταν τόπος ειδυλλιακός. Άνθρωπος αναγεννησιακός και τζαζίστας ολκής, δημιουργός ενός παράξενου κόσμου πριν από τον Μπόουι, τους Parliament ή όποιον άλλο γούσταρε να βγαίνει στη σκηνή ντυμένος απ’ την κορφή μέχρι τα νύχια με παγιέτες. Το συγκρότημά του, η «Sun Ra Arkestra», εξακολουθεί και σήμερα να κάνει εμφανίσεις, παρά το θάνατό του το 1993.

Ο Σαν Ρα γεννήθηκε στην Αλαμπάμα, αλλά πάντα έλεγε ότι καταγόταν από τον Κρόνο, για να φέρει την επί Γης ειρήνη. Το όνομά του ήταν Herman Poole Blount, αλλά το άλλαξε σε «Le Sony’r Ra» ou «Sun Ra» όταν η καριέρα του άρχισε να παίρνει την ανιούσα. Υπήρξε ο πρωτοπόρος του Αφρο-φουτουρισμού, ο οποίος ασχολείται με το συγκερασμό τεχνολογίας, επιστημονικής φαντασίας και φιλοσοφίας υπό το πρίσμα της διασποράς.

Ο Ρα άντλησε έμπνευση από την ιστορία των Αφρο-αμερικανών, τον αιγυπτιακό μυστικισμό και την Καββάλα. Κι ακόμα: από τον Τεκτονισμό, τον εθνικισμό των Μαύρων, την αριθμολογία και λίγα λέω. Επί σκηνής, αλλά κι όποτε κυκλοφορούσε, τον έβλεπες κάτω από ένα απερίγραπτο συνοθύλευμα με μακριές ρόμπες, καούκα αιγυπτιακής έμπνευσης και ρούχα που έφερναν σε διαγαλαξιακή ντίσκο.

«Κατ’ αρχάς, εκφράζω ειλικρίνεια», έλεγε μιλώντας για τη δουλειά του. «Κι είναι και η αίσθηση του χιούμορ, χάρη στην οποία οι άνθρωποι μαθαίνουν ενίοτε να αυτοσαρκάζονται». Το ίδιο και με τα ρούχα του. Κάποτε εμφανίστηκε φορώντας ένα αμπαζούρ στο κεφάλι: «Οι βασιλιάδες πάντα είχαν τον γελωτοποιό της αυλής. Ήταν μια υπενθύμιση της ματαιότητας των πραγμάτων. Το ίδιο πρέπει να συμβαίνει και σήμερα. Εμένα, μπορείτε να με αποκαλείτε γελωτοποιό του Δημιουργού».

Ίσως αυτό να είναι το πιο ενδιαφέρον και το πιο πολύτιμο στο στυλ του Σαν Ρα: φανέρωνε τη δυναμική φύση ενός επαναστατικού μυαλού. Ένα καθήκον που εκπλήρωσε με σοβαρότητα και χαρά, αποδεικνύοντας ότι το ένα δεν αποκλείει το άλλο, αλλά πως ίσα-ίσα είναι απαραίτητα, ώστε να υποστηριχθεί το αίτημα μιας κοινωνικής δικαιοσύνης.

 

Διαβάστε ακόμα: Στην πισίνα, ένας οδηγός καλής συμπεριφοράς.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top