Λένε ότι το στυλ δεν μπορεί ούτε να αποκωδικοποιηθεί ούτε να απονεμηθεί. Κανείς δεν μπορεί να το αγοράσει, αν και γνωρίζω αρκετούς που το έχουν προσπαθήσει – ανεπιτυχώς, ωστόσο. Το στυλ βρίσκεται στον αντίποδα της προσποίησης. Είναι πεποίθηση ριζωμένη στην καρδιά. Οι ποιητές συνήθως διαθέτουν στυλ χάρη στα πιστεύω τους. Σκεφτείτε το: Πότε ήταν η τελευταία φορά που γνωρίσατε έναν ποιητή (αληθινό ποιητή) που να του έλειπε το στυλ; Όταν πήρα συνέντευξη από τον Οδυσσέα Ελύτη, λίγο μετά το βραβείο Νόμπελ, του έκανα την εξής μπανάλ ερώτηση: Τι σήμαινε, στην ουσία, για εκείνον αυτό το βραβείο. «Τα κορίτσια έρχονται και κάθονται στα γόνατά μου στο Κολωνάκι», ήταν η εξαιρετικά stylish απάντηση που πήρα. Δεν είπε καμία από αυτές τις προσποιητές και βλακώδεις ψευτοφιλοσοφίες που θεωρούνται σήμερα υψηλό πνεύμα…
Από τον Μποντλέρ ως τον Ρεμπό και τον Βερλέν, από τον Κόλριτζ ως τον Λόρδο Βύρωνα και τον Κιτς, από τον Κάλβο ως τον Σολωμό, τον Καβάφη και τον Φώσκολο, οι ποιητές είναι εκείνοι που γράφουν για το στυλ της ζωής, το οποίο ουδεμία σχέση έχει με τη μόδα. Ο αγαπημένος μου ποιητής από τη γενιά μου είναι ο Τζον Μπέτζεμαν, ο οποίος γεννήθηκε πριν από εκατό χρόνια και πέθανε το 1984. Πήγα μάλιστα και στην κηδεία του αν και τον γνώριζα ελάχιστα, ήμουν όμως φίλος με την κόρη του. Ο Μπέτζεμαν ήταν ο πιο αγαπητός στους συμπατριώτες του ποιητής του 20ου αι., επειδή έγραφε για πράγματα που ο ίδιος αγαπούσε και επιθυμούσε να προστατεύσει: οι παλιές εκκλησίες, η εξοχή, οι εκκεντρικοί εφημέριοι στην επαρχία, οι νοσοκόμες καβάλα σε ποδήλατα, οι ηλικιωμένες γυναίκες που σερβίρουν τσάι στις συνελεύσεις του χωριού κ.ο.κ, αποτελούσαν για εκείνον έμπνευση.
Έγραφε και για πράγματα που δεν αγαπούσε, όπως τα μοντέρνα κτίρια, η μοντέρνα μουσική, η μοντέρνα γλώσσα, τα μαχαίρια για το ψάρι, οι πλούσιοι αλλά δίχως τρόπους άνθρωποι κ.λπ. Τα ποιήματά του έγιναν διάσημα, διότι μιλούσαν για εμπειρίες και συναισθήματα με τα οποία όλοι μπορούσαμε να ταυτιστούμε – το να είσαι ερωτευμένος, να φοβάσαι το θάνατο ή να αγαπάς τις εύθραυστες ομορφιές της φύσης. Ο Μπέτζεμαν έκανε και κάτι άλλο που αποτελεί την επιτομή του στυλ. Ήταν αστείος, ήταν ξεχωριστά αστείος, ήταν ένας ποιητής που έλεγε κάτι σοβαρό με αστείο τρόπο. Η αντίφαση ήταν το δυνατό του σημείο.
Ο Μπέτζεμαν είχε μία ακόμη stylish ιδιότητα: αν και ήταν εξαιρετικά μορφωμένος, δεν ήθελε να γίνεται βαρετός εξαιτίας αυτού. Με άλλα λόγια, πίστευε ότι δεν είναι ευγενικό να φορτώνεις τους άλλους κάνοντας επίδειξη γνώσεων. Η ποίηση, στο κάτω κάτω, ήταν πάντα ένας τρόπος έκφρασης, μια επείγουσα εσωτερική ανάγκη καλλιτεχνικής δημιουργίας, όχι άγχος για να εκφέρουμε πολιτικό λόγο, όπως έχει καταντήσει σήμερα.
Οι ευφυέστεροι άνθρωποι αποτελούν ένα σπάνιο κράμα ευτυχίας και μελαγχολίας, απομόνωσης και κοινωνικότητας. Τα ποιήματα του Μπέτζεμαν αντανακλούσαν τους ευφυείς εαυτούς μας. Με τη γλεντζέδικη αίσθηση του χιούμορ και με τα ποιήματα που εξυμνούσαν την ομορφιά του αθλητισμού, των κοριτσιών των καλών οικογενειών και ενός κόσμου που είχε πια χαθεί, ο Μπέτζεμαν ήταν μακράν ο πιο αξιαγάπητος ποιητής της Βρετανίας.
Ακόμα και η προσωπική του ζωή ήταν γεμάτη στυλ. Είχε έναν ευτυχισμένο γάμο που διήρκεσε πενήντα χρόνια και από τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά. Ζούσε όμως εξίσου ευτυχισμένα και με την ερωμένη του, τη Λούσι Κάβεντις, αδερφή του Δούκα του Ντέβονσαϊρ. Η Λούσι δεν εμφανίστηκε στην κηδεία του, την επόμενη μέρα ωστόσο οργάνωσε ξεχωριστή επιμνημόσυνο δέηση. Δύο γυναίκες, δύο κηδείες, αυτό ονομάζω εγώ στυλ.
Διαβάστε ακόμα: Ο John Lobb βάζει πόδι στην Αθήνα.