Σαν να ήταν μέλος των Beatles.

Τετάρτη 29 Μαΐου 1968, Γουέμπλεϊ. Ένας εξτρέμ με γελαστό βλέμμα ρίχνεται σ’ ένα διαβολεμένο σλάλομ. Στο τέλος, ένα γκολ, αυτό που θα οδηγήσει τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στην κατάκτηση του πρώτου της Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Η μεγάλη Μπενφίκα καλείται να υποκλιθεί στη χάρη ενός πλεϊμπόι. Του «Quinto Beatle».

Φλασμπάκ. 30 Σεπτεμβρίου 1964 στο Stamford Bridge, συνοικία του Τσέλσι, στο Λονδίνο πάντα. Στα 18 του, ο Κόκκινος Διάβολος των Μπέμπηδων είναι ακόμα απλός διαβολάκος. Αλλά εκείνο το βράδυ, δίνει ρεσιτάλ και μαζεύει επαίνους. Ο Κεν Τζόουνς, χρονικογράφος της Daily Mirror γράφει: «Με το σφύριγμα της λήξης, σηκώθηκαν και τον χειροκροτούσαν. Του έδωσαν την καρδιά τους, την οποία κέρδισε με τα χορευτικά του, με κάθε κίνηση του ιδιοφυούς παιχνιδιού του […] Το ματς τελείωσε, αλλά ποιος μπορεί να ξεχάσει κάτι τέτοιο;» Είναι η στιγμή της εισόδου του στο κλαμπ των μεγάλων. Γίνεται είδωλο.

Mε την Angie και τον Callum το 1984 (Φωτογραφία: belfastlive.co.uk).

Οι ντρίπλες του, οι εξυπνάδες του και το χαμόγελό του ξελογιάζουν. Όπως οι Beatles. Ή η βότκα.

Το όνομά του είναι Τζορτζ Μπεστ και χορεύει στη στέγη μιας ηπείρου που έχει υποκύψει στη γοητεία του. Τα υπερθετικά και τα ερωτόλογα περισσεύουν. Έχει στυλ, κι είναι ο καλύτερος με την μπάλα στα πόδια. Φοράει πολύχρωμα σακάκια και παντελόνια καμπάνα, ξεγοφιάζεται ακούγοντας The Who και πάει με μοντέλες. Ή ηθοποιούς, ή σερβιτόρες, ή πωλήτριες ή μητέρες και κόρες μαζί. Δεν έχει σημασία. Η ζωή του είναι καμωμένη από ποδόσφαιρο και γιορτή.

Οι ντρίπλες του, οι εξυπνάδες του και το χαμόγελό του ξελογιάζουν. Όπως οι Beatles. Ή η βότκα. Γιατί ο αγαπημένος Τζόρτζι έχει και τη σκοτεινή του πλευρά, μέσα στην οποία χάνεται ασμένως. Δεν το ξέρει ακόμα, αλλά εκείνο το βράδυ του 1968 ο «Belfast gipsy» βρίσκεται στην κορυφή της κούρσας του διάττοντος αστέρα. Η «Χρυσή Μπάλα» εκείνης της χρονιάς θα εξομολογηθεί αργότερα πως δεν θυμάται απολύτως τίποτα για το τι συνέβη μετά τον τελικό, χαμένος μέσα σ’ ένα σύννεφο αιθυλικής αλκοόλης.

Πάντα με ένα μπουκάλι στο στόμα.

Έχουμε και λέμε: Ο Τζον Λένον είναι ο μοναδικός ροκ σταρ που έχει δώσει σε αεροδρόμιο το όνομά του (του Λίβερπουλ). Ο Τζορτζ Μπεστ ο μοναδικός μπαλαδόρος πού ‘χει κάνει το ίδιο (του Μπέλφαστ). Εντάξει κι ο Κριστιάνο Ρονάλντο (της Μαδέρας) το ’17. Πφφφφ! Αυτό αρκεί για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος του παίκτη της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ που πήγε στην κόλαση την 25η Νοεμβρίου του 2005, στα 58 του χρόνια.

300.000 άνθρωποι μαζεύτηκαν στην κηδεία του για να τον αποχαιρετήσουν, παρά τη βροχή. Δηλαδή το 15% του πληθυσμού της Βόρειας Ιρλανδίας.

300.000 άνθρωποι μαζεύτηκαν για να τον αποχαιρετήσουν παρά τη βροχή. Δηλαδή το 15% του πληθυσμού της Βόρειας Ιρλανδίας. «Ήταν απλά ο καλύτερος» επαναλάμβαναν οι fans στην κηδεία, η οποία είχε πάρει εθνικές διαστάσεις και έλαβε χώρα στο πάρκο του ανακτόρου Stormont, έδρα του βορειοϊρλανδικού Κοινοβουλίου. Για πρώτη φορά, καθολικοί και προτεστάντες μαζί. Συνόδεψαν τη σωρό του υπό τους ήχους του Long and Winding Road των Beatles. Και συμπλήρωναν πως «υπάρχουν δυο είδη ανθρώπων: αυτοί που είδαν τον Μπεστ να παίζει, και οι υπόλοιποι».

Η δική του Jaguar E-type, γνωστή ως «η πιο αποτελεσματική γκομενοπαγίδα του κόσμου». (Φωτογραφία: thesun.co.uk).

Με το αιώνιο 7άρι της Γιουνάιτεντ δεν βαριόσουν ποτέ, πράγμα που δεν συμβαίνει με τους διαδόχους του. Γυρίστηκαν ταινίες για τη ζωή του. Ώς και μιούζικαλ του αφιερώθηκε, το Dancing Shoes. Είναι ένας από τους αθλητές για τους οποίους έχουν εκδοθεί οι περισσότερες βιογραφίες. Στον αστερισμό της τριλογίας «σεξ, αλκοόλ και μπάλα».

«Γεννήθηκα μ’ ένα ταλέντο που άλλοι θα πέθαιναν γι’ αυτό» είπε κάποια στιγμή, συνδυάζοντας ως συνήθως καυχησιά και χιούμορ. Εξάλλου, τα είχε όλα υπέρ του. Ακόμα και το πατρώνυμό του, πηγή αστείρευτων λογοπαιγνίων –το μπουκέτο τα λουλούδια που άφησαν στον τάφο του έγραφε: «Maradona good, Pelé better, George Best».

Ήταν το είδωλο του Μαραντόνα. Ο Πελέ εξακολουθεί να λέει πως ήταν ο καλύτερος ποδοσφαιριστής που είδε ποτέ.

Η Best mania -γαλάζια μάτια, φίνα χαρακτηριστικά, λακάκι στο σαγόνι- έφερε τη γυναικοκρατία στο Old Trafford. Ως σωστός γόης, φρόντιζε η γκαρνταρόμπα του να είναι σύμφωνη με τους κανόνες της Carnaby Street. Αγοράζει μια Jaguar E-type, γνωστή ως «η πιο αποτελεσματική γκομενοπαγίδα του κόσμου». Ο Μπεστ ζει με τα χίλια, πολλαπλασιάζοντας τις μπαρότσαρκες και τις κατακτήσεις, ακόμα και πριν από τα ματς. Πεπεισμένος από μικρός πως είναι ο εκλεκτός.

Με την Susan George.

Κι όμως, ο «Georgie boy» είχε μεγαλώσει μακριά από παγιέτες και φυσαλίδες σαμπάνιας. Ήταν παιδί της εργατικής τάξης του Μπέλφαστ, των σκληροπυρηνικών προτεσταντών του Τάγματος της Οράγγης. Πράγμα που δεν θα τον εμποδίσει να γίνει τακτικός θαμώνας του Glentoran, του κλαμπ των καθολικών της πόλης. Απολιτικός, αγωνίζεται μάταια για μια Εθνική Ιρλανδίας, μόνη ικανή να διεκδικήσει ένα Παγκόσμιο Κύπελλο.

Κανείς δεν μπορούσε να τον σταματήσει. Ήταν το είδωλο του Μαραντόνα. Ο Πελέ εξακολουθεί να λέει πως ήταν ο καλύτερος ποδοσφαιριστής που είδε ποτέ. Σε 466 ματς με τη Μάντσεστερ σημείωσε 178 γκολ. Ένας μύθος. Πραγματικός ροκ σταρ. Πετάει λάσπη στον διαιτητή ή του αρπάζει την μπάλα από τα χέρια όταν διαφωνεί με μια απόφαση.

Ο Μπεστ είχε πλήρη συνείδηση της έλξης που ασκούσε στα πλήθη. Έμπαινε στο γήπεδο κορδωτός.

Το φαινόμενο «Τζορτζ Μπεστ» το ανακάλυψε στα 15 του ένας κυνηγός ταλέντων της Γιουνάιτεντ, ο Μπομπ Μπίσοπ. Στέλνει ένα τηλεγράφημα στον μυθικό προπονητή Matt Busby. Έλεγε: «Νομίζω πως ανακάλυψα μια ιδιοφυΐα». «Τα πόδια του», προσθέτει ο πιο πρόσφατος βιογράφος του Duncan Hamilton, «διέθεταν τέτοια ακρίβεια που συχνά διασκέδαζε να βάζει ένα νόμισμα στην άκρη του παπουτσιού για να το στείλει κατευθείαν στην τσέπη του σακακιού του».

Eνα ποδοσφαιρικό φαινόμενο

Η ιδιοφυΐα; Ένα ασθενικό παιδί, το πρώτο από τα τέσσερα μιας οικογένειας, βάρους 47 κ. και ύψους 1,60 μ. Ο πατέρας εργάτης ναυπηγείου και η μητέρα πρώην διεθνής αθλήτρια του χόκεϊ και μονίμως ντίρλα. Από την οποία, κληρονόμησε ενδεχομένως τη σχεδόν υπερφυσική αίσθηση ισορροπίας που τον διέκρινε.

Οι «Κόκκινοι Διάβολοι» έφεραν ακόμα τότε τα τραύματα από την τραγωδία του Μονάχου το 1958. Το αεροπορικό δυστύχημα που κόστισε τη ζωή σε οκτώ ποδοσφαιριστές των Μπέμπηδων. Μαζί με τον διασωθέντα Άγγλο Μπόμπι Τσάρλτον και τον Σκοτζέζο Ντένις Λόου, ο Μπεστ σχηματίζει την «Αγία Τριάδα» της αναγέννησης –τα αγάλματά τους στήθηκαν το 2008 στην είσοδο του Ολντ Τράφορντ.

Ο Μπεστ είχε πλήρη συνείδηση της έλξης που ασκούσε στα πλήθη. Έμπαινε στο γήπεδο κορδωτός, χωρίς καν να προσπαθεί να κρύψει το αίσθημα της ανωτερότητάς του. Όπως έκανε κι ο Ερίκ Καντονά αργότερα. Μερικές φορές μάλιστα ντρίπλαρε τον αντίπαλό του δυο συνεχόμενες φορές, ακόμα κι όταν δεν υπήρχε κανένας λόγος. Το έκανε μόνο για την ευχαρίστηση, τη δική του και του κοινού.

Με τον Nobby Stiles (αριστερά) και τον Bobby Charlton (δεξιά) στα χρόνια της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (Φωτογραφία: Hulton Picture Company).

Οι Μπέμπηδες στέφονται πρωταθλητές το 1965, μετά από 8 ολόκληρα χρόνια, και ξανά πάλι το 1967. Η φήμη του Μπεστ γεννιέται το Μάρτιο του 1966, στα ημιτελικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, στη Λισαβόνα. Οι οικοδεσπότες, η Μπενφίκα του Εουσέμπιο, λογίζονται ανίκητοι. Θα χάσουν με 5-1. Ο Μπεστ, στα 19 του χρόνια, γίνεται ο ήρωας της βραδιάς με δύο τέρματα. Όταν ακούγεται το σφύριγμα της λήξης, ένας πιτσιρικάς τον κυνηγάει μ’ ένα ψαλίδι για να πάρει μια μπούκλα απ’ τα μαλλιά του. Την επαύριο, ο πορτογαλικός Τύπος πλέκει το εγκώμιο αυτού του «Μπητλ» που αριβάρει στο αεροδρόμιο μ’ ένα σομπρέρο στο κεφάλι.

Θα γίνει ο πρώτος ποδοσφαιριστής ροκ σταρ, εκείνος που ξεσήκωνε τα πλήθη, εκείνος που χόρευε με τις Μις Κόσμος.

Θα γίνει ο πρώτος ποδοσφαιριστής ροκ σταρ, εκείνος που ξεσήκωνε τα πλήθη, εκείνος που χόρευε με τις Μις Κόσμος. Ο Τζορτζ Μπεστ κατέχει μοναδική θέση στο πάνθεον του καιρού του, τα Sixties. Για το καλύτερο και το χειρότερο. Γιατί η δύναμη της αύρας του μπορεί να παραβληθεί μόνο με το εφήμερο της λάμψης του.

Μια φιγούρα βγαλμένη από το Γούντστοκ.

Ο Μπεστ είναι μια φιγούρα βγαλμένη κατευθείαν απ’ το Γούντστοκ, με αγγελικό πρόσωπο και την αμεριμνησία του Working Class Hero. Αυτό θα τον κάνει είδωλο μιας ολόκληρης γενιάς, αλλά και θα τον παρασύρει στη βίαιη πτώση του. Το αναγνώριζε κι ο ίδιος, όταν έλεγε με αυθάδεια συνδυασμένη με ολίγη από μαντική ικανότητα «αν ήμουν άσκημος, ίσως να μην είχατε ποτέ ακούσει να μιλάνε για τον Πελέ».

Τη δεκαετία του ’60, ο Τζορτζ είναι ο πιο πολυφωτογραφημένος άνθρωπος στον κόσμο μετά τη βασιλική οικογένεια, τους Beatles και τους Rolling Stones. Ένα φορτηγάκι έχει ναυλωθεί ειδικά για να του παραδίδει τα 10.000 γράμματα που του αποστέλλονται εβδομαδιαίως, συν τα τρία άτομα πλήρους απασχόλησης που πληρώνονται για να απαντούν. Ως είθισται, η δόξα τού στήνει τις παγίδες της: γυρίζει διαφημιστικά για αφρούς ξυρίσματος, λουκάνικα κι αβγά. Η επιθυμία του για διασημότητα δεν του επιτρέπει να αρνηθεί.

Ενας βιρτουόζος της μπάλας (Φωτογραφία: gq-magazine.co.uk).

Ο μπαλαδόρος με τα μάτια του λύκου είναι το εικόνισμα μιας γενιάς επαναστατημένης και σέξι σε μια εποχή που τα χρηστά ήθη πνίγουν ακόμα την αγγλική κοινωνία. Εργένης, μοδάτος και αμετανόητος γλεντζές, είναι ο πρώτος ποδοσφαιριστής που εκμεταλλεύεται την εικόνα του, ένας πρωτοπόρος.

Αν οι «Fab Four» συνθέτουν τη μουσική των ‘60s, εκείνος κάνει τη χορογραφία.

Του αποδίδουν ότι είχε σχέση με την Debbie Harry των Blondie, κάνει παρέα με τον Ντέιβιντ Μπόουι. Ο Μπεστ είναι ένας τζογαδόρος, ένας νυχτοβάτης. Αν οι «Fab Four» συνθέτουν τη μουσική των ‘60s, εκείνος κάνει τη χορογραφία. Μια ζωή συναρπαστική και ιλιγγιώδης, που ισορροπεί μεταξύ μαγικού και τραγικού. Μπουρδελοκατάσταση.

Mε μούσια και εμφανώς πιο παχύς.

Έχοντας αφήσει μούσια και κάνει κοιλιά, το πουλί της νύχτας συχνάζει στα καζίνα και εγκαινιάζει το δικό του νάιτ κλαμπ στο Μάντσεστερ το 1973. Ένα χρόνο αργότερα, η πόρτα της Γιουνάιτεντ κλείνει οριστικά πίσω του. Η Ρεάλ και η Γιουβέντους τον διεκδικούν. Εκείνος, καταρρακωμένος, περιπλανάται σε διάφορες απίθανες ομάδες: μια κοινοτική στο Γιοχάνεσμπουργκ, μια σεζόν στη Χιμπέρνιανς του Εδιμβούργου ή στη Φούλαμ στην Αγγλία, τότε στη Β΄ κατηγορία. Σέρνεται από τη Νότια Αφρική ώς τις ΗΠΑ, περνώντας από την Ινδία και το Χονγκ-Κονγκ. Σε 10 χρόνια πέρασε από 17 ομάδες.

Mε τη φανέλα των Los Angeles Aztecs (Φωτογραφία: beyondthelastman.com).

Καταλήγει στους Los Angeles Aztecs, των οποίων συνιδιοκτήτης είναι ο Έλτον Τζον. Ο ήλιος, το αλκοόλ, τα ηλιοκαμένα κορίτσια, η κουλτούρα του cool και το σχετικά χαμηλό επίπεδο του soccer προσέφεραν πλεονεκτήματα. Ωστόσο, η αμερικανική εμπειρία χειροτερεύει το spleen του.

Ο playboy των γηπέδων, τελειωμένος αλκοολικός, βλέπει να μπαίνει τέλος στην καριέρα του στην ηλικία των 38.

«Είχα ένα σπίτι δίπλα στη θάλασσα. Αλλά, για να φτάσω στην παραλία, έπρεπε να περάσω μπροστά από ένα μπαρ. Ε, λοιπόν, δεν είδα ποτέ τη θάλασσα». Του αρέσουν οι αφορισμοί που έχουν να κάνουν με το ποτό και τις σεξουαλικές του επιδόσεις: «Δεν έχω κοιμηθεί με επτά Μις Κόσμος. Μόνο με τέσσερις. Με τις τρεις άλλες, δεν πήγα ποτέ στο ραντεβού». Ο playboy των γηπέδων, τελειωμένος αλκοολικός, βλέπει να μπαίνει τέλος στην καριέρα του στην ηλικία των 38.

Mε τον Πελέ επί αμερικανικού εδάφους.

Στο Λος Άντζελες, συναντά την Angie McDonalds, ένα top model. Επιστρέφουν για κάποιο διάστημα στην Αγγλία, μετά εκείνη τον αφήνει, έχοντας απαυδήσει με τις απιστίες του, τις αποτυχημένες θεραπείες αποτοξίνωσης και τη μανία του με τον τζόγο. Ο Μπεστ την ακολουθεί πίσω. Στο τέλος την παντρεύεται στο Λας Βέγκας και κάνουν ένα παιδί. Τον εγκαταλείπει ξανά. Εκείνος φεύγει για Αυστραλία, μέχρι να κρεμάσει τα παπούτσια του οριστικά το 1984.

Το 1995, ο Τζορτζ Μπετ ψηφίστηκε «καλύτερος Βρετανός αθλητής του αιώνα». Εντωμεταξύ, είχε χρεωκοπήσει. Είχε πουλήσει τα τρόπαιά του, για ν’ αγοράσει ένα σπιτάκι στην Αττάλεια της Τουρκίας. Αλλά συνεχίζει να πίνει παρά τη μεταμόσχευση που του κάνουν στο συκώτι.

Ενας κλασικός playboy.

«Ξόδεψα όλα μου τα χρήματα σε γυναίκες, αλκοόλ και αυτοκίνητα. Τα υπόλοιπα, τα σκόρπισα». Συναρπαστική ελευθερία. Σ’ αυτά τα τερέν της απόλυτης αμφιβολίας, της αποδοχής της ματαιότητας, πρέπει κάποιος να ψάξει τον Τζορτζ Μπεστ. Ένας δημοσιογράφος της Equipe είχε συνοψίσει το θέμα ως εξής: «Οι άντρες ήθελαν να είναι ο Τζορτζ Μπεστ. Οι γυναίκες ήθελαν τον Τζορτζ Μπεστ». Ήταν αυτή η ζωώδης παραφορά του που σαγήνευε.

Αριστερά: ως νιόβγαλτο ταλέντο. Δεξιά: ως εξώφυλλο στο δίσκο των Wedding Present.

Ακόμα και σήμερα η περίπτωση «Τζορτζ Μπεστ» εμπνέει τους καλλιτέχνες. Το 1987, οι The Wedding Present βγάζουν δίσκο με κείνον στο εξώφυλλο. Στο Μπράιτον, σεντράρει για το Kissing Coppers του Banksy. Και το 2008, σηκώνει θύελλα στην Salford Art Gallery: Ο δικός μας ποζάρει στο ρόλο του Ιησού, συνοδεία δύο Ευαγγελιστών και δύο γυμνών γυναικών. Βοήθειά μας.

Ο «πέμπτος Μπητλ» κατά τους Πορτογάλους, δεν συναντήθηκε ποτέ μαζί τους και προτιμούσε τους Rolling Stones.

Ο «πέμπτος Μπητλ» κατά τους Πορτογάλους, δεν συναντήθηκε ποτέ μαζί τους και προτιμούσε τους Rolling Stones. Ωστόσο, στο συλλογικό φαντασιακό, οι «Fab Four» κι ο Μπεστ δεν παύουν να ενσαρκώνουν το πνεύμα των ‘60s κι ενός εξιδανικευμένου «Swinging London». Μια δεκαετία που νοσταλγούμε ως εποχή χειραφέτησης, ελευθερίας και δημιουργικότητας, χρωμάτων, ευθυμίας και ανεμελιάς, μακριά απ’ την γκριζάδα της εποχής μας. Για να ναυαγήσουν κι οι δύο στις αρχές του 1970.

To αμφιλεγόμενο άγαλμά του στο Μπέλφαστ (Φωτογραφία: Liam McBurney/PA).

Στην πτώση, μια σπίθα περηφάνιας. Ήταν τον Οκτώβριο του 1976, με την ευκαιρία ενός αγώνα του Παγκοσμίου Κυπέλλου εναντίον της Ολλανδίας. Στο Ρότερνταμ, οι Βορειοϊρλανδοί αντιστέκονται (2-2) στα «Κουρδιστά Πορτοκάλια». Ο Μπεστ έχει τρία χρόνια να φορέσει την πράσινη φανέλα. Τσατισμένος καθώς ήταν, επειδή είχε μάθει ότι το κέρινο ομοίωμά του στο Μουσείο της Μαντάμ Τισό είχε αντικατασταθεί από κείνο του Γιόχαν Κρόιφ, υπόσχεται σ’ έναν δημοσιογράφο μια ξεγυριστή τρίπλα στον «Ιπτάμενο Ολλανδό». Μετά από πέντε λεπτά παιχνιδιού, διασχίζει όλο το γήπεδο με την μπάλα μόνο και μόνο για να βρεθεί ένας με έναν απέναντι στον Κρόιφ. Κρατάει το λόγο του, προτού σηκώσει τη γροθιά του για να πανηγυρίσει τον τελευταίο του θρίαμβο.

Λατρεύτηκε όσο ελάχιστοι, ως το τελος. (Φωτογραφία: fourfourtwo.com).

Ως άλλος πιστολέρο της Άγριας Δύσης, ο Τζορτζ Μπεστ σκάλιζε καθένα από τα τέρματά του στο δέρμα των παπουτσιών του, με η βοήθεια ενός σπίρτου. Αυτό το ζευγάρι δεν το αποχωρίστηκε ποτέ.

 

Διαβάστε ακόμα: Το αμερικανικό όνειρο του Νόρμαν Μέιλερ.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top