“Η Φόνισσα” του Παπαδιαμάντη, σε σκηνοθεσία Εύας Νάθενα.

Πόσες φορές δεν ακούστηκε η ατάκα-κλισέ του τίτλου «Καλύτερο το βιβλίο», έξω από κάποια κινηματογραφική αίθουσα μετά το τέλος της προβολής; Παρ’ όλο που μάλλον δεν είναι και πολύ σωστό να συγκρίνουμε μήλα με πορτοκάλια, δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε πως λογοτεχνία και κινηματογράφος έχουν μια μακροχρόνια αλληλένδετη σχέση που μπορεί να γεννήσει αριστουργήματα αλλά και τέρατα. Ή και το βαρετό ενδιάμεσο.

“Μικρές Αφροδίτες” του Νίκου Κούνδουρου.

Αν λάβουμε υπόψιν μας πως μια ταινία διηγείται μια ιστορία που κάποιος κάπου κάποτε την έχει γράψει στο χαρτί και κάποιος κάπου κάποτε σκέφτηκε να την κάνει εικόνα, είναι σαφές πως έχουμε να κάνουμε με δυο διαφορετικούς κόσμους με διαφορετική οπτική και αισθητική αντιμετώπιση. Για να το απλοποιήσουμε κάπως, ο σκηνοθέτης έχει έναν δικό του τρόπο να «διαβάζει» ένα βιβλίο, αφού ξεπεράσει την χαρά της λογοτεχνίας, όταν θα πρέπει να το σκεφτεί και το αναλύσει σε ορθογώνια κουτάκια που εναλλάσσονται με ρυθμό και όπου μέσα τους  κινούνται ηθοποιοί που μιλάνε μεταξύ τους. Έχει όμως το αποτέλεσμα σχέση με τη χάρτινη αφετηρία του; Απάντηση φυσικά δεν υπάρχει. Υπάρχει μόνο η ταινία. Και στο βάθος στέκεται η έμπνευση της με την πένα στο χέρι. Σε κάθε περίπτωση πάντως, καλό είναι και να διαβάζουμε και να βλέπουμε. Γενικώς ομιλώντας – και πράττοντας.

Ο σκηνοθέτης έχει έναν δικό του τρόπο να «διαβάζει» ένα βιβλίο, αφού ξεπεράσει την χαρά της λογοτεχνίας, όταν θα πρέπει να το σκεφτεί και το αναλύσει σε ορθογώνια κουτάκια.

Η εκδοχή του 1931 του “Δάφνις και Χλόη” που σκηνοθέτησε ο Ορέστης Λάσκος.

Στο ελληνικό σινεμά όμως τί ακριβώς έχει συμβεί τα τελευταία 90 (ας πούμε χοντρικά) χρόνια, από τότε δηλαδή που εμφανίστηκε στα μέρη μας η 7η τέχνη; Αν υποθέσουμε ότι ο εγχώριος κινηματογράφος (παλιός και νέος) μετράει γενικά κάποιες χιλιάδες ταινίες (4 με 5 ίσως) μικρό ποσοστό από αυτές έχουν λογοτεχνικές καταβολές. Δεν ξέρουμε το αντίστοιχο ποσοστό στο αμερικανικό σινεμά αλλά με έναν πρόχειρο απολογισμό δύσκολα βρίσκουμε ανάμεσα στους ελληνικούς τίτλους δυνατές αντιστοιχίες (χωρίς να γινόμαστε ιερόσυλοι) με έργα όπως για παράδειγμα το «To Kill a Mockingbird», τo «Grapes of Wrath» ή ακόμα το «Κουρδιστό Πορτοκάλι» ή το «Φόβος και Παράνοια στο Λας Βέγκας». Η αλήθεια είναι ότι λίγα δυνατά ελληνικά βιβλία έχουν γίνει ταινίες. Μπορεί ακριβώς επειδή είναι δυνατά.

Ο λόγος πιθανότατα έχει να κάνει με την ελαφρότητα (όχι απαραίτητα με την κακή έννοια) που είχε το είδος την εποχή του παλιού κινηματογράφου (και το γεγονός ότι αγαπούσε περισσότερο το θέατρο) αλλά και αργότερα, με το γεγονός ότι όταν υπερίσχυσε το σινεμά του δημιουργού, τα σενάρια συνήθως γράφονταν (ή συν-γράφονταν) από τον ίδιο τον σκηνοθέτη (γιατί αυτός ήξερε τι θέλει να πει). Οι εξαιρέσεις πάντως επιβεβαιώνουν τον κανόνα και οι ταινίες που προέκυψαν από ελληνικά βιβλία (γνωστά ή άγνωστα, επιτυχημένα ή όχι) έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Να πούμε τέλος πως αφενός λόγψ χώρου αφήσαμε έξω αρκετές ταινίες και αγετέρου πως δεν αναφερθήκαμε σε σημαντικές ξένες παραγωγές («Ζορμπάς», «Ζ» κλπ) γιατί είναι μια κατηγορία από μόνες τους και  δημιουργήθηκαν υπό άλλες συνθήκες.

Λογοτεχνία και κινηματογράφος έχουν μια μακροχρόνια αλληλένδετη σχέση που μπορεί να γεννήσει αριστουργήματα αλλά και τέρατα.

“Η τιμή της αγάπης” της Τώνιας Μαρκετάκη, από την “Τιμή και το Χρήμα” του Κωνσταντίνου Θεοτόκη.

Το βουκολικό δράμα «Δάφνις και Χλόη» κατέχει τον άτυπο τίτλο ενός από τα πρώτα «μυθιστορήματα» στην ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Γραμμένο τον 3ο μ.Χ αιώνα από τον Λόγγο, αφηγείται την πορεία  ενηλικίωσης και των ερωτικών σκιρτημάτων ενός νεαρού ζευγαριού στα λιβάδια και τις παραλίες της Λέσβου. Μια ιστορία που συγκίνησε μεγάλους καλλιτέχνες κάθε είδους όπως ο Σαγκάλ ή ο Ραβέλ αλλά έχει και μια ενδιαφέρουσα κινηματογραφική πτυχή. Μια από τις πρώτες ελληνικές ταινίες, γυρισμένη το 1931 από τον Ορέστη Λάσκο διηγείται ακριβώς αυτή τη σχέση.

Μάλιστα, το «Δάφνις και Χλόη», με πρωταγωνιστές τους ερασιτέχνες Λουκία Ματλή και Απόλλωνα Μαρσύα, είναι από τις πρώτες ταινίες στην ιστορία του σινεμά που περιέχει σκηνές γυμνού (γυρισμένες στη λίμνη της Βουλιαγμένης), κάτι πρωτάκουστο για την εποχή. Ο ίδιος σκηνοθέτης γύρισε άλλη μια ταινία με το ίδιο θέμα (και την προσθήκη στον τίτλο «Μικροί Εραστές» το 1966) ενώ την ίδια χρονιά η Μίκα Ζαχαροπούλου μεταφέρει την ιστορία στην (τότε) σύγχρονη εποχή με το «Δάφνις και Χλόη ‘66».

Δύσκολα βρίσκουμε ανάμεσα στους ελληνικούς τίτλους δυνατές αντιστοιχίες με έργα όπως το «To Kill a Mockingbird», τo «Grapes of Wrath» ή ακόμα το «Κουρδιστό Πορτοκάλι» ή το «Φόβος και Παράνοια στο Λας Βέγκας».

“Έγκλημα στο Κολωνάκι” του Τζανή Αλιφέρη βασισμένο στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Γιάννη Μαρή.

Στο ίδιο έργο (αλλά και στα «Ειδύλλια» του Θεοκρίτου) βασίζονται και οι «Μικρές Αφροδίτες» του Νίκου Κούνδουρου (1963) μια τελείως DIY (όπως θα λέγαμε σήμερα) ταινία με σημαντική αναγνώριση και επιτυχία στο εξωτερικό. Ο Κούνδουρος, 20 χρόνια αργότερα, βασίστηκε στο αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα του Ηλία Βενέζη «Το νούμερο 31328» για να γυρίσει το «1922» με θέμα τη Μικρασιατική Καταστροφή.

Τον Κερκυραίο λογοτέχνη Κωνσταντίνο Θεοτόκη (1873 – 1923) συναντάμε δυο φορές στην ελληνική φιλμογραφία και μάλιστα με την υπογραφή σημαντικών δημιουργών. Το 1984 η Τώνια Μαρκετάκη γύρισε την ο «Τιμή της Αγάπης» βασισμένο στην (πρωτοποριακή για την εποχή της, το 1914) νουβέλα του Θεοτόκη «Η Τιμή και το Χρήμα», με ηρωίδα μια νεαρή γυναίκα (η Άννυ Λούλου σε έναν από τους πρώτους της ρόλους) η οποία ασφυκτιά στην μικρή επαρχιακή κοινωνία που ζει και αποφασίζει να εγκαταλείψει τον συμφεροντολόγο άντρα με τον οποίο την πάντρεψαν. Η Τούλα Σταθοπούλου στο ρόλο της μητέρας κυρα-Επιστήμης (κλασική έχει μείνει η ατάκα «ανάθεμα τα τάλαρα») απέσπασε το πρώτο βραβείο Γυναικείας Ερμηνείας στο Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης, ένα φεστιβάλ απ’ όπου η ταινία έφυγε με αρκετά βραβεία ανάμεσα τους και το Καλύτερης Ταινίας.

Όταν το φιλμ νουάρ ήταν στις δόξες του, ο ελληνικός κινηματογράφος θέλοντας να μην μείνει πίσω στο συγκεκριμένο ύφος, βρήκε πρόσφορο σεναριακό έδαφος στον Γιάννη Μαρή.

“Έγκλημα στα παρασκήνια” του Ντίνου Κατσουρίδη από το βιβλίο του Γιάννη Μαρή.

Στην Κέρκυρα διαδραματίζεται και η υπόθεση του μυθιστορήματος (το τελευταίο του Θεοτόκη, καθώς γράφτηκε το 1922)  «Σκλάβοι στα δεσμά τους» που μετέφερε το 2008 στη μεγάλη οθόνη ο Τώνης Λυκουρέσης. Όπως και στην «Τιμή και το Χρήμα» η ιστορία εστιάζει και εδώ σε μια (αρχοντική αλλά με οικονομικά προβλήματα) οικογένεια που αναγκάζεται να παντρέψει την κόρη της η οποία αγαπάει άλλον. Η ταινία έχει ενδιαφέρον καστ (Γιάννης Φέρτης, Χρήστος Λούλης, Δήμητρα Ματσούκα, Άκης Σακελλαρίου, Λένα Παπαληγούρα αλλά και ο Κωνσταντίνος Παπαχρόνης στην τελευταία του κινηματογραφική εμφάνιση πριν τον πρόωρο θάνατο του), τιμήθηκε με 10 βραβεία στη Θεσσαλονίκη, δεν πήρε όμως και τις καλύτερες κριτικές.

Στα τέλη της δεκαετίας του ’50 (και αρχές των ‘60ς)  όταν το φιλμ νουάρ ήταν στις δόξες του, ο ελληνικός κινηματογράφος θέλοντας να μην μείνει πίσω στο συγκεκριμένο ύφος, βρήκε πρόσφορο σεναριακό έδαφος στα αστυνομικά μυθιστορήματα του Γιάννη Μαρή, με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα τα δύο «Εγκλήματα», ένα στα «Παρασκήνια» και ένα στο «Κολωνάκι». Το «Έγκλημα στο Κολωνάκι» γυρίστηκε το 1959 από τον Τζανή Αλιφέρη και έχει ως ήρωα (ποιόν άλλον;) τον αστυνόμο Μπέκα που διερευνά μια υπόθεση δολοφονίας που η προϊστορία της φτάνει ως τις μέρες της γερμανικής κατοχής. Καλογυρισμένη ταινία, με ωραία νυχτερινά πλάνα και μια πανέμορφη Μάρω Κοντού. Παίζουν ακόμα ο Ανδρέας Μπάρκουλης, ο Χρήστος Τσαγανέας και ο Δημήτρης Μπέρτος ενώ είναι μια ευκαιρία να απολαύσουμε και την Ελένη Χατζηαργύρη σε μια από τις σπάνιες κινηματογραφικές της εμφανίσεις.

“Μικρά Αγγλία” από το βιβλίο της Ιωάννας Καρυστιάνη και τη σκηνοθετική ματιά του Παντελή Βούλγαρη.

Το «Έγκλημα στα Παρασκήνια» γυρίστηκε την επόμενη χρονιά από τον Ντίνο Κατσουρίδη και το κοινό στοιχείο με το «Κολωνάκι» είναι εδώ (πέρα από τον αστυνόμο Μπέκα που εδώ ερμηνεύει ο Τίτος Βανδής) η παρουσία πάλι της Μάρως Κοντού και του Χρήστου Τσαγανεα. Πρωταγωνιστής σε αυτό το αστυνομικό μυστήριο με φόντο ένα αθηναϊκό θέατρο είναι ο Αλέκος Αλεξανδράκης ενώ χαρακτηριστική είναι η φιγούρα του Δήμου Σταρένιου ως ταμία του θεάτρου.

Φυσικά η φιλμογραφία του Γιάννη Μαρή δεν σταματάει εδώ μιας και έχουν γυριστεί αρκετές ταινίες βασισμένες στην πένα του, από τις οποίες αξίζει να αναφέρουμε τον «Άγνωστο του τρένου» όπου πρωταγωνιστεί το… Ναύπλιο και οι Άννα Συνοδινού, Γιώργος Παππάς και Μιχάλης Νικολινάκος. Η σκηνοθεσία είναι του Ντίνου Δημόπουλου. Να συμπληρώσουμε πως ο Γιάννης Μαρής είναι από τους λίγους συγγραφείς που είχαν την τύχη να μεταφέρουν οι ίδιοι τα βιβλία τους στον κινηματογράφο, ελέγχοντας έτσι συνήθως, στο βαθμό του εφικτού το τελικό αποτέλεσμα.

Περνώντας στην πιο σύγχρονη λογοτεχνία, οι μεταφορές πυκνώνουν καθώς αρκετοί καταξιωμένοι κινηματογραφιστές έχουν επιχειρήσει τουλάχιστον μια φορά να αξιοποιήσουν βιβλία που τους εντυπωσίασαν.

“Τα οπωροφόρα της Αθήνας” του Νίκου Παναγιωτόπουλου από το βιβλίο του Σωτήρη Δημητρίου.

Περνώντας στην πιο σύγχρονη λογοτεχνία, οι μεταφορές πυκνώνουν καθώς αρκετοί καταξιωμένοι κινηματογραφιστές έχουν επιχειρήσει τουλάχιστον μια φορά να αξιοποιήσουν βιβλία που τους εντυπωσίασαν ή που είδαν σε αυτά κάτι που ευνόησε την εικονοποίηση τους. Ο Παντελής Βούλγαρης το 1988 πήρε το μυθιστόρημα του Μένη Κουμανταρέα «Η φανέλα με το 9» και έκανε μια αρκετά μεγάλη επιτυχία για την εποχή, με τη βοήθεια βέβαια και του φωτογενούς Στράτου Τζώρτζογλου του οποίου την άνοδο και την πτώση ως ποδοσφαιριστή Μπιλ Σερέτη αφηγείται το έργο.

25 χρόνια αργότερα, το 2013, ο Βούλγαρης μετέφερε στο σινεμά το μυθιστόρημα της (συζύγου του) Ιωάννας Καρυστιάνη «Μικρά Αγγλία». Και εδώ το σενάριο είναι γραμμένο από τη συγγραφέα, ενώ η ταινία έχει κι αυτή στο ενεργητικό της αρκετά βραβεία τόσο στη Θεσσαλονίκη όσο και στο Φεστιβάλ της Σαγκάης.

Δυο τελείως διαφορετικά, χρονικά αλλά και ως προς το αντικείμενο τους, κείμενα του Σωτήρη Δημητρίου, το διήγημα Στο χιόνι» και το μυθιστόρημα «Τα οπωροφόρα της Αθήνας» έχουν δώσει αντίστοιχες σημαντικές ταινίες. Η πρώτη, με τίτλο «Από το χιόνι» είναι του Σωτήρη Γκορίτσα, γυρίστηκε το 1993, μια εποχή που το θέμα της ταινίας ήταν φλέγον καθώς διηγείται την ιστορία τριών Βορειοηπειρωτών που φτάνουν με τα πόδια σε μια Αθήνα που μόνο με Γη της Επαγγελίας δεν μοιάζει. Τα «Οπωροφόρα» γυρίστηκαν το 2010 από τον Νίκο Παναγιωτόπουλο και πέρα από το πρωτότυπο του στόρι (ένας νεαρός – ο Νίκος Κουρής – που ανακαλύπτει τα αρώματα και τις γεύσεις της πόλης) είναι μια ευκαιρία για να απολαύσουμε τον Λευτέρη Βογιατζή σε κινηματογραφικό ρόλο.

“Το Ταγκό των Χριστουγέννων” του Νίκου Κουτελιδάκη, βασισμένο στο βιβλίο του Γιάννη Ξανθούλη.

Ένα από τα πιο δημοφιλή βιβλία της δεκαετίας του ’80 ήταν το δεύτερο (αν δεν κάνουμε λάθος) μυθιστόρημα του Πέτρου Τατσόπουλου «Η Καρδιά του Κτήνους» (1987) με ήρωα έναν διανοούμενο νεαρό που μπλέκεται με κωμικοτραγικό τρόπο στον υπόκοσμο. Την ομότιτλη ταινία γύρισε ο Ρένος Χαραλαμπίδης το 2004 (με φόρα από τα «Φτηνά τσιγάρα») μένοντας πιστός στο ύφος του συγγραφέα.

Τέλος, ας μη ξεχάσουμε ταινίες που ασχολούνται με καθοριστικές ιστορικές στιγμές όπως η «Κάθοδος των εννιά» του Χρίστου Σιοπαχά με θέμα τον Εμφύλιο (βασισμένη στην ομώνυμη νουβέλα του Θανάση Βαλτινού), το «Ταγκό των Χριστουγέννων» (σκηνοθεσία Νίκος Κουτελιδάκης) με φόντο τη δικτατορία των συνταγματαρχών (από το βιβλίο του Γιάννη Ξανθούλη) ή το «Ουζερί Τσιτσάνης» από το μυθιστόρημα του Γιώργου Σκαμπαρδώνη σε σκηνοθεσία Μανούσου Μανουσάκη που επικεντρώνεται σε μια ερωτική ιστορία (αυτός χριστιανός αυτή Εβραία) στα χρόνια της κατοχής.

 

Διαβάστε ακόμη: Ναπολέων «Βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα» και καθαρίσαμε; 

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top