Η Ρέιτσελ συμπεριλήφθηκε στις 10 ωραιότερες γυναίκες του κόσμου κι έγινε εικόνισμα. Οι φωτογραφίες δείχνουν γιατί (Getty Images/Ideal Image).

Δεν έχουμε συνηθίσει να μιλάμε για συναρπαστικές γυναίκες. Αληθινές γυναίκες, όχι κατασκευάσματα. Ενδεχομένως να μας χαλάει κιόλας. Και μπορεί να γεννήθηκε τρώγοντας με χρυσά κουτάλια, αλλά για κείνη δεν έπαιξε ποτέ ρόλο το μέταλλο του κουβέρ όσο εκείνο της φωνής. Μ’ άλλα λόγια, αυτό που μετράει είναι το τι κάνεις μ’ ένα προνόμιο στο χέρι και μια λινή πετσέτα.

Είναι πολύ εύκολο να πεις για τη Ward ότι συνοψίζει τις αδικίες της ζωής. Γεννήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου του 1957 στο Κόρνγουελ της Αγγλίας, ανθός μιας γραμμής αίματος από κόμητες και αθλητές περιωπής. Μεγάλωσε ανάμεσα σε αλογάκια πόνεϊ, θερμαινόμενες πισίνες και πατέρα φοβερά σνομπ κι απόμακρο. «Μια οικογένεια βγαλμένη από έργο του Tom Stoppard».

Οι γονείς της χωρίζουν όταν εκείνη ήταν στα 12 της χρόνια. Η μητέρα θα γίνει η μακροχρόνια σύντροφος του λόρδου Lambton, του οποίου η σταδιοδρομία ως υπουργού των κόμματος των Τόρηδων θα λάβει τέλος το 1973, όταν πιάστηκε στο κρεβάτι με δυο πόρνες, καπνίζοντας μαριχουάνα. Ο πατέρας της Peter Alistair, 3ος Κόμης του Dudley, θα ξαναπαντρευτεί και θα αποκτήσει άλλους δυο γιους.

Όμως, η δική της ομορφιά βρίσκει θέση μόνο στον «Εβένινο Πύργο» του Φάουλς. Ρίσκαρε, αποφασίζοντας να ορίσει μόνη τη μοίρα της. Ήταν πολύ ανεξάρτητη, πολύ ιδιοσυγκρασιακή, πολύ θερμή για τα δεδομένα της αγγλικής ελίτ.

Έφυγε κι εγκαταστάθηκε στην Αυστραλία, όπου τίποτα δεν της προσφέρθηκε στο πιάτο, κάνοντας καριέρα εκτός από ηθοποιός και ως σκηνοθέτης (The Big House, Martha’s New Coat, Beautifull Kate, The Straits, My Place and Rake).

Με τον Τζεφ Μπρίτζες στο Against all odds.

Όταν είσαι στην απέξω, όλα αυτά φαίνονται ρόδινα. Από πολλές απόψεις: Πετυχημένος γάμος, οικογένεια ενωμένη στην οποία πρόσφατα προστέθηκε κι ένα πρώτο εγγονάκι, παλιοπαρέες, ωραία σπίτια, καλή υγεία, πολλά ταξίδια. Η Ward είναι μια μποέμ αριστοκράτισσα που νιώθει καλά στο πετσί της, ξέρει τι της γίνεται, δεν κυνηγάει δουλειές, αγαπάει την ομορφιά. «Στην Αυστραλία, η κομψότητα μας ενοχλεί. Έχουμε δύο είδη αισθητικής: το ξενέρωτο και το κιτς. Κι εγώ δεν είμαι ούτε το ένα ούτε το άλλο».

Eπί 17 χρόνια έπαιρνε αντικαταθλιπτικά αλλά τά ‘κοψε. Και είναι στρατευμένη.

Αραχτή στον καναπέ της, τα υπέροχα πόδια της γυμνά, τα σαγηνευτικά μήλα του προσώπου της, τα πυρπολημένα ακαζού μάτια της, τα ανάστατα μαλλιά της, η Ρέιτσελ μοιάζει εύθραυστη κι ατίθαση ταυτόχρονα, και μαζί προσγειωμένη και σκληροτράχηλη. Παραδέχεται ότι τώρα πια σέβεται (ρεαλιστικά) εκείνους που δίνουν στο κοινό αυτό που θέλει. «Ο κόσμος αισθάνεται πολύ πιο άνετα με ταινίες που έχουν να κάνουν με παράνομους και περιθωριακούς. Πρόκειται για μια ρομαντική προσέγγιση, αλλά, διάολε, κουβαλάει στην πλάτη της 180 χρόνια».

Όταν τα παίρνει στο κρανίο, αποδεικνύεται κυριολεκτικά βρομόστομη. Κι άμα πιστεύει σε κάτι, γίνεται κάθετη, υψώνει τη φωνή, δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί της και ταυτόχρονα είναι πρόθυμη να το συζητήσει, κλέβοντάς σου την καρδιά. Της αρέσει οι αντιπαραθέσεις να θυμίζουν παρτίδα τένις. Εκείνη είναι ο Ναδάλ. Ενδιαμέσως γράφει αστυνομικές νουβέλες.

Αναλογιζόμενη το παρελθόν της ως μανεκέν για τα πρακτορεία Elite και Zoli (όπου του έδωσε και κατάλαβε), τη σχέση της με τον David Kennedy, γιο του δολοφονημένου γερουσιαστή Bobby, ύστερα ως σταρ του Χόλιγουντ, δεν κωλώνει να πει: «Είχα και γω την #MeToo εμπειρία μου. Το να το κάνεις θέμα είναι άχρηστο. Υπήρξα κι εγώ συνένοχη, πράγμα χειρότερο από το να είσαι ανίσχυρη. Καταλήγεις να μισείς τον εαυτό σου. Έτσι έγινα φεμινίστρια».

«Τα πουλιά πεθαίνουν τραγουδώντας» δίπλα στον Ρίτσαρντ Τσάμπερλαιν (Photo by Walt Disney Television via Getty Images Photo Archives/Ιdealimages).

Έχει κι αυτή τις ανασφάλειές της, επί 17 χρόνια έπαιρνε αντικαταθλιπτικά αλλά τά ‘κοψε. Και είναι στρατευμένη. Από κείνες τις γυναίκες, τις πραγματικές, που έτσι και προσπαθήσεις να περιχαρακώσεις, να βάλεις σε καλούπια, ατύχησες. Θα σου πάρει το σκαλπ.

Στο ρόλο που παίζει η ομορφιά δεν βλέπει παρά ελαττώματα. Θα ήθελε ωστόσο να έχει εκτιμήσει περισσότερο τη δική της. Αλλά πάλι, ο τρόπος που το κάθε ασήμαντο τυπάκι σου πετάει στα μούτρα την αδικαιολόγητη αυτοπεποίθησή του την κάνει να ξερνάει.

Το πέρασμά της στο θέατρο και τον κινηματογράφο έγινε τη δεκαετία του ’80. Συμπεριλήφθηκε στις 10 ωραιότερες γυναίκες του κόσμου κι έγινε εικόνισμα. Εμφανίστηκε και σ’ ένα επεισόδιο της «Δυναστείας». Κέρδισε μια υποψηφιότητα για τις Χρυσές Σφαίρες με την ταινία «Sharky’s Machine» και μια δεύτερη το 1983 με την αξέχαστη τηλεοπτική σειρά «Τα πουλιά πεθαίνουν τραγουδώντας» δίπλα στον Ρίτσαρντ Τσάμπερλαιν, έχοντας επικρατήσει της Μισέλ Πφάιφερ.

Tα σαγηνευτικά μήλα του προσώπου της, τα πυρπολημένα ακαζού μάτια της, τα ανάστατα μαλλιά της (Getty Images/Ιdeal image).

Η Ward ήξερε καλά ότι δεν ήταν μια φτασμένη ηθοποιός, αλλά υπήρξε επιμελής μαθήτρια και εξελισσόταν διαρκώς. Δεν δίστασε μάλιστα να αποσυρθεί για κάποια χρόνια, ώστε να βελτιωθεί ακόμα παραπάνω.

Εκείνη την εποχή πάνω-κάτω, παντρεύεται τον πρώην συμπρωταγωνιστή της Bryan Brown. Μαζί του αποκτά τρία παιδιά. Ένα ζευγάρο αγαπημένο και αγαπητό, γνωστό για τα χαλαρά του μπάρμπεκιου, παρέα με τον Richard E Grant και τον Sam Neill, την Cate Blanchett και τη Nicole Kidman, τους γείτονες. Ζούνε σ’ ένα σαλέ του 19ου αι. στα περίχωρα της Νέας Νότιας Ουαλίας.

Kαι ο αμείλικτος χρόνος. Σήμερα είναι στα 60 πατημένα (Getty Images/Ideal image).

Επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη με τον σύζυγό της το 1987 στο «The Umbrella Woman», ύστερα στο «Hotel Colonial». Από το 1994 και ώς το 2016, πρακτικά εξαφανίζεται και πάλι. Γυρνάει την πλάτη στο Χόλιγουντ. Προτιμά να βρεθεί πίσω από τις κάμερες ως σκηνοθέτης και σεναριογράφος σε τηλεοπτικές σειρές και τηλεταινίες, ευαίσθητες, συγκινητικές, άγριες. Και την ελκύουν οι ιστορίες ήττας, αποτυχίας.

Σήμερα, στα 60 πατημένα, η Rachel Ward παρομοιάζει τον πιο διάσημο ρόλο της καριέρας της, αυτόν στο «The Thorn Birds», ως «μελοδραματικό λιωμένο χιόνι». Και δεν καταλαβαίνει γιατί υπήρξε ηθοποιός. «Δεν ένιωθα καθόλου άνετα μ’ όλη αυτήν την ψευδεπίγραφη ιστορία». Συν τοις άλλοις, προτιμάει ν’ αφήνει το χρόνο να αποθέτει μελωδικά τα χνάρια του πάνω της. Γιατί η ομορφιά δεν πεθαίνει. Συνεχίζει αιώνια να τραγουδάει.

 

Διαβάστε ακόμα: Τα κορυφαία διεθνή κρασιά του Πάσχα, από την ομάδα των Cellier

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top