Ο Πίρσιγκ περιγράφει ένα ταξίδι αυτογνωσίας πάνω σε μοτοσικλέτα.

«Άλλοι μπορούν να μιλούν για το πως θα διευρύνουν το πεπρωμένο του ανθρώπινου είδους. Εγώ θέλω απλά να μιλήσω για τον τρόπο που θα επιδιορθώσω μία μοτοσικλέτα. Πιστεύω ότι η αξία αυτού που έχω να πω διαρκεί περισσότερο». Κρυμμένη κάπου στις σελίδες του βιβλίου, αυτή η παράγραφος θα μπορούσε να ήταν η εισαγωγή στην περιπέτεια του Ρόμπερτ Πίρσιγκ. Ο συγγραφέας θέλησε να περιγράψει ένα ταξίδι αυτογνωσίας με το εντεκάχρονο γιο του Κρις πάνω σε μία μοτοσικλέτα. Και η περιπλάνηση τον οδήγησε σε μία αλληλουχία στοχασμών πάνω στην τεχνολογία, τη φύση, την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, τις ανατολίτικες δοξασίες και στο βασικό ερώτημα γιατί ένας μοτοσικλετιστής να φοβάται να συντηρήσει μόνος του την μοτοσικλέτα του.

Αυτήν η μυθιστορηματική αυτοβιογραφία ξεκινάει με μία περιπλάνηση το 1968. Ο αφηγητής μαζί με το γιό του αποφασίζουν ξεκινώντας από τη Μινεσότα, να διασχίσουν την Ντακότα, τη Μοντάνα, το Αιντάχο, το Όρεγκον ώσπου να φτάσουν στη Βόρεια Καλιφόρνια με μία Honda CB77. Μέχρι την Μοντάνα τους συντροφεύει ένα ζευγάρι φίλων τους ο Τζον και η Σίλβια Σάδερλαντ πάνω σε μία BMW R60.

Η συγκεκριμένη BMW πυροδοτεί και τη σειρά διαλέξεων που επιφυλάσσει ο Πίρσιγκ στον ανύποπτο αναγνώστη. Από τις πρώτες μέρες του ταξιδιού, ο Τζον αποδεικνύεται παντελώς άσχετος με την λειτουργία της μοτοσικλέτας του. Αποφεύγει να ασχοληθεί μαζί της όπως και με οποιοδήποτε τεχνικό πρόβλημα. Ο ήρωας μας αντίθετα, εκτιμάει πως με τα λιγοστά εργαλεία που κρύβονται κάτω από τη σέλα κάθε μοτοσικλέτας και το βιβλιαράκι συντήρησης της αντιπροσωπείας, μπορείς να λύσεις αρκετά προβλήματα. Αρκεί να θελήσεις να λερώσεις τα χέρια σου, ξεχνώντας την διάκριση μεταξύ διανοούμενου και τεχνίτη.

Η περιπλάνηση τον οδήγησε σε μία αλληλουχία στοχασμών πάνω στην τεχνολογία, τη φύση, την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, τις ανατολίτικες δοξασίες και στη συντήρηση της μοτοσυκλέτας.

Ο συγγραφέας με τον γιό του κατά τη διάρκεια του ταξιδιού.

Για να γίνει κατανοητή η φιλοσοφία πίσω από την τέχνη συντήρησης της μοτοσικλέτας, είναι απαραίτητη η γνωριμία με τον Φαίδρο. Με αυτό το όνομα κλεμμένο από τον ομώνυμο διάλογο του Πλάτωνα, ονομάζει ο Πίρσιγκ το alter ego του αφηγητή. Ο Φαίδρος είναι ένα «φάντασμα» που αντικατοπτρίζει το παρελθόν του συγγραφέα. Ο Πίρσιγκ ήταν ένα παιδί προικισμένο με υψηλό δείκτη ευφυίας 170 στα εννιά του χρόνια. Όπως είχε εκμυστηρευτεί σε μία από τις ελάχιστες συνεντεύξεις του στον Guardian, στο σχολείο ήταν ένας εσωστρεφής μαθητής που έπεφτε συχνά θύμα μπούλινγκ. Στα 15 του χρόνια έγινε δεκτός στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα και σπούδασε Βιοχημεία.

Ύστερα καθώς απέρριψε την ιδέα μίας συμβατικής καριέρας, κατατάχθηκε στο στρατό. Έκανε τη θητεία του στη Νότια Κορέα, όπου γνώρισε και μελέτησε τη φιλοσοφία της Ανατολής. Αποφάσισε να σπουδάσει φιλοσοφία στο Βαρανάσι της Ινδίας στο Ινδουιστικό Πανεπιστήμιο, ταξίδεψε ως εκεί, αλλά σύντομα τα παράτησε και γύρισε στη Μινεσότα για να ολοκληρώσει ένα μεταπτυχιακό στη δημοσιογραφία. Mετά πέρασε ο ίδιος στη θέση του διδάσκοντα και δίδαξε δημιουργική γραφή και ρητορική στα Πανεπιστήμια της Μινεσότα και του Σικάγο. Ενώ όμως διέγραφε αυτή την ακαδημαική πορεία βασανιζόταν από κρίσεις διπολικής διαταραχής και πανικού και συχνά νοσηλευόταν σε ψυχιατρεία, όπου προσπαθούσαν να τον θεραπεύσουν με ηλεκτροσόκ, φάρμακα και εγκλεισμό.

Ως καθηγητής ήταν μοναδικός. Αρνιόταν να βαθμολογήσει τους φοιτητές, έβαζε τον έναν να βαθμολογεί τον άλλον, τους καλούσε να υιοθετήσουν μία ελάχιστα δημοφιλή άποψη και μετά να την υπερασπιστούν απέναντι στους υπόλοιπους, ακύρωνε μαθήματα επειδή τον έπιανε πανικός μπροστά στην έδρα και τα έβαζε δημόσια με τους ιθύνοντες των πανεπιστημίων επειδή από τις σπουδές έλειπε η ποιότητα- χωρίς να εξηγεί τι εννοεί. «Όλες αυτές οι ιδέες μου ερχόταν πολύ γρήγορα» είχε πει στο Guardian. «Ήμουν τρομοκρατημένος και ταυτόχρονα περίεργος για το τι θα συμβεί μετά. Η ψυχιατρική στη Δύση το ονομάζει κατατονική σχιζοφρένεια. Στον Βουδισμό όμως αποκαλείται απότομη διαφώτιση». Η διαφώτιση, του στοίχισε τη δουλειά του. «Όταν παραβαίνεις τους κανόνες, το σύστημα αμύνεται» εξηγούσε. Αλλά και ο ίδιος δεν παρέβαινε απλά τους κανόνες. Όπως ομολογεί, συμπεριφερόταν παράλογα. Έπαιρνε πολλά υπνωτικά, πειραματίστηκε με LSD, έπινε μπόλικο αλκοόλ και συχνά καθόταν ολόκληρες ώρες στον καναπέ κοιτώντας τον τοίχο.

Ενώ διέγραφε την ακαδημαική του πορεία βασανιζόταν από κρίσεις διπολικής διαταραχής και πανικού και συχνά νοσηλευόταν σε ψυχιατρεία.

Ο Ρόμπερτ Πίρσιγκ είχε πάθος με την φιλοσοφία και τις μοτοσικλέτες

Η συγγραφή του βιβλίου «Το Ζεν και η Τέχνη Συντήρησης της Μοτοσικλέτας- μία εξερεύνηση στο πεδίο των αξιών» (είχε κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Κάκτος και τώρα επανεκδόθηκε από τις εκδόσεις Οξύ σε νέα μετάφραση Αλέξη Καλοφωλιά), κράτησε τέσσερα χρόνια. Όπως έλεγε άρχισε το 1968, όταν είχε τιθασεύσει τις κρίσεις του και δούλευε σε μία αξιοθρήνητη δουλειά, όπου έγραφε τα εγχειρίδια χρήσης διάφορων ηλεκτρικών συσκευών.

 Αρχικά θέλησε να γράψει το βιβλίο επειδή πάντα του άρεσαν οι μοτοσικλέτες και στη συνέχεια εξελίχθηκε σε αυτό που αποκαλούσε «αναζήτηση της ποιότητας». Ουσιαστικά είναι το ημερολόγιο ταξιδιού των 17 ημερών με το γιο του Κρις μέσα στο οποίο παρεμβάλλονται οι έμμονες ιδέες που τον βασάνιζαν από την αρχή της πορείας του στο κόσμο των φιλοσοφικών ιδεών.

Από τις σελίδες περνάνε ο Αριστοτέλης και ο Πλάτωνας, ο Χιούμ και ο Καντ, η τεχνολογία και ο ρομαντισμός, η τέχνη και η αισθητική, η πολιτική και η θρησκεία, η λογική και το πάθος και φυσικά η συντήρηση της μοτοσικλέτας καθώς κάθε έννοια που αναπτύσσει, αντιστοιχεί σε κάποια λειτουργία ή κάποιο εξάρτημα.

Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ του ζήτησε τρείς φορές τα δικαιώματα για να το γυρίσει ταινία- κάτι που ο Πίρσιγκ αρνήθηκε.

Πούλησε πάνω από 5 εκατομμύρια αντίτυπα σε όλο τον κόσμο. Τον διάβασαν μηχανόβιοι και φιλόσοφοι, χίπις και βιβλιοφάγοι.

Το βιβλίο δεν άρεσε στους εκδότες. Όταν το ολοκλήρωσε το 1974 απορρίφθηκε από 121 εκδοτικούς οίκους πριν τελικά το δεχτούν οι εκδόσεις William Morrow. Όταν κυκλοφόρησε όμως αποδείχθηκε ότι ο Πίρσιγκ είχε συλλάβει το πνεύμα των καιρών. Το φιλοσοφικό του οδοιπορικό συνδίασε τη δίψα για περιπλάνηση με την αναζήτηση του νοήματος της ύπαρξης. Πούλησε πάνω από 5 εκατομμύρια αντίτυπα σε όλο τον κόσμο. Τον διάβασαν μηχανόβιοι και φιλόσοφοι, χίπις και βιβλιοφάγοι. Ο στοχαστής και κριτικός Τζορτζ Στάινερ, σε άρθρο του στο Νew Yorker, τόλμησε να το συγκρίνει με το  Μόμπι Ντικ του Χέρμαν Μέλβιλ. Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ του ζήτησε τρείς φορές τα δικαιώματα για να το γυρίσει ταινία- κάτι που ο Πίρσιγκ αρνήθηκε. Κάπως έτσι το βιβλίο έγινε θρύλος και αποτέλεσε το φιλοσοφικό μπεστ σέλερ όλων των εποχών στις ΗΠΑ.

Η επιτυχία του οφείλεται στο γεγονός ότι το βιβλίο δεν αφορά ούτε τη φιλοσοφία του Ζεν, ούτε σου μαθαίνει κάτι για τη συντήρηση της μοτοσικλέτας. Αντίθετα σε οδηγεί με ελιγμούς σε ένα διαφορετικό πολύ πιο ελικοειδές μονοπάτι. Πέρα από το αναμφισβήτητο συγγραφικό του ταλέντο, την ικανότητα να κάνει τις φιλοσοφικές έννοιες κατανοητές, ο Πίρσιγκ είχε μία ευφυή ιδέα. Να προσομοιάσει την αίσθηση της ελευθερίας που σου προσφέρει μία μοτοσικλέτα, με την ελευθερία του στοχασμού. Πήρε ένα σύμβολο του αντικομφορμισμού της εποχής, τη μοτοσικλέτα και πατώντας στη διαδικασία συντήρησης της παρέδωσε μαθήματα αντίστασης στον συντηρητισμό που απλώνεται σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής.

Διαβάστε ακόμα: https://www.andro.gr/apopsi/flaneur-roads-urban

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top