“Kάθε γειτονιά που έχουμε να θυμόμαστε υπέροχα γαμήσια, αξίζει να καταχωρίζεται ως σεξουαλική στα συρτάρια του μυαλού” γράφει η Γεωργία Δρακάκη.

Χαλάνδρι, Γλυφάδα, Γαλάτσι, Κυψέλη: χαρτογραφώντας την καύλα

Μωρέ, τι θα πει ανάφτρα γειτονιά; Θα τρελαθούμε τελείως; Τι είναι οι γειτονιές, υποψήφια πλατώ για γύρισμα κάποιας ερωτικής ταινίας τύπου Αμελί; Την ερωτική όψη της πόλης μας, της Αθήνας, δεν φαίνεται να την έχουμε εκτιμήσει αρκούντως: τα γιασεμιά, το αναστενιάρικο Ζάππειο, τον αττικό ουρανό με το απαράμιλλο φως που λειαίνει κάθε ατέλεια των μεσογειακών κορμιών, τους νοσταλγικούς πεζοδρόμους του κέντρου με τα πεσμένα, ξερά φύλλα τον χειμώνα, τις αθηναϊκές πολυκατοικίες με τις εισόδους που κρύβουν πολλά μυστικά από μπαλαμούτια και κλεφτά φιλιά περασμένων και τωρινών δεκαετιών.

Για αρχή, λοιπόν, να σας ξεκαθαρίσω πως βρίσκω την πόλη μου, την Αθήνα, στο όλον της άκρως γοητευτική και πολύ ερωτική πόλη, με τον τρόπο της Ιστανμπούλ, της Νέας Υόρκης, της Ρώμης και της Αλεξάνδρειας. Έρωτες μητροπολιτικοί, άφθονη ιστορία ατάκτως εριμμένη, πλούσιος αισθητικός και συναισθηματικός καμβάς. Η ελαφριά βαλκανίλα της Αθήνας, που την πλησιάζει με τις σεξουλιάρες κοντογειτόνισσές της, τα Τίραννα, τη Σόφια, το Βελιγράδι, την κάνει, εκτός από ερωτική, και spicy. Η καύλα, άλλωστε, ζητά και λίγο «φθήνια» αν με εννοείτε, λίγο νάυλον, δεν μπορεί να είναι καμωμένη ολάκερη, απ’ άκρη σ’ άκρη, από μετάξι.

Η βαλκανίλα της Αθήνας την κάνει spicy. Η καύλα, άλλωστε, ζητά και λίγο «φθήνια», δεν μπορεί να είναι καμωμένη ολάκερη από μετάξι.

Πέραν όμως της προσωπικής μου αθηναιολατρείας, σε βαθμό –παραδέχομαι-εμμονικό, ενίοτε, κάθε γειτονιά όπου ερωτευτήκαμε ή από όπου έχουμε να θυμόμαστε υπέροχα γαμήσια είναι, οφείλει να είναι, της αξίζει να είναι, σεξουαλική, να καταχωρίζεται με αυτόν τον τρόπο στα συρτάρια του μυαλού μου. Και για να μην τα λέω όπως θέλω για την Αθήνα, η οποία έχει μερικές γωνιές παντελώς αντι-αθηναϊκές, αφήστε με να σας εκμυστηρευτώ ποιες γειτονιές της βρίσκω άκρως ακατάλληλες για συμμετοχή σε ερωτικό παιχνίδι, άνιωθες, ντεκαφεϊνέ που θα έλεγε κι ο Κίμων Φραγκάκης, νερουλές. Για μένα πάντοτε, ναι; Υπό το προσωπικό μου πρίσμα.

Να, ας πούμε σιχαίνομαι να μένω/βγαίνω/υφίσταμαι στο Χαλάνδρι, αλλά ένα συγκεκριμένο σεξ με έναν συγκεκριμένο άνθρωπο που έκανα κατά απίστευτη τύχη εκεί πριν από αρκετά χρόνια μου το γλυκαίνει κάπως. Όσο βέβαια και να μου το γλυκάνει, δεν παύει να είναι το Χαλάνδρι, αυτή η νερουλή γειτονιά των semi-ευκατάστατων, της διάχυτης αίσθησης ακριβών κώλων που χτυπιούνται στα πέριξ γυμναστήρια και, βέβαια, μιας ντεμί-μεζέ κουλτούρας διασκέδασης που ‘’σώζεται’’ από κανα δυο μαγαζιά της προκοπής. Τώρα που το θυμήθηκα, ένας από τους πλέον φλογερούς εραστές μου έχει υπάρξει κάτοικος Χαλανδρίου-ευτυχώς οι περιπτύξεις έλαβαν χώρα καταμεσίς των Κυκλάδων, δόξα σοι ο Θεός.

Το Γαλάτσι, αν ήταν σεξ, θα ήταν αυτό που κάνουμε Τετάρτη βράδυ με τον άντρα μας, δεν ερχόμαστε σε οργασμό και αδημονούμε να τελειώσει εκείνος για να κοιμηθούμε νωρίς.

“Γεννήθηκα στο αντιερωτικό Μοσχάτο που χρίστηκε ερωτικό, βαφτισμένο (μουλιασμένο, θα έλεγα), μέσα στις πρώτες εμπειρίες μου με το άλλο φύλο”.

Η νούμερο δύο αντισεξουαλική (μου) γειτονιά-τι εννοείτε δεν καταλάβατε ποια είναι η νούμερο ένα;-είναι αναγκαστικά η Γλυφάδα. Δηλαδή ακούω Γλυφάδα και μου ξεραίνεται. Φυσικά κι έχω βγει Γλυφάδα, γι’ αυτό σας ομιλώ. Εκ πείρας. Πολύ μπότοξ, μωρέ αδερφάκι μου. Πολύ basic καταστάσεις. Νευρικοί εραστές παραθαλάσσιοι, βαριεστημένες καλλονές ινσταγκραμικού τύπου, καλολαδωμένες, μαλλί στην πένα, νύχι στον θεό, βλέμματα μεταξύ τους άνευρα, αίσθηση χρήματος που υπάρχει σε σχετική αφθονία, αλλά απλώς αίσθηση, μια κατάσταση με αρκετά στερητικά άλφα: α-πολιτίκ, αντι-εστέτ, ά-καυλη. Μυρωδιά αμαξίλας: δέρμα και αρωματικό πεύκου, προσχεδιασμένο, ρυθμικό σεξ με μέτριο οργασμό, ορθή χρήση προφυλακτικού και επίγευση βότκας στον ουρανίσκο.

Κι η νούμερο τρία (καλά, έχω δεκάδες) αντικαυλέ περιοχή είναι το Γαλάτσι. Τι να σας πω τώρα για το Γαλάτσι; Για την πιάτσα των καφετεριών; Εκεί τελείωσε άδοξα ένα καλοκαίρι η ένδοξη συνδιαλλαγή μου με έναν νεαρότατο, πανεμορφότατο λάβερ-ξενέρωσα τόσο πολύ που πήγαμε για ποτό στο Γαλάτσι. Για να παρκάρει εύκολα, λέει.

Το Γαλάτσι ένα καλό έχει: είναι κοντά στην Κυψέλη, την γειτονιά μου, την οποία παρεμπιπτόντως θεωρώ άκρως ερωτικό τόπο, αλλά για να μην με πείτε προκατειλημμένη δεν θα την αναφέρω σε αυτό το κείμενο. Το Γαλάτσι, αν ήταν σεξ, θα ήταν αυτό που κάνουμε Τετάρτη βράδυ με τον άντρα μας-μετά από αποχή εβδομάδων-και το σώμα μας έχει ξεσυνηθίσει, δεν ερχόμαστε σε οργασμό και αδημονούμε να τελειώσει εκείνος για να κοιμηθούμε νωρίς.

Πειραιάς, με την μυρωδιά της θάλασσας και της θείας βρόμας του λιμανιού, μυρωδιά δέρματος ακριβών αμαξιών που οδηγούσαν άντρες στα ραντεβού μας στον Ιστιοπλοϊκό, και αλήτικα μηχανάκια με αγόρια.

Πειραιάς (Μοσχάτο)- Εξάρχεια – Παγκράτι – Πατήσια (Κάτω & Άνω) – Κηφισιά – Περιστέρι: η θερμοκρασία ανεβαίνει

Σας τα έγραψα όλα μαζί, όχι για να σας μπερδέψω, αλλά για να σας τα προσφέρω εν είδει εκρηκτικού κοκτέιλ Εκ πρώτης ανάγνωσης, ετερόκλητες, έτσι δεν είναι; Κι όμως. Ενώνονται από μια αόρατη, μαγική κλωστή, αυτήν της Επιθυμίας. Γεννήθηκα στο αντιερωτικό Μοσχάτο που χρίστηκε ερωτικό, βαφτισμένο (μουλιασμένο, θα έλεγα), μέσα στις πρώτες εμπειρίες μου με το άλλο φύλο. Το Μοσχάτο ήταν όλος μου ο κόσμος, τα σύνορα που με χώριζαν από τον υπόλοιπο κόσμο ο οποίος υποτίθεται-μες στο 17χρονο μυαλό μου, ας πούμε- με περίμενε με ανοιχτές αγκάλες. Το Μοσχάτο ήταν το ήρεμο λιμάνι μου από το οποίο ήξερα πως θα αναχωρούσα, κάποια στιγμή, για πάντα.

Ο Πειραιάς, παραδίπλα, μου έπιανε από παιδί την ψυχή: με την μυρωδιά της θάλασσας και της θείας βρόμας του λιμανιού, με όλη του την ιστορία φορτωμένη στον αέρα από πάνω του. Μυρωδιά δερματίνης ακριβών αμαξιών που οδηγούσαν άντρες στα ραντεβού μας στον Ιστιοπλοϊκό και αλήτικα μηχανάκια με αγόρια που φορούν φαρδιά hoodies κι εμένα σκαρφαλωμένη στις πλάτες τους να ρουφώ με τα μάτια όλον τον έξω κόσμο, να τρέχουν οι εικόνες γρήγορα, να ζω, όπως μ’ αρέσει, σαν σε ταινία, να νιώθω το κέντρο του κόσμου με έναν τρόπο παιδικό κι ατόφιο.

“Περπατώ και παρατηρώ, αναρριχώμαι σε ταράτσες και μπαίνω σε υπόγεια πάρκινγκ, παίζω τα παιχνίδια της αποπλάνησης”.

Εξάρχεια: σεξουαλικές περιπέτειες μέσα σε σαραντατόσα τετραγωνικά και φωνές, κραυγές, τσιρίδες πνιχτές, στεναγμοί και αχ βαχ, και ιδρώτες και μπάνια με καυτό νερό στις 6 το πρωί.

Όταν κατέφθασα στα Εξάρχεια στα χρόνια των σπουδών, ήξερα πως θα τα δοξάσω. Στο ισόγειο σπίτι μου, μια φίλη έκανε έρωτα για πρώτη φορά κι εγώ, μέσα εκεί, κατόρθωσα να υφάνω ένα σωρό ερωτικά σχέδια. Να υποδεχθώ ανήσυχους εραστές τα ξημερώματα να μου βαράνε πόρτες, να ξιπολητεύομαι ολημερίς με καφέδες, κρασιά, τσιγάρα, φιλιά, μερικές γλάστρες τριγύρω, μουσικές στη διαπασών (κυρίως ρεμπέτικα, Μπάουι, Λάνα ντελ Ρέι, Αζναβούρ, Λένα Πλάτωνος και Άσιμο, πολύ Άσιμο), σεξουαλικές περιπέτειες μέσα σε σαραντατόσα τετραγωνικά και φωνές, κραυγές, τσιρίδες πνιχτές, στεναγμοί και αχ βαχ, και ιδρώτες και μπάνια με καυτό νερό στις 6 το πρωί όταν τελείωναν οι περισσότερες νύχτες.

Κι έξω η πλατεία, έξω το σινεμά Ριβιέρα και το παλιό Γκρι Καφέ (που έσκαγα μύτη με τα κομπινεζόν και τις πιτζάμες να πάρω καφέ) και το παλιό Ginger Ale της Μίλυς (τι καυλιάρικο θηλυκό) με τα πάρτυ και τα dj set και τα πρώτα μου καθισιά σε μπάρα, όχι σε τραπέζι. Κάθε γωνιά, κάθε ματιά να μου μαθαίνει την ερωτικότητα.

Να καλοκαιριάζει και να κάνω έξοδο με πόδια γυμνά, με ψηλοτάκουνα σανδάλια και φαρδιά λευκά πουκάμισα στην Αραχώβης και τη Βαλτετσίου και τη Μπενάκη, να ρουφάω αχόρταγη βλέμματα. Να εξετάζω μέσα μου πώς νιώθω με αυτό-ναι, έτσι αρχίζουμε να διαμορφώνουμε άντρες και γυναίκες την σεξουαλικότητά μας. Και έτσι. Κάτι ατελείωτα γλωσσόφιλα στο Ποδήλατο και ένα αλησμόνητο ραντεβού όλο βλέμματα αδηφάγα στον Πειναλέοντα και κάπως ο έρωτας να μετασχηματίζεται σε αγάπη, αγάπη για τον εαυτό, για το σεξ, για τους άντρες, για τον κόσμο, για την ιδέα, για την πράξη.

Παγκράτι: ραντεβού επικά, καβαλήματα μέσα στο αυτοκίνητο, σφιχτές αγκαλιές σε γωνίες, η αίσθηση του ευάλωτου άντρα που έχει ερεθιστεί.

Παγκράτι ραντεβού επικά, καβαλήματα μέσα στο αυτοκίνητο, σφιχτές αγκαλιές σε γωνίες, η αίσθηση του ευάλωτου άντρα που έχει ερεθιστεί και τον νιώθεις με τον καβάλο σου πάνω από τα ρούχα σας, γλυκοτρίβεστε και αδημονείτε να βρεθείτε σε λίγο γυμνοί ή, αν είστε ωραίοι παίκτες, βασανιάρικα αλληλοεγκαταλείπεστε επενδύοντας στην επόμενη συνάντηση, έχοντας παρατείνει θεϊκά την καύλα, τον πόθο, τη λαχτάρα.

Γλυκά και φαγητά και μια σειρά από μωβ τηλεγράφους και η παλιακή αισθησιακότητα του Μαγεμένου Αυλού και το Ωδείο Αθηνών από όπου ξεχύνονται όμορφα αγόρια και κορίτσια και πλημμυρίζουν τον τόπο. Δυνατότητες, λαιμοί μοσχοβολιστοί, λοβοί τραγανιστοί, κωλαράκια, χέρια, μαλλιά που τα σηκώνει ο αέρας, ρουφηξιές τσιγάρων ούλτρα σέξι και, άξαφνα, πλάι στα θράση της νιότης, οι ώριμες σαγηνεύσεις των δικηγόρων με τους χαρτοφύλακές τους, των μεσόκοπων γυναικών που παιδεύονται μες στις γόβες τους και τους κόβει και το στινγκ, αλλά πάντα έχουν λίγο χρόνο για λαγνεία και κατεβάζουν το βλέμμα στη μέση και πιο κάτω του ευγενικού σερβιτόρου με τα τατού, γελούν πλαγίως, Τζοκόντες της πόλης και Παναγίες των Πατησίων.

Στα Πατήσια μοσχοβολά κρεμμύδι, φτώχεια καταραμένη, ανεπίδοτη καύλα που δεν προλαβαίνει να εκφυλιστεί στριμωγμένη στα ασφυκτικά πέρα δώθε, στον σωματικό κάματο, στην φοβισμένη ίσως συνύπαρξη πολλών και διαφορετικών ανθρώπων. Βλέπω ζευγάρια στις γωνιές, βλέπω ξενάκια ν’ ανταμώνουν στις πολυκατοικίες, έχω παρατηρήσει μια κοπέλα (πρέπει να είναι Σύρια ή δεν ξέρω) κι ένα αγόρι, μαύρος αυτός, κρατούν σφιχτά τα χέρια τους στα σκαλιά μιας εισόδου, ώρα 1 και 2 τη νύχτα, μιλούν χαμηλόφωνα, δεν επιδίδονται σε αγκαλιές και σε φιλιά, το ζουν έτσι. Υποπτεύομαι τις φωτιές που θ’ ανάβουν όταν και αν βρίσκονται μόνοι σε κάποιο δωμάτιο.

Στο Περιστέρι τα βλέμματα των αντρών με κόβουν σαν ξυραφιές, δεν χωρούν παρανόηση, το φλερτ ζει ακόμα εκεί σε αυτήν την μεγάλη, λαϊκή γειτονιά.

“Κάθε γωνιά, κάθε ματιά, να μου μαθαίνει την ερωτικότητα”. Εδώ με τη Νεφέλη Μεγκ, ξημερώματα στους δρόμους του κέντρου.

Στα Πατήσια ξέφρενες 25ρες με κοιλίτσα έξω και νύχια μακριά, του θανάτου τιτιβίζουν με τα κινητά ανά χείρας, νέοι αγριόγατοι καβαλάνε τα λεωφορεία και φωνασκούν, μας δείχνουν τα λειριά τους, μια φορά, περίμενα το λεωφορείο ντυμένη γκράντε για να πάω κάπου καλά (στόρι οβ μάι λάιφ) και σταματά ένα τεκνό, δεν θα ήταν πάνω από 20 χρονών, να προσφερθεί να με πετάξει όπου χρειαζόμουν, τόσο όμορφο, τόσο αγνό, ανέβηκα, ένιωθα την καρδούλα του μέσα απ’ το T shirt, με πήγε εκεί που ήθελα, μου ζήτησε Instagram, του έδωσα ένα φιλί στο στόμα πεταχτό, έφυγα χαμογελώντας, τι ευλογία, τι ευτυχία, τι καύλα να είσαι ζωντανός!

Περιστέρι και Κηφισιά για το τέλος. Μα τι μιξ γκριλ παράδοξο! Περιστέρι μένει η Ο., η σεξιέρεια της πόλης, Περιστέρι έχω τραγουδήσει (τι ωραίο, ευκολοπιστο, εκφραστικό κοινό ήταν τούτο), Περιστέρι έχω πάει για κρέατα και για ποτά και για χορούς και έχω ζήσει νύχτες μαγικές κι ονειρεμένες στο ρεμπετάδικο Αργώ, χορεύοντας τσιφτετέλι όπως μ’ αρέσει, μόνο εγώ στην πίστα και, συνακολούθως, απολαμβάνοντας ωραία ζεϊμπέκικα και φίνα τσιφτετέλια, όχι σαν λαϊκή αγορά, έκαστος μόνος κι έκαστη μόνη να χορτάσουν τα μάτια όλων, να τελεστεί σωστά το ritual. Περιστέρι τα βλέμματα των αντρών με κόβουν σαν ξυραφιές, δεν χωρούν παρανόηση, το φλερτ ζει ακόμα εκεί σε αυτήν την μεγάλη, λαϊκή γειτονιά που όλο και βελτιώνει τον εαυτό της, βαστώντας ένα πολύ comfort παλιομοδίτικο κιτς που με κάνει να νιώθω ασφαλής.

Περιστέρι: Ένδοξα σαββατόβραδα-ιδρωμένες μασχάλες, μισάνοιχτα στόματα, υγρά βρακάκια, τσούγκρες σφηνάκια και δώστου ν’ ανεβαίνουμε στα τραπέζια να κουνήσουμε τον κώλο μας όπως μας πρέπει.

Μαγαζιά με βελουτέ πολυθρόνες, old school σέρβις, χαλασμένοι κατάλογοι, ελληνικά στην διαπασών στα μικρομάγαζα που καμώνονται τα κλαμπ μετά τις 00:00 τα ένδοξα σαββατόβραδα-ιδρωμένες μασχάλες, μισάνοιχτα στόματα, υγρά βρακάκια, τσούγκρες σφηνάκια και δώστου ν’ ανεβαίνουμε στα τραπέζια και τις καρέκλες να κουνήσουμε τον κώλο μας όπως μας πρέπει.

Η Κηφισιά έχει όλη την καύλα της γης, πίσω από την αστική μεγαλοπρέπεια, οι κυρίες των κυρίων μεταμφιέζουν και συγκαλύπτουν την άκρατη τσουλοσύνη τους, παράνομα ραντεβού δίνουν και παίρνουν μέσα σε καγιέν με φιμέ τζάμια και καυλογέροντες με σωστή χρήση βιάγκρα μετατρέπονται σε ταύρους εν υαλοπωλείο συνοδεύοντας αιθέριες υπάρξεις από άλλες γειτονιές με την πλατούλα τους ολόισια, τον πωπό τούρλα και το βυζί χωρίς σουτιέν να φαίνεται καθαρά και ξάστερα η τρυφηλή ρωγίτσα.

Κόκες, ντράμα σκηνικά, μεγάλα σπίτια, πάρτυ από το πουθενά, νωχελικές ματιές, μακριά φουστάνια κι από μέσα τίποτα, κολοσσιαίες, σκανδαλώδεις παρτούζες με ακριβή βότκα και κίντερ μπουένο στο τραπέζι, τα πρωινά μυρίζουν εσπρέσο και υποχρεώσεις, τα αθάνατα δέντρα της Κηφισιάς τα ξέρουν όλα κι εγώ περπατώ και παρατηρώ, αναρριχώμαι σε ταράτσες και μπαίνω σε υπόγεια πάρκινγκ, παίζω τα παιχνίδια της αποπλάνησης. Η Κηφισιά είναι σκέτη καύλα, σας λέω.

Κηφισιά: Κόκες, ντράμα σκηνικά, μεγάλα σπίτια, παρτούζες με ακριβή βότκα και κίντερ μπουένο στο τραπέζι.

Γράψτε μου, φίλτατοι, φίλτατες, για τις δικές σας γειτονιές των παθών και των θαυμάτων. Με ενδιαφέρει να ανοίξω την καυλογεωγραφία μου, να μάθω, να ξαναπάθω. Σπλαχνιστείτε με την τσιγγάνα του έρωτα, την ανέστια, την αμετροεπή.

 

Διαβάστε ακόμα: Θα δοκιμάζατε cuckolding με τη γυναίκα σας στα σκέλια αλλουνού; 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top